Helmut Newton: Ένα νέο λεύκωμα αποκαλύπτει την προκλητική και ρηξικέλευθη ματιά του εμβληματικού φωτογράφου
Οι διαχρονικές εικόνες του Helmut Newton, εκλεπτυσμένες και συγχρόνως προκλητικές, αποτελούν μια πλούσια καλλιτεχνική κληρονομιά.
Το νέο βιβλίο από τις εκδόσεις Taschen παρουσιάζει ένα εντυπωσιακό δείγμα της δουλειάς του, που εμπεριέχει επίσης μια εισαγωγή και ένα λεπτομερές βιογραφικό.
Οι εικόνες του, ασαφείς, με υπαινιγμούς αλλά και μέσα από το πρίσμα του κοινωνικού πλαισίου δελεάζουν και παράλληλα προκαλούν τους θεατές του. Σε αυτό το χαρτοφυλάκιο, η μοναδική οπτική του Νιούτον παρουσιάζεται ο χαρακτήρας των εικόνων του ξεδιπλώνοντας όλο το εύρος της δουλειάς του στους τομείς της μόδας και της προσωπογραφίας.
Αυτό το βιβλίο αποκαλύπτει την εξέλιξη του εμβληματικού φωτογράφου του οποίου ο φακός πλαισίωσε αμφιλεγόμενες αλλά καίριες πτυχές της υψηλής μόδας και της υψηλής κοινωνίας στις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα. Ο ίδιος επέβαλε τις δικές του προοπτικές και εμμονές, καθορίζοντας κυρίως την ιδέα του για μια ισχυρή γυναίκα με αυτοπεποίθηση. Μάλιστα αυτή η φιγούρα έγινε το πιο επίμονο θέμα του, που αναπτύχθηκε σε ερωτικά φορτισμένα σενάρια, τοποθετημένη σε σαγηνευτικά περιβάλλοντα όπως πολυτελή διαμερίσματα ή μεγαλόπρεπα ξενοδοχεία στο Παρίσι, το Μόντε Κάρλο και το Λος Άντζελες.
Από τα μέσα της δεκαετίας του '60, οι δυναμικές εικόνες του Νιούτον καθιέρωσαν τη φήμη του στον κόσμο της μόδας, οι οποίες δημοσιεύτηκαν σε κορυφαία περιοδικά, μεταξύ των οποίων Vogue Paris , Elle , Marie Claire , Nova , Queen και British Vogue. Από τα μέσα της δεκαετίας του '70 η φήμη του εκτοξεύθηκε μέσω των πρώτων βιβλίων και των εκθέσεων του. Οι εικόνες του απαθανατίζουν πρόσωπα της κοινωνίας, του κινηματογράφου και της μόδας όπως η πριγκίπισσα Καρολίνα του Μονακό, η Σαρλότ Ράμπλινγκ, η Παλόμα Πικάσο και ο Καρλ Λάγκερφελντ.
Ο φωτογράφος
Ο Helmut Newton (1920–2004) ήταν ένας από τους πιο σημαντικούς φωτογράφους όλων των εποχών. Απέκτησε για πρώτη φορά διεθνή φήμη τη δεκαετία του 1970 ενώ εργαζόταν κυρίως για τις διάφορες διεθνείς εκδόσεις της Vogue , όπου διακρίθηκε για τα αμφιλεγόμενα σενάρια του και την ικανότητά του να κάνει μια προσεκτικά σχεδιασμένη φωτογραφία να φαίνεται φρέσκια και δυναμική. Οι πολλοί τίτλοι και τα βραβεία του περιλαμβάνουν το Commandeur dans l'Ordre des Arts et des Lettres.
Οι φωτογραφίες που χαρακτηρίζουν τον Νιούτον, τόσο στη Vogue όσο και σε άλλα περιοδικά μόδας επικεντρώνονταν στα μακριά πόδια των μοντέλων που φορούσαν ψηλά τακούνια και σκούρα κραγιόν σε πισίνες, παραλίες ή lobby ξενοδοχείων.
Στο βιβλίο του "Helmut Newton Autobiography" του 2003, εξήγησε πώς οι εικόνες από το ηδονιστικό lifestyle των demimonde του Βερολίνου που γνώριζε ως παιδί, πέρασαν στο τελευταίο έργο του. Οι πανύψηλες γυναίκες ήταν μετενσαρκώσεις των μεγαλόσωμων υπηρετριών από την Πρωσία που εργάζονταν στο πλούσιο σπίτι του. «Στο λεξιλόγιό μου η λέξη “τέχνη” είναι μια πρόστυχη, βρώμικη λέξη» είχε δηλώσει στο παρελθόν. Ο φωτογράφος καταργεί την πραγματικότητα και εξυψώνει τον πόθο, χρησιμοποιώντας το στοιχείο της βίας, του σαδομαζοχισμού. Πίσω από κάθε του λήψη υποβόσκει και μία μικρή ιστορία, συνήθως αμφιλεγόμενη, βίαιη, σεξουαλικά φορτισμένη.
Ο Χέλμουτ Νιούτον έπασχε από αχρωματοψία. Είναι αυτό η ιδιαιτερότητά του που τον ώθησε στην προτίμηση έντονων χρωματικών αντιθέσεων και στην εκτύπωση ζωηρών χρωμάτων στις μεταγενέστερες έγχρωμες φωτογραφίες του.
Ο Νιούτον, ο οποίος αγόρασε την πρώτη του κάμερα το 1932, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη Γερμανία το 1938, όταν η ζωή άρχισε να γίνεται ολοένα και πιο επικίνδυνη για τους Εβραίους. Έφυγε με ένα πλοίο για την Κίνα, η οποία δεν είχε εβραϊκές ποσοστώσεις, αλλά την τελευταία στιγμή αποβιβάστηκε στη Σιγκαπούρη.
Όταν η Γερμανία εισέβαλε στη Γαλλία, οι Γερμανοί Εβραίοι χαρακτηρίστηκαν ως εχθροί του καθεστώτος στη Σιγκαπούρη. Το γερμανικό του διαβατήριο είχε λήξει και τον έστειλαν σε στρατόπεδο εξόντωσης κοντά στη Μελβούρνη. Όμως απελευθερώθηκε, υπηρέτησε στον αυστραλιανό στρατό και άρχισε να εργάζεται ως φωτογράφος, κάνοντας δουλειές για την Αυστραλιανή Vogue. Επέστρεψε στην Ευρώπη το 1961 και εργάστηκε για τη γαλλική, την αγγλική και την αμερικάνικη έκδοση της Vogue.
Ο Νιούτον συνάντησε τη γυναίκα που θα γινόταν σύζυγός του, ηθοποιό June Browne, στην Αυστραλία το 1946. Είχε πάει στο στούντιό του για μια φωτογράφιση, αλλά θα έμενε στο πλευρό του μέχρι το τέλος. Αργότερα η Jun έγινε φωτογράφος με μεγάλη επιτυχία και βρισκόταν πίσω από την υπογραφή Alice Springs. Οι φίλοι τους περιέγραφαν τον γάμο τους (δεν είχαν παιδιά) ως μια μεγάλη ερωτική σχέση.
Το ύφος του Νιούτον επηρέασε σκηνοθέτες όπως ο Stanley Kubrick, ο Brian de Palma και ο Roman Polanski, καθώς και φωτογράφους όπως ο David Bailey, ο Mario Testino και ο αργότερα ο Herb Ritts. Τα μοντέλα που λάτρεψαν τον Νιούτον (και τις λάτρεψε και αυτός) ήταν η Nadja Auerman, η Cindy Crawford, η Lisa Taylor και η ηθοποιός Charlotte Rampling.