Antonio Canova -Οι τρεις χάριτες άγαλμα

7 υπέροχα ποιήματα για τον έρωτα γραμμένα από γυναίκες

Ο έρωτας, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, έχει τροφοδοτήσει την ποίηση ανά τους αιώνες.

Από την ποίηση της Σαπφούς στην αρχαιότητα και τα ερωτικά σονέτα του 13ου αιώνα και του Σαίξπηρ στο «πορτοκαλένιο γέλιο» του Νερούδα και τα Love Poems της Αν Σέξτον, το ερωτικό πάθος, ο πόνος της απώλειας και της απουσίας αλλά και η βαθιά σύνδεση και τα όνειρα έχουν αποτυπωθεί με υπέροχο τρόπο στην ποιητική φόρμα.

Με διαφορετικό ύφος και διαφορετικές αναφορές, οι ποιητές των καιρών έχουν αναδείξει τις διαφορετικές πτυχές του έρωτα, τις εντάσεις, τη συντριβή αλλά και τη χαρά του, φτιάχνοντας ποιήματα που άλλοτε απεθύνονται στο αντικείμενο της επιθυμίας, τον άλλο αγαπημένο και άλλοτε αναστοχάζονται πάνω στο ερωτικό συναίσθημα.

Πιο αφαιρετικά, ή πιο περιγραφικά, σύντομα ή μακροσκελή τα ερωτικά ποιήματα προσφέρουν, μεταξύ άλλων, και μια ανακούφιση ότι το συναίσθημα είναι μοιρασμένο, ότι η εμπειρία είναι κοινή.

Παρακάτω, ακολουθούν 7 υπέροχα ποιήματα για τον έρωτα από σπουδαίες ποιήτριες διαφορετικών εποχών και εθνικοτήτων.

Κική Δημουλά, Έμιλι Ντίκινσον, Σαπφώ, Αν Σέξτον, Βισουάβα Σιμπόρσκα και Μάτση Χατζηλαζάρου συμπεριλαμβάνονται στη λίστα, ενώ δεν θα μπορούσε να λείπει το «Λαχταρώ» της Σάρα Κέιν, παρά το γεγονός ότι δεν αποτελεί αμιγώς ποίημα αλλά μονόλογο από την ομώνυμη παράσταση.

7 υπέροχα ποιήματα για τον έρωτα γραμμένα από γυναίκες

Σαπφώ

ήρθες όταν σε ζητούσα παράφορα
και δρόσισες την καρδιά μου που την έκαιγε ο πόθος

Βισουάβα Σιμπόρσκα -Κεραυνοβόλος έρωτας

Πίστευαν και οι δυο ακράδαντα
ότι ένα ξαφνικό πάθος τους ένωσε.
Μια τέτοια βεβαιότητα είναι ωραία,
αλλά η αβεβαιότητα είναι ακόμη πιο ωραία.

Αφού δεν έτυχε να συναντηθούν
ποτέ στο παρελθόν, ήταν πεπεισμένοι
ότι τίποτα δεν είχε υπάρξει μεταξύ τους.
Αλλά τι λένε οι δρόμοι, οι σκάλες, οι διάδρομοι-
μήπως είχαν προσπεράσει εκεί ο ένας τον άλλον
ένα εκατομμύριο φορές;

Θα ΄θελα να τους ρωτήσω αν θυμούνται-
τη στιγμή που διασταυρώθηκαν τα βλέμματά τους
σε κάποια περιστρεφόμενη πόρτα;
Ίσως ένα «συγγνώμη» που ειπώθηκε μέσα στο
πλήθος;
Ένα κοφτό «λάθος νούμερο» στο ακουστικό του
τηλεφώνου;-
Αλλά ξέρω την απάντηση.
Όχι, δε θυμούνται.

Θα τους ξάφνιαζε αν μάθαιναν
ότι η Τύχη έπαιζε μαζί τους για χρόνια.

Όχι έτοιμη ακόμη
να γίνει το Πεπρωμένο τους,
τους έφερνε κοντά, τους απομάκρυνε,
τους έφραζε το μονοπάτι,
χαμογελώντας κρυφά,
κι ύστερα αποχωρούσε.

Υπήρξαν ενδείξεις και σημάδια,
κι ας μην μπορούσαν να τα διαβάσουν ακόμη.
Ίσως τρία χρόνια πριν
ή την περασμένη Τρίτη
ένα φύλλο να πέταξε
από τον έναν ώμο στον άλλον.
Ή κάτι να έπεσε και να το μάζεψε ο ένας από τους
δυο;
Ποιος ξέρει, ίσως η μπάλα
που χάθηκε στους θάμνους της παιδικής ηλικίας;

Υπήρξαν πόμολα και κουδούνια
όπου το ένα άγγιγμα ήρθε να σκεπάσει το άλλο.
Βαλίτσες στον έλεγχο εισιτηρίων που στέκονταν
δίπλα δίπλα.
Ένα βράδυ, ίσως το ίδιο όνειρο,
που το πρωί έσβησε σε μιαν αχλή.

Κάθε αρχή
είναι εξάλλου μια συνέχεια,
και το βιβλίο των συμβάντων
μένει πάντοτε ανοιχτό κάπου στη μέση.

Έμιλι Ντίκινσον -269

Άγριες νύχτες — Άγριες νύχτες!
Αν ήμασταν μαζί
Για μας οι άγριες νύχτες
Θα ‘ταν μόνο χλιδή!

Ανώφελος — ο αγέρας —
Σαν βρει η Καρδιά λιμάνι —
Πέταξε την Πυξίδα —
Πέταξε και το Χάρτη!

Λάμνοντας στην Εδέμ —
Α — η Θάλασσα!
Ας έδενα — τη νύχτα αυτή —
Σ’ εσένα!

Κική Δημουλά -Ο πληθυντικός αριθμός

Ο έρωτας,
όνομα ουσιαστικόν
πολύ ουσιαστικόν,
ενικού αριθμού,
γένους ούτε θηλυκού ούτε αρσενικού,
γένους ανυπεράσπιστου.
Πληθυντικός αριθμός
οι ανυπεράσπιστοι έρωτες.

Ο φόβος,
όνομα ουσιαστικόν,
στην αρχή ενικός αριθμός
και μετά πληθυντικός:
οι φόβοι.
Οι φόβοι
για όλα από δω και πέρα.

Η μνήμη,
κύριο όνομα των θλίψεων,
ενικού αριθμού,
μόνον ενικού αριθμού
και άκλιτη.
Η μνήμη, η μνήμη, η μνήμη.

Η νύχτα,
όνομα ουσιαστικόν,
γένους θηλυκού,
ενικός αριθμός.
Πληθυντικός αριθμός
οι νύχτες.
Οι νύχτες από δω και πέρα.

Μάτση Χατζηλαζάρου -(απόσπασμα)

Λιάζομαι μες στη συγκίνηση των ημερών του Νοέμβρη,
που ξαναφέραμε μαζί.
Μαζί το ζούμε και το θέλουμε το πηγαινέλα της φύσης
–τις μυρουδιές του κρύου ανέμου, τα παγωμένα νίκελ
της πόλης, τον κλειστό χώρο μες στην παγωνιά όταν
αχνίζουν τα τζάμια.
Ζωή μου, δίπλα σου βλέπω την αναπνοή και ακούω το
καρδιοχτύπι όλων των πραγμάτων.
Ζωή μου, δίπλα σου είναι η μέρα του ήλιου του μεσονυκτίου.
Μακριά σου είναι η νύχτα του βορινού χειμώνα.

(Από τη συλλογή Μάης, Ιούνης και Νοέμβρης (1944))

Σάρα Κέιν -Λαχταρώ

Εγώ θέλω να κοιμάμαι πλάι σου.
Και να σου κάνω τα ψώνια σου, και να σου κουβαλάω τις σακούλες σου,
Και να σου λέω πόσο πολύ μου αρέσει να είμαι μαζί σου,
Και να θέλω να παίζουμε κρυφτό,
Και να σου δίνω τα ρούχα μου, και να σου λέω πόσο μ” αρέσουν τα παπούτσια σου,
Και να κάθομαι στις σκάλες ώσπου να κάνεις μπάνιο,
Και να σου τρίβω το σβέρκο σου,
Και να σου φιλάω τα πόδια σου,
Και να σου κρατάω το χέρι σου,
Και να βγαίνουμε για φαγητό, και να μη με νοιάζει που θα μου τρως το δικό μου,
Και να σου δακτυλογραφώ την αλληλογραφία σου, και να σου κουβαλάω τα ντοσιέ σου,
Και να γελάω με την παράνοια σου,
Και να σου δίνω κασέτες που δεν θα τις ακούς,και να βλέπουμε καταπληκτικές ταινίες, και να βλέπουμε απαίσιες ταινίες,και να μαλώνουμε για το ραδιόφωνο,
και να σε βγάζω φωτογραφίες όταν κοιμάσαι,
και να σηκώνομαι πρώτος για να σου φέρω καφέ και κουλούρια και γεμιστά κρουασάν,
Και να πηγαίνουμε για καφέ στο Φλοράντ τα μεσάνυχτα,
Και να σ” αφήνω να μου κάνεις τράκα τσιγάρα,
Και να μην καταφέρνω ποτέ να βρω ένα σπίρτο,
Και να σου λέω τι είδα στην τηλεόραση χτες το βράδυ,
Και να μη γελάω με τα αστεία σου, και να σε θέλω το πρωί αλλά να σ” αφήνω να κοιμηθείς λίγο ακόμα.
Και να φιλάω την πλάτη σου, και να χαϊδεύω το δέρμα σου.
Και να σου λέω πόσο μα πόσο αγαπώ τα μαλλιά σου, τα μάτια σου, τα χείλη σου, το λαιμό σου, το στήθος σου,
Και να κάθομαι στις σκάλες και να καπνίζω, ώσπου να γυρίσει σπίτι ο διπλανός σου,
Και να κάθομαι στις σκάλες ώσπου να γυρίσεις σπίτι εσύ,
Και να τρελαίνομαι όταν αργείς,
Και να ξαφνιάζομαι όταν γυρίζεις νωρίτερα,
Και να σου χαρίζω ηλιοτρόπια,
Και να πηγαίνω στο πάρτι σου και να χορεύω ώσπου να πέσω ξερός,
Και νάμαι δυστυχισμένος όταν έχω άδικο,
Και νάμαι ευτυχισμένος όταν με συγχωρείς,
Και να χαζεύω τις φωτογραφίες σου,
Και να παρακαλάω να σ” ήξερα μια ζωή.
Και ν” ακούω τη φωνή σου στο αυτί μου,
Και να νοιώθω το δέρμα σου πάνω στο δέρμα μου,
Και να τρομάζω όταν θυμώνεις,
Και τόνα σου μάτι να κοκκινίζει και το άλλο γαλάζιο,
Και να σ” αγκαλιάζω όταν σε πιάνει αγωνία,
Και να σε κρατάω σφιχτά όταν πονάς,
Και να σε θέλω όταν σε μυρίζω,
Και να σε πληγώνω όταν σε αγγίζω,
Και να κλαψουρίζω όταν είμαι πλάι σου, και να κλαψουρίζω όταν δεν είμαι,
Και να κυλάει το σάλιο μου πάνω στο στήθος σου,
Και να σε πλακώνω και να σε πνίγω τις νύχτες,
Και να ξεπαγιάζω όταν μου παίρνεις τις κουβέρτες, και να ζεσταίνομαι όταν δεν μου τις παίρνεις,
Και να λιώνω όταν χαμογελάς και να διαλύομαι όταν γελάς,
Και να μην καταλαβαίνω όταν λες ότι σε απορρίπτω,
Και ν” αναρωτιέμαι πως σου πέρασε ποτέ απ” το νου ότι εγώ θα μπορούσα ποτέ να σε απορρίψω,
Και ν” αναρωτιέμαι ποια είσαι αλλά να σε δέχομαι έτσι όπως είσαι,
Και να σου λέω για το μαγεμένο δάσος, τον άγγελο του δέντρου, το αγόρι που πέρασε πετώντας τον ωκεανό επειδή σ” αγαπούσε,
Και να σου γράφω ποιήματα, και να αναρωτιέμαι γιατί δεν με πιστεύεις,
Και να σ” αγαπάω τόσο βαθιά που να μην μπορώ να το βάλω σε λόγια,
Και να θέλω να σου πάρω ένα γατάκι που θα το ζηλεύω γιατί θα το προσέχεις περισσότερο από μένα,
Και να μη σ” αφήνω να σηκωθείς απ” το κρεβάτι όταν πρέπει να φύγεις,
Και να σου αγοράζω δώρα που εσύ δεν τα θέλεις, και πάλι να τα παίρνω πίσω,
Και να σου λέω να παντρευτούμε, και συ να μου λες πάλι όχι,
Αλλά εγώ να στο λέω και να στο ξαναλέω, γιατί όσο κι αν νομίζεις πως δεν το λέω σοβαρά εγώ πάντα σοβαρά το έλεγα, από την πρώτη φορά που στο είπα,
Και να τριγυρίζω στη πόλη και να τη νοιώθω άδειος χωρίς εσένα,
Και να θέλω ότι θέλεις,
Και να νομίζω πως χάνομαι, αλλά να ξέρω πως πλάι σου είμαι ασφαλής,
Και να σου μιλάω για ότι χειρότερο έχω μέσα μου,
Και να προσπαθώ να σου δίνω ότι καλύτερο έχω μέσα μου γιατί δεν σου αξίζει τίποτα λιγότερο
Και να σου λέω την αλήθεια αν και κατά βάθος δεν θέλω
Και να προσπαθώ να είμαι ειλικρινής γιατί ξέρω πως το προτιμάς,
Και να νομίζω πως όλα τέλειωσαν, κι ωστόσο να περιμένω άλλα δέκα λεπτά πριν με πετάξεις έξω απ” ζωή σου,
Και να ξεχνάω ποιος είμαι,
Και να κάνουμε έρωτα στις τρεις το πρωί,
Και κάπως με κάποιο τρόπο να σου εκφράζω έστω και λίγο
Τον ακάθεκτο
Τον ακατάλυτο
Τον ακατάσβεστο
Τον μεταρσιωτικό
Τον ψυχαναληπτικό
Τον άνευ όρων τον τα πάντα πληρούντα, τον δίχως τέλος και δίχως αρχή,
Έρωτά μου για σένα.


Άνν Σέξτον -Όταν ο άντρας μπαίνει στη γυναίκα

Όταν ο άντρας,
Μπαίνει στη γυναίκα,
Σαν τον αφρό των κυμάτων
Που διεισδύει στην ακτή,
Ξανά και ξανά,
Κι η γυναίκα ανοίγει
Το στόμα της μ’ ευχαρίστηση
Και τα δόντια της λάμπουν
Σαν το αλφάβητο,
Ο Λόγος του Θεού εμφανίζεται
Μαδώντας ένα άστρο,
Και ο άντρας
Μέσα στη γυναίκα
Δένει ένα κόμπο
Έτσι που να μην είναι
Ποτέ ξανά χωριστά
Κι η γυναίκα
Σκαρφαλώνει σ’ ένα λουλούδι
Και καταπίνει το μίσχο του
Κι ο Λόγος του Θεού εμφανίζεται
Και ξαμολάει τα ποτάμια τους.

Αυτός ο άντρας,
Αυτή η γυναίκα,
Με τη διπλή τους πείνα,
Προσπάθησαν να περάσουν
Μες απ’ το παραπέτασμα του Θεού
Και σύντομα το έκαναν,
Παρόλο που ο Θεός
Μέσα στη διαστρέβλωσή του
Λύνει τον κόμπο.