The Watcher: Η ανατριχιαστική, αληθινή ιστορία πίσω από την καθηλωτική σειρά του Netflix

Ψυχολογικό θρίλερ, πραγματική ιστορία και Ryan Murphy σημαίνουν το τρίπτυχο της επιτυχίας. Η νέα επιτυχία του Netflix ακολουθεί ένα ζευγάρι στο σπίτι των ονείρων τους, που σύντομα μετατρέπεται σε εφιάλτη!

Το premise της μίνι σειράς βασίζεται στην αληθινή ιστορία του σπιτιού στην οδό 657 στο Γουέστφιλντ του Νιου Τζέρσι, όπως έγινε γνωστή το 2014. Η οικογένεια Μπράνοκ μετακομίζει στα προάστια, όπου ξαφνικά τα μέλη της οικογένειας αρχίζουν να λαμβάνουν δυσοίωνα γράμματα από κάποιον που αποκαλεί τον εαυτό του «Ο παρατηρητής» παρενοχλώντας τους. Παράλληλα, μια ακόμα -αληθινή- ιστορία κάνει την εμφάνισή της ήδη στο τρίτο επεισόδιο της σειράς, αυτή του Τζον Λιστ, που σκότωσε όλη την οικογένειά του προκειμένου να σώσει τις ψυχές τους και εξαφανίστηκε.

Το 2018 ο δημοσιογράφος Ριβς Γουίντεμαν δημοσίευσε ένα άρθρο με τίτλο “The Watcher” στο New York Magazine που περιγράφει την παρανοϊκή τροπή που πήρε η ζωή της οικογένειας Μπρόαντους, μόλις τρεις μέρες αφού αγόρασαν το νέο τους σπίτι. Το άρθρο αυτό ήταν η αφορμή για τον Ράιαν Μέρφι να δημιουργήσει μια σειρά, πιστή στην πραγματικότητα με ένα εξαιρετικό cast (Μπόμπι Καναβάλε, Ναόμι Γουότς).

Η πραγματική ιστορία όμως ξεκινάει ως εξής, ένα βράδυ ο Ντέρεκ Μπρόαντους, καθώς τελείωνε τις εργασίες στο νέο σπίτι άνοιξε το γραμματοκιβώτιο και βρήκε έναν λευκό φάκελο. Το γράμμα που περιείχε ήταν δακτυλογραφημένο και ξεκινούσε καλωσορίζοντας την οικογένεια στην γειτονιά της Λεωφόρου 657. Ο ανώνυμος όμως αποστολέας στην συνέχεια έγραφε «Πώς καταλήξατε εδώ; Μήπως η δύναμη που κατοικεί μέσα στο σπίτι σάς κάλεσε; [..] Το σπίτι ήταν αντικείμενο της οικογένειάς μου εδώ και δεκαετίες και καθώς πλησιάζουν τα 110α γενέθλιά του, μου ανατέθηκε να το παρακολουθώ και να περιμένω τη δεύτερη έλευσή του. Ο παππούς μου παρακολουθούσε το σπίτι τη δεκαετία του 1920 και ο πατέρας μου τη δεκαετία του 1960. Τώρα ήρθε η δική μου ώρα». Ο Παρατηρητής συνέχιζε, «Ξέρετε την ιστορία του σπιτιού; Γνωρίζετε τι κρύβεται μέσα στους τοίχους της Λεωφόρου 657; Γιατί βρίσκεστε εδώ; Θα το μάθω».

Στο πρώτο αυτό γράμμα αναφέρονταν οι ηλικίες των παιδιών της οικογένειας, ο αποστολέας μάλιστα φαίνεται να επέβλεπε από μακριά την ανακαίνιση στο σπίτι και να μην την ενέκρινε.

Η επιστολή κλείνει με αυτά τα λόγια «Ποιος είμαι; Εκατοντάδες αυτοκίνητα περνούν κάθε μέρα από την Λεωφόρο 657. Ίσως είμαι σε ένα από αυτά. Κοιτάξτε σε όλα τα παράθυρα που μπορείτε να δείτε από την Λεωφόρο 657. Ίσως είμαι σε ένα από αυτά. Καλώς ήρθατε φίλοι μου, καλώς ήρθατε. Ας αρχίσει το πάρτι». Ο Ντέρεκ κάλεσε αμέσως την αστυνομία.

The Watcher/ Φωτογραφία: IMDb

Το ζευγάρι μαθαίνει ότι και οι προηγούμενοι ιδιοκτήτες του σπιτιού, οι Γούντς, είχαν λάβει αντίστοιχο γράμμα ωστόσο δεν έδωσαν σημασία. Οι παλιοί και οι νέοι αγοραστές απευθύνθηκαν στις αρχές και ξεκίνησε άμεσα έρευνα. Όλοι μπήκαν στην λίστα των υπόπτων. Το δεύτερο γράμμα ήρθε δύο εβδομάδες αργότερα όπου ο Παρατηρητής αναφερόταν στα παιδιά της οικογένειας ως το «νέο αίμα» που του έφεραν. Η οικογένεια υπέθεσε ότι όλο αυτό ήταν μια καλοστημένη φάρσα από κάποιον δυσαρεστημένο πλειοδότη. Οι Γούντς όμως τους ενημέρωσαν ότι δεν υπήρξε ιδιαίτερος ανταγωνισμός για την αγορά του σπιτιού. Έτσι, η έρευνα επικεντρώθηκε στους γείτονες και συγκεκριμένα στην οικογένεια Λάνγκφορντ. Από τους παλαιότερους κατοίκους της λεωφόρου, ζούσαν εκεί από τη δεκαετία του ‘60 και άλλοι γείτονες τους χαρακτήρισαν περίεργους. Ο 60χρονος γόνος της οικογένειας Μάικλ Λάνγκφορντ θεωρήθηκε ο βασικός ύποπτος, καθώς στη διάρκεια της ανάκρισης τα λόγια του θύμισαν αυτά του Παρατηρητή, χωρίς όμως αρκετά ενοχοποιητικά στοιχεία αφέθηκε ελεύθερος.

Η ανησυχία της οικογένειας για την ασφάλειά της μεγαλώνει και ο Ντέρεκ αποφασίζει να περιφράξει το σπίτι με κάμερες και να συνεργαστεί με ιδιωτικούς ντετέκτιβ και πράκτορες του FBI. Η έρευνα δεν οδηγεί πουθενά και οι εντάσεις φουντώνουν. Δύο άλλοι γείτονες αποκαλύπτεται ότι είναι καταδικασμένοι παιδεραστές, ενώ οι εργάτες κάνουν λόγο για ένα ηλικιωμένο ζευγάρι το οποίο κοιτάει συνεχώς το σπίτι. Παράλληλα, οι Μπρόαντους κάνουν προσπάθειες να πουλήσουν το σπίτι, καμία όμως με επιτυχία. Αποφασίζουν να μηνύσουν τους προηγούμενους ιδιοκτήτες καθώς δεν τους ενημέρωσαν για τις επιστολές. Η μήνυση απορρίπτεται, διαρρέει στον Τύπο και δημοσιογράφοι περικυκλώνουν το σπίτι. Οι θεωρίες οργιάζουν, όλοι πιστεύουν ότι ξέρουν ποιος είναι ο Παρατηρητής. Οι αρχές αποκαλύπτουν ότι στο πρώτο γράμμα βρέθηκε γυναικείο γενετικό υλικό, έτσι περνάει από διαδικασία ταυτοποίησης η προηγούμενη ιδιοκτήτρια αλλά και η Μαρία Μπρόαντους. Ο ένοχος πάλι δεν βρέθηκε. Δεν είναι λίγοι αυτοί που πιστεύουν ότι η ίδια η οικογένεια κρύβεται πίσω απ’ όλα στην προσπάθεια της να βγάλει χρήματα από την επαναπώληση του σπιτιού.

Netflix

Μετά από μήνες, οι Μπρόαντους κατάφεραν να νοικιάσουν το σπίτι σε μια οικογένεια με μεγάλα παιδιά και δυο σκυλιά. Δεν άργησε να φτάσει το επόμενο γράμμα του Παρατηρητή. Αυτή τη φορά ήταν πολύ πιο επιθετικός, «Γυρίστε πίσω ηλίθιοι» έγραφε. Παραπονιόταν για την προσοχή των ΜΜΕ που είχαν φέρει οι Μπρόαντους στη «γειτονιά μου», αλλά πανηγύριζε για το πώς οι ντόπιοι είχαν «σώσει την ψυχή της Λεωφόρου 657 με τις εντολές μου». Αυτήν την φορά ο Παρατηρητής απείλησε ακόμη και με εκδίκηση τον Ντέρεκ και τη Μαρία, σχεδιάζοντας, όπως φαίνεται, το θάνατό τους: «Ίσως ένα αυτοκινητικό ατύχημα. Ίσως μια πυρκαγιά. Ίσως κάτι τόσο απλό όσο μια ήπια ασθένεια που δεν φαίνεται να περνάει ποτέ, αλλά σε κάνει να αισθάνεσαι άρρωστος μέρα με τη μέρα, μέρα με τη μέρα, μέρα με τη μέρα.[...] Αγαπημένοι που πεθαίνουν ξαφνικά. Αεροπορικά, τροχαία ατυχήματα. Κόκαλα που σπάνε». Η τέταρτη -και τελευταία- επιστολή τελείωνε με τον Παρατηρητή να δηλώνει: «Σας σιχαίνεται το σπίτι. Και ο Παρατηρητής κέρδισε».

Η ταυτότητα του ανθρώπου που παρενοχλούσε τους Μπρόαντους για τρία σχεδόν χρόνια δεν μαθεύτηκε ποτέ. Το καλοκαίρι του 2019 η οικογένεια πούλησε το σπίτι της Λεωφόρου 256 για 400.000 δολάρια λιγότερα από την αξία στην οποία το αγόρασαν. Με την πώληση έδωσαν στους νέους ιδιοκτήτες ένα σημείωμα και μια φωτογραφία των γραμμάτων του Παρατηρητή σε περίπτωση που δεχόντουσαν κάποιο γράμμα. Στο σημείωμα έγραφαν «Δεν σας ευχόμαστε τίποτα άλλο από την ειρήνη και την ησυχία που κάποτε ονειρευόμασταν σε αυτό το σπίτι». Τραυματισμένοι από την εμπειρία, οι Μπρόαντους δηλώνουν που δεν πρόκειται να δουν την σειρά στο Netflix, ούτε πρόκειται να βγάλουν χρήματα από αυτήν, αντίθετα προσπαθούν να ξεχάσουν την εμπειρία.

Με τα χρόνια δύο νέοι ύποπτοι προέκυψαν, ο Μάλκολμ Μάνιξ και ο γνωστός συγγραφέας Ρόμπερτ Κάπλοου. Το όνομα του πρώτου αποδείχθηκε ψευδώνυμο, ενώ ο δεύτερος δίδασκε σε ένα γυμνάσιο σε διπλανή πόλη και οι μαθητές του ισχυρίστηκαν ότι έστελνε επιστολές στο ίδιο το σπίτι στο Γουέστφιλντ, καθώς είχε μεγαλώσει εκεί, και όχι στους ιδιοκτήτες του. Ο Παρατηρητής παραμένει σιωπηλός τα τελευταία πέντε χρόνια, η ιστορία του όμως ακούγεται ολοένα και περισσότερο.