Άνθρωποι και Ποντίκια

«Άνθρωποι και ποντίκια»: Ένα απόγευμα με τους πρωταγωνιστές, λίγο πριν την πρεμιέρα

Η θεατρική παράσταση που ήταν sold out τις προηγούμενες σεζόν ανοίγει αυλαία την Παρασκευή 8 Οκτωβρίου. Λίγες ώρες πριν την πρεμιέρα πέρασα ένα απόγευμα στον ανανεωμένο χώρο του Cartel όπου συνομίλησα με τους συντελεστές και είδα τις πρόβες.

Ήταν το 2018 όταν η ομάδα του πολυχώρου Cartel ανέβασε την παράσταση «Άνθρωποι και Ποντίκια», η οποία έκανε μεγάλη αίσθηση και σε σύντομο χρονικό διάστημα κατάφερε να γίνει το απόλυτο sold out.

Η υπόθεση του έργου εκτυλίσσεται στην περιοχή του Βοτανικού, δίπλα στα hot spot των μεταναστών και των προσφύγων -εκεί οι κεντρικοί ήρωες δούλευαν σκληρά, πάλευαν, συγκρούονταν και ταυτόχρονα έκαναν όνειρα προκειμένου να επιβιώσουν.

Πλέον, βλέπουμε τους δύο πρωταγωνιστές, τον Βασίλη και το Λένο, στην περιοχή του Ρέντη να αναζητούν δουλειά και να υμνούν την αντρική φιλία. Η ομάδα του Cartel μετακόμισε σε νέο χώρο, όπου κι εκεί τριγύρω, φτάνοντας με τη βοήθεια του GPS, βλέπεις μετανάστες να κυκλοφορούν μέσα στα μικρά στενά.

Κατηφορίζοντας τον δρόμο που με βγάζει μέσα σε μια αποθήκη βλέπω το σκηνικό και τριγύρω τους ηθοποιούς να συζητάνε για τις τελευταίες λεπτομέρειες πριν ανοίξει η αυλαία. Εκτός από τον χώρο, έχει ανανεωθεί και το καστ.

Ο Βασίλης Μπισμπίκης (υπογράφει τη σκηνοθεσία και έχει έναν από τους πρωταγωνιστικούς ρόλους) έκανε την ελεύθερη μετάδοση μεταφέροντας την παράσταση στο σήμερα, ενώ οι ηθοποιοί, εκτός τον Λένο (τον υποδύεται ο Δημήτρης Δρόσος) κρατάνε τα ονόματά τους.

Ο ίδιος εξηγεί γιατί το κάνει: «Πιστεύω πως κάποια έργα χρειάζονται μια μεταγραφή του έργου στο σήμερα για να μπορεί το κοινό να μην έχει απόσταση από το 1937 -τη χρονολογία που γράφτηκε το βιβλίο- και να σκεφτεί "να αυτά γίνονταν τότε και δεν συμβαίνουν τώρα". Προσπαθούμε να φέρουμε τις σωστές αντιστοιχίες, να τα "ξεσκουριάσουμε" από την εποχή τους, έτσι ώστε ο θεατής να ταυτιστεί 100% με αυτό που συμβαίνει πάνω στη σκηνή. Για παράδειγμα, σε ένα έργο του Στρίνμπεργκ λέει η μάνα στον άντρα της πως το παιδί δεν είναι δικό του κι εκείνος τρελαίνεται. Τώρα, έχουμε τις εξετάσεις του DNA οπότε ένα μεγάλο και σοβαρό κομμάτι του έργου δεν ισχύει. Αυτό σημαίνει πως πρέπει να βρεις τη λύση, φέρνοντας μια αντιστοιχία στο τώρα».

Βασίλης Μπισμπίκης

Υπόθεση και ρόλοι

Στην περιοχή του Ρέντη, μέσα σε βιομηχανικές αποθήκες και εργοστάσια, αναζητούν δουλειά δύο εκτοπισμένες ζωές: ο Βασίλης και ο Λένο.

Οι ήρωες του «Άνθρωποι και ποντίκια» είναι εργάτες ταλαιπωρημένοι από τη δουλειά και τη σκληρή πραγματικότητα που βιώνουν. Αντιμετωπίζουν τον ρατσισμό και κυρίως την ανάγκη για ένα μεροκάματο. Ο ρατσισμός, το απατηλό όνειρο για μια μικρή ιδιοκτησία, η δύναμη της φιλίας, η σημασία της ελπίδας, τα ιδανικά της αφοσίωσης, της πίστης, της αυτοδιάθεσης και της αλληλεγγύης, είναι τα στοιχεία της διαχρονικότητας του αριστουργήματος του Τζον Στάινμπεκ.

«Υποδύομαι τον Στέλιο, έναν επιστάτη. Eπειδή δεν έχω τίποτα άλλο εκτός από εξουσία, μου βγαίνει όλη η κακή μου συμπεριφορά εκμεταλλευόμενος τη θέση που έχω, απέναντι στους εργάτες, στο προσωπικό, απέναντι στη σχέση μου. Ένας πολύ βίαιος χαρακτήρας, το οποίο έχω προσεγγίσει ως βασικά κομπλεξικό άτομο» σχολιάζει ο Στέλιος Τυριακίδης, ο οποίος είναι σχεδόν από τα πρώτα χρόνια στην ομάδα Cartel.

Ο Δημήτρης Δρόσος, σε έναν πολύ απαιτητικό ρόλο, έχει συνθέσει κομμάτια του ρόλου του από παιδικές του εικόνες. «Είμαι ο Λένο, ένας περιφερόμενος, περιθωριακός τύπος, που καταλήγει σε μια μάντρα όπως είναι αυτή. Ο ρόλος μου δεν είναι καθόλου έξω από τη δική μου κουλτούρα. Προέρχομαι από τη Σκόπελο και πάντα είχα μια ευαισθησία για τα συγκεκριμένα παιδιά και έχω συλλέξει εικόνες από την παιδική μου ηλικία και στη πορεία ο Βασίλης Μπισμπίκης μου επέτρεψε να συνθέσουμε κάτι άλλο, το οποίο να ανταποκρίνεται στον πυρήνα του ρόλου. Νομίζω τα έχουμε καταφέρει. Με ρωτάς αν είχα κάποια συγκεκριμένη εικόνα και η απάντηση μου είναι πως είχα αρκετά έντονα πράγματα στο μυαλό μου, αλλά μπήκα σε μια διαδικασία σύνθεσης φτιάχνοντας κάτι καινούργιο. Γιατί πρέπει να περάσει από το δικό σου σώμα για να το προσεγγίσεις και να το αποδώσεις». Η Μαίρη Μηνά μπήκε φέτος στην ομάδα Cartel. «Είμαι η Μαιρούλα, ένα κορίτσι με πολλά ματαιωμένα όνειρα, ψάχνει να βρει τα πατήματά της και την ευτυχία μέσα από περίεργα μονοπάτια. Η ηρωίδα μου έχει δύσκολες αποσκευές από το παρελθόν της λόγω καταβολών, δεν μπορεί να δουλέψει με τον εαυτό της, συνεχώς βολοδέρνει μέσα σε αυτά που της φέρνει η ζωή. Ο θεατής τη βλέπει μέσα σε τοξική σχέση, ένα περιβάλλον που δεν μπορεί να την ενσωματώσει, ψάχνοντας παρηγοριά και αγάπη. Κατά κάποιον τρόπο αυτή η τοξική σχέση τής είναι οικεία, είναι σαν να αναπαράγει το ίδιο μοτίβο συνέχεια. Μια βία που μονίμως επιστρέφει στη ζωή της, σαν να είναι το φυσικό της περιβάλλον. Υποφέρει μέσα σε αυτό, αλλά δεν ξέρει πώς μπορεί να το αλλάξει, οπότε παραμένει μέσα στο χάος, την επανάληψη της βιαιότητας και του μίσους μέσα στο οποίο ζει».

Από την πρώτη διανομή του έργου ήταν ο Γιώργος Σιδέρης, ο οποίος υποδύεται έναν εργάτη που έχει κομμένο χέρι και τον έχει εγκαταλείψει η οικογένειά του. Συνδετικός κρίκος με την προηγούμενη ζωή του είναι ένα γέρικο σκυλί που κουβαλάει κλεισμένο μέσα σε ένα κλουβί. «Παλαιότερα ήταν σιδεράς, αλλά κόπηκε το χέρι του και τώρα τον κρατάνε από ελεημοσύνη στη δουλειά. Κάνει δουλειές, σκουπίζει, μαγειρεύει τον έχουν λίγο σαν το παιδί για όλες τις δουλειές. Ο Γιώργος έχει αποδεχτεί αυτό που του έχει συμβεί, είναι πολύ μοναχικός και όταν ακούει το όνειρο των δύο πρωταγωνιστών πιάνεται από αυτό, τον βάζουν μέσα στα σχέδια τους, αλλά θα υπάρξει ανατροπή».

Ο Μάνος Καζαμίας, παλιό μέλος της ομάδας του Cartel, υποδύεται έναν προϊστάμενο του χώρου. «Είμαι υποτίθεται παλιός στο χώρο, κάτι σαν προϊστάμενος. Για να μπω στον ρόλο μου με βοήθησαν οι επισκέψεις σε αντίστοιχους χώρους και συνομίλησα με ανθρώπους του περιθωρίου. Δεν σου κρύβω πως αγριεύτηκα λίγο -δεν είναι εύκολο να μπεις στα άδυτα τέτοιων χώρων και οι άνθρωποι είναι ιδιαίτερα επιφυλακτικοί. Επιπλέον, ο ήρωάς μου είναι μόνος του, δεν έχει πάρει αγάπη -αντίθετα, κατηγορεί τη μάνα του που ανεχόταν τη βία από τον πατέρα του και τον οδήγησε στο έγκλημα. Αντίθετα, ο Βασίλης και ο Λένο έχουν ο ένας τον άλλον. Μέσα από το έργο βλέπουμε έντονα τη φιλία» υποστηρίζει ο ηθοποιός.

Η υποκριτική προσέγγιση του Γιανμάζ Ερντάλ, όπως παραδέχεται ο ίδιος, είναι εντελώς βιωματική. Υποδύεται έναν Κούρδο, αλλά σε αντίθεση με τον ήρωά του δεν έχει ζήσει τόσο άγριες καταστάσεις. «Στο χώρο που δουλεύει ο ήρωας μου δεν είναι αποδεκτός, τρώει ξύλο, είναι απομονωμένος και δεν τον κάνουν παρέα, ενώ είναι αυτός που την πληρώνει πάντα. Το όνειρό του είναι να επιστρέψει στην πατρίδα του, να δει την οικογένεια και τους φίλους του, απλά δεν του το επιτρέπουν οι συνθήκες. Πάντα τρέφεις μια ελπίδα ότι μπορείς να επιστρέψεις πίσω στην πατρίδα σου. Είμαι ο ίδιος πρόσφυγας και είναι βιωματική η προσέγγιση του ρόλου μου. Μπορεί να μην έχω ζήσει τόσο άγριες καταστάσεις, αλλά έχω εργαστεί μεταξύ άλλων σε οικοδομή και έχω δει τέτοιες εικόνες από ανθρώπους γύρω μου. Έχω δει με τα μάτια μου άσχημες συμπεριφορές σε μετανάστες και έχουν συμβεί περιστατικά σε φίλους μου. Επιπλέον, παίζει μεγάλο ρόλο σε ποιους χώρους κυκλοφορείς. Εγώ εκεί που κυκλοφορούσα ήμουν πάντα καλοδεχούμενος» αναφέρει ο Γιανμάζ, ο οποίος για 17 χρόνια συμμετείχε σε ερασιτεχνική ομάδα θεάτρου.

Ο Λευτέρης Αγουρίδας παίζει έναν κόντρα ρόλο. «Υποδύομαι έναν άνθρωπο με ακροδεξιές ιδέες, δηλαδή έχει φόβο για την εξουσία και μίσος για τον αδύναμο. Με δυσκόλεψε πολύ γιατί είμαι τελείως διαφορετικός χαρακτήρας και μπήκα σε εντελώς διαφορετική συνθήκη. Είχα υλικό να μελετήσω (είδα ντοκιμαντέρ, διάβασα), αλλά δεν μπορώ να καταλάβω γιατί συμπεριφέρονται με αυτόν τον τρόπο. Επιπλέον, μέσα από το έργο βλέπεις πόσο διαφορετικός γίνεται ο άνθρωπος όταν αποκτήσει εξουσία, η οποία είναι τεράστια παγίδα, και υμνείται η φιλία. Πιστεύω πολύ στη φιλία ακόμα και στις μέρες μας».

Σημαντικό ρόλο στη παράσταση εντός και εκτός σκηνής έχουν οι Αγγέλα Πατσέλη, Ερατώ Αγγουράκη και Διονύσης Κοκοτάκης. Η πρώτη, εκτός από έναν μικρό ρόλο ως πόρνη, έχει αναλάβει την κινησιολογία στην παράσταση. «Η σωματικότητα του ρόλου στον ηθοποιό, οι δράσεις πάνω στη σκηνή, ακόμα και η μετακίνηση με οποιονδήποτε τρόπο από ένα σημείο σε ένα άλλο είναι κίνηση, όποτε θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι ζωτικής σημασίας για μια παράσταση. Δεν είναι τυχαίο, εξάλλου, ότι τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότερες παραγωγές έχουν κάποιον που ασχολείται με την κίνηση στους συντελεστές. Το πιο σημαντικό στοιχείο κατά τη γνώμη μου είναι η κίνηση να μην φαίνεται σαν κάτι ξένο και φορεμένο πάνω στον ηθοποιό σαν κοστούμι, αλλά να έρχεται σαν φυσική εξέλιξη του λόγου, του χαρακτήρα και αυτού που συμβαίνει πάνω στη σκηνή τη στιγμή που συμβαίνει. Ως εκ τούτου, δεν χρειάζεται να μελετήσεις κάτι και να το προσαρμόσεις εξωτερικά. Ο λόγος αποτελεί τη βάση, όπως φυσικά και το κείμενο και η εξέλιξη των γεγονότων. Σε αυτά καλούμαστε να δώσουμε ζωή» αναφέρει η ίδια.

Η Αγγέλα Πατσέλη

Η Ερατώ παίζει μια πόρνη και είναι βοηθός σκηνοθέτη στην παράσταση. «Κρατάω ένα μικρό ρόλο και απολαμβάνω όλη τη διαδικασία. Έχω αντίληψη του χώρου, παρατηρώ τους ηθοποιούς και μου αρέσει που είμαι βοηθός σκηνοθέτη. Είμαστε πραγματικά ομάδα γιατί όλοι κάνουμε τα πάντα και βοηθιόμαστε μεταξύ μας».

Ο Διονύσης Κοκοτάκης, μαθητής του Βασίλη Μπισμπίκη στη σχολή υποκριτικής, είχε δει τη περασμένη σεζόν την παράσταση και φέτος είναι μέρος της. «Ήταν η καλύτερη παράσταση που είχα δει και χαίρομαι πλέον που παίζω έναν εργάτη. Για μένα που κάνω τα πρώτα μου βήματα είναι μεγάλο σχολείο που βρίσκομαι στην ομάδα Cartel».

Μια αληθινή παράσταση

Οι χαρακτήρες του έργου αναγκαστικά είναι σκληροί προκειμένου να επιβιώσουν, ζουν σε ένα βρώμικο και αηδιαστικό κόσμο, ενώ η γλώσσα τους πολλές φορές είναι ωμή και χυδαία.

Παρόλο τη σκληρότητα του έργου, η παράσταση έγινε talk of the town, την παρακολούθησαν θεατές που μέχρι τότε δεν είχαν βρεθεί ποτέ στο θέατρο, ενώ σε μια αποθήκη κάθονταν δίπλα-δίπλα άνθρωποι κάθε κοινωνικής τάξης.

Η «αλήθεια» της παράστασης και το γεγονός πως είναι επίκαιρη κέρδισαν τους θεατές -θεατρόφιλους και μη. «Αυτό που επηρέασε θετικά τον κόσμο είναι η αλήθεια της παράστασης και ο τρόπος που την προσεγγίζουμε. Κρατάμε μια γραμμική αφήγηση για να καταλάβει το έργο ο θεατρόφιλος, αλλά και αυτός που έρχεται για πρώτη φορά. Όσο για τις κοινωνικές τάξεις, αν και κάνω λαϊκό θέατρο, πιστεύω πως έχουν ανάγκη να το δουν και άνθρωποι που κατέχουν θέσεις εξουσίας. Ελπίζω, μετά το τέλος της παράστασης, όταν θα δουν στα φανάρια έναν πρόσφυγα, για παράδειγμα, να μην τον αντιμετωπίσουν όπως τον αντιμετώπιζαν μέχρι τότε» αναφέρει ο Βασίλης Μπισμπίκης.

Σκηνή από τη παράσταση

Όσο για το αν το κοινό ήταν έτοιμο να δεχτεί τόσο βίαια και μια ωμή γλώσσα οι συντελεστές της παράστασης δίνουν τη δική τους απάντηση.

«Αποτυπώνουμε πάνω στη σκηνή ένα σκληρό, ωμό ρεαλισμό ο οποίος δεν είναι μόνο θεατρικός -ανταποκρίνεται πάρα πολύ στην πραγματικότητα. Ο κόσμος είναι πάντα έτοιμος να βλέπει την αληθινή ζωή και σοκάρεται. Μας κάνει να σκεφτόμαστε και να ξυπνήσουμε» λέει ο Δημήτρης Δρόσος που κρατάει έναν από τους πιο απαιτητικούς ρόλους.

«Ένας θεατής μου είχε πει, όταν τελείωσε η παράσταση, πως καθώς την παρακολουθούσε, είχε την αίσθηση πως οι ήρωες του έργου κάθονταν δίπλα του -και αυτό είναι μεγάλη επιτυχία. Όσο για τη βία, υπάρχει παντού, μέχρι και στα παιχνίδια που παίζουν οι πιτσιρικάδες. Μπορεί να βρίσκεσαι στο φανάρι και να ανάψει το πράσινο, εσύ να κορνάρεις στον μπροστινό σου επειδή δεν ξεκινά και αυτός να κατέβει με όπλο. Το έχω δει να συμβαίνει μπροστά στα μάτια μου και η κόρη παρακαλούσε το μπαμπά της να βάλει το όπλο μέσα και να φύγουν. Υπάρχει φοβερή βία εκεί έξω, ακόμα και λόγω φτωχοποίησης. Ίσως πιο δύσκολο είναι η βωμολοχία παρά η βία» απαντάει ο Γιώργος Σιδέρης.

«Θα είναι πάντα επίκαιρο το συγκεκριμένο έργο. Επιπλέον, με την καραντίνα, με το πάγωμα της ζωής μας βγήκε ένας κακός εαυτός, ένα εσωτερικό στρίμωγμα για αυτό βγαίνουν όλα αυτά. Βγαίνουν πράγματα, όπως οι δολοφονίες, που δεν τα είχαμε συνηθίσει -τουλάχιστον τόσο πολύ» σχολιάζει ο Στέλιος Τυριακίδης.

Λίγο πριν τους αφήσω να ξαναμπούν στον ρόλο, τους ρωτάω αν ο κόσμος δέχεται τους περιθωριακούς ανθρώπους και τι θα ήθελε το κοινό να κρατήσει φεύγοντας από τη παράσταση.

«Νομίζω δεν τους δεχόμαστε τόσο όσο θα έπρεπε -τέτοια παιδιά υπάρχουν παντού στην περιφέρεια και συνήθως βρίσκονται στο έλεος. Μπορείς να είσαι παραγωγικός, ακόμα και όταν είσαι σε μια τέτοια ομάδα -πρέπει να τους εντάξουμε περισσότερο μέσα στην κοινωνία, να τους αποδεχόμαστε και να τους βοηθάμε. Είναι θέμα παιδείας, χαρακτήρα, αλλά πρέπει και το κράτος να μεριμνήσει» απαντάει ο Δημήτρης Δρόσος.

ΒασίληςΜΠισμπίκης- Μάνος Καζαμίας

«Να κάνει μια παύση σιωπής για να συνειδητοποιήσει πόσο δρόμο έχουμε ακόμα να διανύσουμε συλλογικά για να φτάσουμε σε ευοίωνες μέρες, τόσο σε προσωπικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο. Να αναλογιστούμε τι επιλογές κάνουμε ως άνθρωποι τόσο για μας όσο και για τους γύρω μας και κατά πόσο φτιάχνουμε έναν κόσμο ασφαλή, για να ανθίσουν οι επόμενες γενιές» προσθέτει η Μαίρη Μηνά.

«Θέλω ο θεατής μέσα από το έργο να δει μια μερίδα ανθρώπων που ζουν δίπλα μας και δεν τους βλέπει, γιατί είναι στο περιθώριο. Πηγαίνεις μια βόλτα στην Ομόνοια, περνάς δίπλα από έναν Πακιστανό που κάτι πουλάει και ουσιαστικά δεν τον βλέπεις. Θέλουμε να καταλάβει ο κόσμος πως, όλοι οι άνθρωποι έχουμε τα ίδια προβλήματα, τα ίδια θέματα, ίδιες φοβίες και πάθη. Δεν είναι άλλοι, είμαστε το ίδιο. Πρέπει να τους δούμε και να να τους κοιτάξουμε» σχολιάζει ο Στέλιος Τυριακίδης, ο σκληρός επιστάτης.

«Κρίνοντας από τον ήρωά μου, που δεν έχει πάρει αγάπη, νομίζω ότι χρειαζόμαστε έναν σύντροφο για να μην είμαστε τόσο μόνοι μας και να "μαλακώσουμε". Δεν λέω σε καμία περίπτωση να μένουμε σε τοξικές σχέσεις, το αντίθετο. Δεν πρέπει να υποστείς τα πάντα και να μην φεύγεις από μια κακοποιητική σχέση για να είσαι κοινωνικά αποδεκτός. Οι γυναίκες δεν προστατεύουν τα παιδιά τους μένοντας σε μια τέτοια σχέση» αναφέρει ο Μάνος Καζαμίας. Ο ίδιος, στην παράσταση υποδύεται έναν χαρακτήρα που ζει στο περιθώριο και στις αποσκευές του κουβαλάει τον φόνο του πατέρα του, προκειμένου να προστατέψει τη μάνα του από τη βιαιότητα που ζούσαν μέσα στο σπίτι.

Σκηνή από τη παράσταση

«Πολλοί θεατές βάζουν τα κλάματα. Θέλω ο θεατής να ξέρει τι συνθήκες υπάρχουν εκεί έξω, δεν πιστεύω ότι μπορεί να αλλάξει μόνο με μια παράσταση, δε γίνονται μεγάλες αλλαγές. Αλλά πάντα ελπίζουμε πως θα γίνει κάτι καλύτερο» υποστηρίζει ο Γιανμάζ Ερντάλ.

Όταν είχα δει τη παράσταση ως θεατής ήταν σαν να τρώω μαχαιριές. Υπάρχει πολύ σκληρότητα στην κοινωνία και θα έλεγα να νοιαζόμαστε λίγο περισσότερο και να φροντίζουμε τον κόσμο γύρω μας, μην τους βλέπουμε με στραβό μάτι» αναφέρει η Ερατώ Αγγουράκη.

Μετά το τέλος των συνεντεύξεων παρακολούθησα τις πρόβες των συντελεστών και καθώς ετοιμαζόμουν να τους αποχαιρετήσω, ασυναίσθητα άρχισα να μυρίζω το δέρμα μου. Είχα την αίσθηση πως ζούσα ανάμεσα σε αυτούς τους περιθωριακούς, καθημερινούς ανθρώπους. Για μένα, αυτό από μόνο του αποδεικνύει ότι, στην παράσταση «Άνθρωποι και Ποντίκια» θα νιώσεις πως είσαι κομμάτι του έργου.

«Αυτό το έργο τώρα είναι πιο επίκαιρο. Γιατί άλλαξαν τα πράγματα μετά την καραντίνα. Καταρχάς, φτώχυναν οι άνθρωποι, οπότε το περιθώριο μεγαλώνει. Εγώ μάχομαι αυτό το κομμάτι μέσα στο θέατρο. Δεν θέλω να βλέπω ανθρώπους να μπαίνουν στο περιθώριο. Γιατί να συμβαίνει; Οπότε, τώρα που η εποχή είναι πιο σκληρή, πιο δύσκολη ακόμα και στον οικονομικό τομέα το έργο είναι πιο επίκαιρο» μου λέει ο Βασίλης Μπισμπίκης καθώς με αποχαιρετά.

Βασίλης Μπισμπίκης- Δημήτρης Δρόσος

Χρήσιμες πληροφορίες

Η παράσταση «Άνθρωποι και Ποντίκια» κάνει πρεμιέρα στις 8 Οκτωβρίου.

Ο CARTEL Τεχνοχώρος θα λειτουργεί κάθε Σάββατο και Κυριακή ως αμιγώς covid free κλειστός χώρος, μόνο για εμβολιασμένους και νοσήσαντες με πιστοποιητικό σε ισχύ (180 ημέρες μετά τον πρώτο θετικό έλεγχο).

Κάθε Παρασκευή θα είναι μεικτός χώρος, δηλαδή για όσους έχουν κάνει rapid test με διάρκεια 48 ωρών, εμβολιασμένους και νοσήσαντες, και με πληρότητα 50%.

*Αστυνομική ταυτότητα, δίπλωμα οδήγησης ή διαβατήριο είναι απαραίτητα προκειμένου να διενεργείται έλεγχος ταυτοπροσωπίας.

CARTEL Τεχνοχώρος

Νέα Διεύθυνση: Λεγάκη 7 Αγ. Ιωάννη Ρέντη (ΤΚ 18233), τηλέφωνο επικοινωνίας: 6939898258