Οι δύο ταινίες που εντυπωσίασαν στο Φεστιβάλ Βερολίνου έφτασαν στις ελληνικές αίθουσες
Αυτήν την εβδομάδα, έρχονται δύο ταινίες που εντυπωσίασαν στο Φεστιβάλ Βερολίνου: «Η γυναίκα που έφυγε» από την Κορέα, που τιμήθηκε με Αργυρή Άρκτο το 2020, και μια σουρεαλιστική μαύρη κωμωδία από τη Ρουμανία, το «Ατυχές Πήδημα ή Παλαβό Πορνό» του Ράντου Ζούντε, που καταγράφοντας την πραγματικότητα εν μέσω πανδημίας απέσπασε φέτος τη Χρυσή Άρκτο.
Ατυχές Πήδημα ή Παλαβό Πορνό
(Babardeala cu Bucluc sau Porno Balamuc/ Bad Luck Banging or Loony Porn)
Σκηνοθεσία: Ράντου Ζούντε
Παίζουν: Κάτια Πασκάριου, Κλαούντια Ιερεμία, Ολίμπια Μάλαι, Νικοντίμ Ουνγκουρεάνου. Αλεξάντρου Ποτόσεαν
Περίληψη: Η Έμι, καθηγήτρια ιστορίας σε ένα πολύ καθωσπρέπει σχολείο, βλέπει την καριέρα και την υπόληψή της να απειλούνται, όταν διαρρέει στο ίντερνετ μια ερασιτεχνική ταινία ερωτικού περιεχομένου στην οποία πρωταγωνιστεί. Οργισμένοι γονείς απαιτούν την απόλυσή της, εκείνη όμως αρνείται να παραδώσει τα όπλα.
Η νέα ταινία του Ράντου Ζούντε μετά από το απολαυστικό «Αφερίμ» είναι η πρώτη -σκωπτική- κινηματογραφική καταγραφή της πανδημίας.
Η Έμι, μια καθηγήτρια σε ένα ευυπόληπτο και υψηλού κύρους σχολείο, βρίσκεται αντιμέτωπη με μια πρωτοφανή επίθεση, όταν ένα προσωπικό της βίντεο, όπου εμφανίζεται σε ερωτικές περιπτύξεις με τον σύζυγό της, διαρρέει στο διαδίκτυο. Ο σύλλογος γονέων και κηδεμόνων ζητάει την παραδειγματική της τιμωρία, οπότε εκείνη πρέπει να υπερασπιστεί τη δική της θέση σ' ένα λαϊκό δικαστήριο που στήνεται στον προαύλιο χώρο του σχολείο για να τηρούνται και τα υγειονομικά πρωτόκολλα.
Ο Ρουμάνος δημιουργός χωρίζει την ταινία του σε τρία μέρη: στο πρώτο η ηρωίδα του περιπλανιέται στο Βουκουρέστι, λίγο πριν από την επίμαχη συνεδρίαση, προσπαθώντας να σκεφτεί πώς θα αντιμετωπίσει την κατάσταση. Παρακολουθώντας την από μακριά, ο Ζούντε αποτυπώνει ανθρώπους με μάσκες λόγω της πανδημίας μέσα σε μια σύγχρονη μεγαλούπολη, όπου η βία ελλοχεύει σε κάθε γωνία: από τους οδηγούς που βρίζουν μανιασμένοι μέχρι τις σεξιστικές διαφημίσεις που φιγουράρουν σε όλη την πόλη. Το δεξιοτεχνικό ντοκιμαντερίστικο στιλ που επιλέγει εύστοχα αποτυπώνει όχι μόνο τη νέα, λόγω COVID-19, πραγματικότητα, αλλά και το χάος μια ολόκληρης κοινωνίας, που αναπόφευκτα θα σας θυμίσει οικεία κακά.
Το δεύτερο μέρος, που το ονομάζει «μικρό λεξικό ανεκδότων, σημείων και θαυμάτων», φαινομενικά καμία σχέση δεν έχει με την ιστορία του. Αντίθετα, πρόκειται για ένα κολάζ ιστορικών, πολιτιστικών, κοινωνιολογικών και πολιτικών γεγονότων που αφηγούνται την πορεία της χώρας, το πέρασμα από τον κομμουνισμό στον καπιταλισμό, τον ρόλο του χριστιανισμού και της Εκκλησίας στη διαμόρφωση του κράτους, μέχρι το πώς η Γαλλική Επανάσταση κατέληξε σε ένα κουτί με ακριβά εκλεράκια και η ρουμάνικη εξέγερση σε ένα μπουκάλι κρασί. Με βιτριολική διάθεση ο Ζούντε, μέσα από το πυρετικό μοντάζ, σχολιάζει και σατιρίζει το παρελθόν και το παρόν της Ρουμανίας και μαζί της Ευρώπης, αφήνοντας τον θεατή να κάνει τις δικές του συνδέσεις με την υπόθεση της ταλαιπωρημένης καθηγήτριάς του.
Έτσι, καταλήγει στο τρίτο μέρος, όπου η Έμι δέχεται τα πυρά οργισμένων γονέων, οι οποίοι τη θεωρούν παράδειγμα προς αποφυγή και την κατηγορούν για ανηθικότητα. Εκείνη με αναφορές στη δική τους ιστορία, επικαλούμενη τις εμβληματικές μορφές της ρουμάνικης λογοτεχνίας, αλλά και σημαντικές εκπαιδευτικές ιδέες, προσπαθεί να αποκαταστήσει την τιμή της. Όμως, οι αντίπαλοί της, που μοιάζουν πολύ πιο επικίνδυνοι για τα παιδιά απ' όσο εκείνη και το «παλαβό της πορνό» είναι άτεγκτοι. Εδώ, ο Ζούντε με πολιτική διαύγεια στήνει έναν καταπληκτικό αγώνα λόγου, όπου οι προκαταλήψεις συγκρούονται με τους θησαυρούς της παράδοσης και ο φανατισμός με τη λογική, επιστρατεύοντας το χιούμορ, για να καταλήξει σε ένα σουρεαλιστικό σαρκαστικό φινάλε, που λειτουργεί σχεδόν απελευθερωτικά.
Η Γυναίκα που έφυγε (Domangchin Yeoja/The Woman Who Ran)
Σκηνοθεσία: Χονγκ Σανγκ-σου
Παίζουν: Κιμ Μιν-χι, Σέο Γιουνγκ-γχουα, Σονγ Σέονγκ-μιν
Περίληψη: Όταν ο σύζυγός της φεύγει για δουλειές, η Γκαμχί στη διάρκεια ενός συναρπαστικού 24ώρου συναντά τρεις παλιές φίλες της που ζουν στις άκρες της μεγαλούπολης της Σεούλ. Μέσα από τις φιλικές συνομιλίες διαφαίνονται διαφορετικά ρεύματα που ρέουν ανεξάρτητα, τόσο πάνω όσο και κάτω από την επιφάνεια.
Μια κομψή δραμεντί για τα σύγχρονα αδιέξοδα από τον Νοτιοκορεάτη Χονγκ Σανγκ-σου, που κέρδισε την Αργυρή Άρκτο Καλύτερης Σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ Βερολίνου του 2020.
Η Γκάμχι είναι ανθοκόμος και παντρεμένη πέντε χρόνια, αλλά ποτέ δεν έχει αποχωριστεί τον σύζυγό της, ο οποίος πιστεύει ότι οι ερωτευμένοι πρέπει να ζουν συνέχεια μαζί και να μοιράζονται τα πάντα. Μια μέρα που εκείνος λείπει για δουλειές, η νεαρή γυναίκα επισκέπτεται στα προάστια της Σεούλ τρεις παλιές της γνωστές. Η πρώτη μόλις χώρισε, η δεύτερη είναι μια παλιά της φίλη με την οποία τη συνδέει το παρελθόν και η τρίτη κάποια με την οποία μάλλον οι σχέσεις τους έχουν διαταραχτεί.
Μέσα από αυτές τις χαμηλότονες συναντήσεις, που ο Χονγκ κινηματογραφεί με τη λογική ακίνητων κάδρων, ξεδιπλώνεται σταδιακά το νήμα της ζωής της Γκάμχι και συντίθεται το πορτρέτο τεσσάρων γυναικών, που έμαθαν να κρύβουν την αλήθεια τους και να ζουν με τα ματαιωμένα τους όνειρα. Με ένα υπαινικτικό και γεμάτο αμφισημίες ρεαλισμό, δίνοντας έμφαση στις «ασήμαντες» λεπτομέρειες και επενδύοντας στους πυκνούς διάλογους, ο Χονγκ, αλλά και η πρωταγωνίστριά του και σύντροφός του στην πραγματική ζωή Κιμ Μιν- χι συνεχώς μας κάνουν να αναρωτιόμαστε ποια είναι τελικά η γυναίκα που έφυγε, όπως υποδηλώνει ο τίτλος, και παραδίδουν μια μελαγχολική ελεγεία στην καθημερινότητα, που τελικά είναι μια συνιστώσα προσωπικών επιλογών και τυχαίων συγκυριών.
Μαζί, προβάλλεται η μικρού μήκους ταινία «À La Carte» των Ταξιάρχη Δεληγιάννη και Βασίλη Τσιουβάρα με πρωταγωνιστές τους Χρήστο Στέργιογλου και Αντώνη Μποσκοΐτη.