Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης

Μια μικρή ιστορική αναδρομή στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης

Ήταν τον Σεπτέμβριο του 1960 όταν ο Παύλος Ζάννας, γόνος σημαντικής οικογένειας της Θεσσαλονίκης και πρωτοπόρος κινηματογραφιστής -μία από τις αίθουσες μάλιστα του φεστιβάλ φέρει το όνομά του- έπεισε τους υπεύθυνους να εντάξουν στην ΔΕΘ μια «Εβδομάδα ελληνικού Κινηματογράφου».

Η πρόταση έγινε δεκτή, όμως η καταλυτική εμφάνιση της Αλίκης Βουγιουκλάκη που τότε διαγωνιζόταν με την «Μανταλένα» έκανε γεγονός αυτό το μικρό τότε φεστιβαλάκι. Ουρές κόσμου συνέρρεαν στην Παλιά παραλία για να δουν από κοντά την εθνική σταρ -κάποιοι μάλιστα έπεσαν και στη θάλασσα- κι έτσι η πρωτοβουλία του Ζάννα έγινε γνωστή σε όλη την Ελλάδα.

Από τότε αδιαλείπτως το φεστιβάλ Θεσσαλονίκης αποτελούσε μια μεγάλη στιγμή για τους Έλληνες κινηματογραφιστές, με το κοινό να παραμένει χωρισμένο σε δυο στρατόπεδα: από τη μια όσοι υποστήριζαν τις εμπορικές ταινίες, από την άλλη όσους αναζητούσαν καινούργιες προτάσεις. Η πλάστιγγα στο φεστιβάλ έγερνε πάντα στην καινοτομία με τον δεύτερο εξώστη συχνά να αποδοκιμάζει καθετί το εμπορικό.

Μέσα όμως από τους κόλπους του ξεπήδησαν και αναδείχτηκαν σημαντικοί δημιουργοί, όπως ο Θόδωρος Αγγελόπουλος, ο Παντελής Βούλγαρης, από τους νεότερους ο Γιώργος Λάνθιμος και τόσο άλλοι. Με την πάροδο των χρόνων, η Θεσσαλονίκη γίνεται κέντρο διασημοτήτων. Τις μέρες αυτές θα λέγαμε ότι κυριολεκτικά μεταμορφώνεται σε μια μικρή βαλκανική Κρουαζέτ, άλλοτε με την Ελένη Ανουσάκη να προκαλεί με τις τολμηρές εμφανίσεις της, άλλοτε με αστέρες του διεθνούς στερεώματος, όπως η Ιζαμπέλ Υπέρ, να δίνουν το παρόν.

Τα χρόνια της δικτατορίας η λογοκρισία της εποχής έβαλε φρένο στις προσπάθειες των κινηματογραφιστών και τότε ο παραγωγός Τζέιμς Πάρις με τις ταινίες του σχεδόν μονοπωλούσε τη διοργάνωση, φτάνοντας στο σημείο να προαγοράσει όλα τα εισιτήρια ο ίδιος, προκειμένου να αποφύγει τα γιουχαΐσματα του πάντα δυναμικού εξώστη. Κομβική ημερομηνία το 1971 που χαρακτηρίστηκε και ως «χρονιά της οργής», όπου προβάλλεται η «Ευδοκία» του Αλέξη Δαμιανού. Η ταινία επιμελώς αγνοήθηκε από τα βραβεία πλην της πρωταγωνίστριας Μαρία Βασιλείου, η οποία τιμήθηκε για την ερμηνεία της. Ο Μάνος Λοΐζος συνθέτης της μουσικής της, οργανώνει τους φοιτητές, οι οποίοι τραγουδούν το «Πήραμε τη ζωή μας λάθος» του Γιώργου Σεφέρη που είχε μελοποιήσει ο Μίκης Θεοδωράκης. Η πράξη αυτή έμεινε στην Ιστορία ως αντίσταση κατά της χούντας. Το 1977 με απόφαση του Υπουργού Βιομηχανίας τότε καταργούνται τα χρηματικά έπαθλα και οι καλλιτέχνες εκφράζουν τη δυσαρέσκειά τους, οργανώνοντας παράλληλες προβολές στο Ράδιο Σίτι ως ένα είδος αντιφεστιβάλ με τη στήριξη του Ζάννα.

Αργότερα τη δεκαετία του ’80, η κατάσταση εξισορροπείται κάπως, το φεστιβάλ γίνεται ένα φυτώριο καλλιτεχνών και συμβάλλει αποφασιστικά στην άνθηση του νέου ελληνικού κινηματογράφου, αλλά ταυτόχρονα περνάει και μια κρίση με την επέλαση της βιντεοκασέτας. Μέχρι που το 1992 ανατίθεται στον τότε πρόεδρο Μισέλ Δημόπουλο να κάνει το Φεστιβάλ διεθνές.

Έτσι η Θεσσαλονίκη γίνεται σταθμός νέων κινηματογραφιστών από όλο τον κόσμο, που παρουσιάζουν εδώ τις πρώτες ή τις δεύτερες ταινίες τους, διεκδικώντας μάλιστα και τον Χρυσό ή τον Αργυρό Αλέξανδρο. Έτσι σιγά σιγά το φεστιβάλ μετατρέπεται, όπως πολλοί λένε, σε ένα βαλκανικό Χόλιγουντ αφού από εδώ ξεκίνησαν την καριέρα τους μεγάλες μορφές της έβδομης τέχνης όπως ο Τακέσι Κιτάνο, ή ο Ντάρεν Αρονόφσκι. Έκτοτε σημαντικές προσωπικότητες έχουν επισκεφθεί τη Θεσσαλονίκη και έχουν τιμήσει αλλά και τιμηθεί από τη διοργάνωση, προσδίδοντας κύρος στο θεσμό.

Φέτος λοιπόν με αφορμή τα εξήντα χρόνια ενός φεστιβάλ που θεωρείται από τα παλιότερα, οι διευθυντές Ελίζ Ζαλαντό και Ορέστης Ανδρεαδάκης έχουν ετοιμάσει μια επετειακή φιέστα, γεμάτη συγκίνηση και χιούμορ. Ενδεικτικό το κόμικ που δημιούργησαν οι Γιώργος Γούσης, Παναγιώτης Πανταζής και Γεωργία, με την Νταρια και τον Σωτήρη, δυο ήρωες που αν και δεν είναι αληθινοί, κουβαλάνε όλη τη λατρεία για τη μαγεία της σκοτεινής αίθουσας. Ταυτόχρονα, ο βραβευμένος στις Κάννες Βασίλης Κεκάτος σκηνοθέτησε τέσσερα καταπληκτικά σποτάκια, που αξίζει να δείτε και στη μεγάλη οθόνη.

Στο Διεθνές διαγωνιστικό τμήμα που φέτος ονομάζεται «Πανοραμική εκτύπωση», δεκατέσσερις ταινίες θα διεκδικήσουν τον Χρυσό Αλέξανδρο, ανάμεσά τους και το βραβευμένο σε Σάντανς και Σαν Σεμπαστιάν ατμοσφαιρικό θρίλερ «Monos» του Αλεχάντρο Λάντες.

Στο ελληνικό Τμήμα θα προβληθούν εικοσιεφτά μεγάλου μήκους και δεκαέξι μικρού μήκους δημιουργίες, ενώ θα λειτουργήσει και πάλι η Αγορά του Μeet the Future, στο πλαίσιο της οποίας Έλληνες σκηνοθέτες που έχουν ταξιδέψει με τις μικρού μήκους τους στα μεγαλύτερα φεστιβάλ του κόσμου θα επισκεφθούν τη Θεσσαλονίκη για να παρουσιάσουν τα επόμενα μεγάλου μήκους σχέδιά τους.

Φυσικά Φεστιβάλ χωρίς αφιερώματα δεν γίνεται. Φέτος λοιπόν θα έχουμε την ευκαιρία να δούμε μια ρετροσπεκτίβα στον Ντούσαν Μακαβέγιεφ, τον «μεγάλο αναρχικό του γιουγκοσλαβικού σινεμά», ιδρυτή του «Μαύρου κύματος», που έφυγε από τη ζωή τον Ιανουάριο του 2019 αλλά με το έργο του άλλαξε οριστικά την εικόνα του Βαλκανικού σινεμά.

Μεγάλο αφιέρωμα επίσης διοργανώνεται στους πειραματιστές Γκρέγκορι Μαρκόπουλος και Ρόμπερτ Μπίβερς, στον πάντα ανατρεπτικό Αλμπέρτ Σερά -ο οποίος θα βρίσκεται και στην πόλη με την νέα του ταινία- στο συνολικό έργο της πρωτοπόρου Τζοάνα Χογκ, ενώ ο Αλέξανδρος Βούλγαρης ετοιμάζει ένα μεγάλο κινηματογραφικό αφιέρωμα στη δεκαετία που τον έχει σημαδέψει, στα 80’s.

Από τις πιο σημαντικές παρουσίες της φετινής διοργάνωσης ο Τζον Γουότερς που θα μας παρουσιάσει δέκα από τις πιο αγαπημένες ταινίες, θα δώσει masterclass, θα παρουσιάσει το οne-man-show του με τίτλο «This Filthy World» και θα φύγει από τη Θεσσαλονίκη νικητής αφού θα παραλάβει τον Τιμητικό Χρυσό Αλέξανδρο. Για την συνολική του προσφορά.

Ραντεβού λοιπόν στο Ολύμπιον και στις αποθήκες του Παλιού Λιμανιού και μετά στο Ντορέ ένα μέρος απολύτως συνδεδεμένο με την ιστορία του θεσμού, αφού εκεί γίνονται όλες οι συζητήσεις, ακόμα και οι μάχες, για τα όσα εκτυλίχθηκαν στις σκοτεινές αίθουσες και στους διαδρόμους του πιο αγαπημένου μας φεστιβάλ.