Ελένη Ερήμου: «Δεν έχω παίξει τη Μήδεια, αλλά έχω παίξει πολύ σημαντικούς ρόλους στη ζωή»
Η Ελένη Ερήμου είναι πάντα μια ωραία γυναίκα. Και μοιάζει να τα έχει βρει με τον εαυτό της. Μπορεί να της πήρε λίγο χρόνο παραπάνω, αλλά τα κατάφερε. Σήμερα απολαμβάνει την φύση, το θέατρο ΕΛ.ΕΡ. που έφτιαξε στην Πλάκα, το γράψιμο και την πιθανότητα να παίξει.
«Εχω καλά παιδικά χρόνια να θυμάμαι. Μεγαλώσαμε άνετα για την εποχή, σε μια μονοκατοικία με αυλή στο Μοσχάτο –όλα τα σπίτια είχαν αυλές. Ζούσαμε ανάμεσα σε δέντρα, λουλούδια, και το βράδυ κοιμόσουν κάτω απ΄τα αστέρια, με τα παράθυρα ανοιχτά.
»Η οικογένειά μου δεν είχε κάποια σχέση με την τέχνη, το θέατρο. Ο πατέρας μου ήταν στην ΔΕΗ, η μητέρα μου δεν δούλευε. Θυμάμαι ότι εγώ προσπαθούσα να βρω τρόπους, τις Κυριακές που όλη η οικογένεια κάπου είχε να πάει, να μείνω σπίτι. Άνοιγα τα βιβλία μου και μίλαγα με τους ποιητές, διάβαζα ποιήματα.
»Ημουν ένα καλό, αδύνατο, ξανθό, κοριτσάκι - μυξιάρικο μ΄έλεγαν. Δεν είχα την εντύπωση ότι ήμουν όμορφη, μάλλον άσχημη νόμιζα ότι είμαι. Οσο μεγάλωνα καταλάβαινα ότι άρεσα. Αλλά δεν μου το καλλιεργούσαν στο σπίτι. Αν και η μάνα μου το΄νοιωθε, μου το πέρναγε μ΄έναν άλλον τρόπο. Μου΄λεγε ότι η ομορφιά περνάει, δεν κρατάει, δεν αρκεί. Οπότε από μικρή το΄ξερα αυτό. Ενώ πήγαινα σχολείο, άρχισα κι εγώ αλλά κυρίως η μητέρα μου, να καταλαβαίνει ότι τ΄αγόρια με κοιτάνε κάπως… Μ΄άλλαξε σχολείο, πήγαμε σ΄ένα πρότυπο στην Καστέλλα με τον αδελφό μου. Εκεί, άρχισα να βλέπω την θάλασσα, να “ταξιδεύω”.
»Η μητέρα μου μ΄έστειλε να μάθω πιάνο και μπαλέτο -έκανα από μικρή και δεν σταμάτησα ποτέ να γυμνάζομαι. Τα καλοκαίρια μ΄έστελνε και σε μια μοδίστρα για να μάθω να ράβω. Είχα μια έφεση στο ωραίο, έκανα φουστάνια στην κούκλα μου και σ΄εμένα. Η μητέρα μου κατάλαβε την κοκεταρία μου, αν και ήμουν και αγοροκόριτσο.
»Κι ενώ μ΄άρεσαν τα ποιήματα ντρεπόμουν να τα πω μπροστά σε κόσμο, δεν τολμούσα. Το κατάφερα στην εβδόμη τάξη του σχολείου και πήρα το μεγάλο χειροκρότημα. Και ήθελα αυτό το χειροκρότημα να μάθω να μην το΄χω ανάγκη. Εκανα πολλή δουλειά με τον εαυτό μου. Όταν εγώ χειροκροτώ είναι τόσο ωραία τα συναισθήματα που νιώθω για τους συναδέλφους μου. Αλλά έχω μάθει να ζω και χωρίς χειροκρότημα.
»Κάποια στιγμή με είχαν ρωτήσει οι φίλες μου τι θα γίνω άμα μεγαλώσω και είχα πει ηθοποιός. “Και πως θα γίνεις ηθοποιός, αφού όταν σου μιλάνε κοκκινίζεις”, μου είπαν. Με σημάδεψε αυτό. Ημουν μαζεμένο παιδί κι ίσως ο λόγος που διάλεξα να γίνω ηθοποιός ήταν για να το πολεμήσω, να πολεμήσω την συστολή μου. Αυτό το “κοκκινίζω” ήταν χαρακτηριστικό μου. Κι αν αισθανόμουν ότι κάποιος με πρόσβαλε, κρατιόμουν, μην δει ότι θα κλάψω.
»Θυμάμαι ότι όταν με ρώτησαν οι γονείς μου, μικρή, γιατί θέλω να γίνω ηθοποιός, τους είπα μια λίστα με ανθρώπους που ήθελα να βοηθήσω, που το είχαν ανάγκη. Κατάλαβα ότι η δουλειά που ήθελα να κάνω ήταν προσφορά. Και δεν το είδα στον χώρο μου όλα αυτά τα χρόνια. Τότε είχα ρωτήσει τον πατέρα μου αν είναι καλό ή κακό να΄σαι ηθοποιός -δεν μου΄πε ότι είναι κακό.
»Ο πατέρας μου, λεγόταν Ερημος -πολύ άσχημο. Η έννοια έρημος για μένα είναι σημαντική, την αγαπάω, έχω ταυτιστεί. Με ταλαιπώρησε όμως τ΄όνομά μου. Ημασταν τρία αδέλφια κι όπου πηγαίναμε περίμενα την αντίδραση των άλλων στο επώνυμό μας, το κουβάλαγα, το΄χα κόμπλεξ. Μέχρι που έφτασα στο επάγγελμα και σε μια πρώτη ταινία μου΄παν ότι πρέπει να τ΄αλλάξω. Κι άρχισαν να διαβάζουν ονόματα από έναν κατάλογο. Στο τέλος τους λέω, «Ερήμου δεν βρήκατε κανένα άλλο. Δεν θέλω να τ΄αλλάξω, είναι τ΄όνομά μου, η αλήθεια μου, αυτή είμαι εγώ». Κι έτσι έκανα τις πρώτες ταινίες.
»Κάποια στιγμή με φωνάζει ο Φίνος για το “Με φόβο και πάθος” με τον Κούρκουλο -εγώ τότε έκανα την “Μαντώ Μαυρογένους” με την Καρέζη. Στην αρχή νόμιζα ότι μου κάνουν πλάκα. Μου λέει ο Φίνος ότι «σε είδα στην ταινία “Ο δασκαλάκος ήταν λεβεντιά” και σε θέλω. Εδώ θα υιοθετηθείς. Αν έχεις πουθενά εκκρεμότητες, να τις τελειώσεις, αλλά όνομα θ΄αλλάξεις». Είχα ήδη κάνει πέντε-δέκα ταινίες ως Ελένη Ερήμου, το θεωρούσα πολύ υποτιμητικό να τ΄αλλάξω. Τελικά δεν το άλλαξα. Μόνο όταν άρχισα να γίνομαι κάπως γνωστή άρχισαν να μου λένε τι ωραίο όνομα…
»Ηταν η εποχή που ο κινηματογράφος ήταν στα τελειώματα -ήμουν άτυχη ως προς αυτό. Γιατί είχαν γίνει πολύ ωραία πράγματα και τηλεοπτικά -είχα κάνει το “Τερέζα Βάρμα Δακόστα”… Τότε, για να με βρει ο Κουτσομύτης και να παίξω στην σειρά, είχε πάει μέσω της ΔΕΗ που δούλευε ο αδελφός μου. Τον είχα γνωρίσει στις ταινίες, ήταν βοηθός του Φώσκολου στο “Φόβος και πάθος”. Μετά έκανα μερικές δουλειές και ύστερα άρχισα να λέω όχι. Ηθελα το καλύτερο. Δεν μου επέτρεπα να κάνω κάτι λιγότερο απ΄αυτό. Κι έμεινα στο ράφι τρία-πέντε χρόνια, λέγοντας όχι… Ημουν όμως και επαγγελματίας κι έπρεπε να ζήσω.
»Η Καρέζη -μ΄αγαπούσε πολύ, κι εγώ, την αγαπούσα, την εκτιμούσα και την θαύμαζα. Μου΄λεγε ότι είναι καλύτερα να είσαι στον χώρο, μου΄λεγε τι την θες την Πάντειο, εσύ θα μείνεις στο θέατρο.
»Αλλά εγώ σαν χαρακτήρας δεν είχα καμία σχέση. Ηταν και παρεξηγημένη υπόθεση εκείνη την εποχή να΄σαι ηθοποιός, δεν είχα και τις ευλογίες της οικογένειας, οπότε έδωσα εξετάσεις και για το Πανεπιστήμιο. Την πρώτη φορά μπήκα στην Νομική Θεσσαλονίκης -ήμουν ήδη στην Δραματική Σχολή Κατσέλη. Την δεύτερη, με πήραν στην Πάντειο. Ενας απ΄τους λόγους που τελείωσα την Πάντειο ήταν για να μπορώ να λέω όχι τα βράδια που, μετά την παράσταση, συνήθιζαν οι ηθοποιοί να βγαίνουν.
»Επαιξα με την Καρέζη, την Βουγιουκλάκη, την Συνοδινού. Οταν ήμουν στον Χορό της Συνοδινού, στον Λυκαβηττό, θυμάμαι πριν ανέβω πήγαινα στην Βιβλιοθήκη -τότε δεν είχα βιβλία, τώρα έχω μια ολόκληρη βιβλιοθήκη, αυτός είναι ο πλούτος μου. Κι όταν κατέβαινα απ΄τον Λυκαβηττό, έλεγα τον μονόλογο που είχα.
»Η ομορφιά στην αρχή σε δυσκολεύει, όσο κι αν είναι διαβατήριο. Δεν ξέρεις πως σε βλέπει ο άλλος. Και τασάκι κάποια στιγμή βούτηξα για να το πετάξω -ευτυχώς δεν το πέταξα. Ένα διάστημα κυκλοφορούσα σαν με πανοπλία, έκρυβα το στήθος μου, φορούσα κάτι ώστε να μην διαγράφεται το σώμα μου, μόνο το πρόσωπο φαινόταν…
»Θυμάμαι τι είχε γίνει όταν έπαιξα με την Καρέζη στην “Κυρία δεν με μέλλει”. Είχα πάει να ζητήσω δουλειά, απ΄τον Καζάκο ουσιαστικά, γιατί έπαιζε με την Συνοδινού και κάπως τον είχα γνωρίσει, λέγαμε μια καλησπέρα. Κι είναι μια από τις 2-3 φορές που πήγα να ζητήσω δουλειά. Για να το κάνω έπρεπε να πάω εκατό φορές έξω απ΄το θέατρο, να πω, σήμερα θα μπω. Πήγαινα κάθε μέρα. Μέχρι που κάποια στιγμή, σαν κάποιος να μ΄έσπρωχνε, έμπαινα για οντισιόν.
»Τότε λοιπόν με τον Καζάκο και την Καρέζη άλλαζαν έργο. Επαιζε η Δήμητρα Ζέζα που κάπως την ήξερα και πήγα. Στην είσοδο στεκόταν κάποιος που ήταν κοντά στην Καρέζη και δεν μ΄άφησε να μπω. Εγώ όμως βρήκα τρόπο και μπήκα. Ο Καζάκος μου΄πε ότι είχαν κλείσει τον θίασο. Την άλλη μέρα όμως δέχτηκα ένα τηλεφώνημα, απ΄τον κύριο που δεν μ΄είχε αφήσει να μπω την προηγουμένη. “Ελάτε να σας δούμε. Προέκυψε ένας ρόλος”. Πήγα, κουκουλωμένη με παλτό,. Με ρώτησε αν έχω στήθος… “Είναι ένας ρόλος που σας θέλουμε για το μεγάλο ντεκολτέ”. Πήρα τον ρόλο και μαζί το πρώτο μου χειροκρότημα…
»Ζήλεια; Ναι ένοιωσα και νομίζω ότι με ταλαιπώρησε πολύ στην ζωή μου. Γιατί κανείς δεν ξέρει τις δυσκολίες που πέρασα. Από πολύ νωρίς έφυγα απ΄το θέατρο, θέτοντας στον εαυτό μου το ερώτημα αν έγινα ηθοποιός για να παίζω αυτά κι εκείνα… Γιατί πρέπει να πω ότι από ένα σημείο και ύστερα, μετά τον πρώτο καιρό που ξεκίνησε η τηλεόραση, γίνονταν και σαχλά πράγματα. Κι ενώ τον πρώτο καιρό που βγήκα έπαιρνα κριτικές ύμνους σαν ταλέντο, σαν ομορφιά, όλα μαζί, μετά και δικαιολογημένα ίσως, με παρουσίαζαν σαν να μην ήμουν εγώ. Κι εγώ μ΄αυτήν δεν είχα καμία σχέση.
»Κι αυτό μ΄έκανε ν΄απομακρύνομαι. Γράφανε ψέματα για μένα. Ορκίστηκα να μην ξανακάνω επίσημη πρεμιέρα, για ν΄αγωνιώ ποιος θα έρθει και που θα κάτσει. Δεν ήταν έτσι όταν ξεκίνησα, δεν ήταν αυτός ο χώρος που είχα επιλέξει.
»Κάποια στιγμή μου έθεσα την ερώτηση, γιατί βγήκες στο θέατρο, κι αν αυτή η δουλειά που κάνεις έχει σχέση μ΄αυτό που έλεγες ότι είναι το θέατρο. Άρχισαν λοιπόν να μ΄ενοχλούν κάποια πράγματα, ωστόσο συνέχιζα.
»Αν απογοητεύτηκα; Ναι και άνθρωποι και καταστάσεις μ΄απογοήτευσαν και ότι έπρεπε να κάνω πράγματα που δεν μ΄άρεσαν. Εγώ δίνω τώρα συνέντευξη μετά από τέσσερα χρόνια. Εχω επιλέξει έναν άλλο τρόπο ζωής, έναν τρόπο που μου επιτρέπει να δημιουργώ, χωρίς να παίζω. Πιστεύω ότι είναι τόσο δημιουργική η μέρα και η ζωή μου που δεν θέλω να την διακόψω για να πάω σε μια εκπομπή στην τηλεόραση και να πω αλήθειες ή ψέματα. Γιατί εγώ ξέρω ότι ζω και χωρίς το θέατρο αλλά και ότι ζω για το θέατρο. Κι αυτό το κατάλαβα από νωρίς. Εκανα κάποιες δουλειές γιατί έπρεπε να τις κάνω. Είπα όχι σε δουλειές που θα΄πρεπε να πω ναι, και είπα ναι σε δουλειές που θα΄πρεπε να πω όχι. Σαν να μπερδεύτηκα. Πέρασα μια φάση που ήθελα να βγω από μένα, να ελευθερωθώ. Δεν ήθελα να΄χω εξάρτηση από έναν κομμωτή -λουζόμουν, έβγαινα στον δρόμο κι οι άνθρωποι μ΄έβλεπαν και νόμιζαν ότι είμαι τρελή… Εμείς τότε παίζαμε από Τρίτη ως Κυριακή, η ζωή μας ήταν μια τρέλα, αλλά ήμουν νέα, έβγαζα λεφτά, είχα επιτυχία, μου έκαναν εξώφυλλα -παρασύρεσαι. Ωραία ήταν. Αλλά άρχισα να συνειδητοποιώ ότι δεν ήταν αυτό που μ΄άρεσε στην δουλειά. Επίσης προκαλούσα και δεν μπορούσα να καταλάβω γιατί. Εβλεπα τίτλους σε εφημερίδες και περιοδικά, δημοσιεύματα από μπουζούκια ενώ δεν είχα πάει, ούτε ήμουν μαζί με κάποιον που μου χρέωναν. Κι είπα δεν θα ξαναβγώ, δεν θα ξαναμιλήσω, δεν θα με ξαναδείτε πουθενά και γράψτε ό,τι θέλετε. Εκανα πολλά χρόνια να διαβάσω εφημερίδα γιατί ήμουνα σε μία στήλη κάθε Κυριακή όπου κάπου τα΄σπαγα και χόρευα. Δεν λέω ότι δεν έχω χορέψει. Δεν λέω ότι δεν ήμουν ένα ζωντανό κορίτσι. Και κάποια στιγμή στην ζωή μου είπα ότι δεν με νοιάζει…
»Ο χαρακτήρας μου όμως μ΄έκανα να ζω επικίνδυνα. Ζούσα επικίνδυνα. Μικρή θυμάμαι έλεγα ότι πρέπει να κοιτάς ψηλά, να βλέπεις ουρανό. Μετά συνειδητοποίησα ότι μπορεί να σκοτωθείς, αφού εδώ κάτω είναι γκρεμός. Οπότε είπα σταμάτα να πετάς και κατέβηκα στην γη.
»Γάμος και οικογένεια; Ημουν ένα νέο κορίτσι, δούλευα πολύ, έβγαζα λεφτά, είχα όνομα, έκανα εξώφυλλα και κατά καιρούς ήμουν ερωτευμένη. Και έθετα στον εαυτό μου το ερώτημα αν θα έκανα παιδί με κάποιον απ΄αυτούς που ήμουν ερωτευμένη. Όχι, δεν κάνει για πατέρας και για οικογένεια, ήταν η απάντησή μου. Όταν κάποια στιγμή έπαυα να είμαι ερωτευμένη, οι άλλοι, σχεδόν πάντα, εξακολουθούσαν να είναι, οπότε υπέφερα γιατί δεν ήθελα να πληγώνω. Ημουν και τυχερή και άτυχη στις σχέσεις μου. Αλλά όταν ερωτευόμουν, ερωτευόμουν. Όταν λοιπόν είδα ότι μπορώ και ξανά-ερωτεύομαι έλεγα στον εαυτό μου να προσέχει. Γιατί μπορεί να είχα το δικαίωμα να κάνω ό,τι θέλω τον εαυτό μου, αλλά όχι σ΄ένα παιδί. Οταν σε κάποια στιγμή είπα να κάνω -θα μπορούσα να΄χω πολλά παιδιά, δεν μου το επέτρεψα… Σκεφτόμουν πως θα το μεγαλώσω, τι θα του πω. Ετσι όπως με μεγάλωσε εμένα η μητέρα μου, οι αρχές μου, δεν ξέρω αν θα μπορούσα να μεγαλώσω ένα παιδί.
»Εκανα το Playboy την στιγμή της απελευθέρωσής μου. Μου το΄λεγαν, μου το ξανάλεγαν, εγώ έλεγα όχι, μέχρι που ήρθε η στιγμή: Πήγαμε μια παρέα στην Πορτογαλία για την φωτογράφιση -Ανταίος Χρυσοστομίδης, Ντίνος Διαμαντόπουλος, Αχιλλέας Χαρίτος… Είχα κάνει συμφωνία να μην γδυθώ γι΄αυτό είχα πάρει μαζί μου και την Λουκία, για να με ντύσει. Κι όταν έφτασα στην Πορτογαλία και είδα μπροστά μου τον Ατλαντικό, τους βράχους, τους γλάρους, το θεώρησα ιεροσυλία, ότι ντροπιάζω τον χώρο να είμαι με ρούχα. Κι όπως φορούσα το μπουρνούζι πριν ντυθώ, έκανα μία έτσι, και το πέταξα… Είχα στο μυαλό μου αυτό το εικαστικό και είχα την περιέργεια να δω αν θα βγει αυτό που πίστευα, αν ένα σώμα μπορεί να είναι ιερό. Και νομίζω ότι το πέτυχα…
»Ναι, ένοιωσα ότι δεν με κατάλαβαν, ότι με παρεξήγησαν. Κάποια στιγμή αισθάνθηκα ότι είμαι εμπορική, ενώ στην αρχή έλεγαν άλλα για μένα -υπάρχουν και κριτικές. Αρχισαν να λένε διάφορα, τα οποία δεν ήταν και αλήθεια. Όταν εγώ πέρναγα και τα πάνω και τα κάτω μου άκουγα τον καθένα να λέει ό,τι θέλει. Και είπα ότι δεν μπορώ αυτόν τον χώρο. Μετά άρχισα να γίνομαι μια άλλη. Είπα δεν ξαναμιλάω, δεν βγαίνω, θα κάνω ό,τι μ΄αρέσει.
»Πολλές νεότερες ωραίες κοπέλες σήμερα αισθάνομαι ότι πρέπει να περνάνε αυτό που περνούσα εγώ τότε. Και τι να κάνεις; Να διαψεύδεις; Κατά διαστήματα ντρεπόμουν να βγω έξω μ΄αυτά που έγραφαν. Αυτό το αίσθημα της ντροπής το είχα πάρα πολύ. Κάποια στιγμή μου είπε η μητέρα μου γιατί ντρέπεσαι, εσύ δεν έχεις κάνει τίποτα απ΄αυτά που σου γράφουν. Βγες έξω, σήκωσε το κεφάλι ψηλά. Και θυμάμαι ότι αυτό ήταν μια σπρωξιά. Και μετά από εκεί άρχισα να κάνω κάποιες τρέλες, απελευθερώθηκα -τότε έκανα το Playboy
»Το θέατρο όμως με τιμώρησε -μου λέγανε γιατί το΄κανες… Πιστεύω ότι υπήρχε ζήλια. Θυμάμαι βγήκα την επομένη να πάρω το Playboy και δεν το βρήκα πουθενά. Παίρνω τον Ανταίο τηλέφωνο, μου λέει, “μην ανησυχείς, γίνεται καινούργια έκδοση”. Την άλλη μέρα έγινε κιόλας καινούργια έκδοση. Πρόσφατα διάβασα, στην “Καθημερινή” νομίζω, τα πέντε καλύτερα Playboy του κόσμου κι ανάμεσα είδα την μούρη μου, σε μια φωτογραφία ευτυχώς όχι γυμνή!
»Αυτή είμαι. Απ΄την μια πολύ συνεσταλμένη αλλά και απ΄την άλλη πολύ ελεύθερος άνθρωπος. Κι αυτό έχει το τίμημά του. Αλλά έτσι ανακάλυψα την δημιουργικότητά μου.
»Εμαθα ό,τι μου έχει διδάξει η φύση -έχω ένα εξοχικό που αγαπούσε πολύ η μητέρα μου. Αφού έφυγε εκείνη κατάλαβα πόσο παιδί της φύσης είμαι. Το λέω καταφύγιο, ερημητήριο, νοιώθω και μια προστασία γιατί ήταν η μητέρα μου εκεί. Η γη μου μίλησε, μου έδωσε σημάδια, με δίδαξε, μου έδειξε την μηδαμινότητά μας… Ασχολούμαι πολύ με την γη, το σκάψιμο, το πότισμα. Και η παρατήρησή μου στην φύση έχει γίνει μάθημα ζωής για μένα. Κάθε μέρα κάνω μπάνιο στη θάλασσα, χειμώνα- καλοκαίρι. Με την θάλασσα έχω μια ερωτική σχέση, δεν θέλω κανέναν, θέλω να είμαι μόνη μου. Ξυπνάω το πρωί, πίνω τον καφέ μου, διαβάζω ποίηση και μετά πηγαίνω στην θάλασσα. Κάνω πολύ καλή παρέα με τον εαυτό μου, αντέχω την μοναξιά μου.
»Πέρασα πολλές περιόδους μόνη μου και πολλές με έρωτες και αγάπες… Είχα μεγάλα διαστήματα που δεν πίστευε κανείς ότι μπορεί να΄μαι μόνη μου. Κι όμως. Ο μεγάλος έρωτας της ζωής μου είναι η φύση, η ομορφιά.
»Και αυτό εδώ το θέατρο, έχει γίνει από έρωτα, από αφοσίωση. Δεν ήταν όνειρο ζωής ν΄αποκτήσω θέατρο. Πριν από χρόνια είχα περάσει από εδώ (σ.σ. Πλάκα) και το΄χα δει. Κι επειδή είναι κάτω απ΄την Ακρόπολη, μ΄εντυπωσίασε, όπως και τ΄όνομα του δρόμου, Φρυνίχου. Ελεγα ότι αν θελήσω ποτέ ένα θέατρο κι αν αυτό είναι ελεύθερο, θα το΄θελα. Εδώ, σ΄αυτή τη γειτονιά, που πέρασαν όλοι, να κουβεντιάζω μαζί τους, να στοχάζομαι…
»Πριν από πέντε χρόνια μου είπαν ότι είναι ελεύθερο, κι έτσι ήρθε στα χέρια μου. Είναι μια τρέλα αυτό το πράγμα. Ηταν η εποχή του κορωνοϊού -μου πήρε δύο χρόνια να φτιαχτεί. Σκεφτόμουν τι όνομα να του δώσω, το όνομά μου ή όχι. Επαιζα με λ και το ρ, και το Ελ.ΕΡ. με πήγε στον Θουκυδίδη, “ελπίς έρως”, κάπου το είχα διαβάσει. Όπως είχα διαβάσει και κάτι που΄λεγε ο Ελύτης ότι οι λέξεις που αρχίζουν από έψιλον ασκούν μια γοητεία -η Ελλάδα, η ελιά, η ελπίδα και “μια Ελένη που ερωτεύτηκα”, έγραφε. Και επίσης το ρω, “τα ρω του έρωτα”… Κι έτσι αυτό το ΕΛ.ΕΡ. ερχόταν και ξαναερχόταν. Είδα και την φράση του Θουκυδίδη “ελπίς τε καιρός και έρως επί παντί” και είπα αυτό είναι.
»Στο θέατρο όπως και στο εξοχικό μου κάνω όλες τις δουλειές -σφουγγαρίζω, είναι το καλύτερό μου, σκουπίζω, δηλαδή κάνω τα εις -ίζω, σκαλίζω, ποτίζω, τσαπίζω. Κι έτσι κατέληξα στο ρήμα αγαπίζω, αυτή είναι η δουλειά μου τώρα, αγαπίζω…
»Μ΄αρέσουν πολύ οι βιογραφίες γυναικών και ανδρών και γράφω. Ετσι έγινε ο Βαν Γκογκ. Μετά ξεκίνησα να γράφω για την Οριάνα Φαλάτσι, και μου βγήκε ο Παναγούλης -έκανα την μάνα του κι όλους τους ρόλους. Μ΄αρέσει ν΄ασχολούμαι με κάποιες γυναίκες και τις αληθινές τους ιστορίες. Τα ζω αυτά που γράφω -δεν με νοιάζει και να μην τα παίξω.
»Στο θέατρο έχω κάνει και επιτυχίες και αποτυχίες. Δεν έχω κάνει συγκλονιστικά πράγματα, αν και θα μπορούσα. Δεν ξέρω αν είναι ο φόβος που δεν μ΄αφήνει, αν λέγεται ωριμότητα, αξιοπρέπεια. Η αν αυτό που κάνω μ΄έχει τόσο μεγάλη ανάγκη, είναι το παιδί μου, και πρέπει να το στηρίξω. Δεν είμαι επιχειρηματίας αλλά ένας άνθρωπος που αγαπάει αυτό το θέατρο. Και θεωρώ ότι είναι μια προσφορά στον πολιτισμό.
»Μια μεγάλη λέξη για μένα είναι η αφοσίωση. Κι αν θα μπορούσα να συμπληρώσω κάτι δίπλα στο ΕΛπίς-ΕΡως, θα΄βαζα την λέξη αφοσίωση. Και λέω εντάξει είμαι. Τι άλλο να θέλεις; Εχεις χορτάσει. Δεν έχω παίξει τη Μήδεια, δεν έχω παίξει ρόλους που θα ονειρευόμουν, αλλά έχω παίξει πολύ σημαντικούς ρόλους στη ζωή. Και το θεωρώ προικιό αυτό».