A year in movies -10 ταινίες που ξεχωρίσαμε το 2019
Μια πλούσια αριθμητικά όχι όμως και ποιοτικά χρονιά -με ελάχιστες εξαιρέσεις-, έφτασε στο τέλος της και ως είθισται έχει έρθει η ώρα για τον σινεφιλικό μας απολογισμό.
Καταρχάς, από τα πιο σημαντικά γεγονότα όχι μόνο του 2019, αλλά μάλλον ολόκληρης της δεκαετίας είναι η κορύφωση της διαμάχης κινηματογραφικών στούντιο και Netflix, με την δημοφιλή πλατφόρμα να προσεταιρίζεται ακόμα και μεγάλα ονόματα της Έβδομης Τέχνης, όπως ο Μάρτιν Σκορσέζε, να φτάνει στα Όσκαρ και να ανατρέπει τα δεδομένα.
Δίνοντας τον χώρο αλλά και τον χρόνο στους δημιουργούς να κάνουν ταινίες χωρίς το άγχος του «χρυσού ψαλιδιού», το Netflix συνέβαλε σε μια νέα τάση, αυτή των ταινιών μεγάλης διάρκειας. Οι δημιουργοί εκμεταλλευόμενοι την ευκαιρία, άσκησαν με τον δικό τους τρόπο πίεση στους παραγωγούς, αναγκάζοντάς τους να δεχτούν ταινίες που σε άλλες εποχές θεωρούνται απαγορευτικές για τις κινηματογραφικές αίθουσες. Το αποτέλεσμα, από τη μία, είναι οι σκηνοθέτες να λειτουργούν πιο ελεύθερα και χωρίς περιορισμούς -ή έστω τόσο μεγάλους όσους βίωναν στο παρελθόν- από την άλλη, όμως, αυτή η έλλειψη οικονομίας δεν έχει πάντα θετικό αποτέλεσμα στο καλλιτεχνικό τους έργο.
Δεύτερη κυρίαρχη τάση που ξεκίνησε από το Χόλυγουντ και το κίνημα #Metoo, είναι ταινίες που εστιάζουν στη θέση της γυναίκας σήμερα και στο παρελθόν και πραγματεύονται το ζήτημα της γυναικείας χειραφέτησης.
Μέσα σε αυτό το κλίμα, το θετικό είναι ότι δόθηκε η ευκαιρία σε γυναίκες δημιουργούς να επικρατήσουν στον κινηματογραφικό στίβο, κάτι που παλιότερα έμοιαζε σχεδόν απαγορευτικό.
Επίσης, από τη Μέκκα του κινηματογράφου, ξεκινάει και η πολιτική διάσταση ταινιών που έχουν να κάνουν με τον ρατσισμό και τη διαφορετικότητα, γεγονός που αφορμάται κατά βάση από τον «πόλεμο» που μαίνεται μεταξύ του Χόλυγουντ και του Αμερικανού Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ. Έτσι, είδαμε μια σειρά από ταινίες που έβγαλαν κακώς κείμενα στη φόρα, χωρίς περιστροφές, και τοποθετήθηκαν ανοιχτά κατά των πρακτικών της κυβέρνησης των ΗΠΑ. Από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, οι Ευρωπαίοι δημιουργοί στράφηκαν περισσότερο σε θέματα μετανάστευσης ή ακραίων κοινωνικών συμπεριφορών, προσεγγίζοντας με διαφορετικούς τρόπους τη σύγχρονη οδύσσεια των προσφύγων, αλλά και την κατακόρυφη έκρηξη βίας που παρατηρείται.
Παραδόξως το οικολογικό ζήτημα, ναι μεν θεωρείται φλέγον, δεν απασχόλησε, όμως, τους δημιουργούς στην έκταση που θα περίμενε κανείς, χωρίς φυσικά να λείπουν και κάποιες φωνές που καταπιάστηκαν με το θέμα της καταστροφής του πλανήτη.
Από τον ασιατικό κινηματογράφο τώρα, από όπου έχουμε και τις περισσότερες ενδιαφέρουσες ταινίες της χρονιάς, η ταξική πάλη και η σάτιρα ενός εύρωστου οικονομικά συστήματος που φέρνει τους ανθρώπους σε απελπιστική θέση, φαίνεται να επικρατεί, με μια διάθεση βιτριολικής κριτικής.
Σε επίπεδο αισθητικής, η κυρίαρχη τάση της χρονιάς θα λέγαμε ότι είναι η ανάμειξη των ειδών, αφού οι περισσότεροι δημιουργοί δείχνουν την επιθυμία να πειραματίζονται και να μην ακολουθούν τα παραδοσιακά ρεύματα. Κάπως έτσι λοιπόν επιλέξαμε κι εμείς τις δέκα ταινίες που κέρδισαν μια ιδιαίτερη θέση στην καρδιά μας από το 2019, ελπίζοντας σε μια πιο όμορφη -κινηματογραφικά κι όχι μόνο- νέα εποχή.
Πρώτος στη λίστα ο δικός μας Γιώργος Λάνθιμος με την «Ευνοούμενή» του, όχι μόνο γιατί κατάφερε να ξεπεράσει τα σύνορα της χώρας μας, πράγμα εξαιρετικά δύσκολο όπως έχει αποδείξει η Ιστορία, αλλά κυρίως γιατί αποδεικνύει χρόνο με τον χρόνο ότι μιλάμε για την περίπτωση ενός auteur που έχει πολλά να πει. Φωτίζοντας με τον δικό του ξεχωριστό τρόπο την απώλεια πένθους της σύγχρονης κοινωνίας, και αποτυπώνοντας την αρρώστια της συναισθηματικής κενότητας, ο Λάνθιμος στην «Ευνοούμενη» προχωράει την κινηματογραφική του σκέψη παραπέρα, καταγράφοντας με μοναδικό τρόπο τα παιχνίδια της εξουσίας. Με επιρροές από τον Στάνλεϊ Κιούμπρικ, αλλά ταυτόχρονα και πρωτότυπος, ο Λάνθιμος ενορχήστρωσε μια εξαιρετική γυναικεία τριπλέτα, στην πρώτη του ιστορική ταινία και πλέον δικαιωματικά θεωρείται ως ένας από τους καλύτερους νέους δημιουργούς παγκοσμίως.
Ο Χρυσός Φοίνικας του Φεστιβάλ Καννών 2019 πήγε στα «Παράσιτα» του Κορεάτη Μπονγκ Τζουν-χο, μια ταινία που κατά γενική ομολογία πέτυχε όσο καμιά την ανάμειξη των ειδών. Μαύρη κωμωδία, κοινωνικό θρίλερ, βιτριολική σάτιρα, σπλάτερ, όλα συνδυάζονται μοναδικά σε αυτή την αψεγάδιαστη παραβολή που με το εξαιρετικό της σενάριο και την δεξιοτεχνία της κινηματογράφησης ξεσκεπάζει τη σαθρότητα του σύγχρονου πολιτισμού, κάνοντάς μας να αναρωτιόμαστε για το ποια τελικά είναι τα παράσιτα.
Η ταινία φαινόμενο του 2019 αναμφίβολα είναι ο «Joker» του Τοντ Φίλιπςπου έσπασε ταμεία, ανατρέποντας την εικόνα του τρομερού κακού του Μπάτμαν. Μια αμιγώς πολιτική ταινία, που δανείζεται κάτι από τον σκοτεινό κόσμο των κόμικς, όμως προχωράει ένα βήμα παραπέρα παρουσιάζοντας και την άλλη πλευρά. Ποιος τελικά δημιουργεί το κακό στον κόσμο και πώς η κοινωνία ουσιαστικά ευθύνεται για τους Τζόκερ κάθε εποχής είναι ο άξονας του Φίλιπς, ενώ ο Χοακίν Φοίνιξ, αδυνατισμένος κατά 23 κιλά, δίνει ένα ρεσιτάλ ερμηνείας για να τοποθετηθεί πια στο πάνθεον των μεγάλων ηθοποιών.
Μια σημαντική γυναίκα δημιουργός, η Σελίν Σιαμά παραδίδει ένα κομψοτέχνημα πάνω στη γυναικεία χειραφέτηση μέσα από την ιστορία δυο γυναικών, που έζησαν ένα απαγορευμένο πάθος. Το «πορτρέτο μιας γυναίκας που φλέγεται» δίνει μια νέα διάσταση στη γυναικεία ψυχολογία μέσα από ένα στιλιστικά άρτιο δράμα, που περιλαμβάνει μια από τις πιο συγκινητικές σκηνές άμβλωσης που έχουν γυριστεί ποτέ.
Το τετράωρο αριστούργημα «Ένας Ελέφαντας Στέκεται Ακίνητος» του αυτόχειρα Χου Μπο, που έδωσε τέλος στη ζωή του αρνούμενος να υποταχθεί στις πιέσεις των στούντιο που ήθελαν να του μικρύνουν την ταινία, κουβαλάει την απόγνωση και την ποιητική μεγαλοφυΐα ενός δημιουργού, που αισθάνθηκε την ματαιότητα και την κατέγραψε με μια σοφή μελαγχολία λίγο πριν αποχαιρετήσει τον κόσμο.
Ο «Ιρλανδός» του Μάρτιν Σκορσέζε δεν θα μπορούσε να απουσιάζει από τη λίστα, καθώς ο σημαντικός Αμερικανός σκηνοθέτης, ένας ορκισμένος εραστής του κινηματογράφου, φαίνεται να αποχαιρετά μια ολόκληρη εποχή, υπογράφοντας μια ιστορία με μαφιόζους στα τελευταία τους με απόλυτα εξομολογητική διάθεση.
Η Λιβανέζα Ναντίν Λαμπακί -ηθοποιός που πέρασε πίσω από την κάμερα- περιπλανιέται με ντοκιμαντερίστικη διάθεση στις φτωχογειτονιές μιας «Καπερναούμ», όπου ζει ο δωδεκάχρονος Ζαϊν από τη Συρία, και φτιάχνει μια ταινία-γροθιά στο στομάχι με σκοπό να αφυπνίσει τον θεατή, χωρίς να φοβάται το μελοδραματικό στοιχείο.
Βαθιά προσωπικός ο μετρ του ισπανικού κινηματογράφου Πέδρο Αλμοδοβάρ, στο «Πόνος και δόξα» εκθέτει τους δαίμονές του και επουλώνει τις πληγές του, μέσα από μια ιστορία με αρκετά αυτοβιογραφικά στοιχεία, και επανασυνδέεται με τον αγαπημένο Αντόνιο Μπαντέρας, που ερμηνεύει υποδειγματικά έναν βετεράνο σκηνοθέτη, ο οποίος καλείται να αντιμετωπίσει τον χρόνο που περνάει.
O Νόα Μπάουμπακ αφηγείται με υποδειγματικό τρόπο την «Ιστορία ενός γάμου» περιγράφοντας την απώλεια, την εσωτερική διαδρομή δυο ανθρώπων που αγαπήθηκαν και χώρισαν, αλλά και τον κοινωνικό περίγυρο που παίζει τον δικό του ρόλο στην τελική διάλυση και συντριβή ενός ιδανικού ρομάντζου. Η εκπληκτική χημεία της Σκάρλετ Γιόχανσον και του Άνταμ Ντράιβερ συμβάλλει καταλυτικά στην ανθρωποκεντρική προσέγγιση του Αμερικανού δημιουργού, που έχοντας στα χέρια του μια συνηθισμένη ιστορία, φτιάχνει μια πραγματικά ασυνήθιστη ταινία.
Τέλος, ο Κουέντιν Ταραντίνο, αναπάντεχα συγκινητικός και παραδόξως συναισθηματικός, ξαναγράφει ένα κεφάλαιο της σύγχρονης Ιστορίας με το «Κάποτε στην Αμερική», αποτίοντας φόρο τιμής στα κινηματογραφικά παραμύθια αλλά και σε μια εποχή που χάθηκε ανεπιστρεπτί.