Έμιλυ Κολιανδρή: «Από τη φύση μου είμαι λίγο τεμπέλα, νωχελική, τα αφήνω για αύριο»
Η Εμιλυ Κολιανδρή ήθελε από παιδί να γίνει ηθοποιός. Γεννήθηκε στην Κύπρο. Στην Αθήνα ήρθε για σπουδές. Είναι παντρεμένη με τον Χρήστο Λούλη. Έχουν δύο παιδιά.
«Μεγάλωσα στην Κύπρο, τη δεκαετία του '80. Κι αυτό είναι κάτι που δεν θα ζήσουν τα παιδιά μου: Ότι από πολύ μικρή πήγαινα με τις φίλες μου στη θάλασσα με το ποδήλατο -ήταν τρία λεπτά από το σπίτι. Είχα μεγάλη ανεξαρτησία. Γεννήθηκα στη Λεμεσό. Η μητέρα μου είναι από την Κέρκυρα και ο πατέρας μου από τη Σμύρνη και την Κύπρο. Συναντήθηκαν στην Αθήνα για σπουδές και την πήρε στην Κύπρο. Οι γονείς μου είναι πάντα μαζί. Ωραίοι τύποι, διαφορετικοί μεταξύ τους που αλληλοσυμπληρώνονται. Είναι και οι δύο φιλόλογοι, αγγλικών –η αδελφή μου ακολούθησε τον δρόμο τους.
Ήμουν πολύ καλή μαθήτρια, είχα μια κανονική εφηβεία. Από μικρή μου άρεσε το θέατρο. Άρεσε και στους γονείς μου. Είχαμε μια μεγάλη βιβλιοθήκη στο σπίτι, και με θεατρικά βιβλία. Τα μεσημέρια, που οι γονείς μου έκαναν σιέστα, έπαιρνα ένα βιβλίο, το "Περιμένοντας τον Γκοντό" ή "Tο Πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα", όχι Σαίξπηρ, γιατί είχε μεγάλους μονολόγους, και έπαιζα. Ήθελα διαλόγους, για να αλλάζω την φωνή μου.
Ήρθα στην Αθήνα για σπουδές. Πέρασα στη Νομική, σαν άτυπη συμφωνία αλλά είχα δώσει και στο θέατρο. Θυμάμαι, όταν βγήκαν τα αποτελέσματα ήρθε η μητέρα μου να με ξυπνήσει για να μου πει ότι πέρασα στην Νομική κι εγώ της είπα "ξύπνα με όταν πουν για το θέατρο".
Στο Πανεπιστήμιο πήγα λίγο. Έπαθα σοκ ακόμα και από το κτίριο, το απρόσωπο του πράγματος, τις παρατάξεις, τα καφενεία. Μεγάλο πλήγμα, απογοήτευση, αλλιώς το είχα φανταστεί.
Για τις εξετάσεις στο θέατρο προετοιμάστηκα στην Κύπρο, από την Αννίτα Σαντοριναίου, μια τρομερή ηθοποιό. Ήταν η πρώτη μου επαφή με θεατρίνα. Τη θαύμαζα. Είχε μια μαγεία. Πήγαινα στη Λευκωσία, στο σπίτι της και λαχταρούσα να έρθει αυτή η μέρα. Για το Εθνικό και το Τέχνης δίνεις εξετάσεις στην Κύπρο –έχουν δύο θέσεις για Κύπριους φοιτητές. Ήμουν τυχερή. Πέρασα στο Εθνικό.
Θα βρω πάντα το μειονέκτημα στον εαυτό μου –στους άλλους βρίσκω πάντα τα θετικά
Είχα μια αισιοδοξία. Ωστόσο η αυτοπεποίθηση δεν είναι ένα δυνατό χαρτί μου. Πάντα θεωρώ ότι σε κάτι υπολείπομαι. Ακόμα κι όταν ο χρόνος επιβεβαιώσει το αντίθετο, εγώ θα βρω πάντα το μειονέκτημα στον εαυτό μου –στους άλλους βρίσκω πάντα τα θετικά. Γι' αυτό και δεν είμαι των μεγάλων συγκρούσεων, ούτε στη δουλειά ούτε στη ζωή. Δικαιολογώ συμπεριφορές. Είμαι κάπως easy going. Όχι, δεν είναι κακό αυτό. Το βλέπω και στη δουλειά. Μπορεί να δεθώ με ανθρώπους, κι ας έχουμε συνεργαστεί λίγο. Έχω φίλους που με αγαπούν όπως είμαι –το ίδιο κι εγώ».
«Στη Δραματική ενθουσιάστηκα. Οι γονείς μου δεν αντέδρασαν, το είχαν καταλάβει. Δεν χρειάστηκε κάποια μεγάλη επανάσταση για να το ακολουθήσω. Βέβαια, υπήρχε πάντα για εκείνους η ιδέα της Νομικής. Η μαμά μου σταμάτησε να μου λέει για τη Νομική πρόσφατα, κι ας έχουν περάσει πάνω από είκοσι χρόνια που την εγκατέλειψα.
Ηταν όμως τόσο άνιση η σύγκριση των δύο σχολών. Στην Δραματική γίναμε γρήγορα οικογένεια, με μερικούς κρατήσαμε. Ήταν τρία χρόνια μαγικά. Είχα καλούς δασκάλους που με τα σημερινά δεδομένα θα θεωρούνταν ακατάλληλοι, αυστηροί. Ελένη Χατζηαργύρη, Αντιγόνη Βαλάκου, Τιτίκα Νικηφοράκη, χάρηκα πολύ που τους συνάντησα. Κουβαλούσαν ένα μεγαλείο, μια εποχή, μια αύρα. Κανένας δεν μας χάιδευε τα αφτιά, ούτε μας κανάκευε. Μετά, όταν πηγαίναμε σε ακροάσεις, τα παιδιά από άλλες σχολές είχαν μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση. Ένα ηττημένο ηθικό είχαμε που δεν ξέρω αν είναι καλό ή κακό. Όταν έχεις μεγάλη αυτοπεποίθηση και τα πράγματα δεν έρθουν όπως τα θέλεις, γίνεσαι εχθρικός, επιθετικός, τα βάζεις με το σύστημα –πάντα κάτι άλλο θα φταίει που τα πράγματα δεν πήγαν όπως τα περίμενες. Η δουλειά αυτή είναι αέρας, δεν υπάρχει πραγματικά αντικειμενικό κριτήριο. Τελευταίως μου αρέσουν οι σχεδόν ερασιτέχνες ηθοποιοί.
Μετά, το πράγμα κύλησε ομαλά. Στη ζωή μου έχω πάει σε δύο οντισιόν –ευτυχώς, γιατί εκεί δείχνω τον χειρότερο εαυτό μου. Πρώτα στους "Φοιτητές", που ανέβαζε ο Τσιάνος στο Εθνικό, ένας πολύ γλυκός θεατράνθρωπος. Κι αμέσως μετά πήγα στον Λευτέρη Βογιατζή, που με είχε δει στις εξετάσεις του τρίτου έτους. Μεγάλο σχολείο, αλλά και ταυτόχρονα ένα ισχυρό πλήγμα για την αυτοπεποίθησή μου. Ήμουν είκοσι χρονών όταν δούλεψα για πρώτη φορά με τον Λευτέρη και δεν καταλάβαινα τίποτα από αυτά που έλεγε, τίποτα όμως. Κι ένιωσα με έναν τρόπο ότι τον απογοήτευσα. Μεγαλώνοντας κατάλαβα ότι όλοι το ένιωθαν αυτό με τον Λευτέρη γιατί αυτό που έβαζε σαν στόχο, και για τον ίδιο ακόμα, ήταν το ακατόρθωτο. Οπότε, αν συμφιλιωνόσουν με αυτή την ιδέα, το όφελος ήταν ότι σου άνοιγε έναν δρόμο να πας προς τα εκεί. Η επιθυμία σου να καταφέρεις όλα αυτά που ζητούσε δεν θα μπορούσε να εκπληρωθεί ποτέ.
Τη δεύτερη φορά που μου είπε να συνεργαστούμε, είχαν περάσει δέκα χρόνια. Είπα στον εαυτό μου πως θα πάω και θα είμαι πια αλλιώς. Τίποτα. Θυμάμαι είχαμε πρωί πρόβα και ερχόταν ο Χρήστος να με ξυπνήσει, άνοιγα τα μάτια μου και έκλαιγα. Κάθε μέρα, το σώμα μου αντιδρούσε. Δεν ήταν και πολύ ωραίο. Ο Λευτέρης μου έδινε την επιβεβαίωση που ψάχνει ένας ηθοποιός όταν τον επιλέγει ένας σκηνοθέτης όπως εκείνος. Ωστόσο η αίσθησή ήταν ότι τον απογοήτευσα –ίσως λόγω και του δικού μου χαρακτήρα δεν ένιωσα ούτε στιγμή ότι τον έκανα περήφανο. Μόνον μετά, όταν ερχόταν σε παραστάσεις να με δει, μια-δυο φορές μου είπε πολύ ωραία πράγματα, σαν να είχα καταφέρει όλα εκείνα που συζητούσαμε τότε. Ένιωσα μεγάλη χαρά. Η μέρα που ερχόταν να με δει ο Λευτέρης σε παράσταση ήταν το highlight. Όταν έφυγε, για πολύ καιρό, έλεγα στον εαυτό μου "και τώρα ποιος θα΄ρθει". Δεν υπήρξε κανένα άλλο μάτι που να με αναστατώνει.
Προ παιδιών, η συνύπαρξη δύο καλλιτεχνών μέσα στο σπίτι θα έλεγα ότι τροφοδοτεί τη σχέση. Στη μετά παιδιών εποχή, όλο αυτό αλλάζει
Τον Χρήστο τον γνώρισα σ΄αυτή την πρώτη παράσταση του Λευτέρη -"Οι σχέσεις του κυρίου Πίτερς" σε σκηνοθεσία Νικαίτης Κοντούρη. Ο Λευτέρης έπαιζε. Πήγα σπίτι της Νικαίτης να γνωριστούμε. Φτάνοντας, έφευγε ο Χρήστος. Θυμάμαι αυτή την συνάντηση στον διάδρομο. Ο Χρήστος πολύ όμορφος, νέος, με πολλά μαλλιά κι όπως πέρασε από τον διάδρομο, εγώ έμεινα λίγο... Αυτό βέβαια άργησε να εξελιχτεί γιατί για έναν έρωτα οι συνθήκες ήταν ό,τι χειρότερο. Πώς κατάφερε να γεννηθεί έρωτας σ' αυτή την δύσκολη συγκυρία; Ο Χρήστος έκανε πρόβες το πρωί και το βράδυ έπαιζε στο "Καθαροί πια". Είχε αναπτύξει τότε ένα τρομερό αυτοάνοσο, ήταν κουτσός, με πρόβλημα στο χέρι. Δίναμε κάτι ραντεβού, πήγαινα εγώ, εκείνος δεν ερχόταν. Όλα δύσκολα. Όταν, τέλος πάντων, συναντιόμασταν, ερχόταν με τις πατερίτσες. Παρ' όλα αυτά έστρωσε. Είχε συμβεί αυτό το πολύ καλό ή πολύ κακό: Γιατί όταν πρωτογνωρίζεις έναν άνθρωπο θέλεις να είσαι στα καλύτερά σου. Εμείς ήταν σαν να είδαμε ο ένας τον άλλον στη χειρότερη και πιο ευάλωτη φάση του. Οπότε μετά ήρθαν τα καλύτερα. Παντρευτήκαμε πολλά χρόνια αργότερα».
«Προ παιδιών, η συνύπαρξη δύο καλλιτεχνών μέσα στο σπίτι θα έλεγα ότι τροφοδοτεί τη σχέση. Στη μετά παιδιών εποχή, όλο αυτό αλλάζει. Προσπαθείς να κλέβεις στιγμές, η δουλειά πάει σε δεύτερη μοίρα -στη γυναίκα κυρίως. Δεν θέλω να είμαι άδικη –κι ο Χρήστος ζορίστηκε. Αλλά πάντα, για μια γυναίκα το να το συντονίσει όλο αυτό είναι θέμα. Ο Χρήστος δεν θα σκεφτεί δεύτερη φορά μια πρόταση που θα τον κρατήσει μακριά από το σπίτι για έναν μήνα ή παραπάνω –πήγε στη Χιλή με τον Καραθάνο, έκανε έναν χρόνο γυρίσματα με τον Γαβρά. Μπορούσε να το κάνει. Εγώ δεν θα μπορούσα ποτέ.
Η αλήθεια είναι ότι, ως δια μαγείας, όταν έκανα το πρώτο παιδί, επειδή στένεψαν τα όρια και οι χρόνοι, συγκεντρωνόμουν περισσότερο στις πρόβες, έχοντας στο νου μου ότι δεν έχω άλλα περιθώρια. Έτσι, έφυγαν αναστολές και φοβίες, έγινα πιο αποδοτική, νομίζω. Γιατί από την φύση μου είμαι λίγο τεμπέλα, νωχελική, τα αφήνω για αύριο.
Τα παιδιά μας είναι εννιάμιση και έξι χρόνων. Η διάθεσή μας, προτού καν έρθουν στη ζωή μας, ήταν να είμαστε πολύ ανοιχτοί, να τα ακούμε, να τους χαρίσουμε έναν κόσμο μη συνηθισμένο –δεν είναι συνηθισμένη η δουλειά μας. Μπορεί να μην είμαστε και οι δύο στα παιδικά γενέθλια αλλά θα πηγαίνουμε σε πολλές παραστάσεις, θα τους ανοίξουμε τα φτερά...
Η πραγματικότητα είναι ότι τα παιδιά μάς έχουν ανάγκη και τους λείπουμε. Έχουν ανάγκη από μια ρουτίνα. Όλο αυτό το αποσπασματικό της ύπαρξής μας μέσα στις ζωές τους, τους έχει δημιουργήσει ένα τραύμα. Θα θέλανε να είμαστε πιο πολύ μαζί τους κι ας μην τους πηγαίναμε σε 20 παραστάσεις τον χρόνο. Το λένε και το λένε με την έννοια ότι, έχουν αρχίσει να έχουν μια απέχθεια για τη δουλειά μας».
«Θυμάμαι, όταν μου πρότεινε μια φίλη να συμμετάσχει ο γιος μου σε μια ταινία και του το είπα, μου απάντησε: "Πρέπει να καταλάβεις μαμά ότι το θέατρο δεν μου αρέσει ούτε να το βλέπω ούτε να το παίζω". Κι ίσως, αυτό να μας έλυσε λίγο. Στην πρώτη καραντίνα, όπου μείναμε έναν μήνα όλοι μαζί στο σπίτι, πρώτη φορά τα άκουσα πραγματικά. Χάνουμε με τη δουλειά μας πολλά από αυτά που φτιάχνουν τον χαρακτήρα τους.
Νομίζω ότι οι "42οC" είναι η πρώτη σειρά που ασχολείται με το τραύμα της αγίας ελληνικής οικογένειας. Και νιώθω ότι είναι ένα κεφάλαιο που αργήσαμε να ανοίξουμε. Σαν κοινωνία έχουμε την τάση να κουκουλώνουμε τα πράγματα –κι εγώ το κάνω, τα βάζω κάτω από το χαλί. Κι ίσως αυτό είναι ένα μυστικό μιας μακροχρόνιας σχέσης, με τον Χρήστο -κι αυτό το χρειάζεται. Ο βαθμός και το μέγεθος όμως αυτού του κουκουλώματος έπρεπε να θιχθεί και ήταν και η εποχή κατάλληλη, ιδανική για να συμβεί».
«Όπως και το ελληνικό κίνημα του #metoo τώρα έπρεπε να συμβεί. Μετά από όλα τα ντουλάπια που τακτοποιήσαμε άρχισε να τακτοποιείται και το μέσα μας. Και βγήκαν πράγματα που είχαμε καταχωνιάσει.
Είναι αλήθεια ότι, θεατρικά ανήκω σε μια άτυπη ομάδα, κι ίσως αυτό να με προστάτευσε από πολλά. Αλλά ούτε εδώ, που είμαστε σαν οικογένεια, είναι πάντα εύκολα. Γιατί λόγω της σχέσης θέλεις να εκπλήξεις κι όταν υπάρχει το ανικανοποίητο το πεδίο είναι δύσκολο. Γενικά, όμως, δεν έχω βρεθεί σε χώρους που να έχω υποχρεωθεί ή να μου ζητηθεί κάτι κι εγώ να χρειαστεί να το αρνηθώ. Ήταν πάντα πολύ ρόδινος ο χώρος αυτός για μένα. Μπορεί να είμαι και τυχερή».
«Έχουμε παίξει και μαζί με τον Χρήστο, όχι πολύ. Στην αρχή μου κακοφαινόταν λίγο που δεν ήθελε ποτέ να με προτείνει, ακόμα κι όταν ήξερε ότι ψάχνουν για κάποια με τα δικά μου χαρακτηριστικά. Ο ίδιος το είχε για καμάρι. Κι εγώ με τα χρόνια το εκτίμησα. Έκανα τις δικές μου διαδρομές μέχρι να σταθώ στα πόδια μου. Γιατί, κι όταν είχαμε δουλέψει μαζί –και δε αναφέρομαι στα χρόνια του Βογιατζή, αλλά αργότερα, στο Εθνικό με το Μαυρίκιο-, εγώ δεν είχα περάσει καλά. Με έκρινε, με πίεζε, πιο πολύ κι από τον σκηνοθέτη, τα έβρισκε όλα λάθος. Είχα πει να μην ξαναδουλέψω μαζί του. Πέρασαν χρόνια, κάναμε τα παιδιά, για να ξανασυναντηθούμε επαγγελματικά –«Όρνιθες», «Βυσσινόκηπο». Είχα πια αποκτήσει μια άλλη αυτοπεποίθηση κι εκείνος είχε μαλακώσει. Τώρα το επιζητώ. Μ' αρέσει να δουλεύουμε μαζί.
Ανταγωνισμός; Σίγουρα θα έχει συμβεί. Επειδή έχω αυτόν τον χαρακτήρα, που μ' αρέσει, από τεμεπελιά ίσως, να κάθομαι πίσω, όλα αυτά τα χρόνια που ο Χρήστος παίζει στην Επίδαυρο, το καλύτερό μου είναι να πηγαίνω να κάνω μπάνια, διακοπές και να ακολουθώ την περιοδεία. Ειδικά με την Επίδαυρο σκεφτόμουν ότι είναι ένας πολύ επιθετικός χώρος. Δεν το ήθελα –ακόμα και το πέταλο της Επιδαύρου μου φαινόταν λίγο σαν δαγκάνα. Πρόσφατα το ένιωσα σαν αγκαλιά.
Φέτος, που δεν θα παίξει ο Χρήστος στην Επίδαυρο –έφυγε κι από τη δουλειά στο Εθνικό, είναι σαν να μου είπε, χωρίς να το πει, "σειρά σου τώρα".
Όταν με πήρε ο Βασίλης (σ.σ. Παπαβασιλείου) για την "Ελένη" –έπρεπε να πάω Θεσσαλονίκη για τρεις μήνες, του είπα "ευχαριστώ, με τιμάει πολύ, αλλά δεν θα μπορέσω, έχω δυο παιδιά, καταλαβαίνεις". Όλο το βράδυ δεν κοιμήθηκα. Πρώτη φορά με έτρωγε κάτι τόσο πολύ. Ήθελα να γνωρίσω τον Παπαβασιλείου –μου το έλεγε κι ο Χρήστος. Και την άλλη μέρα, αφού τα συζητήσαμε με τον Χρήστο, οργανώσαμε τα πράγματα, του τηλεφώνησα και του είπα "έρχομαι"».
«Μεγάλο δώρο να είμαι μόνη στη Θεσσαλονίκη και να ασχολούμαι μόνο με αυτό. Έχω ενθουσιαστεί με τον Βασίλη. Ακούω πράγματα για τη δουλειάς μας που είχα να τα ακούσω από την εποχή του Λευτέρη, αλλά με μια χαρά κι ένα αίσθημα ότι κάνουμε το πιο ωραίο παιχνίδι του κόσμου. Επιπλέον με έχει απαλλάξει από το βάρος της Ελένης: "Αυτή η Ελένη είναι η δική σου Ελένη" μου είπε.
Η ομορφιά, στην αρχή σε γλιτώνει από κάτι, αλλά δεν έχω ποντάρει σ' αυτό. Ο χώρος μας είναι αδυσώπητος ως προς την εμφάνιση. Μέσα μου, όμως, έχω μια επιθυμία, μια έφεση στον Καραγκιόζη. Σε ό,τι κάνω θέλω να δίνω μια πιο ανάλαφρη και παιγνιώδη διάθεση –φλερτάρω πάντα με το καραγκιοζιλίκι.
Έχουμε περάσει μεγάλες φουρτούνες όλα αυτά τα χρόνια, αλλά δεν έχουμε φτάσει να πούμε ότι τελειώνει
Θυμάμαι σε μια παράσταση που δούλευα με την Όλγα Τουρνάκη έβλεπα τις ρυτίδες της και το θεωρούσα συναρπαστικό. Μεγαλώνοντας, και βλέποντας τις δικές μου ρυτίδες, τις αλλαγές στο σώμα μου, με απασχολεί, αλλά όχι σε σημείο τέτοιο ώστε να πάρω μέτρα. Νομίζω όμως ότι θα γίνει και αυτό –υπάρχει μια ματαιοδοξία.
Δύο άνθρωποι για να καταφέρουν να είναι μαζί είκοσι χρόνια σε έναν χώρο που γεμάτο προκλήσεις, κι ενώ καλείσαι κάθε φορά να "ερωτευτείς" σκηνικά κάποιον άλλον, τα όρια μπορεί να χαθούν. Ναι, υπάρχει η ζήλεια και από τις δύο πλευρές, αλλά ποτέ δεν έγινε ενοχλητική. Έχουμε και οι δύο μια περηφάνεια που δεν θέλουμε ποτέ να εκτεθεί τόσο πολύ ο εαυτός μας ώστε να ελέγξει τον άλλον. Έχουμε μια αξιοπρέπεια και μια γνώση αυτής της δουλειάς, άρα κατανόηση. Η επιθυμία μας να είμαστε μαζί είναι μάλλον πιο πάνω από τ' άλλα. Πολλές φορές σε κολακεύει κιόλας. Και περιμένεις να περάσει το κύμα. Έχουμε περάσει μεγάλες φουρτούνες όλα αυτά τα χρόνια, αλλά δεν έχουμε φτάσει να πούμε ότι τελειώνει».
«Οι φίλοι μας είναι κατά βάση του θεάτρου, αλλά είναι και άνθρωποι που μέσα στα χρόνια με τα παιδιά έχουμε ταιριάξει πολύ και μας έχουν βοηθήσει να λύσουμε το παζλ της καθημερινότητας. Για να ισορροπούμε.
Ζηλεύω τις συνεντεύξεις του Χρήστου. Έχει κάτι πηγαίο. Είναι ωραίος συνομιλητής. Και κάπως η κουβέντα πάει χωρίς καμιά προφύλαξη, γοητεύει και γοητεύεται. Δεν φαντάζεται ότι κάτι θα προκαλέσει. Σαν παιδί που το μαλώνουν μετά και δεν κατάλαβε τι έκανε. Δεν θέλει να πει κάτι προκλητικό, αλλά του έχει στοιχίσει. Με έχει σοκάρει και με έχει πληγώσει το δικαστήριο των social media –σαν να κρίνεται και η καλλιτεχνική του αξία. Είναι κανιβαλιστικό, πολύ βάρβαρο. Ειδικά στους καλλιτέχνες -γιατί δεν νοείται καλλιτέχνης που να μην αριστερίζει. Καίγεσαι στην πυρά, σαν ένας άλλος φασισμός».
Η Εμιλυ Κολιανδρή ερμηνεύει τον ομώνυο ρόλο στην «Ελένη» του Ευριπίδη με το ΚΘΒΕ. Πρεμιέρα: 7/7 στο θέατρο Δάσους-Θεσσαλονίκη. Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου: 6-7-8/8. Επίσης παίζει στην σειρά «42ο» στην CosmoteTV.