η Ελισάβετ Μουτάφη

Ελισάβετ Μουτάφη -«Για μένα ο έρωτας, τα μεγάλα συναισθήματα, οι απώλειες, όλα, είναι ένα»

Η Ελισάβετ Μουτάφη έχει επιλέξει να κοιτάει την ζωή απ΄ την φωτεινή της πλευρά. Ηθοποιός έγινε γιατί αγάπησε την αρχαία τραγωδία. Σπούδασε στο Θέατρο Τέχνης, ανέβηκε γρήγορα στο σανίδι, έκανε τηλεόραση –απ΄ την «Βέρα στο δεξί» στο «Βραχιόλι της φωτιάς» πέρασαν περίπου δέκα χρόνια. Ζει στην Αθήνα και είναι παντρεμένη.

«Κατάγομαι απ' την Θεσσαλονίκη, στην Αθήνα γεννήθηκα. Έχω ζήσει στην Θεσσαλονίκη έξι χρόνια, την αγαπάω πολύ. Πήγαμε λόγω της δουλειάς της μαμάς. Τότε ήταν που άνοιξε ο θείος μου, ο Μάκης Τσέλιος το μαγαζί “Billy Bo” που ανέλαβε η μαμά μου, οπότε πήγαμε όλοι μαζί. Με τον θάνατο του Βασίλη (Μπίλι Μπο), γυρίσαμε... Έφυγα λίγο απότομα απ΄ την Θεσσαλονίκη, αλλά μου έμειναν οι φίλοι μου.

«Ο μπαμπάς μου, τον έχασα πριν έναν χρόνο, είχε ξεκινήσει ως τραγουδιστής του Μίκη Θεοδωράκη, τραγουδούσε τότε στο Περιβόλι τ΄ Ουρανού. Του είχε πει ο Μίκης, επί χούντας, να πάει μαζί του στο Παρίσι, δεν το έκανε, γεννήθηκα εγώ. Κι έτσι άφησε το τραγούδι. Του έμεινε ότι δεν συνέχισε –δεν το έλεγε βέβαια. Σταμάτησε γιατί δεν του άρεσε και ο χώρος. Είχε εξαιρετική φωνή. Στράφηκε στο εμπόριο. Εγώ διαμορφώθηκα και μουσικά από τον πατέρα μου και γι΄ αυτό είχα την ευτυχία να παίξω και σ΄ αυτές τις μουσικές παραστάσεις με τον Θάνο και τον Μίκη, του Θέμη Μουμουλίδη.

«Θέατρο έπαιξα για πρώτη φορά το 1997, στους “Όρνιθες”, στην αναβίωση της ιστορικής παράστασης του Θεάτρου Τέχνης και του Κουν, στην μουσική του Χατζιδάκι.

«Ήμουν τυχερή στην δουλειά μου, δούλεψα κι αμέσως, και λέω τυχερή γιατί υπάρχουν άνθρωποι πολύ ταλαντούχοι που δεν βρίσκουν. Κι όποτε έβρισκα εμπόδια ο πατέρας μου μου΄ λεγε ”προσπέρνα το” -ίσως γιατί εκείνος δεν το είχε κάνει».

Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης

«Δεν έβλεπα ιδιαίτερα θέατρο μικρή, αν και μου έλεγαν, η δασκάλα μου κυρίως, ότι θα γίνω ηθοποιός και εγώ έλεγα ”όχι, θα γίνω σχεδιάστρια μόδας”, επηρεασμένη από την μαμά μου. Στο Λύκειο, όμως, στο Αρσάκειο, πήγα στην θεατρική ομάδα. Ήδη όμως από την πρώτη γυμνασίου άρχισα να διαβάζω δραματική ποίηση, τραγωδία σε μετάφραση –“Αντιγόνη”. Κι άρχισα να θέλω να κάνω θέατρο, μέσω της τραγωδίας.

«Αμέσως μετά το σχολείο έδωσα εξετάσεις στο Θέατρο Τέχνης και μπήκα με την μία –είχα ήδη δει τον “Μικρό Πρίγκηπα” από τον Μίμη Κουγουμτζή και την “Γέρμα” με την Ρένη Πιττακή, αγαπημένοι δάσκαλοί μου και οι δύο. Ήθελα να δώσω και στο Θεατρικών Σπουδών, κάτι που δεν έκανα τελικά.

«Στο Θέατρο Τέχνης προετοιμάστηκα μόνη μου και μπήκα, κι αυτό μου έδωσε μεγάλη ευτυχία. Τελειόφοιτη πια, με πήραν στους “Ορνιθες”, στον Χορό των Πουλιών, στην αναβίωση της πράστασης στην Επίδαυρο, που είχαν αναλάβει ο Κουγιουμτζής με τον Γιώργο Λαζάνη -με την μουσική του Χατζιδάκι, τα κοστούμια του Τσαρούχη. Το δικό μου έγραφε “Νόνικα”, ήταν της Νόνικας Γαληνέα στην πρώτη παράσταση –ήμουν Κουκουβάγια. Δεν μπορώ να ξεχάσω την είσοδό μας με την επίθεση των πουλιών».

«Ο πατέρας μου δεν είχε καμία αντίρρηση για το θέατρο. Ήταν εκείνος που με πήγε στις εξετάσεις. Είμαστε δεμένη οικογένεια –έχω έναν αδελφό, ηθοποιό».

«Μετά το Τέχνης πήγα στο Εθνικό, με πήρε η Κάρμεν Ρουγγέρη στο Παιδικό, έκανα σινεμά, με τον Γιώργο Τσεμπερόπουλο –τεράστια εμπειρία, σκηνοθέτης που αγαπάει πολύ τους ηθοποιούς, όπως ο Σωτήρης Γκορίτσας και τώρα ο Γιώργος Γκικαπέππας. Κι έτσι άρχισα σιγά-σιγά να δουλεύω, και στην τηλεόραση, από νωρίς. Δεν μπορώ να γκρινιάξω καθόλου και για τίποτα».

 Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης

«Καλοπροαίρετη; Ναι, είμαι θετική. Προσπαθώ να βλέπω τα πράγματα θετικά. Δεν αφήνω να υπερισχύσουν τα αρνητικά. Σέβομαι πολύ την εαυτό μου, τους θεατές και την δουλειά μου».

«Τα καθημερινά δεν τα φοβήθηκα. Ξεκίνησα με την “Βέρα στο δεξί”, μια σειρά που άλλαξε την λογική των καθημερινών. Είχα ήδη κάνει το “Μετράω στιγμές” και το “Με θέα στο πέλαγος”. Θυμάμαι με πήρε τηλέφωνο ο Γιώργος ο Κυρίτσης και μου είπε ότι θα φτιάξουμε κάτι άλλο στο καθημερινό –φοβήθηκα αν θα το καταφέρω, αλλά τελικά τα κατάφερα. Κι έτσι ξεκίνησα με το... δεξί. Μαζί απενοχοποιήθηκαν κι οι ηθοποιοί με τα καθημερινά. Εγώ, ό,τι και να κάνω, θα το υποστηρίξω 1000% με τον ίδιο σεβασμό, με τον ίδιο τρόπο. Πρέπει να σέβεσαι τα πάντα και να παλεύεις να γίνουν καλύτερα και όχι να κάθεσαι να τα κρίνεις από τον καναπέ σου. Και δικαιώθηκα. Είμαι καλά με τον εαυτό μου».

«Έγινε τεράστιο μπαμ με την “Βέρα στο δεξί”. Βγαίναμε στον δρόμο και ο κόσμος μας το έδειχνε. Δεν με τρόμαξε ποτέ αυτό, ούτε θεώρησα ότι είμαι κάτι ιδιαίτερο. Ήταν μεγάλη ευτυχία η αγάπη του κόσμου. Ήταν και ο ρόλος μου αγαπητός. Δεν φοβήθηκα την δημοσιότητα. Αν και έχω ένα συγκεκριμένο φυσίκ, μου έχουν δώσει να κάνω πολλά και διαφορετικά πράγματα, κι αυτό είναι πολύ ωραίο. Δεν μ΄αρέσει άλλωστε να τυποποιούμαι.

«Στο “Βραχιόλι της φωτιάς” με φώναξαν και με πρότειναν στην ΕΡΤ ο σκηνοθέτης, ο Γιώργος Γκικαπέππας και ο Νίκος Απειρανθίτης, ο σεναριογράφος –μαζί και ο Νίνο Ελματζιόγλου. Νομίζω ότι με ήθελαν και το ένοιωσα απ΄ την αρχή, απ΄ τα γυρίσματα. Υποστηρίχθηκα και πολύ. Πρώτα διάβασα το βιβλίο της Βεατρικής Ησαϊα Μαγρίζου. Συγκινήθηκα. Είναι η ιστορία του πατέρα της -της το διηγήθηκε εκείνος, και μετά από λίγο καιρό έφυγε από την ζωή. Κι εκείνη μέσα από τις σχέσεις της οικογένειάς της, μετέφερε στο βιβλίο της ιστορία των Εβραίων της Θεσσαλονίκης. Κι όλο αυτό ήρθε στο φως απ΄ τον σκηνοθέτη, τον Γιώργο Γκικαπέππα, την παραγωγή, τους συνεργάτες, την ΕΡΤ που το επέλεξε. Είναι πολύ σπουδαίο μέσα απ΄ την μυθοπλασία να μπορούμε να μαθαίνουμε την ιστορία μας. Κι ο κόσμος το ρούφηξε. Τα λόγια που ακούω στον δρόμο και στα social, όχι μόνον για μένα, αλλά για όλους, για όλο αυτό».

 Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης

«Πράγματι είναι ένας ρόλος που θα μ΄ ακολουθεί. Αν άργησε; Όχι. Πιστεύω ότι όλα έρχονται την στιγμή που πρέπει να έρθουν, για κάποιο λόγο και δεν εννοώ μεταφυσικό. Αισθάνθηκα ότι τώρα ήρθε, τώρα ήταν να γίνει και τώρα έγινε. Νομίζω ότι την Μπενούτα έπρεπε να την παίξω τώρα, που έχω βιώσει πράγματα, που έχω εμπειρίες. Έκανα βέβαια την 60χρονη στην σειρά, κι αυτό ήταν το μεγάλο στοίχημα για μένα, υποκριτικά. Αλλά είναι σημαντικό να΄χεις βιώσει κάποια πράγματα –ήρθε στην ώρα που ήταν να΄ ρθεΙ».

«Δεν ένοιωσα ότι δυσκολεύτηκα γιατί ήταν τόσο καλά γραμμένο, τόσο υποστηριγμένο σκηνοθετικά, και επιπλέον ήμουν ώριμη μέσα μου για να το “βιώσω” όλο αυτό. Ήταν πρόσφατο και το γεγονός ότι είχα χάσει τον πατέρα μου, γιατί όλα αυτά υπάρχουν μέσα σου όταν είσαι ένας άνθρωπος που κάνει έναν ρόλο. Όσο κι αν πόνεσα στις σκηνές ήταν τόσο λυτρωτικό. Το να υποφέρεις σ΄ έναν ρόλο είναι πολύ σπουδαίο για έναν ήρωα από την στιγμή που μπαίνεις μέσα σ΄ αυτό το παραμύθι. Και την ζωή μου μ΄ αρέσει να την λέω παραμύθι, παραμυθιάζομαι εύκολα».

«Η μόνη σκηνή που διέκοψα εγώ ήταν η τελευταία δική μου, γιατί αποχωριζόμουν την ηρωίδα μου, αλλά δεν σταμάτησε το γύρισμα ο σκηνοθέτης και συνέχισε. Υπήρχαν στιγμές που κοιτιόμασταν με τον Νίκο Ψαρρά και λέγαμε τί πέρασαν αυτοί οι άνθρωποι. Γιατί; Αυτό το γιατί, το τεράστιο γιατί.

«Ναι, μετά “Το βραχιόλι της φωτιάς” αισθάνομαι ότι κάτι αλλάζει μέσα μου αλλά και στην πορεία μου. Έγινα πιο ώριμη, προχωράω. Το καλοκαίρι θα ερμηνεύσω την Κλυταιμνήστρα στην “Ηλέκτρα” του Σοφοκλή με την Λένα Παπαληγούρα, τον Ιωάννη Παπαζήση και τον Στρατή Χατζησταματίου, σε σκηνοθεσία Λίλυς Μελεμέ, παραγωγή της “5ης εποχής” των Θέμη και Σταμάτης Μουμουλίδη».

«Είμαι έξι χρόνια παντρεμένη με τον Μάνο (σ.σ. Μάνος Νιφλής). Γνωριστήκαμε το 2017 παντρευτήκαμε το ΄18. Από τον Μάνο δεν είχα ποτέ θέμα με τους χρόνους και τις ώρες της δουλειάς μου. Υπήρξε όμως μια φάση που εγώ η ίδια επέλεξα να μην κάνω θέατρο για να τον βλέπω πιο πολύ. Είχα την ευτυχία να΄ μαι ελεύθερη να επιλέγω. Αλλά μπορείς να βρεις την άκρη, ακόμα κι αν ζοριστείς. Πιστεύω ότι όταν θέλεις, γίνονται τα πράγματα.

 Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης

«Για μένα ο έρωτας, τα μεγάλα συναισθήματα, οι απώλειες, όλα, είναι ένα, γιατί έχουν να κάνουν άμεσα με την δουλειά μου, την ιδιοσυγκρασία μου».

«Μας γνώρισε η Μαρίνα Ασλάνογλου που μας πάντρεψε κιόλας, εμείς της βαφτίσαμε το παιδί. Ο Μάνος που έχει στήσει το enikos.gr μίλησε στον Βασίλη Μπουζιώτη και του είπε για μένα κι εκείνος με την σειρά του μίλησε στην Μαρίνα κι έτσι γνωριστήκαμε. Μ΄εντυπωσίασε το χιούμορ του, η συμπεριφορά του, η ευφυΐα του, μου έκανε και μια τρομερή ανάλυση για τις υποκριτικές μου ικανότητες, που τα΄χασα. Από το δεύτερο ραντεβού μείναμε μαζί και δεν ξαναχωρίσαμε.

«Ο Μάνος είχε έναν πρώτο γάμο, δύο υπέροχες κόρες –τώρα 11 και 16 ετών. Όλα έγιναν σωστά, χωρίς δυσκολία, δεν φοβήθηκα. Έχουν τα κορίτσια μια σπουδαία μαμά, έχουμε μεταξύ μας μια εξαιρετική σχέση. Κι έτσι βρέθηκα με οικογένεια. Είμαι της οικογένειας. Με τον θείο μου είμαι δεμένη. Μ΄ αρέσει πολύ η μόδα, μπήκα κι εγώ στο ατελιέ, μαθαίνω. Θέλουμε να δημιουργήσουμε κι άλλα πράγματα, αλλά θα τα κάνουμε όλα σιγά-σιγά. Έχω την αισθητική αλλά δεν έχω την εμπειρία, κι έχω δίπλα μου δύο ανθρώπους που ξέρουν τον χώρο, τον θείο μου και την μαμά μου.

«Βέβαια και έχω την εικόνα του Μπίλυ Μπο, πολύ έντονα. Ερχόταν στην Θεσσαλονίκη, στο σπίτι, τον είδα και όταν ήταν άρρωστος –από μακριά, για να μην τον κολλήσω τίποτα. Ήταν αυτό το θεϊκό πλάσμα που έβλεπες, αυτή η φωτεινή μορφή».

«Τι ονειρεύομαι; Ονειρεύομαι να είμαι ήρεμη και καλά –είμαι πολύ αγχώδης άνθρωπος. Κι ενώ σε πολύ σοβαρά πράγματα έχω μια φοβερή ψυχραιμία, στα καθημερινά με πιάνει ένα άγχος και ταλαιπωρούμαι. Θέλω να είμαι καλά με μένα. Δεν είμαι άνθρωπος που κυνηγάει, μ΄ ενδιαφέρουν οι συνεργασίες, με ποιους θα το κάνω».

«Όχι δεν έχω βιώσει τίποτα άσχημο στο θέατρο, και δεν εννοώ μια διαφωνία πάνω στην δουλειά. Δεν έχω ζήσει ακραίες καταστάσεις. Σε σχέση με την κακοποιήση δεν είχα αυτή την αίσθηση των πραγμάτων. Δυστυχώς στην δουλειά μας αν κάποιος θέλει να κακοποιήσει ένα νέο παιδί, μπορεί να το περάσει μέσα από την τέχνη, και να το δικαιολογήσει. Αυτό είναι το τεράστιο πρόβλημα και η διαφορά της δικής μας της δουλειάς. Αυτό το είχα καταλάβει, όχι προσωπικά αλλά ήξερα ότι συμβαίνει, το άκουγα. Ήταν σοκαριστικό για όλους μας. Η δικαιοσύνη θα κρίνει. Δεν έχει νόημα να μιλάμε εμείς, μόνον τα θύματα και οι μάρτυρες. Όλα τα άλλα είναι κουτσομπολιό, που μειώνει την σοβαρότητα του θέματος».


»Σημαντικό είναι αυτό που έκανε η Κάτια –όταν είσαι ψηλά να μπορείς να επιλέξεις αυτό που είναι σωστό και όχι αυτόν που είναι γνωστός. Για μένα πέρα από το ότι την αγαπάω και την λατρεύω, της βγάζω και το καπέλο. Το θέμα είναι να φτάσουμε σ΄αυτό το σημείο. Και να μιλάμε».