Amy Winehouse: Η εύθραυστη βασίλισσα της βρετανικής σόουλ
Σαν σήμερα πριν από εννέα χρόνια μια από τις μεγαλύτερες φωνές του κόσμου σίγησε για πάντα. Η Αmy Winehouse βρέθηκε νεκρή στο διαμέρισμά της στο Λονδίνο. Η τηλεόραση ήταν ανοιχτή κι έπαιζε αποσπάσματα από εμφανίσεις και συνεντεύξεις της, ενώ γύρω της υπήρχαν αμέτρητα μπουκάλια βότκας.
Το ιατρικό πόρισμα ανέφερε ότι ο θάνατος προκλήθηκε από υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ. Η ιδέα όμως του τέλους στοίχειωνε την Amy από μικρή, σχεδόν από πάντα, αναζητώντας μια διέξοδο από εκείνο τo βαθύ σκοτάδι που την έπνιγε.
Live fast die young: Δεν υπάρχει φράση που να περιγράφει την πορεία αυτού του δαιμόνιου ταλέντου που αν και πρόλαβε να αφήσει πίσω μόνο δυο άλμπουμ, το «Frank» και το «Back to Black», η ιδιαιτερότητα της φωνής της, το μουσικό της στιλ αλλά και οι στίχοι που είναι ένα κομμάτι της προσωπικής της ιστορίας αλλά και της ψυχής, σημάδεψαν μια ολόκληρη εποχή. Η ίδια έλεγε πάντα: «Γράφω στίχους στα τραγούδια μου που δεν θα μπορούσα ποτέ να παραδεχτώ στον εαυτό μου, κοιτάζοντας τον καθρέφτη».
Ατίθαση, μικροκαμωμένη, γεμάτη τατουάζ, η Amy δεν άντεχε το βάρος της δημοσιότητας και αδιαφορούσε για την επιτυχία. Το μόνο που αγαπούσε ήταν η μουσική. Συχνά μάλιστα, τη συνέκριναν με τις μεγάλες ντίβες της τζαζ, την Ella Fitzgerald, την Macy Gray, ή τη Sarah Vaughan, όμως εκείνη πάντα έλεγε πως είναι μια απλή μουσικός.
Γεννήθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου του 1983 στο Βόρειο Λονδίνο. Ο πατέρας της ήταν οδηγός ταξί, και η μητέρα της φαρμακοποιός. Η γιαγιά της διατηρούσε σχέσεις με τον σπουδαίο σαξοφωνίστα της τζαζ Ronnie Scott, ενώ στο σπίτι η μικρή Amy μεγάλωσε ακούγοντας Frank Sinatra, που τον αγαπούσε πολύ ο πατέρας της. Σε ηλικία εννέα χρόνων βιώνει τραγικά το διαζύγιο και κάνει την πρώτη απόπειρα αυτοκτονίας. Η γιαγιά της, που ήταν τραγουδίστρια σε καμπαρέ, για να την γιατρέψει από το πιθανό τραύμα, την έστειλε στη θεατρική σχολή Susi Earnshaw Theatre School, αλλά εκεί η πορεία της δεν είχε μέλλον. Το όνομα όμως αυτή της μοναδικής γιαγιάς -Σύνθια την έλεγαν- που σημάδεψε την ζωή της ήταν χτυπημένο σε τατουάζ στο μπράτσο της μαζί με αυτό του Blake Fielder, του μεγάλου της έρωτα.
Στα 13 παίρνει στα χεριά της την πρώτη της κιθάρα και μαζί με μια συμμαθήτριά της φτιάχνουν ένα συγκρότημα, το «Sweet ‘n’ Sour». Έναν χρόνο μετά αρχίζει να γράφει τα πρώτα της τραγούδια, ενώ αποβάλλεται και από το σχολειό.
Αργότερα αρχίζει να εργάζεται ως δημοσιογράφος για την World Entertainment News Network και παίζει τζαζ σε διάφορα κλαμπ. Ο τότε σύντροφός της και τραγουδιστής της σόουλ, Τάιλερ Τζέιμς, θεωρώντας ότι χαραμίζεται, έστειλε ένα ντέμο της σε έναν μάνατζερ που αναζητούσε νέα ταλέντα.
Το ντεμπούτο άλμπουμ της, «Frank», απέσπασε θετικές κριτικές στο Ηνωμένο Βασίλειο και προτάθηκε για βραβείο Mercury. To επόμενο άλμπουμ της «Back To Black», που κυκλοφόρησε το 2006 την εκτίναξε στην κορυφή: προτάθηκε για έξι βραβεία Γκράμι, κέρδισε τα πέντε κι έγινε η πρώτη Βρετανίδα καλλιτέχνης που απέσπασε πέντε βραβεία σε μια βραδιά (ανάμεσά τους αυτά για “Καλύτερο δίσκο”, ”Πρωτοεμφανιζόμενο Καλλιτέχνη”, ”Τραγούδι της Χρονιάς”). Έχει επίσης κερδίσει ένα βραβείο Brit, τρία βραβεία Ιvor Novello. Το άλμπουμ της «Back To Black» είναι το κορυφαίο σε πωλήσεις της δεκαετίας 2000-2009 στο Ηνωμένο Βασίλειο. Έναν μήνα μετά το θάνατό της, ο ίδιος δίσκος έγινε το πιο επιτυχημένο άλμπουμ του 21ου αιώνα σε πωλήσεις του Ηνωμένου Βασιλείου.
Πέρα όμως από τη μουσική της, το ιδιαίτερο ενδυματολογικό της στυλ ενέπνευσε μεγάλους σχεδιαστές, όπως ο Jean Paul Gaultier και ο Karl Lagerfeld, που δημιούργησαν συλλογές με τη μορφή της. Συγκεκριμένα, ο Gaultier είχε εμπνευστεί από την ίδια για τη δημιουργία της συλλογής του για την Άνοιξη-Καλοκαίρι 2012, ενώ τα μοντέλα του ήταν χτενισμένα και βαμμένα ακριβώς, όπως η Βρετανίδα τραγουδίστρια.
Εκείνη όμως ποτέ δεν έδινε σημασία σε όλα αυτά, αντίθετα σιχαινόταν τη δημοσιότητα και θεωρούσε την επιτυχία ένα τεράστιο βάρος. Έτσι άρχισε ο εθισμός της στα ναρκωτικά αλλά και η βουλιμία. Την πιο μαύρη περίοδο της σύντομης ζωής της θα γνωρίσει και θα ερωτευτεί παράφορα τον Fielder, με τον οποίο παντρεύτηκε στο Μαϊάμι. Οι δυο τους έζησαν μια ταραχώδη σχέση με εντάσεις, ζήλιες και αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές. Έμειναν μαζί δύο χρόνια κατά τη διάρκεια των οποίων η Amy υποβλήθηκε σε θεραπεία απεξάρτησης και ο Fielder φυλακίστηκε. Όταν αποφάσισαν να χωρίσουν για το «καλό της», εκείνος απαίτησε ένα εκατομμύριο λίρες για να μην αποκαλύψει στον Τύπο τα μυστικά της. Ένα μέρος από την αποζημίωση το ξόδεψε για να σβήσει το όνομά της από το πίσω μέρος του αυτιού του.
H Amy καταρρέει και ο δρόμος που παίρνει δεν έχει επιστροφή. Το 2011 εμφανίζεται στο Βελιγράδι μεθυσμένη και σε κακή κατάσταση με αποτέλεσμα να καταρρεύσει στην σκηνή. Ο Moby, ο τελευταίος καλλιτέχνης που βρέθηκε στο ίδιο line up μαζί της, έγραψε στο instagram μετά από τον θάνατό της: «Μακάρι να ήμουν σε θέση να βοηθήσω την Amy έπειτα από τη συναυλία μας στη Σερβία. Λυπάμαι».
Οι επόμενες εμφανίσεις της -μια από αυτές θα γινόταν και στην Αθήνα- ακυρώνονται, καθώς η φωνή της είναι σπασμένη από τις καταχρήσεις και η ίδια βρίσκεται σε πολύ άσχημη κατάσταση. Μένει έγκλειστη στο σπίτι της στο Λονδίνο, όπου και τελικά γράφτηκε το τέλος του σκοτεινού της παραμυθιού. Όμως τα μοναδικά της τραγούδια, που δύσκολα μπορούν να ερμηνευθούν από άλλο καλλιτέχνη με τον τρόπο που τα έλεγε η ίδια, θα μείνουν πάντα εδώ να θυμίζουν αυτό το μοναδικό ταλέντο που έσβησε τόσο πρόωρα.