Ο Μάκης Παπαδημητρίου και ο Μιχάλης Σαράντης στην Αναζήτηση της Λώρα Ντουράντ

Ο Δημήτρης Μπαβέλλας εξηγεί πώς μια ηθοποιός ερωτικών ταινιών έγινε η «Ιθάκη» της νέας ταινίας του

Ο Δημήτρης Μπαβέλλας έφτιαξε ένα πολύχρωμο και γεμάτο μουσική roadmovie, μια σύγχρονη Οδύσσεια, όπου οι ήρωές της (Μάκης Παπαδημητρίου και Μιχάλης Σαράντης) αναζητούν την Λώρα Ντουράντ, μια σταρ της βιομηχανίας του πορνό, η οποία εξαφανίστηκε μυστηριωδώς. Εμείς μιλήσαμε μαζί του για την ανάγκη μας να επιστρέφουμε στο παρελθόν, τον φόβο για τον χρόνο που περνάει και φυσικά το σινεμά, που για εκείνον παραμένει πάντα ένας «παιχνιδότοπος».

Ποια είναι τελικά η Λώρα Ντουράντ;

Η Λώρα είναι μια γυναίκα που βγαίνει από ένα βρώμικο σύστημα, όταν ο άντρας που την έχει εγκλωβίσει σε αυτό, εκμεταλλεύεται το τελευταίο ελάχιστο κομμάτι ρομαντισμού που είχε απομείνει μεταξύ τους. Και φεύγει μακριά από όλα.

Ίσως τελικά στη Λώρα να αντανακλώνται όλα τα πράγματα που αγαπήσαμε μικροί και τα βλέπουμε σιγά σιγά να χάνονται, να εξαφανίζονται μέσα στον κυνισμό της καθημερινότητας που φέρει η ενηλικίωση... Σαν δάκρυα μέσα στη βροχή, που έλεγε και μια ψυχή.

Η αναζήτησή της έχει κάτι από την ομηρική Οδύσσεια. Ήταν μια συνειδητή επιλογή αυτό;

Ε, ναι. Για την ακρίβεια ήθελα οι δυο βασικοί χαρακτήρες, δυο ιδιαιτέρως καθημερινοί τύποι, να ζήσουν όλο το «ταξίδι του ήρωα» όπως το διατύπωσε ο μυθολόγος Τζόζεφ Κάμπελ και το εφηύρε ο Όμηρος.

Στο φιλμ έχουμε για Ιθάκη τα Κεντρονότια Προάστια των Αθηνών, για Πηνελόπη τη Λώρα, Λωτοφάγους-Χίπηδες, gender fluid Κύκλωπες και λίγο από όλο το σύμπαν της Οδύσσειας αλλά στο πιο... meta.

Γιατί επιλέξατε μια σταρ της βιομηχανίας του πορνό να γίνει η «Ιθάκη» του Χρήστου και του Αντώνη;

Γιατί όσο κι αν ακούγεται οξύμωρο, η πορνοστάρ Λώρα Ντουράντ συμβολίζει τη χαμένη παιδική αθωότητα των δύο ηρώων. Που ενδόμυχα θαυμάζουν την απόδρασή της από τον κόσμο του θεάματος και την ακολουθούν σε αυτή, ξεφεύγοντας έτσι και αυτοί από τη ζοφερή πραγματικότητα που μας καταπνίγει σε ένα κόσμο όπου όλα – μα όλα – μπορούν να συμβούν.

Ο παρατηρητικός θεατής θα αντιληφθεί ότι οι ηθοποιοί στις πορνό VHS με τις συρραφές από τις σκηνές της Λώρα που βλέπουν οι δυο φίλοι, εμφανίζονται διακριτικά και στον «πραγματικό» κόσμο της ταινίας. Γιατί στη Λώρα, φαντασία και πραγματικότητα είναι ένα και το αυτό, δεν υπάρχει διαχωρισμός.

Δημήτρης Μπαβέλλας

Στην ταινία αναμειγνύετε διαφορετικά κινηματογραφικά είδη. Εσείς τελικά πού θα κατατάσσατε την Λώρα;

Στα χαρτιά, η Λώρα είναι μια feelgood ταινία δρόμου με πολύ μουσική. Στην πραγματικότητα, δεν με αφορά να την κατατάξω σε ένα είδος, για την ακρίβεια το «σερφ» ανάμεσα στα είδη είναι αυτό που με ενδιαφέρει κινηματογραφικά, τουλάχιστον μέχρι σήμερα.

Για μένα το σινεμά και η τέχνη γενικότερα είναι ένας παιχνιδότοπος από όπου μπορείς να αντλήσεις ό,τι στοιχεία θέλεις για να φτιάξεις κάτι ολοκληρωτικά δικό σου.

Οι ήρωες σας αρνούνται να ενηλικιωθούν. Είναι χαρακτηριστικό μιας ολόκληρης γενιάς αυτή η άρνηση; 

Θα έλεγα ότι είναι ένα χαρακτηριστικό πολλών γενεών και όχι μόνο μίας! Ιδιαιτέρως όμως της δικής μου που μεγάλωσε στα 80s και ανδρώθηκε στα 90s μέσα σε μια γοητευτική αφέλεια και σε πλήρη άγνοια για ότι επρόκειτο να μας χτυπήσει στα 10s και στα 20s.

Τί πιο λογικό λοιπόν για έναν κινηματογραφικό χαρακτήρα της γενιάς μου να θέλει να επιστρέψει στον κόσμο που έχει αγαπήσει (και ίσως ωραιοποιήσει), μακριά από όλα τα ψηφιακά μαραφέτια; Να επιστρέψει στην εποχή που ήταν ακόμα παιδί και η ζωή ένα παιχνίδι. 

Γιατί τελικά έχουμε τόσο μεγάλη ανάγκη να επιστρέφουμε στο παρελθόν μας;

Η Λώρα ήθελα να είναι μια γιορτή των αισθήσεων και να «χτυπάει» στα πράγματα που κάναμε όταν ήμασταν αθώοι κι έχουν λείψει για πάντα.

Αντίθετα από το Runaway Day που ήθελα να ναρκώσει το θεατή, η Λώρα ήθελα να μην τον αφήνει σε ησυχία, να υπάρχει μια διαρκής εγρήγορση και ενέργεια, να είναι ένα πάρτυ των αισθήσεων για 98 λεπτά. Κάτι που επιτύχαμε και μέσω της μουσικής.

Η μουσική έχει ένα ιδιαίτερο ρόλο στην αναζήτηση της Λώρα. Είναι με ένα τρόπο πρωταγωνίστρια. Μιλήστε μας για αυτή την επιλογή σας.

Επέλεξα σχεδόν... όλα τα είδη μουσικής ώστε να μην υπάρχει κανένα παράπονο ούτε και δίλημμα (αυτό δεν είναι ακριβώς αλήθεια, το φιλμ θα μπορούσε να έχει λίγο παραπάνω μαύρη μουσική - σόουλ, φανκ και άφρο).

Ήμουν τυχερός γιατί τόσο ο Γιώργος Μπουσούνης που ανέλαβε τον κύριο, τεράστιο όγκο της δουλειάς (και δίκαια βραβεύτηκε για αυτή στο Creation Film Festival), όσο και οι υπόλοιποι συντελεστές που μας έδωσαν κομμάτια, τα κατάφεραν περίφημα. Τους ευχαριστώ όλους και βλέπω με χαρά ότι η δουλειά τους ενθουσιάζει τους θεατές στο «ΒΟΞ».

Πιστεύετε πως η πανδημία και οι online προβολές απειλούν, όπως πολλοί λένε, το μέλλον του κινηματογράφου;

Για μένα η προβολή στο σινεμά είναι σύμφυτη με την ύπαρξη της συγκεκριμένης τέχνης και οι online προβολές μπορούν να λειτουργήσουν είτε επικουρικά είτε σε εποχές ανωτέρας βίας, όπως μάθαμε από πρώτο χέρι.

Ειδικά η ταινία μας είναι γυρισμένη σε κάδρο 2.39, το λεγόμενο σινεμασκόπ, για να μπορεί να την απολαύσει κανείς καλύτερα στη μεγάλη οθόνη. Είναι δε φτιαγμένη έτσι ώστε να αποτελεί μια εμπειρία που την απολαμβάνει κανείς περισσότερο με παρέα ανάμεσα σε πολύ κόσμο στη σκοτεινή αίθουσα.

Η συνειδητή επιλογή να βγάλουμε την ταινία τώρα το καλοκαίρι έγινε επειδή θέλω να έχουν πρόσβαση στην προβολή εμβολιασμένοι και ανεμβολίαστοι, μαύροι και άσπροι, στρέιτ-γκέι-λεζ-τρανς και γενικώς όλοι οι άνθρωποι ανεξαρτήτως φύλου, φυλής και υγειονομικού στάτους. Αυτοί που σίγουρα δεν θέλω να έρθουν είναι όσοι διαχωρίζουν τους ανθρώπους σε κατηγορίες βάσει των παραπάνω χαρακτηριστικών. Οπότε όλοι οι υπόλοιποι, αναζητήστε την ταινία στα θερινά, όπου κι αν προβάλλεται! Με μάσκα μόνο, δεν χρειάζεται τεστ για να μπείτε. Get Ready for the Future!

Η ατμόσφαιρα στο σινεμά που γέμισε αυτές τις πρώτες μέρες της προβολής ήταν εξαιρετική με τον κόσμο να διασκεδάζει πραγματικά. Οι προβολές μας είναι αφιερωμένες στο Δάνη Κατρανίδη, ο οποίος παίζει στην ταινία, και η σκέψη μας δίπλα του με την ευχή να ξεπεράσει το πρόβλημα υγείας που αντιμετωπίζει.

Στιγμιότυπο από την ταινία

Πώς βλέπετε σήμερα τον ελληνικό κινηματογράφο;

Δεν τον βλέπω και πολύ καλά.

Επόμενα σχέδια;

Λέω να πάω για κανένα μπάνιο. Και όσο κολυμπάω, θα σκεφτώ ποια η θέση της τέχνης μας σε μια κοινωνία που έχει μετατρέψει την εικόνα σε ένα αγοραίο μέσο ψηφιακής αυτοπροβολής. Ποια η θέση μας «σε μια παλιοκοινωνία που νοσεί», όπως έλεγε μια άλλη ψυχή.

Έχω και δύο πρότζεκτ που ετοιμάζω, το ένα είναι ένα ντοκιμαντέρ για τον τόπο που γεννήθηκα και κατάγομαι στην Αθήνα. Το άλλο είναι ένα μικρό μήκους σενάριο που ο παλιός μου φίλος, Κωνσταντίνος Σταρίδας, προσπαθούσε να γυρίσει τα τελευταία χρόνια της σύντομης ζωής του. Προς το παρόν κανένα από τα δύο δεν φαίνεται να συγκινεί επαρκώς τους χρηματοδοτικούς φορείς. Έχει ο θεός του Σινεμά όμως...

Βγαίνοντας από τη θάλασσα πάντως, θα αισιοδοξήσω σκεπτόμενος πόσο ελπιδοφόρο είναι ότι τα νεότερα παιδιά μέσα σε τρομερά αντίξοες συνθήκες, ακόμα πιο αντίξοες από αυτές που αντιμετωπίσαμε εμείς believe or not, ετοιμάζουν και πραγματοποιούν τις ταινίες τους: Και το κάνουν με μία λάμψη στα μάτια ικανή να νικήσει την όποια αδιαφορία του κράτους, να υπερβεί το όποιο εμπόδιο της κοινωνίας προκειμένου να φτάσουν στο θεμιτό αποτέλεσμα, τη δημιουργία μιας ταινίας.

Θεωρώ λοιπόν χρέος μας να αφουγκραστούμε τη λάμψη στα μάτια αυτών των παιδιών και να τα βοηθήσουμε όσο περισσότερο γίνεται.

Στην ταινία παίζουν: Μάκης Παπαδημητρίου, Μιχάλης Σαράντης, Άννα Καλαϊτζίδου, Υβόννη Μαλτέζου, Δάνης Κατρανίδης, Αλέξανδρος Λογοθέτης, Άγγελος Παπαδημητρίου, Μαίρη Μηνά.