«Μη με λες κύριο»: Η ιστορία της Σταχτοπούτας σε μια σκληρή εκδοχή στην Βομβάη
Φαίνεται πως η μαγεία της μεγάλης οθόνης είχε λείψει στο σινεφίλ κοινό, που την προηγούμενη εβδομάδα γέμισε τους θερινούς κινηματογράφους.
Ετσι οι εταιρείες διανομής άρχισαν να ξεπερνούν δειλά δειλά τους φόβους λόγω κορωνοϊού κι αυτή την εβδομάδα, φέρνουν κοντά μας τον ανατρεπτικό «Πινόκιο» του Ματεό Γκαρόνε με τον Ρομπέρτο Μπενίνι στον ρόλο του Τζεπέτο αυτή τη φορά, μια συγκινητική ρομαντική δραμεντί made in India που διακρίθηκε στο φεστιβάλ Καννών, αλλά και μια κατασκοπική περιπέτεια του Ολιβιέ Ασαγιάς, που θα μας αποκαλύψει μια όχι και τόσο γνωστή πλευρά της Ιστορίας.
Μη με Λες Κύριο (Sir)
Σκηνοθεσία: Ροχένα Γκέρα
Παίζουν: Τιλοτάμα Σόμε, Βιβέκ Γκόμερ
Περίληψη: Ανάμεσα στους γυάλινους ουρανοξύστες του Μουμπάι, η Ράτνα εργάζεται ως εσωτερική οικιακή βοηθός για τον Ασουίν, ενός νέου εύπορης οικογένειας. Ο Ασουίν φαίνεται να τα έχει όλα, όμως η Ράτνα αισθάνεται την βαθιά μελαγχολία του και πως έχει εγκαταλείψει τα όνειρά του. Από την άλλη, εκείνη που φαίνεται πως δεν έχει τίποτα να χάσει, κυνηγά το όνειρό της να γίνει μια σχεδιάστρια μόδας γεμάτη αισιοδοξία. Όταν αυτοί οι αντίθετοι κόσμοι ενώνονται, οι δύο τους έρχονται πιο κοντά, όμως τα εμπόδια μεταξύ τους φαντάζουν ανυπέρβλητα.
Η ταλαντούχα Ροχένα Γκέρα υπογράφει μια σύγχρονη, αλλά αρκετά σκληρή εκδοχή μιας μοντέρνας Σταχτοπούτας με φόντο τις κοινωνικές ανισότητες στην Ινδία, αποσπώντας το Μεγάλο Βραβείο της Εβδομάδας Κριτικής στο Φεστιβάλ Καννών 2018.
Η Ράτνα έχει μεγαλώσει στην επαρχία, όπου οι προκαταλήψεις και η ταξική της καταγωγή της έχουν στερήσει το δικαίωμα να σπουδάσει και να επιλέξει τον άνδρα, που θέλει να μοιραστεί τη ζωή της. Έτσι, όταν ο σύζυγός της πεθάνει, βρίσκεται στο Μπουμπάι όπου εργάζεται ως υπηρέτρια στο σπίτι του πλούσιου Ασουίν. Εκείνος με τη σειρά του, υπακούοντας στις επιθυμίες της οικογένειάς του, έχει εγκαταλείψει το όνειρό του να γίνει συγγραφέας και περνάει κατάθλιψη μετά από τη ματαίωση ενός γάμου, που ποτέ δεν ήθελε επί της ουσίας. Η αισιόδοξη Ράτνα, που παρά τις αντιξοότητες συνεχίζει να χαμογελά και να αγωνίζεται, ενώ παράλληλα προσπαθεί να γίνει σχεδιάστρια μόδας, του κινεί την προσοχή και του δείχνει έναν κόσμο που αγνοούσε. Ανάμεσά τους θα γεννηθεί ένας μεγάλος έρωτας, όμως η τεράστια κοινωνική διαφορά που τους χωρίζει θα είναι για πάντα εμπόδιο.
Μέσα από σιωπές και τρυφερές παύσεις, η Γκέρα καταγράφει μια συγκινητική ιστορία αγάπης, που αν και φαινομενικά ακολουθεί τον δρόμο μιας ρομαντική δραμεντί, στην ουσία είναι πολλά περισσότερα. Οι κάστες της Ινδίας και οι μεγάλες ταξικές ανισότητες υπάρχουν σε κάθε πλάνο της, υπενθυμίζοντας συνεχώς πως τίποτα δεν μπορεί να υπάρξει εκτός του κοινωνικού πλαισίου. Έτσι μεταμορφώνει μια κλασική ιστορία, που έχουμε δει σε αμέτρητες παραλλαγές, αυτή του πλούσιου άντρα που ερωτεύεται μια φτωχή κοπέλα, σε ένα ευαίσθητο και ταυτόχρονα αδυσώπητα άγριο πορτρέτο μιας ολόκληρης χώρας, όπου η παράδοση από τη μία και η δύναμη του χρήματος από την άλλη δεν αφήνουν και πολλά περιθώρια στους ανθρώπους- και δη στις γυναίκες- να ζήσουν, από όποια πλευρά τελικά κι αν ανήκουν.
Με δυο εξαιρετικές ερμηνείες από τους πρωταγωνιστές, η Ινδή δημιουργός, που στην προηγούμενη δουλειά της- ένα ντοκιμαντέρ για τους γάμους στη Ινδία- είχε ασχοληθεί και πάλι με τη θέση των γυναικών -φτιάχνει μια απροσδόκητη ερωτική ιστορία, που στηρίζεται κυρίως την πνευματική επικοινωνία κι όχι στο πάθος, για να καταλήξει σε ένα εξίσου ανατρεπτικό αλλά απόλυτα ρεαλιστικό φινάλε, που θα σας κάνει να βουρκώσετε.
Πινόκιο (Pinocchio)
Σκηνοθεσία: Ματέο Γκαρόνε
Παίζουν: Ρομπέρτο Μπενίνι, Φεντερίκο Ιελάπι, Ρόκο Παπαλέο, Μάσιμο Τσεκερίνι, Μαρίν Βακτ, Τζίτζι Προϊέτι
Περίληψη: Ο Πινόκιο, μια μαριονέτα, αρχίζει να μιλάει και να συμπεριφέρεται σαν άνθρωπος. Ο δημιουργός του, ο Τζεπέτο, τον έχει σαν γιο του. Όταν ο μικρός αρχίσει τις περιπλανήσεις και χάσει το δρόμο του, θα αντιμετωπίσει ένα σωρό μπελάδες. Στο ταξίδι της αναζήτησης του εαυτού του, θα έχει για μοναδικό του σύμμαχο μια νεράιδα. Η επιθυμία του Πινόκιο όμως να μοιάσει στα υπόλοιπα αγόρια παραμένει…
Το γνωστό παραμύθι της ιταλικής λογοτεχνίας μεταμορφώνεται στα χέρια του Ματεό Γκαρόνε («Gomorra») σε ένα γκροτέσκ μαγικό κινηματογραφικό σύμπαν.
Βασισμένος στη σκοτεινή εκδοχή του Κάρλο Κολόντι κι όχι σε αυτή που ξέρουν οι περισσότεροι από τον Ντίσνεϊ, ο Γκαρόνε παρεμβαίνει στο εικαστικό μέρος, σχεδιάζοντας φιγούρες, τοπία και ενδύματα που παραπέμπουν σε γνωστές λογοτεχνικές αλληγορίες όπως «η Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων», δημιουργώντας έναν κόσμο που ακροβατεί ανάμεσα στον σουρεαλισμό και σε μια παραμορφωμένη εικόνα της πραγματικότητας, όμως ταιριάζει στην παιδική φαντασία.
Κι αυτή ακριβώς είναι και η πινελιά που ανανεώνει το δημοφιλές υλικό που έχει στα χέρια του. Εδώ λοιπόν ακόμα και ο Πινόκιο είναι «περίεργος», - ο μικρός πρωταγωνιστής που τον υποδύεται φέρει συνεχώς ένα ξύλινο προσωπείο- δεν μοιάζει και τόσο με γλυκό αγοράκι, παρά με μια μεσήλικη μαριονέτα, εμπνευσμένη από την βενετσιάνικη σχολή, όπως άλλωστε κι όλα τα υπόλοιπα πρόσωπα που τον περιβάλλουν. Ο πιο ανθρώπινος ήρωας είναι ο Τζεπέτο, που τον ερμηνεύει με γνήσια κωμική στόφα και μελαγχολία ο Ρομπέρτο Μπενίνι- να θυμίσουμε ότι το 2002 είχε ο ίδιος ερμηνεύσει τον Πινόκιο στη δική του ταινία, που όμως δεν είχε μεγάλη επιτυχία.
Παντρεύοντας το χτες με το σήμερα, ο Γκαρόνε δίνει μια νέα πνοή σε ένα κλασικό παραμύθι και παρά τις κάποιες μικρές κοιλιές στον ρυθμό του, συναρπάζει με την εικονοποιΐα του, που πάντα εκπλήσσει τον θεατή, οδηγώντας τον σε ένα παραισθησιογόνο ταξίδι με ψυχαναλυτικές προεκτάσεις και πολιτικές νύξεις, από αυτά που μόνο τα παλιά παραμύθια μπορούν να χαρίσουν.
Bloodshot
Σκηνοθεσία: Ντέιβ Γουίλσον
Παίζουν: Βιν Ντίζελ, Αϊζα Γκονζάλες, Σαμ Χιούαν, Τόμπι Κέμπελ, Γκάι Πιρς
Περίληψη: Ο Ρέι Γκάρισον είναι ένας στρατιώτης που σκοτώθηκε εν ώρα υπηρεσίας και επέστρεψε στη ζωή ως σούπερ ήρωας Bloodshot από μία εταιρεία με σκοτεινά κίνητρο. Με έναν στρατό νανοτεχνολογίας να ρέει στις φλέβες του, ο Bloodshot έχει μεταλλαχθεί σε μία ασταμάτητη δύναμη, ενώ είναι ικανός να επουλώνει τα τραύματά του. Δυστυχώς, η αναβάθμιση έχει αλλοιώσει το μυαλό και τις αναμνήσεις του. Καθώς ο Ρέι αρχίζει να θυμάται θραύσματα από την προηγούμενη ζωή του, συνειδητοποιεί ότι δεν μπορεί να ξέρει τι είναι αληθινό και τι όχι. Είναι όμως αποφασισμένος να πάρει ξανά τον έλεγχο της ζωής και του μυαλού του.
Ο Βιν Ντίζελ αυτή τη φορά καλείται να ερμηνεύσει έναν κόμικ υπερήρωα, τον αήττητο Bloodshot, που επανήλθε στη ζωή, χάρη στην προηγμένη και εφιαλτική τεχνολογία μιας αμφιλεγόμενης οργάνωσης.
Ο Ρέι Γκάρισον, ένας στρατιώτης, επιστρέφει από μια αποστολή του στην αγκαλιά της γυναίκας του. Κι ενώ το ζευγάρι ζει μια ειδυλλιακή βραδιά δολοφονείται από έναν ψυχοπαθή. Όμως ο Ρέι χάρη στην επέμβαση ενός γιατρού που ανήκει σε μια ύποπτη εταιρεία θα επιστρέψει στη ζωή ως σούπερ ήρωας. Το όνομά του είναι Bloodshoot, οι δυνάμεις τους υπερφυσικές, ενώ επίσης έχει και την ικανότητα της αυτοίασης. Η αναβάθμισή του όμως του έχει στοιχίσει τις αναμνήσεις. Το μόνο που θυμάται είναι η γυναίκα του και ο δολοφόνος της, κι αυτό είναι αρκετό για να πάρει την εκδίκησή του.
Η σειρά κόμικς της Valiant από τη δεκαετία του ’90 φιλοδοξεί μάλλον να συναγωνιστεί το κινηματογραφικό σύμπαν της Marvel, χωρίς όμως να καταφέρνει να ξεπεράσει τα στενά πλαίσια μιας τυπικής- και αρκετά παρωχημένης- ταινίας δράσης. Η παρουσία του Ντίζελ που επαναλαμβάνει τον εαυτό του, όπως ακριβώς τον ξέρουμε δηλαδή από το «Fast and furious», κάνει όλα όσα περιμένουν οι φαν του: παίζει ξύλο, συμμετέχει σε καταδιώξεις, εκτελεί με επαγγελματισμό stunts, χωρίς όμως αυτή τη φορά να είναι τόσο διασκεδαστικός.
Το σενάριο από την άλλη, ακολουθεί την πεπατημένη ενός action movie, και δεν εκμεταλλεύεται ούτε το στοιχείο της επιστημονικής φαντασίας που έχει η ιστορία, ούτε την κόμικ αισθητική- μόνο σε ελάχιστα σημεία υπάρχει μια πιο pop πινελιά, όταν για παράδειγμα, ο κακός της υπόθεσης με παραθαλάσσια αμφίεση χορεύει στους ρυθμούς του «Psycho Killer»- και φυσικά απέχει χιλιόμετρα από ένα κλασικό revenge story.
Όσο αφορά στο δεύτερο επίπεδο και στο κρυφό μήνυμα του «Bloodshoot», όσο και να ψάξετε δεν θα το βρείτε. Άλλωστε ο Ντέιβ Γουίλσον που ανέλαβε τη σκηνοθεσία έρχεται από τον χώρο των videogames, και προφανώς επιλέχτηκε γι' αυτό ακριβώς τον λόγο. Οπότε πολλές από τις σκηνές ακολουθούν τη λογική των βιντεοπαιχνιδιών, που αναμειγνύονται με επιρροές από ανάλογες ταινίες παλαιότερων δεκαετιών, στερώντας από τον «Bloodshoot» κάθε πρωτοτυπία.
Αβάνα: Η Πόλη των Κατασκόπων (Wasp Network)
Σκηνοθεσία: Ολιβιέ Ασαγιάς
Παίζουν: Πενέλοπε Κρουζ, Έντγκαρ Ραμίρεζ, Βάγκνερ Μούρα, Γκαέλ Γκαρσία Μπερνάλ
Περίληψη: Αβάνα, αρχές της δεκαετίας του 1990. Ο κουβανός πιλότος Ρενέ Γκονζάλες, κλέβει ένα αεροπλάνο και εγκαταλείπει την Κούβα, αφήνοντας πίσω την αγαπημένη του σύζυγο και την κόρη του. Ξεκινάει μια νέα ζωή στο Μαϊάμι και σύντομα και άλλοι Κουβανοί τον ακολουθούν. Όλοι μαζί συστήνουν ένα δίκτυο κατασκόπων, με κύρια αποστολή να διεισδύσουν σε τρομοκρατικές οργανώσεις, υπεύθυνες για φονικά χτυπήματα στην Κούβα.
Μετά από τα « Παιχνίδια Ζευγαριών » που είδαμε την προηγούμενη εβδομάδα, ο Ολιβιέ Ασαγιάς έρχεται και πάλι στα θερινά με μια εντελώς διαφορετική ταινία, που θα μας μεταφέρει στην κομμουνιστική Κούβα και στο εξωτικό Μαϊάμι.
Ο Γάλλος σκηνοθέτης άλλωστε φημίζεται για τους πειραματισμούς του, αλλά και την ικανότητά του να υπηρετεί διαφορετικά κινηματογραφικά είδη. Έτσι αυτή τη φορά επιλέγει τον δρόμο μιας κατασκοπικής περιπέτειας.
Βασισμένος στο βιβλίο «Οι Τελευταίοι Στρατιώτες του Ψυχρού Πολέμου» του Φερνάντο Μοράις, αφηγείται την ιστορία των αληθινή «Κουβανών Πέντε», που στάλθηκαν από την Αβάνα στο Μαϊάμι τη δεκαετία του ’90 με σκοπό να παρακολουθούν τους Κουβανούς, οι οποίοι ζήτησαν και πήραν πολιτικό άσυλο από τις ΗΠΑ, προκειμένου να εμποδίσουν οποιοδήποτε απόπειρα ανατροπής του Κάστρο.
Οι Κουβανοί κατάσκοποι, υποδυόμενοι και οι ίδιοι τους πρόσφυγες, γνώρισαν έναν τελείως διαφορετικό κόσμο από αυτόν που ζούσαν, γεγονός που τους δημιουργούσε ηθικά διλήμματα σε σχέση για το αν θα έπρεπε να συνεχίσουν να υπηρετούν την πατρίδα τους, ή να ξεφύγουν από τη φτώχεια.
Κρατώντας τις ισορροπίες ανάμεσα στα πολιτικά στρατόπεδα και με εντυπωσιακά γυρίσματα τόσο στην Κούβα όσο και στο Μαϊάμι, ο Ασαγιάς ξεδιπλώνει με αφηγηματική στιβαρότητα αλλά χωρίς μεγάλες εκπλήξεις το νήμα μιας περίπλοκης ιστορίας, εκμεταλλευόμενος τη γοητεία του κατά βάση ισπανόφωνου καστ του- υπογράφοντας μια feelgood κατασκοπική περιπέτεια, ιδανική για τα βράδια του καλοκαιριού.
Επανεκδόσεις:
Το σκοτεινό αντικείμενο του πόθου (CetObscurObjetduDésir)
Σκηνοθεσία: Λουίς Μπουνιουέλ
Παίζουν: Φερνάντο Ρέι, Καρόλ Μπουκέ, Άντζελα Μολίνα, Λάντο Μπουζάνκα
Περίληψη: Σε ένα βαγόνι της αμαξοστοιχίας με προορισμό από το Παρίσι προς τη Μαδρίτη, ο επιχειρηματίας Ματιού καταβρέχει με ένα ποτήρι νερό το πρόσωπο της νεαρής Κοντσίτα. Οι συνεπιβάτες του βαγονιού- μια κυρία με τη θυγατέρα της, ένας δικαστής, και ένας νάνος, ψυχολόγος το επάγγελμα- ζητούν να τους εξηγήσει την αιτία αυτής της πράξης του. Ο Ματιού εξιστορεί την οδύνη του από τον ακόρεστο έρωτα που τρέφει για τη νεαρή αλλά ψυχρή Κοντσίτα, η οποία προτιμάει να κυκλοφορεί με τρομοκράτες.
Μεταφέροντας ελεύθερα το μυθιστόρημα του Πιερ Λουίς «Η Γυναίκα Και Το Νευρόσπαστο» (1898), ο μεγάλος Ισπανός σουρεαλιστής, στα 77 του χρόνια, αποδεικνύει για πολλοστή και έσχατη φορά την τρομακτική του φρεσκάδα, την ακούραστη εικονοκλαστική του έκφραση και το μοναδικό του χιούμορ.
Το πανέμορφο απόσταγμα όλης της ζωής και της πορείας του, όπως πάντα χλευάζει τη λογική, λατρεύει τα όνειρα και περιφρονεί τους αστικούς τρόπους. Το «αντικείμενο του πόθου» διχάζεται, γίνεται Γαλλίδα και Ισπανίδα γυναίκα, όπως δηλαδή οι δυο πατρίδες του Μπουνιουέλ, αφήνοντας τον μεσήλικο ήρωα της «Βιριδιάνας» (1961) και της «Τριστάνας» (1970) μετέωρο με ένα ακόμα μυστήριο.
Ο μέγας Μπουνιούελ, μετά από πενήντα χρόνια κινηματογραφικής περιπλάνησης, μας αποχαιρετά με ένα ματωμένο νυχτικό και μια έκρηξη βόμβας τρομοκρατών.
Η ταινία προτάθηκε το 1978 για τα Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης δημιουργίας και διασκευασμένου σεναρίου, ενώ το 1977 απέσπασε το βραβείο της Εθνικής Εταιρείας Κριτικών Κινηματογράφου των Η.Π.Α.
Για Όλα Φταίει Το Γκαζόν (Gazon Maudit)
Σκηνοθεσία Ζοζιάν Μπαλασκό
Παίζουν: Βικτόρια Αμπριλ, Ζοζιάν Μπαλασκό, Αλέν Σαμπά, Μιγκουέλ Μποζέ
Περίληψη: Η Λολί είναι μια μητέρα δυο παιδιών, που έχει βαρεθεί να την απατά ο σύζυγός της. Όταν στη ζωή τους εισβάλλει μια δυναμική, λεσβία, η ερωτική έλξη ανάμεσα στις δυο γυναίκες είναι εμφανής και εντελώς σοκαριστική για τον σύζυγο.
Σπαρταριστή γαλλική κομεντί των ‘90s, που έσπασε τα ταμεία.
Η σχέση ενός παντρεμένου ζευγαριού, με δύο παιδιά, βρίσκεται σε τέλμα. Εκείνη ασχολείται αδιάκοπα με την ανατροφή των παιδιών τους, ενώ εκείνος περνά το χρόνο του απατώντας τη με κάθε ευκαιρία. Όταν μια νέα γυναίκα εμφανιστεί στις ζωές τους, θα έρθουν τα πάνω κάτω, με τις παρεξηγήσεις και τα ερωτικά μπερδέματα να βγαίνουν εκτός ελέγχου.