Ακης Σακελλαρίου: «Επιτυχία είναι όταν έχεις χρόνο»
Ο Ακης Σακελλαρίου γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη. Σπούδασε Νομική και θέατρο. Μαθήτευσε δίπλα στην Ρούλα Πατεράκη και μετά, ακολουθώντας το όνειρό του πήγε στην περίφημη σχολή του Actor’sStudio, στην Αμερική.
Επιστρέφοντας ξεκίνησε μια πορεία γεμάτη παραστάσεις και ταινίες. Ζει στην Αθήνα. Εχει δύο παιδιά. Τώρα κατεβαίνει υποψήφιος στις αυτοδιοικητικές εκλογές -στην Κεντρική Μακεδονία.
«Είμαι γέννημα θρέμμα Θεσσαλονικιός. Η μητέρα μου, απ΄το σόι της, ήταν απ΄την ανταλλαγή των πληθυσμών. Ο παππούς μου ήρθε απ΄την Ανατολική Ρωμυλία, εξ ου και το Καλούδης, το μικρό μου όνομα. Στερημένοι άνθρωποι. Εγκαταστάθηκαν μετά από ταλαιπωρία σ΄ένα χωριουδάκι που λέγεται Κορυφή Ημαθίας. Και η οικογένεια του πατέρα μου είναι από ένα χωριό που λέγεται Αμπελιώνας –απ΄όπου κατάγεται και ο Θόδωρος Αγγελόπουλος, δίπλα στον Ναό του Επικούριου Απόλλωνα, στην Πελοπόννησο. Οι παππούδες πήγαν στην Θεσσαλονίκη για δουλειές.
»Οι γονείς μου, γιατροί και οι δύο, ο ένας μου παππούς ειρηνοδίκης. Οικογένεια, της αστικής αριστεράς της Θεσσαλονίκης. Σπίτι ακούγαμε πολλή μουσική στο σπίτι, κλασική μουσική, πολύ Θεοδωράκης, και αρκετή ποίηση.
»Μεγάλωσα άνετα, χωρίς στερήσεις. Το μόνο που ήθελαν οι δικοί μου ήταν να μπω στην Νομική. Οταν τους είπα ότι θα κάνω θέατρο, μου είπαν εντάξει αλλά θα τελειώσεις το πανεπιστήμιο.
»Το σχολείο ήταν μια εποχή μεγάλης τρέλας, γιατί είχαμε ανακλύψει το γυναικείο φύλο και θέλαμε να κάνουμε ενυπωσιακές κινήσεις. Ημασταν μια παρέα πολύ έξω καρδιά, ένας αρχικός πυρήνας απ΄τα πρώτα χρόνια του γυμνασίου που παραμένει ακόμα. Αυτή η ανεμελιά της παιδικής ηλικίας, της εφηβείας, των οικείων χώρων, είναι κι αυτό ένα κομμάτι που έπαιξε ρόλο στις τωρινές μου αποφάσεις. Υπάρχει μια υπαρξιακή διάσταση από κάτω.
»Το θέατρο το έμαθα στο σχολείο, πήγαινα στο Ανατόλια. Υπήρχε τότε ένα πνεύμα πολύ προοδευτικό απ΄τους καθηγητές. Είχε θεατρικό όμιλο κι εκεί άρχισα να ασχολούμαι -αλλά το αρχικό ήταν να βρεθούμε με το έτερο φύλο. Εκεί κατάλαβα ότι πάνω στην σκηνή ήμουν το κέντρο του ενδιαφέροντος και αισθάνθηκα μια μεγαλύτερη ασφάλεια να προσεγγίσω τα κορίτσια. Οταν ασχολήθηκα μετά, επαγγελματικά, κατάλαβα ότι ο πυρήνας είναι πιο ουσιαστικός, γιατί έβρισκα πράγματα για τον εαυτό μου που αλλιώς δεν θα μπορούσα.
»Παράλληλα με την Νομική, πήγα στην σχολή της Ρούλας Πατεράκη -του ΚΘΒΕ μου φαινόταν πολύ βέκκιο το παίξιμο αν και είχα δει εμβληματικές παραστάσεις. Η Ρούλα ήταν εξαιρετική δασκάλα, ενέπνεε. Ηθελα όμως παραπάνω. Θυμάμαι, καθόμασταν στο σαλόνι του σπιτιού μας, όταν μοιράστηκα τις ανησυχίες μου, κι ο αδελφός μου που ασχολιόταν τότε με την σκηνοθεσία κινουμένων σχεδίων, μου είπε “και γιατί δεν πας στην καλύτερη σχολή του κόσμου, το Actor’s Studio”...
»Κι έτσι μετά την σχολή της Ρούλας, έφυγα αμέσως για Αμερική. Ξεκίνησα να κάνω, δια αλληλογραφίας, με μια κοπέλα, μια σκηνή απ΄τον “Γυάλινο Κόσμο”. Ηταν ένα όνειρο για μένα η Αμερική, σαν να ταξίδευα αλλού, σαν να ήθελα να πλησιάσω όλη αυτή την μυθολογία του κινηματογράφου με τις αμερικάνικες ταινίες –ήταν η χρυσή εποχή του Ντε Νίρο, του Πατσίνο. Εδωσα ακρόαση. Στα πρώτα δύο λεπτά με σταμάτησαν και μ΄ευχαρίστησαν -θα με ειδοποιούσαν. Περίμενα. Στο πρώτο μάθημα, πια, άκουσα το όνομα του Κωνσταντίνου Αρβανιτάκη, ήμασταν μαζί. Κυνηγούσα ένα όνειρο και σ΄αυτό το όνειρο οι δικοί μου ήταν κοντά μου και τους το χρωστάω. Βέβαια χρειάστηκε να δουλέψω αλλά οι γονείς μου ό,τι μπορούσαν έκαναν για μένα...
»Οχι, δεν σκέφτηκα να μείνω στην Αμερική. Ηθελα να γυρίσω πίσω. Πηγαίνοντας εκεί κατάλαβα πόσο μου έλειπε αυτό που άφησα. Εβλεπα παράλληλα και τους συμφοιτητές μου, ταλεντάρες, φοβεροί, να είναι μέσα στην απόγνωση για να βρουν δουλειά. Οπότε αυτό με αποθάρρυνε. Είπα όχι σε κάποιες σκέψεις που υπήρχαν, και εκεί ακριβώς έπεσε η πρόταση του Θόδωρου Τερζόπουλου που΄χε έρθει στην Νέα Υόρκη για μια συναυλία της Φαραντούρη και του Θεοδωράκη. Γνωρίστηκα με τον Τερζόπουλο μέσω του Χρήστου Στεργιόγλου και της Αννέζας Παπαδοπούλου που έμεναν πάνω από μένα. Μου είπε τότε ο Θόδωρος ότι ετοιμάζει κάτι στην Αθήνα κι αν με ενδιαφέρει να πάω. Δεν ξέρω αν είμαι ο πρώτος, αλλά είμαι απ΄τους πρώτους του βασικού πυρήνα του θεάτρου Αττις.
»Κι έτσι επιστρέφω στην Αθήνα κι ετοιμάζουμε την πρώτη παράσταση των “Βακχών”, σε μια μέθοδο τελείως διαφορετική απ΄αυτή που σπούδαζα στην Αμερική –με το απόλυτο τάξιμο σ΄αυτό που έπρεπε να γίνει. Μέναμε, μαγειρεύαμε, όλοι μαζί και μετά από περίπου έναν χρόνο βγήκε η παράσταση. Στο Τερζόπουλο έμεινα περίπου μιαα δεκαετία.
»Μετά έφυγα. Δεν ήταν δύσκολο να φύγω, αλλά ήταν δύσκολο με την έννοια της συναισθηματικής σχέσης, που ήταν πολύ στενή –ήταν η ζωή μας, οικογένεια. Ηταν χρόνια τρυφερά, προστατευτικά. Υπήρχε μια προστασία και από άλλες σειρήνες. Οταν αισθάνθηκα όμως ότι αυτό ολοκληρώθηκε, άρχισα να κάνω και αρκετό σινεμά, και ήρθε, μετά, η περίοδος του Αμόρε. Ενδιαμέσως είχα πολύ καλές προτάσεις, αλλά έχοντας μάθει στον τρόπο δουλειάς του Θόδωρου, της Ρούλας, ήθελα τις μικρές παραστάσεις του Αμόρε.
»Η τηλεόραση άρχισε να μπαίνει στην ζωή μου μετά το σινεμά, μετά την ταινία του Νίκου Γραμματικού που βραβεύτηκε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Πρώτα απ΄τον Κοκκινόπουλο, μετά απ΄τον Κουτελιδάκη.
»Δεν νομίζω ότι έχω αυτονομηθεί ακόμα ως καλλιτέχνης. Πηγαίνω πάντα με το υλικό της δουλειάς μου. Δεν κάνω κάτι μόνος μου, αυτόνομα. Πάντα είμαι ανοιχτός σε κάτι. Δεν είπα ποτέ ότι θέλω αυτό και θα το κάνω. Με αυτή την έννοια δεν είμαι δημιουργός. Θεωρώ ότι υπηρετώ το όραμα, την ιδέα κάποιου άλλου. Κι εκεί μπορώ να συμβάλω. Δεν είμαι καλός στις δικές μου τις ιδέες, στο να δημιουργώ ιδέες. Σε πρακτικό επίπεδο αυτονομήθηκα όταν έκανα τηλεόραση και απέκτησα οικονομική άνεση. Αλλά ποτέ δεν θεώρησα αυτόνομη την πορεία μου, πάντα σε συνδυασμό με κάποιον άλλον.
»Ελάχιστα είναι τα πράγματα που έκανα και δεν με ικανοποίησαν, ελάχιστα. Γιατί ακόμα και όσα έπρεπε να κάνω, τα είδα απ΄την σκοπιά της λειτουργίας της μεταμόρφωσης, της ψευδαίσθησης της μεταμόρφωσης, κι αυτό έχει τρομερό ενδιαφέρον. Και νομίζω ότι ποτέ δεν υποτίμησα το οτιδήποτε μου δόθηκε. Πάντα υπάρχει ένας μικρός θησαυρός κάτω από κάθε τι που σου δίνεται για να τον δουλέψεις. Κι αυτό ίσως να οφείλεται στην αφοσίωση που χρειάστηκε στα πρώτα χρόνια, με τον Θόδωρο, την Ρούλα, στην Αμερική, αλλά και στην τεχνική των σχολών που ήμουν στην Αμερική, του HB Studio και της Stella Adler, με την ίδια. Η τόλμη του να εκτεθείς, το να γελάσουν οι άλλοι μαζί σου με κάτι που θα δοκιμάσεις, αυτό το πήρα απ΄την Αμερική. Οπότε και ο μικρότερος ρόλος να σου δοθεί, έχει κάτι από κάτω, το οποίο οφείλεις να το ψάξεις, να το βρεις και να το κάνεις ν΄ανθίσει. Το ξέρουν οι νέοι αυτό, αλλά είναι καλό να στο πει και κάποιος που εμπιστεύεσαι.
»Το θέμα του πρωταγωνιστή, και πολύ λογικά, έχει αρχίσει και συστέλλεται. Υπάρχουν σήμερα λίγοι πρωταγωνιστές και πολλοί ηθοποιοί που κάνουν πολύ καλύτερα την δουλειά τους, ομαδικά.
»Οσοι μεγαλώνουμε σε άλλες πόλεις εκτός του κέντρου που είναι η Αθήνα, έχουμε γαλουχηθεί με κάποια ηθική βάση, που ίσως είναι πιο αγνή. Και στα χρόνια εκείνα, ειδικά στην Θεσσαλονίκη, δεν υπήρχε τίποτα. Και δεν εννοώ ότι εμείς είμαστε με τον σταυρό στο χέρι, γιατί έχουμε τα συμπλέγματά μας. Αλλά, ναι, η Θεσσαλονίκη έχει απ΄την μια ένα κομμάτι πολύ προοδευτικό και απ΄την άλλη κάτι πολύ συντηρητικό -θα τελειώσω το σχολείο, θα σπουδάσω, θ΄αρχίσω να δουλεύω, θα με βοηθήσουν οι δικοί μου στην αρχή, θα παντρευτώ, θα κάνω παιδιά. Είναι ένα συγκεκριμένο ταξιδάκι, μικρό –το έκανα. Αν με ρωτήσεις τώρα αυτό που συμβουλεύω είναι “κάνε τα ταξίδια τα μεγάλα, όχι τα μικρά”.
»Με τα παιδιά μου είμαι κοντά. Θέλω να καταλάβουν ότι το συναίσθημα του φόβου που έχεις όταν βγαίνεις στην κοινωνία, κάπως έχει αμβλυνθεί.
»Μετά την περιπέτεια της υγείας μου, όταν σκέφτομαι ότι αυτό που βλέπω, μυρίζω, ακούω, γεύομαι, θα μπορούσα να μην το αισθάνομαι και ότι στο τσακ γλίτωσα, αυτόματα έχω μια αίσθηση γενναιοδωρίας απέναντι σ΄αυτό που λέμε ύπαρξη. Δεν τρέχω πια όπως παλιά, αλλά σίγουρα στην ιεράρχηση κάποιων πραγμάτων, βγαίνουν πιο εύκολα και πιο απλά οι προτεραιότητές μου.
»Ημουν στην τεράστια παραγωγή του “Μάμα μία” και δεν έδωσα σημασία στα σημάδια, όλο αυτό μπορεί να είχε αποφευχθεί, γιατί το πρόβλημα υπήρχε. Είχα πλήρη άγνοια κινδύνου, δεν κατάλαβα τίποτα, δεν πήγε το μυαλό μου.
»Οταν βγήκα απ΄το κώμα και κατάλαβα ότι ήμουν σε κώμα δέκα μέρες, άρχισα να το συνειδητοποιώ. Ξύπνησα και είδα τους φίλους μου γύρω και αναρωτήθηκα τι θέλουν εδώ. Δεν θυμάμαι τίποτα. Πόσο ευχαριστώ τους ανθρώπους του “Σωτηρία” –κατάλαβα την αξία των δημόσιων νοσοκομείων, με ανθρώπους ταγμένους σ΄αυτό που κάνουν.
»Μετά έμεινα ενάμιση μήνα στον νοσοκομείο και τότε είχα πια μπει στην διαδικασία του να ζήσω, να επανέλθω. Κάθε μέρα ήθελα να κάνω και ένα μικρό βήμα, γιατί δεν μπορούσα να περπατήσω. Και ξαναέπαιξα στην τελευταία παράσταση του “Μάμα μία”, στο Κατράκειο, όπου είχε έρθει όλο το τιμ της εντατικής του “Σωτηρία” και μοιράστηκαν μαζί μου αυτό το μικρό θαύμα. Γιατί μέσα σ΄έναν μήνα, μετά την εντατική, ο άνθρωπος που τον έκλαιγαν, κατάφερε να παίζει.
»Η αρχική διάγνωση ήταν 70% να μην ζήσω –εκ των υστέρων, μοιάζει με τον covid, είναι η ίδια διαδικασία μόνο που δεν κολλάει. Ξεκινάει από έναν πυρετό και ξαφνικά γίνεται μια καταρρακτώδης επιδείνωση. Την μια μέρα έπαιζα στην Πάτρα, την επόμενη έμπαινα στο νοσοκομείο, την μεθεπόμενη στην εντατική και την τρίτη ήμουν σε κώμα.
»Επιτυχία; Οταν έχεις χρόνο. Φυσικά κάποιοι ρόλοι, κάποια λεφτά, η αναγνωρισιμότητα, ναι, ίσως, αλλά στην φάση που είμαι τώρα σημασία έχει να έχεις χρόνο. Αυτό είναι το πολυτιμότερο, να΄χεις χρόνο, να μπορείς με την υλική επιτυχία ν΄απολαμβάνεις χρονικά κάποιες στιγμές –κυρίως προσωπικές.
»Χορτασμένος; Ναι αισθάνομαι γεμάτος, ευλογημένος, τυχερός -αλίμονο. Δεν μιζεριάζω. Μεγαλώνω. Κι αυτό έχει μια σοφία. Δεν είμαι πια, όπως παλιά, λυσσασμένος να κάνω κάτι, είμαι σε ήρεμη κατάσταση, κατασταλαγμένη».
Ακης Σακελλαρίου: Ενας υποψήφιος στην Μακεδονία...
«”Εγώ δεν ανήκω σε σας”, ήταν το πρώτο που είπα στον Απόστολο Τζιτζικώστα όταν μου πρότεινε να κατέβω ως περιφερειακός σύμβουλος με τον συνδυασμό του, στην Κεντρική Μακεδονία. “Δεν έχει σημασία”, μου απάντησε, “συμμετέχουν κι από διαφορετικούς χώρους, όπως οι οικολόγοι πράσινοι”. Ετσι κι έγινε.
»Κατεβαίνω στις εκλογές γιατί μ΄ενδιαφέρει να ασχοληθώ με το film office, κάτι πολύ ειδικό, το οποίο αν πάει κάλα, και γίνουν και τα στούντιο που είναι υπό συζήτηση, θ΄αλλάξει πραγματικά το τοπίο στην Θεσσαλονίκη –θα γίνει κάτι πρωτόγνωρο. Γι΄αυτό και αξίζει τον κόπο να αναμειχθώ μ΄όλη αυτή την ιστορία.
»Είναι αλήθεια ότι ως ηθοποιός έχω μάθει να εκτείθεμαι, να ζητάω την στήριξη του κόσμου, αλλά τώρα είναι κάτι άλλο, σε άλλο επίπεδο. Γιατί στην δουλειά μου έχω το αλλόθι του έργου τέχνης, δεν είναι τόσο ευθύ όσο τώρα στις εκλογές».
Θέατρο και τηλεόραση
«”Ο κύκλος των Χαμένων Ποιητών” ήταν να γίνει με τον Σπύρο Παπαδόπουλο σε σκηνοθεσία του Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλου. Οταν αυτό δεν προχώρησε, ενδιαφέρθηκα εγώ, μίλησα με τον Σπύρο, και σκέφτηκα τον Κωνσταντίνο Ασπιώτη με τον οποίο είχαμε γνωριστεί στον ”Αττίκ” και είχαμε δέσει. Εχουμε μια ζεστή σχέση –ήταν κάθε μέρα στο νοσοκομείο, έχουμε μια σχέση που σε γλιτώνει απ΄το διάστημα που χρειάζεσαι για να εμπιστευτείς τον άλλον.
»Το έργο αναφέρεται σε μια συντηρητική Αμερική και σ΄ένα συντηρητικό σχολείο όπως είναι το συγκεκριμένο Κολλέγιο. Απ΄την άλλη, η ποίηση, ξεχασμένο είδος τότε -ακόμα και τώρα, παραμένεο διαχρονικό. Οπότε το όχημα είναι η σύνθεση των λέξεων και των εικόνων που σε κάνουν να ταξιδέψεις και να αιωρηθείς λίγο πάνω απ΄το έδαφος. Κι αυτό δεν σταματάει. Πάντα ακολουθεί τους νέους ο προβληματισμός αν μπορούν ν΄ακολουθήσουν το όνειρό τους.
»Τηλεοπτικά σχέδια –άμεσα, δεν έχω. Στα “Καλύτερά μας χρόνια” ήταν τεράστιο δέλεαρ να παίξω αυτόν τον ήρωα, είχε τεράστιο ενδιαφέρον. Δεν φοβήθηκα να ερμηνεύσω τον ομοφυλόφιλο, σκεπτόμενος πως θα αποδώσω τον ρόλο, ήταν αμέσως πηγή έμπνευσης. Ενας πολύχρωμος πίνακας σε μια γκρίζα περίοδο. Πιστεύω ότι άλλαξε η ματιά μας στο πως βλέπουμε τα πράγματα σήμερα, άλλαξε η προσέγγιση των νέων ανθρώπων, στο καλύτερο. Πάμε μπροστά».
Ο Ακης Σακαελλαρίου είναι ο καθηγητής Κίτινγκ στον «Κύκλο των χαμένων ποιητών» του Τομ Σούλμαν. Σκηνοθεσία Κωνσταντίνος Ασπιώτης. Πρεμιέρα 4 Οκτωβρίου στο θέατρο Βρετάνια.