Ο Βαγγέλης Παπαθανασίου

Βαγγέλης Παπαθανασίου: Οι ταινίες που «έντυσε» με τη μουσική του

Πολύπλευρο μουσικό ταλέντο, ο Βαγγέλης Παπαθανασίου από τη δεκαετία του ’70 άρχισε να πειραματίζεται με τις φόρμες και συνεχώς να εξερευνά καινούργια μονοπάτια. Οι μεγαλειώδεις συνθέσεις του γρήγορα αποδείχτηκε ότι ταίριαζαν απόλυτα στην εβδόμη τέχνη, με την οποία ασχολήθηκε συστηματικά, δημιουργώντας μερικά από τα πιο ωραία soundtracks όλων των εποχών.

Η πρώτη του επαφή με τον κινηματογράφο έγινε ενώ ήταν ακόμα μέλος των Aphrodite’s Child, όταν έγραψε για πρώτη φορά τη μουσική για μία ταινία του Χένρι Χάπιερ. Ακολούθησε ένα ακουστικό ντοκιμαντέρ, επηρεασμένο από τις φοιτητικές εξεγέρσεις στο Παρίσι του 1968, και το 1973 ξεκίνησε μία επιτυχημένη συνεργασία με τον σκηνοθέτη Φρέντερικ Ροσίφ για μία σειρά ντοκιμαντέρ για την άγρια φύση.

Τη δεκαετία του’ 80, έχοντας πλέον αποκτήσει διεθνή φήμη ως κινηματογραφικός συνθέτης, στρέφεται στην ηλεκτρονική μουσική, που συνδυάζει με κλασικά μοτίβα. Πιάνο και συνθεσάιζερ πρωταγωνιστούν στις συνθέσεις, που ηχογραφεί στο πρωτοποριακό του στούντιο στο Λονδίνο. Θεωρείται τότε ένας από τους πιο επιδραστικούς μουσικούς παγκοσμίως και ο Καρλ Σάγκαν του εμπιστεύεται  την επένδυση της δημοφιλούς σειράς ντοκιμαντέρ του γύρω από την αστρονομία με τίτλο «Cosmos». Η δουλειά του εντυπωσιάζει κι αμέσως μετά έρχεται η πρόταση του Χιού Χάντσον να συνθέσει την μουσική για το αθλητικό δράμα «Οι Δρόμοι της Φωτιάς», με το οποίο κέρδισε και το Όσκαρ, που όμως ποτέ δεν παρέλαβε, γιατί την μέρα της απονομής, που συνέπεσε με τα γενέθλιά του, κοιμόταν! Την ανακοίνωση έκαναν η Κάθλην Τέρνερ και Γουίλιαμ Χαρτ, οι οποίο παρέλαβαν τελικά το βραβείο αντ’ αυτού, ενώ ο ίδιος έμαθε τα νέα την επομένη.

Πάντως αυτή την επιτυχία φαίνεται πως την είχαν προβλέψει τόσο ο Χάντσον, όσο και ο παραγωγός της ταινίας, Ντέιβιντ Πούτναμ, όταν του έκαναν την πρόταση. Κι αυτό, γιατί ο Πούτναμ το 1978 τον είχε προσεγγίσει ξανά για να γράψει μουσική για το «Εξπρές του Μεσονυχτίου». Τότε, ο Παπαθανασίου απέφυγε τη συνεργασία, λέγοντας πως είναι  κουρασμένος, οπότε τελικά τη σύνθεση ανέλαβε ο Τζόρτζιο Μόροντερ, κερδίζοντας το Όσκαρ. Τη μέρα λοιπόν που σ’ ένα πάρτι, οι τρεις άνδρες αποφάσισαν τελικά να δουλέψουν μαζί, ο Πούτναμ του είπε ότι είναι η ευκαιρία να πάρει πίσω το αγαλματάκι που έχασε. Ο Παπαθανασίου γέλασε, λέγοντας πως «αυτά τα πράγματα δεν συμβαίνουν δυο φορές». Όπως όμως αποδείχτηκε, η μοίρα είχε διαφορετική άποψη.

Στην ταινία, η πρωτότυπη μουσική του Vangelis γράφτηκε για την εναρκτήρια σεκάνς, ενώ σε άλλη σκηνή ακούγεται ένα παλιότερο κομμάτι του, το «L' Enfant». Επίσης, το «Chariots Of Fire» κυκλοφόρησε σε single τον Μάρτιο του 1981, με τον τίτλο «Titles», αλλά αργότερα στα αμερικανικά charts αναφερόταν ως «Chariots Of Fire», ανεβαίνοντας στο Νο 1 των ΗΠΑ για μία εβδομάδα, πράγμα που μέχρι σήμερα δεν έχει καταφέρει κανένας άλλος Έλληνας συνθέτης.

Το εν λόγω κομμάτι, που έγινε και ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα sountracks όλων των εποχών, δημιούργησε και μια αντιπαράθεση, που κατέληξε στις δικαστικές αίθουσες. Ο λόγος ήταν πως ο Σταύρος Λογαρίδης μήνυσε τον Παπαναθανασίου για πνευματική κλοπή, ισχυριζόμενος ότι η μελωδία ήταν κλεμμένη από την τηλεοπτική μεταφορά της «Μενεξεδένιας Πολιτείας». Η πολύκροτη δίκη έγινε το 1987 και ήταν επεισοδιακή, καθώς δεν συγκρούστηκαν μόνο οι σύνθετες, αλλά και δύο μεγάλες δισκογραφικές εταιρείες, η EMI και η Warner. Ο Παπαθανασίου εμφανίστηκε στο δικαστήριο με τα όργανά του και με έναν δικό του μουσικό αυτοσχεδιασμό, απέδειξε τη συνθετική του ικανότητα, κερδίζοντας τελικά την υπόθεση. Το σκεπτικό του δικαστηρίου ήταν ότι «αν και δεν ήταν απίθανο να έχει ακούσει ο Παπαθανασίου το κομμάτι του Λογαρίδη, κανείς δεν μπορεί να αποδείξει αν το αντέγραψε συνειδητά ή ασυνείδητα.

Αργότερα, ο συνθέτης θα έλεγε ότι  το συγκεκριμένο κομμάτι, που γνώρισε πλήθος διασκευών και ακούστηκε σε πολλές ακόμα ταινίες και σημαντικά γεγονότα, όπως οι τελετές παρουσίασης μεταλλίων στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου 2012, δεν ήταν από τα αγαπημένα του. «Πολύ σπάνια εμφανίζεται ένας συνθέτης που να πιστεύει ότι η επιτυχέστερη δουλειά του είναι και η καλύτερή του. Εγώ δεν αποτελώ εξαίρεση στον κανόνα. Νομίζω ότι η μουσική που έγραψα για την “Ανταρσία του Μπάουντι” είναι απείρως πιο ενδιαφέρουσα από αυτή στους “Δρόμους της Φωτιάς”», θα δήλωνε ο ίδιος στη γερμανική εφημερίδα «De Telegraaf».

Μετά από το Όσκαρ, ο Ρίντλεϊ Σκοτ, που συνεργαζόταν με τον οίκο Chanel για τις ανάγκες μιας διαφήμισης, του ζήτησε να χρησιμοποιήσει μερικά κομμάτια του από τον δίσκο «China» για το σποτ. Έτσι, ξεκίνησε η γνωριμία  τους, η οποία εξελίχθηκε σε μια βαθιά φιλία. Τότε, ο βραβευμένος σκηνοθέτης του έδειξε αμοντάριστα πλάνα από το θρυλικό «Blade Runner» και ο Παπαθανασίου έγραψε μια από τις καλύτερες του συνθέσεις, που άφησε εποχή.

Ακολούθησαν πολλές ακόμα κινηματογραφικές δουλειές, όπως ο «Αγνοούμενος» (1982) του Κώστα Γαβρά, το «Francesco» (1989) της Λιλιάνα Καβάνι, τα «Μαύρα Φεγγάρια του Έρωτα"»(1992) του Ρομάν Πολάνσκι, αλλά και μία νέα συνεργασία με τον Ρίντλεϊ Σκοτ ,  για το «1492: Χριστόφορος Κολόμβος», για την οποία κέρδισε το βραβείο Echo ως «Διεθνής καλλιτέχνης της χρονιάς» και το βραβείο RTL Golden Lion για το «Καλύτερο Θέμα Τίτλου για τηλεοπτική ταινία ή σειρά» το 1996. Μάλιστα, αυτό το άλμπουμ προτάθηκε για «Καλύτερη Πρωτότυπη Μουσική –Ταινία» στα Βραβεία Χρυσής Σφαίρας το 1993.

Επίσης, έγραψε τη μουσική για την ταινία «Αλέξανδρος» με πρωταγωνιστή τον Κόλιν Φάρελ, που μπήκε στα charts του Billboard New Age, φτάνοντας στην 5η θέση.

H τελευταία του δουλειά  στον κινηματογράφο ήταν ο «Ελ Γκρέκο» σε σκηνοθεσία Γιάννη Σμαραγδή, που απέσπασε το βραβείο καλύτερης μουσικής στα 48α Κρατικά Βραβεία Ελληνικού Κινηματογράφου.

Αυτό που πολλοί δεν γνωρίζουν όμως είναι ο Βαγγέλης Παπαθανασίου εμφανίστηκε για μια και μοναδική φορά στην ελληνική ταινία «Ο Θόδωρος και το δίκανο» του Ντίνου Δημόπουλου, σε ηλικία 19 ετών, παίζοντας πιάνο με το πρώτο του συγκρότημα, τους Forminx.