Τέλος η αναμονή: Το «House of Gucci» επιτέλους στις ελληνικές αίθουσες
Αυτή την εβδομάδα, η πολυαναμενόμενη ταινία του Ρίντλεϊ Σκοτ «Ο Οίκος των Gucci» με τη Lady Gaga στον ρόλο της «Μαύρης Χήρας» και τον Άνταμ Ντράιβερ, αλλά και πέντε ολοκαίνουργιες ελληνικές ταινίες, που δείχνουν ότι ο εγχώριος κινηματογράφος συνεχίζει να είναι δυναμικά παρών, έρχονται στις σκοτεινές αίθουσες.
Ο οίκος των Gucci (The House of Gucci)
Σκηνοθεσία: Ρίντλεϊ Σκοτ
Παίζουν: Lady Gaga, Άνταμ Ντράιβερ, Τζάρεντ Λέτο, Τζέρεμι Άιρονς, Τζακ Χιούστον, Σάλμα Χάγιεκ, Αλ Πατσίνο
Περίληψη: Η πραγματική ιστορία της οικογενειακής αυτοκρατορίας του ιταλικού οίκου μόδας Gucci. Διατρέχοντας τρεις δεκαετίες έρωτα, προδοσίας, παρακμής, εκδίκησης, και τελικά ενός φόνου, παρακολουθούμε τι κρύβεται πίσω από ένα όνομα, ποια είναι η αξία του και τι είναι ικανή μια οικογένεια να κάνει, προκειμένου να διατηρήσει τον απόλυτο έλεγχο.
Ο Ρίντλεϊ Σκοτ στη δεύτερη μεγάλη του παραγωγή για φέτος μετά από την «Τελευταία Μονομαχία» αφηγείται την ιστορία της δυναστείας των Gucci, επιστρατεύοντας ένα all star cast.
Βασισμένος στο βιβλίο «Ο Οίκος Gucci» (The House of Gucci: A Sensational Story of Murder, Madness, Glamour and Greed) της Σάρα Γκέι Φόρντεν, πιάνει το νήμα από τη δεκαετία του '70, τότε που ανδρώθηκε η αυτοκρατορία του μεγάλου οίκου μόδας, και παρακολουθεί από κοντά τις σχέσεις των βασικών μελών της κραταιάς φαμίλιας. Η επιχείρηση τότε εποπτευόταν από τους δύο διάδοχους, τον φιλόδοξο Άλντο και τον πιο συντηρητικό αδελφό του, Ροντόλφο.
Ο Άλντο δεν έχει την πρόθεση να παραχωρήσει τον έλεγχο του ονόματος, πόσο μάλλον στον γιο του Πάολο, στον οποίο δεν τρέφει μεγάλη εκτίμηση. Ο συνεσταλμένος γιος του Ροντόλφο από την άλλη, ο Μαουρίτσιο, προτιμά να ασχοληθεί με τη νομική, παρά να συνεχίσει την οικογενειακή παράδοση. Όταν όμως ερωτεύεται την φιλόδοξη Πατρίτσια, που του ενισχύει την αυτοπεποίθηση, όλα αλλάζουν. Παιχνίδια εξουσίας, έρωτες, πάθη, ίντριγκες και δολοπλοκίες, όλα δηλαδή τα στοιχεία που θα ζήλευε μια σαπουνόπερα, με αποκορύφωμα τον φόνο του Μαουρίτσιο από τη γυναίκα του, την περίφημη «Μαύρη χήρα», που σχεδίασε προσεχτικά το σχέδιο εκδίκησής της, όταν εκείνος την εγκατέλειψε για την ερωμένη του, συνθέτουν μια φιλόδοξη ιστορία ανόδου και πτώσης.
Ο Σκοτ, όπως έκανε και στο «Όλα τα Λεφτά του Κόσμου» το 2017, αξιοποιεί στο έπακρο, αλλά όχι και εις βάθος όλες αυτές τις δραματουργικές ανατροπές, που προσφέρει αφειδώς η πραγματική ιστορία των Gucci, προσθέτει το απαραίτητο glam και παραθέτει γεγονότα και επεισόδια από τις ζωές τους, χωρίς να πολυενδιαφέρεται για τη συνοχή. Περισσότερο εστιάζει στο θέαμα και στην απατηλή λάμψη του χρήματος και της εξουσίας, τόσο δηλαδή όσο χρειάζεται ένα blockbuster, κι όχι στην ενδοσκόπηση των χαρακτήρων. Από ένα σημείο και μετά μάλιστα, μειώνει την παρουσία της Ρετζιάνι, αποφεύγοντας να πάρει οποιοδήποτε θέση σχετικά με τη δολοφονία, φτιάχνοντας τελικά περισσότερο ένα μεγάλης διάρκειας κινηματογραφικό editorial για τους ισχυρούς αυτού του κόσμου, που συντρίβονται από την ίδια τους τη δύναμη.
H Lady Gaga με αέρα Ιταλίδων πρωταγωνιστριών της Χρυσής Εποχής της Τσινετσιτά βάζει πλώρη για τα Όσκαρ, όπως λέγεται, και μαζί της ο πάντα στιβαρός Άνταμ Ντράιβερ, ο πραγματικά αγνώριστος Τζάρεντ Λέτο, που ενίοτε εξοκείλει στην καρικατούρα, ο αριστοκρατικός Τζέρεμι Άιρονς και ο παραδόξως μετρημένος Αλ Πατσίνο, δίνουν το δικό τους στίγμα, χωρίς όμως να καταφέρνουν πάντα να βρουν έναν ενιαίο υποκριτικό κώδικα.
Μικρά Όμορφα Άλογα
Σκηνοθεσία: Μιχάλη Κωνσταντάτος
Παίζουν: Γιώτα Αργυροπούλου, Δημήτρης Λάλος, Κατερίνα Διδασκάλου, Δημήτρης Καταλειφός
Περίληψη: Μετά από μια απότομη αλλαγή στη ζωή τους, η Αλίκη και ο Πέτρος βρίσκουν πρόσκαιρο καταφύγιο σε μια επαρχιακή πόλη μαζί με τον μικρό τους γιο. Και οι δύο έχουν βρει προσωρινές δουλειές, μιας και κατά βάση θέλουν να επιστρέψουν γρήγορα και μόνιμα στην Αθήνα. Γρήγορα όμως η απόσταση ανάμεσά τους μεγαλώνει τόσο, που κινδυνεύουν να παγιδευτούν σε έναν ιστό από ψέματα, που οι ίδιοι έφτιαξαν.
Μετά από το «Luton» ο Μιχάλης Κωνσταντάτος επιστρέφει με ένα ατμοσφαιρικό ψυχολογικό θρίλερ, που δεν του λείπει η ένταση και ο κοινωνικός σχολιασμός.
Η Αλίκη και ο Πέτρος είναι ένα ζευγάρι που βιώνει μια μεγάλη αλλαγή. Εκείνη είναι αναισθησιολόγος, εκείνος σύμβουλος επενδύσεων, όμως οι συνθήκες τούς αναγκάζουν να μετακομίσουν σε μια μικρή επαρχιακή πόλη, εγκαταλείποντας τη ζωή που είχαν συνηθίσει. Κοινωνικά και οικονομικά εξαθλιωμένοι, ζουν σε ένα μικρό σπίτι, ενώ παράλληλα εκμεταλλεύονται την πολυτελή βίλα που φροντίζει ο Πέτρος, όταν η πλούσια ιδιοκτήτριά της λείπει. Προσπαθώντας να επουλώσουν τις πληγές, που έχει αφήσει η απότομη ανατροπή της καθημερινότητάς τους στη σχέση τους, βρίσκονται μπλεγμένοι σε έναν ιστό από ψέματα, που ίδιοι δημιούργησαν.
Ο Κωνσταντάτος εύστοχα αποτυπώνει τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης μέσα από την πορεία ενός ζευγαριού, που φτιάχνει μια δική του επίπλαστη ουτοπία ως αντίβαρο στη νέα πραγματικότητα που καλείται να αντιμετωπίσει, και καταγράφει τη φτωχοποίηση της μεσοαστικής τάξης. Ταυτόχρονα στοχάζεται σε σχέση για την αλλοτρίωση του σύγχρονου ανθρώπου, που δεν μπορεί να απολαύσει την ομορφιά, παρά μόνο αν αυτή συνδέεται με υλικά αγαθά: έτσι το ειδυλλιακό τοπίο, ο καθαρός αέρας και η ηρεμία μιας ζωής μακριά από τον αγχωτικό ρυθμό μιας πόλης, δεν λένε απολύτως τίποτα στους κεντρικούς ήρωες, ούτε όμως και στο παιδί τους, αφού τελικά και οι τρεις δυστυχούν.
Χτίζοντας λεπτό προς λεπτό το σασπένς και αξιοποιώντας το στιλιζάρισμα του weird wave, ο Κωνσταντάτος δημιουργεί αινιγματικές ατμόσφαιρες, όπου σε κάθε πλάνο ελλοχεύει ένας αόρατος κίνδυνος, και ο Δημήτρης Λάλος με την Γιώτα Αργυροπούλου με εξαιρετική χημεία μεταξύ τους ακολουθούν με ακρίβεια και εσωτερική ένταση το όραμά του, που αν και οδηγείται σε ένα μάλλον προβλέψιμο φινάλε, παραμένει γοητευτικό ως το τέλος.
Πράσινη Θάλασσα
Σκηνοθεσία: Αγγελική Αντωνίου
Παίζουν: Αγγελική Παπούλια, Γιάννης Τσορτέκης, Τάσος Παλαντζίδης, Χρήστος Κοντογιώργης
Περίληψη: H Άννα, μια μυστηριώδης γυναίκα χωρίς μνήμη, αγωνίζεται να επανασυνδεθεί με το παρελθόν της. Στην κουζίνα της ταβέρνας του μοναχικού Ρούλα, κοντά στο λιμάνι, όπου βρίσκει καταφύγιο, ανάμεσα στις μυρωδιές των μπαχαρικών και τις παλιές συνταγές, η μαγειρική τής ξυπνά αναμνήσεις και θεραπεύει. Η ζεστή αγκαλιά των θαμώνων και ο έρωτας τη βοηθούν να ξεκινήσει μια νέα ζωή, μέχρι που ο Ρούλα ανακαλύπτει την αληθινή της ταυτότητα.
Η Αγγελική Αντωνίου μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη το αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα της Ευγενίας Φακίνου «Για να δει τη θάλασσα».
Η γνωστή συγγραφέας μετά από ένα πρόβλημα υγείας αντιμετώπιζε θέματα με τη μνήμη της. Η ίδια ξαναβρήκε τον εαυτό της, όπως λέει, «μέσα στη συγγραφική της κουζίνα». Η ηρωίδα της, η Άννα, που πάσχει από αμνησία, αναζητάει την ταυτότητά της σε ένα παραθαλάσσιο ταβερνάκι, όπου συχνάζουν ως επί πλείστον εργάτες από τα ναυπηγεία. Αν και η ίδια έχει χάσει τη γεύση της, μπορεί ακόμα να μαγειρεύει υπέροχα, ξυπνώντας παλιές αναμνήσεις στους θαμώνες της ταβέρνας του Ρούλα, ενός άνδρα που πίσω από το σκληρό του προσωπείο κρύβει τα δικά του τραύματα. Στην παρέα, προστίθεται κι ένας ηλικιωμένος ζωγράφος, που τους χαρίζει την αθανασία, μέσα από έναν πίνακα. Όταν όμως ο Ρούλας ανακαλύψει την πραγματική ταυτότητα της Άννας, τα πράγματα αλλάζουν.
Η Αντωνίου στη δεύτερη μεγάλου μήκους της μετά από το «Eduart» και αφού έχει διαγράψει μια καλή πορεία στον χώρο των ντοκιμαντέρ («Άγνωστοι Αθηναίοι») επιστρέφει στη μυθοπλασία μέσα από ένα καλοφτιαγμένο γλυκόπικρο παραμύθι, που μιλάει για την ανάγκη για επικοινωνία -είτε αυτή γίνεται με λέξεις, είτε με νόστιμα φαγητά, είτε μέσω της τέχνης. Με άξονα κυρίως την εξαιρετική ερμηνεία της Αγγελικής Παπούλια, που δίνει έναν μυστηριώδη αέρα στην αμνησιακή ηρωίδα της, αλλά και του αφοπλιστικού Γιάννη Τσορτέκη, η σκηνοθέτις ακολουθεί μια στρωτή αφήγηση, χωρίς μεγάλες εκπλήξεις, αφήνοντας όμως σε δεύτερη μοίρα τους υπολοίπους χαρακτήρες της ιστορίας της.
Ένας ήσυχος άνθρωπος
Σκηνοθεσία: Τάσος Γερακίνης
Παίζουν: Τάκης Σακελλαρίου, Κατερίνα Παπαναστασάτου Χρήστος Στρέπκος, Γιώργος Σουξές, Νικόλας Κασάπης
Περίληψη: Ένας φιλήσυχος οινοποιός, ο οποίος ζει απομονωμένος σ’ ένα ακριτικό νησί με την τριαντάχρονη κόρη του Σοφία, πέφτει θύμα ομηρίας από έναν επικίνδυνο δραπέτη. Προσπαθώντας να προστατεύσει την κόρη του από την εμπλοκή της με τον κακοποιό, αλλά και από τη σύγκρουση με τον πρώην πεθερό της, ξεπερνάει τα όριά του και υπομένει στωικά τις συνέπειες.
Ο Τάσος Γερακίνης υπογράφει ένα νησιωτικό νέο-γουέστερν, γυρισμένο στη Σκύρο, που διερευνά τα όρια της ανθρώπινης φύσης.
Ένας καταχρεωμένος και χήρος οινοποιός ζει σε ένα ακριτικό νησί. Ήσυχος και στωικός προσπαθεί να αναστήσει την επιχείρησή του και ταυτόχρονα να αποκαταστήσει τη σχέση του με την κόρη του, την Σοφία. Εκείνη με τη σειρά της ασφυκτιά μέσα σε έναν γάμο συμφέροντος και κάνει τα πάντα για να βρίσκει διεξόδους ελευθερίας, προκαλώντας τα κακόβουλα κουτσομπολιά της μικρής τους κοινωνίας. Μια μέρα, ένας επικίνδυνος δραπέτης που προσπαθεί να αποδράσει στη γείτονα χώρα, εισβάλλει στις ζωές τους. Σε μια κατάσταση ομηρίας, ο Μάκης, προκειμένου να προστατέψει την κόρη του και να την απομακρύνει από αυτό τον άγνωστο άνδρα, θα ξεπεράσει τα όριά του, αποδεχόμενος τις συνέπειες των πράξεών του.
Ο Τάσος Γερακίνης και ο Χρήστος Στρέπκος με τη συνδρομή της Κατερίνας Παναστασάτου στο σενάριο δομούν ένα αγωνιώδες θρίλερ, που οι ήρωές τους, εγκλωβισμένοι σε προκαταλήψεις αλλά και στα δικά τους λάθη, έρχονται αντιμέτωποι με τις αποφάσεις και τις επιλογές τους. Τα κλειστοφοβικά εσωτερικά πλάνα, όσο και τα υπέροχα άγρια τοπία που έχουν επιλεγεί, σηματοδοτούν την εσωτερική φυλακή των ηρώων, αλλά και την προσπάθειά τους να βρουν το δικό τους φως.
Χωρίς να δικαιολογεί τις πράξεις τους, ο Γερακίνης στο σκηνοθετικό του ντεμπούτο αποτυπώνει την ελληνική επαρχία, αποφεύγοντας το φολκλόρ, στέκεται απέναντι στα γεγονότα και με αντικειμενική ματιά παρατηρεί τους ήρωες του να ξεπερνούν τη λεγόμενη «κόκκινη γραμμή» μέσα από ένα σφιχτό και καλοδουλεμένο θρίλερ, που δεν προτείνει λύσεις, αλλά αφήνει τον θεατή να αποφασίσει
Παίζονται ακόμα:
Λούγκερ
Σκηνοθεσία: Κώστα Χαραλάμπους
Παίζουν: Τάσος Νούσιας, Στεφανία Γουλιώτη, Ερρίκος Λίτσης, Μαίρη Σταυρακέλλη, Κυριακή Γάσπαρη, Νίκος Χίλιος
Περίληψη: Η περιπετειώδης πορεία μιας οικογένειας, μετά την Κατοχή, μέχρι και τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’80.
Ο Κώστας Χαραλάμπους υπογράφει ένα οικογενειακό δράμα εποχής, που αφηγείται την Ιστορία της μεταπολεμικής Ελλάδας.
Η οικογένεια Αγγελιδάκη αποτελεί μια μικρογραφία της χώρας μας, που πάσχιζε, όπως κι εκείνη, να ανέβει και να ορθοποδήσει. Κατόρθωσε να αποκτήσει χρήματα μέσω του εμπορίου πετρελαίου και σύντομα έγινε παντοδύναμη. Οι σχέσεις των μελών της οικογένειας όμως δεν μπόρεσαν με το πέρασμα του χρόνου να μείνουν αλώβητες. Ξεκινώντας από την αγάπη και την αλληλεγγύη κατέληξαν στον εγωισμό και στην καχυποψία, αποδεικνύοντας ότι τίποτα δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένο.
Ο Χαραλάμπους («Δεμένη Κόκκινη Κλωστή», «Αγάπη στα 16») επιστρέφει με ένα δράμα που εξελίσσεται παράλληλα με κομβικά γεγονότα της νεότερης ελληνικής ιστορίας, επικεντρωμένο στην άνοδο και παρακμή μιας πανίσχυρης δυναστείας. Από την Κατοχή μέχρι την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία, ο δημιουργός μέσα από τις σχέσεις των ηρώων του παρακολουθεί και καταγραφεί τη διαβρωτική δύναμη του χρήματος.
Ενακάντο: ένας κόσμος μαγικός(Encanto)
Σκηνοθεσία: Τζάρεντ Μπους, Μπάιρον Χάουαρντ, Σαρίζ Κάστρο Σμιθ
Με τις φωνές των (στα ελληνικά): Βίνας Παπαδοπούλου, Γιάννη Στεφόπουλου, Χαράς Ζησιμάτου, Ελένης Δελακούρα, Αποστόλη Ψυχράμη, Κωνσταντίνου Ρεπάνη κ.ά.
Περίληψη: Η οικογένεια των Μαδριγάλ ζει σε ένα μαγεμένο μέρος που λέγεται Ενκάντο. Η μαγεία του παράξενου αυτού μέρους έχει ευλογήσει κάθε παιδί της οικογένειας µε ένα μοναδικό χάρισμα, µε εξαίρεση τη Μιραµπέλ. Όταν εκείνη ανακαλύψει ότι το Ενκάντο απειλείται, αποφασίζει να αναλάβει δράση.
Animation της Disney με ηρωίδα ένα κορίτσι που δεν έχει μαγικές δυνάμεις, αλλά μπορεί να κάνει θαύματα.
Μια ευτυχισμένη μα ασυνήθιστη οικογένεια ζει κρυμμένη στα βουνά της Κολομβίας σε ένα μαγικό σπίτι, που βρίσκεται στο φανταστικό μέρος Ενκάντο. Η μαγεία αυτού του τόπου έχει ως αποτέλεσμα τα παιδιά στην οικογένεια να είναι ευλογημένα με ένα μοναδικό μαγικό δώρο. Όλα εκτός από ένα, την Μίραμπελ, που όμως έχει αποδεχτεί το «μειονέκτημά της». Μια μέρα, η μικρή Μίραμπελ ανακαλύπτει πως η μαγεία της οικογένειάς της βρίσκεται σε κίνδυνο και αποφασίζει πως εκείνη, ως η μόνη που δεν έχει κάποιο χάρισμα, μπορεί να είναι η τελευταία ελπίδα σωτηρίας για τους δικούς της.
Οι δηµιουργοί της «Βαϊάνα» και της «Ζωούπολης» ενώνουν τις δυνάμεις τους µε τον Λιν –Εμάνουελ Μιράντα, που υπογράφει τα τραγούδια, και παρουσιάζουν ένα θέαμα για όλη την οικογένεια κατάλληλο για να μας βάλει σε χριστουγεννιάτικο κλίμα. Με φόντο την Κολομβία, η ταινία ασπάζεται τη διαφορετικότητα, την κουλτούρα και φυσικά τη μουσική της Λατινικής Αμερικής. Το χωριό μάλιστα όπου ζουν οι Μαδριγάλ έχει εμπνευστεί από μια πραγματική περιοχή της Κολομβίας, την περιοχή του καφέ Eje Cafetero. Επιπλέον, ενσωματώνει από στοιχείο του μαγικού ρεαλισμού, που είναι το σήμα κατατεθέν του συγγραφέα Γκάμπριελ Γκαρσία Μάρκες.
Τα όριά μας
Σκηνοθεσία: Δημήτρης Γιατζουζάκης
Συμμετέχουν: Γιάννης Χατζήμπεης, Μελίνα, Φίλιππος, Θοδωρής και Κοραλία Χατζήμπεη, Μαρία Φωλά, Γιώργος Μαθάς, Βασίλης Κρομμύδας, Χρήστος Γείτονας, Γρηγόρης Σκουλαρίκης, Ντενίζ Δημάκη, Νίκος Κουμπενάκης, Βαγ-γέλης Μπάρλας, Γεράσιμος Κορδάτος, Νίκος Πατεράκης, Σάκης Κωστάρης, Μαριάννα Μπατσαλιά, Κώστας Φύκας, Σωκράτης Πλιάκος, Δημοσθένης Μιχαλεντζάκης, Κάρα-μπετ Τουρακιάν, Πελαγία και Λευτέρης Φετζιάν
Περίληψη: Ντοκιμαντέρ για τον αγώνα IRONMAN, μια από τις πιο εξαντλητικές ψυχο-σωματικές δοκιμασίες που μπορεί να αντέξει κανείς σε μια μέρα.
Το ντοκιμαντέρ του Δημήτρη Γιατζουζάκη εξερευνά πώς και εάν τα παιδιά μπορούν να καταλάβουν την ιδέα του ακραίου τριάθλου, που τόσο πολύ γοητεύει τους μεγάλους.
Ένας αθλητής με αναπηρία πηγαίνει την επτάχρονη κόρη του και τον πεντάχρονο γιο του να τρέξουν έναν από τους πρώτους τους αγώνες παιδικού τριάθλου και θυμάται τον πιο δύσκολο αγώνα που έχει κάνει ποτέ, ένα IRONMAN: έναν αγώνα που περιλαμβάνει 3,86χλμ. κολύμβηση, 180 χλμ. ποδήλατο και τα 42 χλμ. ενός Μαραθωνίου.
«Καθώς μένω στο ισόγειο μιας διπλοκατοικίας θυμάμαι το 2006, από το παράθυρο του γραφείου μου, να βλέπω τα πρωινά τον νέο ενοικιαστή του πάνω ορόφου, πότε να φεύγει για τρέξιμο και πότε, με μια τσάντα στον ώμο, να φεύγει για το κολυμβητήριο. Ανάμεσα στις κουβέντες για το τι θα κάνουμε με τον καυστήρα και πότε θα αγοράσουμε πετρέλαιο αποκαλύφθηκε πως ήταν ο πρώτος Έλληνας αθλητής με αναπηρία που διέσχισε, κολυμπώντας τα 26 χιλιόμετρα του Τορωναίου κόλπου. Ήταν ο Γιάννης Χατζήμπεης. Τρία χρόνια πριν, τον Σεπτέμβριο του 2003, είχε συλλάβει, οργανώσει και κολυμπήσει μαζί με άλλους τέσσερις αθλητές με αναπηρία, το “Αιγαίαθλον”. Μια μαραθώνια κολυμβητική σκυταλοδρομία ανοιχτής θαλάσσης από το Σούνιο μέχρι τη Μήλο (140 χλμ), που είχε σκοπό να περάσει μηνύματα για τους Παραολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας το 2004.
Αργότερα, καλεσμένος στα γενέθλια του Γιάννη, στον απάνω όροφο, γνώρισα κάποιους απ’ αυτούς τους ανθρώπους, που έχουν παίξει σημαντικό ρόλο στην προώθηση του αθλητισμού για Άτομα Με Αναπηρία στη χώρα μας. Τον Σάκη Κωστάρη, τον Νίκο Πατεράκη και τον προπονητή Γιώργο Μαθά, τον πρώτο έλληνα που διέσχισε επίσημα τη Μάγχη μετά τον Ιάσωνα Ζηργάνο.
Πράγματι, ενώ οι πρώτοι Παραολυμπιακοί αγώνες έγιναν στη Ρώμη το 1960, στην Ελλάδα άργησε να διαδοθεί ο θεσμός και να γίνουν «προσβάσιμα» τα αθλήματα. Ο Γιάννης, που γεννήθηκε με αναπηρία στο αριστερό χέρι, κολυμπούσε χιλιόμετρα στην ανοιχτή θάλασσα από παιδί. Έβαζε και ένα κέρμα στο μαγιό του για το λεωφορείο της επιστροφής. Γράφτηκε σε ομάδα κολύμβησης, αλλά ο προπονητής τον έδιωξε, αφού δεν ήταν αρκετά ανταγωνιστικός όσο τα αρτιμελή παιδιά. Αυτό δεν τον εμπόδισε, μαζί με τον Σάκη Κωστάρη, τον Νίκο Πατεράκη και αργότερα τον Γιώργο Μαθά ως προπονητή, να κάνουν διεθνή κολυμβητική καριέρα και να διακριθούν σε πανευρωπαϊκές και παγκόσμιες διοργανώσεις. Με εντυπωσίασε τότε η λάμψη, το χιούμορ και το πνεύμα τους. Κατάλαβα πόσο σημαντικά είναι τα ψυχικά τους αποθέματα για να κατορθώσουν τα απίστευτα πράγματα που έχουν κάνει. Δεν ήξερα εάν είχαν δημιουργήσει αυτά τα αποθέματα λόγω αναπηρίας, ή εάν τα είχαν έτσι κι αλλιώς από τη φύση τους, όπως ο προπονητής τους, ο Γιώργος Μαθάς, που είναι αρτιμελής. Ο αποκαλούμενος και “Πάπας της μαραθώνιας κολύμβησης ” είχε την ίδια εξυπνάδα, απλότητα και παιδική αγνότητα. Δεκατέσσερα χρόνια αργότερα, αυτά τα χαρακτηριστικά είναι σαν να έγιναν η μουσική των 78 λεπτών του ντοκιμαντέρ, που ολοκληρώσαμε με τον Γιάννη», σημειώνει χαρακτηριστικά ο δημιουργός.
Προβολές: 27 και 28 Νοεμβρίου στον Δαναό, από τις 29 Νοεμβρίου στην Ταινιοθήκη
Στις προβολές της πρώτης εβδομάδας ο Γιάννης Χατζήμπεης και ο Δημήτρης Γιατζουζάκης θα είναι παρόντες (μαζί ή εναλλάξ) για συζήτηση με το κοινό.
Κλαδί στη φωτιά
Σκηνοθεσία: Κωνσταντίνος Μουρατίδης
Παίζουν: Σπύρος Μπιμπίλας, Μαρία Καραβία, Γενοβέφα Κτενίδου
Περίληψη: Μια μητέρα με την κόρη της μετακομίζουν στην κωμόπολη Καλλιθέα από την Αθήνα. Ένα έγκλημα τους προγόνου τους τις ακολουθεί είκοσι πέντε χρόνια μετά.
Το σκηνοθετικό ντεμπούτο του Κωνσταντίνού Μουρατίδη, με τον Σπύρο Μπιμπίλα.
Η Δήμητρα και η κόρη της ξεκινούν μια νέα ζωή στην κωμόπολη Καλλιθέα. Όμως ένα σκάνδαλο του παρελθόντος βαραίνει το όνομά τους. Η δολιοφθορά του προγόνου τους στις εγκαταστάσεις του μεταλλείου της περιοχής προκάλεσε καταστροφές, που άφησαν ανεξίτηλα σημάδια στην τοπική κοινωνία και στις μνήμες των κατοίκων. Ένα μυστικό πέρασμα, το ημερολόγιο ενός προγόνου, ο φυγάς μπάτλερ και μια σκληρή γυναίκα θα αποκαλύψουν άγνωστες πτυχές του εγκλήματος. Γιατί τίποτα δεν έχει τελειώσει, όταν κάποιοι θυμούνται...
Επαναπροβολή:
Απελευθέρωση: Φλεγόμενο Τόξο (Osvobozhdenie: Ognennaya duga)
Σκηνοθεσία: Γιούρι Οζέροβ
Παίζουν: Βλαντιμίρ Σαμοήλοβ, Λαρίσα Γκολουμπκίνα, Μπόρις Σάιντενμπεργκ, Νικολαί Ολιάλιν, Σέργκεϊ Νικολένκο
Περίληψη: Η πρώτη από τις πέντε ταινίες της επικής πενταλογίας «Η Απελευθέρωση», που έγινε κατά παραγγελία της Σοβιετικής ηγεσίας.
Το πρώτο μέρος της πενταλογίας του Γιούρι Οζέροβ, στο οποίο απεικονίζεται η σοβιετική επίθεση στο Κουρσκ απέναντι στις ναζιστικές δυνάμεις, οι οποίες συγκεντρώθηκαν στην περιοχή για μια άγρια μάχη το καλοκαίρι του 1943.
Αφού οι Σοβιετικοί ειδοποιηθούν για την επικείμενη γερμανική επίθεση στο Κουρσκ, εξαπολύουν ένα προληπτικό χτύπημα πυροβολικού, καθυστερώντας τον εχθρό. Το τάγμα του αντισυνταγματάρχη Λούκιν – με επικεφαλής τους αξιωματικούς Τζβετάεφ, Ορλόφ και Μαξίμοφ – συμμετέχει στη μάχη, καθώς και το τανκ του υπολοχαγού Βασίλιεφ. Η σοβιετική αντεπίθεση είναι σε επιφυλακή και οι Γιουγκοσλάβοι παρτιζάνοι ετοιμοπόλεμοι.
Αφηγούμενη τα πραγματικά ιστορικά γεγονότα, πάντα από την πλευρά του Κόκκινου Στρατού, η ταινία καταπιάνεται με τη μεγαλειώδη μάχη στο Κουρσκ, το καλοκαίρι του 1943, που θεωρείται και η μεγαλύτερη με χρήση τανκ στην ιστορία του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Οι προσωπικές ιστορίες των ηρώων συνδυάζονται με εξαιρετικές σκηνές μάχης, ενώ εμφανίζεται- μάλιστα για πρώτη φορά στην οθόνη- και ο πρώην υποστράτηγος Βλάσοφ. Ήταν μεγάλη επιτυχία για τον Οζέροφ το γεγονός ότι του επετράπη αυτή η μοναδική σκηνή με τον Βλάσοφ στο στρατόπεδο του Σαχσενχάουζεν, όπου συνομιλεί με τον γιο του Στάλιν, Γιάκοβ Τζουγκασβίλι. Η συμμετοχή του αξιωματικού επιτράπηκε με την προϋπόθεση ότι το όνομά του δεν θα αναφερόταν πουθενά, όχι μόνο στην ταινία, αλλά και στο πλατό. Γι’ αυτό τον λόγο ο χαρακτήρας του έλαβε το κωδικό όνομα «General».