Η Ελενα Τοπαλίδου εξομολογείται για τον Νίκο Κουρή: «Με κάνει να νοιώθω αθάνατη με αυτή την σχέση»
Η ηθοποιός Ελενα Τοπαλίδου είναι ένα ξεχωριστό πλάσμα. Αγάπησε πολύ τον χορό κι όταν ένοιωσε ότι πρέπει να τον αφήσει πίσω της, ο δρόμος την οδήγησε στο θέατρο και τον κινηματογράφο.
Ζευγάρι εδώ και πολλά χρόνια με τον Νίκο Κουρή, έχουν μαζί έναν γιο, τον Πέτρο. Φέτος κάνει μια ξεχωριστή ερμηνεία στον «Ιππόλυτο» του Ευριπίδη κι όλα δείχνουν πως το μέλλον της επιφυλάσσει πολλά ωραία πράγματα.
«Είμαι Αθηναία. Είχα πολύ χαρούμενα παιδικά χρόνια. Ημουν το πρώτο παιδί, έχω μια μικρότερη αδελφή. Ο πατέρας και η μάνα υπέροχοι, μορφωμένοι άνθρωποι. Ο μπαμπάς μου ήταν φαρμακοποιός με μια τιμιότητα, όλο το Χαλάνδρι τον αγαπούσε, πρόσφερε σε ανθρώπους που του ζητούσαν -και χωρίς χρήματα. Είχε ένα δόσιμο. Χτυπούσε το τηλέφωνο μέσα στη νύχτα και ξέραμε -το σήκωνε ο μπαμπάς και έλεγε “ναι, έρχομαι”. Η μητέρα μου είχε σπουδάσει χημεία, δούλευε σε σχολείο, μετά αφού μας γέννησε άρχισε να κάνει ιδιαίτερα. Αλλά πέρα απ΄αυτό είναι ένας άνθρωπος που συνέχεια προχωράει, διαβάζει. “Δεν πρέπει να βαριέστε ποτέ”, μας έλεγε. Ενώ ο πατέρας μου cool, χωρίς πολλά λόγια, συναισθηματικός πολύ...
»Κοριτσάκι με θυμάμαι πολύ λαμπερή, πολύ ανεξάρτητη, ζωντανή, δημιουργική, ανέφελη με κάποιες μικρές υποψίες και έγνοιες σε σχέση με τον θάνατο, τις οποίες αντιμετώπιζα με δημιουργική λογική -γιατί το είχα αντιληφθεί από νωρίς.
»Δύο πράγματα είχα από μικρή. Το ένα ήταν ο τρόμος μου για τις αλλαγές, δεν άντεχα τις καινούργιες πληροφορίες. Την πρώτη φορά που είδα το φεγγάρι ή το χιόνι -όπως μου΄πε η μητέρα μου, μετά περπατούσα με τα χέρια στο κεφάλι, σαν υπόστεγο, για να μην κοιτάω ψηλά. Κάτι που δεν ήξερα, μου΄κοβε τα πόδια κι αυτό ισχύει ακόμα. Και το άλλο ήταν ότι από μικρή είχα αντιληφθεί πως υπάρχει κάτι που δεν τελειώνει ποτέ, ότι η ύπαρξή μου δεν θα υφίσταται, το΄λεγα το “κακό ποτέ”. Αλλά δεν μπορούσε να το χωρέσει το μυαλό μου. Είχα εξαναγκάσει τον εαυτό μου, όταν μου συμβαίνει κάτι όμορφο να προσπαθώ να σκεφτώ την ανυπαρξία. Εμπαινα μέσα στην σκέψη ότι προχωράει το σκοτάδι χωρίς να τελειώνει και όταν κάποια στιγμή δεν άντεχα άλλο, σταματούσα και συνέκρινα αν η χαρά που είχα πριν ήταν ίδια με την χαρά μετά...
»Ημουν καλή μαθήτρια –πιο καλή πεθαίνεις. Είχα αυτή την τελειομανία. Πήγαινα σε ιδιωτικό σχολείο, χωρίς να είμαι ευχαριστημένη ιδιαίτερα απ΄το περιβάλλον αλλά με μια απαίτηση απ΄τον εαυτό μου πιο ισχυρή απ΄αυτή την άλλων. Θυμάμαι όταν ήταν να πάω γυμνάσιο ο διευθυντής μας είχε πει ότι αν πάρω υποτροφία θα πληρώνουμε λιγότερα, κι είχα γράψει σ΄ένα χαρτί –το βρήκε πολύ αργότερα η μητέρα μου, ότι “αν δεν πάρω την υποτροφία, να πεθάνω”.
»Ο χορός ήρθε με μια επιθυμία από μικρή. Στην αρχή ήταν όλα πολύ δημιουργικά, μετά κατάλαβα ότι τα πράγματα είναι δύσκολα. Επαιζα και πιάνο, ήμουν πολύ καλή, πέρασα στο Μαθηματικό -δεν πήγα. Είχα πολύ μυαλό για τα μαθηματικά, ειδικό, το΄λεγαν κι οι δάσκαλοι.
»Κάπου στην εφηβεία μου τρόμαξα πολύ με τον χορό γιατί κατάλαβα ότι το σώμα μου δεν αρκεί για να κάνω τεχνικά αυτό που απαιτεί το μπαλέτο. Θεωρούσα ότι για να μπορέσω να χορεύω πρέπει να κάνω όσο πιο καλά γίνεται μπαλέτο. Θαύμαζα το μπαλέτο, το αγαπούσα. Αλλά το σώμα μου δεν ήταν κατάλληλο. Η κατασκευή του σώματός μου ήταν για να ζει πιο ελεύθερα. Και το΄ξερα αυτό. Είχα βέβαια κάποιες ευκολίες, εκφραστικότητα, επιθυμία και κάτι που έβλεπαν οι άλλοι -όχι εγώ. Πήγα στην σχολή της Ελενας Βακαλοπούλου. Μ΄άρεσε να εκφράζομαι. Το κατάλαβαν κι οι γονείς μου ότι κάτι γίνεται με την σκηνή -τους κρυφάκουσα να το λένε.
»Ωστόσο, στα 14-15 άφησα για λίγο το μπαλέτο γιατί είχα αρχίσει ν΄ανταγωνίζομαι και το φαγητό, που ενώ μ΄άρεσε πάρα πολύ και ήμουν λαίμαργη, κατάλαβα ότι πρέπει ν΄αρχίσω ν΄αλλάζω το σώμα μου. Από τότε ξεκίνησε μια προσωπική ανακύκλωση σε σχέση με το ότι δεν είμαι επαρκής ούτε σαν σώμα ούτε σαν μπαλαρίνα.
»Επέστρεψα στον χορό δύο χρόνια μετά, στην Γ΄Λυκείου, αποφασισμένη να αναμετρηθώ μ΄αυτό. Είπα στους γονείς μου ότι δεν θα πάω στο Πανεπιστήμιο και ότι μετά το σχολείο θ΄αρχίσω να κάνω 17 ώρες μπαλέτο τη μέρα για να δώσω εξετάσεις στο υπουργείο και να γίνω χορεύτρια. Και όντως το΄κανα. Μετά η μητέρα μου μου΄πε να πάω στην Κρατική, αν και το φοβόμουν. Πήγα κι εκεί συνάντησα τον Ρήγο –ήταν δεύτερο έτος κι εγώ πρώτο. Με πήρε υπό την προστασία του γιατί έλεγε ότι του αρέσουν τα μάτια μου.
»Με το φαγητό υπήρχε πρόβλημα –δεν έτρωγα, το πέταγα, το έκρυβα, το έβγαζα. Μου φάνηκε πολύ έξυπνο να τρώω, να το ευχαριστιέμαι και μετά να το βγάζω. Αδιαθέτησα για πρώτη φορά στα 21 και μετά ερχόταν μια φορά τον χρόνο –με χάπια κλπ.
»Στον χορό κατάλαβα ότι εδώ πρέπει να είμαι αλλά επίσης κατάλαβα ότι δεν φτάνει ούτε καν η μέρα για να μπορέσω να προοδεύσω. Είχα μια συνεχή απαίτηση απ΄τον εαυτό μου και καμία εκτίμηση σε κανένα αποτέλεσμα. Με τον Ρήγο ήρθαν κι οι επιτυχίες.
»Ομως πρέπει να΄χεις κάτι γυρισμένο στο κεφάλι σου για να μπορέσεις ν΄αντέξεις όλη μέρα τον εαυτό σου σε καθρέφτη χωρίς ρούχα. Ο χορευτής θέλει μια ωριμότητα από νωρίς. Θέλει να σε συγκινεί η πειθαρχία, να μην σε κουράζει, να σε πορώνει. Πρέπει να το ρίξεις και λίγο έξω για να τ΄αντέξεις - μοναχική ζωή.
»Τότε η προσωπική μου ζωή ήταν ο Ρήγος βασικά. Ημασταν μαζί στα πάντα, αγκαλιά. Ηταν τα πάντα για μένα ως το 2004 που έφυγα απ΄την ομάδα –μέχρι και το πρώτο μου κινητό μου πήρε, για να μπορεί να με βρίσκει. Ηταν ο Ρήγος και ο Γιάννης Μέτσης, ο δάσκαλός μου στο μπαλέτο. Φίλους είχα μόνον απ΄την ομάδα του Ρήγου. Και κάποιες ερωτικές σχέσεις, κι αυτές με μια βουλιμική διάθεση. Εψαχνα τον έρωτα, ένοιωθα ότι ερωτεύομαι και την άλλη στιγμή περνούσε. Αντρας της ζωής μου τότε ήταν ο Κώστας (έτσι τον έλεγα, όχι Κωνσταντίνο) ο Ρήγος –τέλος, χωρίς όμως να υπάρχει κάτι άλλο μεταξύ μας.
»Είχα προτάσεις να φύγω, αλλά δεν το΄κανα. Είμαι πιστός άνθρωπος και φοβάμαι τις αλλαγές. Αλλά όταν ήρθε το πλήρωμα του χρόνου –είχε αλλάξει κι η ομάδα, ήμασταν πια κάτω απ΄την ομπρέλα του ΚΘΒΕ στην Θεσσαλονίκη, με τον Ρήγο άρχοντα, κατάλαβα ότι κάτι αλλάζει. Μαζί και το πρόβλημα του φαγητού που δεν είχε φύγει ποτέ, έτρωγα με τύψεις.
»Οχι, δεν πήρα ποτέ στήριξη για να τα αντιμετωπίσω όλα αυτά. Τα σκέφτηκα μόνη μου. Πήγα όμως σε ψυχολόγο τότε στην Θεσσαλονίκη γιατί κυριολεκτικά έχασα τον ύπνο μου –δεν κοιμόμουν ποτέ. Και δεν ένοιωθα καμία ευχαρίστηση πλέον με τον χορό, ήμουν μαύρη. Γυμναζόμουν πίσω, φορώντας παλτό. Δεν ήταν πια ο χορός αυτό που ήταν για μένα. Κάποια στιγμή κατάλαβα ότι δεν μπορώ. Του το΄πα, το΄βλεπε και ο ίδιος, κι έφυγα για την Αθήνα... Δεν ήξερα τι θα έκανα –ένα συμβόλαιο με τον Χατζάκη μόνο είχα για τις “Βάκχες” στο Εθνικό μετά από τρεις μήνες. Είχε αρχίσει ελάχιστα το θέατρο να με ελκύει. Είχα παίξει λίγο σε μια παράσταση κι είχα αρχίσει να γοητεύομαι απ΄τα λόγια –δεν μιλούσα ως τότε. Μου είχαν πει ότι έχω μια θεατρικότητα και ο Χουβαρδάς και ο Μαρμαρινός και ο Λευτέρης (σ.σ. Βογιατζής). Αλλά το θέατρο το΄βλεπα σαν κάτι μελλοντικό.
»Κατέβηκα στην Αθήνα και περπατούσα, αυτό έκανα τότε, τίποτ΄άλλο. Και γνώρισα και τον άντρα μου, τον ίδιο μήνα που ήρθα, και τον ερωτεύτηκα αμέσως. Τον ήξερα γιατί όταν ο Νίκος έκανε τον “Γυάλινο Κόσμο” στο Εμπρός, εγώ έκανα την χορογραφία –με είχε στείλει ο Ρήγος.
»Γνωριστήκαμε το 2005 σε μια παράσταση της Εφης Θεοδώρου -έτυχε και μας έβαλαν να καθίσουμε δίπλα-δίπλα. Μας είχε καλέσει ο Γιάννος Περλέγκας. Κι εκεί κάτι έγινε. Αυτό που ένοιωσα ήταν πολύ ισχυρό, όπως κι η επιθυμία να ξαναβρεθούμε. Κι έτσι ξεκίνησε. Δεν μπορούσα να φανταστώ πως θα εξελιχθεί γιατί εγώ πίστευα ότι θα μείνω πάντα μόνη μου και πάντα θα βαριέμαι. Και ξαφνικά όλα ήταν αλλιώς. Είχα ταραχτεί αληθινά όταν συνάντησα τον Νίκο. Ναι, μπορεί να έγιναν όλα για να γνωριστούμε. Και τώρα πια, που έχουν περάσει δέκα οκτώ χρόνια, πιστεύω ότι με τον Νίκο έπρεπε να συναντηθούμε και μάλιστα την σωστή στιγμή.
»Τότε έκανα την παράσταση με τον Χατζάκη, με είδε η Κονιόρδου και μου΄πε ότι είμαι εξαιρετική και ότι μπορεί να μου κάνει –δωρεάν, μαθήματα θεάτρου. Το εκτίμησα αυτό, την αγάπησα πολύ. Αποφάσισα να μην πάω σε σχολή. Μετά μου έδωσε δουλειά στο θέατρο η Εφη Θεοδώρου και το΄να έφερε τ΄άλλο. Ο χορός έγινε μόνο διδασκαλία.
»Το θέατρο το αγάπησα πολύ, μ΄έσωσε. Ο Νίκος μ΄έκανε να καταλάβω τι σημαίνει αληθινός κόπος για τον ηθοποιό –πάλευε ολόκληρος για να καταλάβει μια φράση. Θαύμαζα τον ίδιο και τον τρόπο που υπήρχε στο θέατρο. Εγώ πήγαινα με το ένστικτό μου.
»Μείναμε σχεδόν αμέσως μαζί με τον Νίκο. Μετά ήρθε ο Πέτρος, ο γιος μας. Οχι δεν παντρευτήκαμε. Ο τρόπος που σκέφτεται ο Νίκος δεν μοιάζει με κανενός άλλου. Πιστεύει ότι όλα θα τελειώσουν γρήγορα, ότι δεν υπάρχει μέλλον, ότι όλα είναι τώρα. Δεν οργανώνει κάτι για αύριο οπότε δεν θέλει και να οργανώσει μια μονιμόμητα τύπου γάμου. Εγώ είμαι πιο ρομαντική. Τώρα πια έχουμε διανύσει πολλά χιλιόμετρα μαζί.
»Είμαστε τελείως διαφορετικοί, τα θέλω μας είναι διαφορετικά αλλά είμαι σίγουρη πια ότι υπάρχουν κάποια πράγματα που δεν έχουμε ανακαλύψει ο ένας στον άλλον κι αυτό με κάνει να νοιώθω αθάνατη μ΄αυτή την σχέση. Δεν είμαστε συμβιβασμένοι –υπήρξαν βέβαια στιγμές που τρομάξαμε μεταξύ μας. Ακόμα τα πράγματα είναι έντονα, υπάρχουν απαιτήσεις του ενός απ΄τον άλλον. Ο Νίκος έχει έναν τρόπο να σε οδηγεί μέσα από μια αντίφαση σ΄ένα καινούργιο τοπίο. Εγώ είμαι ένας άνθρωπος τρομερά ζωντανός, έντονος και απαιτητικός σε σχέση με το τι επιθυμώ –κάτι που ο Νίκος δεν έχει, αλλά το κοιτάει έκθαμβος. Κι όλα αυτά μπορεί να μας βγάλουν σε κάτι ακόμα πιο φωτεινό. Είναι παράξενη αυτή η ιστορία –δεν κουραζόμαστε ποτέ.
»Εχουμε μια πολύ όμορφη οικογένεια. Ο Νίκος με τον Πέτρο είναι συναρπαστικός –είναι σχεδόν ανυπόφορο να βλέπεις πόσο αποτελεσματικός είναι μαζί του και πόσο υπέροχα του δείχνει τα πράγματα. Εγώ απ΄την άλλη είμαι πολύ τρυφερή. Γίνονται συνέχεια διεργασίες μέσα στο κεφάλι μου και στου Νίκου. Στο σπίτι μας η σχέση των δύο μας έχει πολλή μεγάλη σημασία –μαζί με τον Πέτρο. Είναι οι δυο μας και ο Πέτρος. Είναι ευτυχία όλο αυτό, επειδή είναι πολύ ζωντανό, δεν σβήνει...
»Στο σπίτι ο Νίκος μιλάει πολύ για θέατρο όταν κάνει θέατρο. Τα τελευταία χρόνια κατάλαβε ότι υπάρχουν πολλά μονοπότια. Ο Νίκος είναι πολύ γοητευτικός με ό,τι κι αν ασχοληθεί, είναι ταγμένος. Τώρα που κάνω κι εγώ θέατρο τα πράγματα έχουν μια ισοτιμία μεταξύ μας.
»Αν ζηλεύω τον Νίκο; Επαγγελματικά ποτέ. Τώρα εγώ σαν άνθρωπος μ΄αρέσει πολύ να γοητεύομαι, γουστάρω οι άνθρωποι να με σαγηνεύουν, το χρειάζομαι, το έχω ανάγκη. Οταν ο Νίκος με γοητεύει αυτό το χαίρομαι. Κι εγώ ζηλεύω, κι εκείνος ζηλεύει. Ναι, υπάρχει έρωτας. Ο Νίκος έχει την ικανότητα να ονομάζει τα πράγματα με ακρίβεια. Κι εγώ έχω την ικανότητα να μην θεωρώ ότι η γνώμη μου είναι κάτι που έχει σημασία –δεν κάθομαι αγκαλιά με την γνώμη μου. Εχουμε βρει μεταξύ μας μια ισορροπία ή ανισορροπία.
»Με τον Λευτέρη συνεργάστηκα όταν ήμουν έγκυος, στην “Ημερη”. Ηταν η εποχή που περίμενα να έρθει κάτι που δεν ήξερα τι ήταν. Μας λείπει ο Λευτέρης, μιλάμε συχνά με τον Νίκο για τον Λευτέρη. Ηταν νονός του Πέτρου, και ο Πέτρος τον αγάπησε πολύ. Τον άκουγε κιόλας κάθε βράδυ όσο ήταν στην κοιλιάμου –ένοιωθε μια ιδιαίτερη, ανεξήγητη οικειότητα μαζί του.
»Το μέλλον μ΄απασχολεί πολύ σε σχέση με την ηπιότητα των απωλειών που θάρθουν. Ο μπαμπάς μου έφυγε σαν αέρας, ξαφνικά, κολυμπώντας –ήταν ένας τρόμος, κι ένα σενάριο της ζωής που δεν είχαμε ποτέ φανταστεί. Εχει όμως κάτι το μεταφυσικό κι οι μεταφυσικές σχέσεις με συγκινούν. Δεν έχω ιδιαίτερη σχέση με την κατάθλιψη, με την συγκίνηση έχω. Με την ματαιότητα δεν μπορώ να συνδιαλλαγώ. Αυτό που εύχομαι είναι οι απώλειες, αν υπάρξουν, να γίνουν έτσι.
»Δεν με φαντάζομαι στο μέλλον, μόνο ελπίζω. Με φαντάζομαι κυρίως με τον Νίκο».
Από τον «Ιππόλυτο» στους «Πανθέους»
«Για τον “Ιππόλυτο” με πήρε η Κατερίνα Ευαγγελάτου τηλέφωνο και με ρώτησε τι σχέση έχω με την κάμερα –καμία της απάντησα. Θες να μάθεις; Μου λέει. Ναι. Η Κατερίνα είναι ένας άνθρωπος που με γοητεύει και ήθελα να είμαι αποτελεσματική για εκείνη. Μου εξήγησε τον ρόλο, Αφροδίτη και Αρτέμις. Ο Παντελής Μάκκας ήρθε να με βοηθήσει για την κάμερα -ήταν τέλειος. Ηξερα ότι μπορούσα να το κάνω –να χρησιμοποιώ επί σκηνής την κάμερα και να παίζω μαζί. Αρχισε να με ενδιαφέρει πάρα πολύ η πρακτικότητα της αναμέτρησης και όχι τόσο η ερμηνεία –είχα δουλειές να κάνω, σαν τεχνικός, κι αυτό που έλυνε λίγο την αγωνία. Και μόλις αυτό άρχισε να παίρνει σάρκα και οστά, να χαίρομαι την κάμερα, άρχισα κι εγώ να το ευχαριστιέμαι. Γύρω μου γινόταν χαμός κι εγώ είχα ν΄ασχοληθώ με το πλάνο μου. Αυτή η αυτονομία εμένα με ησύχασε πάρα πολύ –είναι σαν μια χορογραφία, σωματική, μαζί με το πρακτικό των λήψεων, που με ξεκουράζει.
»Στην Επίδαυρο ανακάλυψα κι άλλα πράγματα σε σχέση με το πόσο πρέπει να το ευχαριστιέμαι αληθινά γιατί η ψευτιά θα φανεί. Και όντως είμαι ο ζογκλέρ της παράστασης. Τελικά ήμουν περήφανη για τον εαυτό μου –κι η Κατερίνα πίστευε πολύ σε μένα. Η συνεργασία μας ήταν απολαυστική. Συνεννοούμαστε. Με απελευθερώνει η αντίληψη του χιούμορ που έχει. Μ΄άφησε να κάνω πράγματα.
»Τώρα κάνω γυρίσματα για τους “Πανθέους” -στον ρόλο μιας δασκάλας που αποκαλύπτεται ότι έχει επικοινωνία με νεκρούς. Είναι κάτι περίεργο και αρκετά ιδιαίτερο, μια ισχυρή γυναίκα που έχει πολλά μυστικά και ξέρει πολλά μυστικά. Επίσης έχω τρεις ταινίες μεγάλου μήκους μέσα στον χειμώνα. Το σινεμά έχει κάτι τετελεσμένο και μια ομαδικότητα –όλοι παλεύουν γι΄αυτή την στιγμή. Το θέατρο, κάθε βράδυ επί τρεις μήνες, μπορεί να΄ναι και κουραστικό, μπορεί όμως και να μου λείψει».
«Ιππόλυτος» του Ευριπίδη. Παίζουν: Ορέστης Χαλκιάς, Κόρα Καρβούνη, Ελενα Τοπαλίδου, Γιάννης Τσορτέκης, Μαρία Σκουλά, Δημήτρης Παπανικολάου κ.ά.
Παραστάσεις: 23-27/8 & 13-17/9 Σχολείον -Ειρήνη Παπά, 31/8 Βύρων, 7/9 Θεσσαλονίκη, 10/9 Ελευσίνα