Σπένσερ ταινία

Η Kρίστεν Στιούαρτ επιστρέφει ως πριγκίπισσα Νταϊάνα στις ταινίες της εβδομάδας

Αυτή την εβδομάδα, η Κρίστεν Στιούαρτ μεταφορτώνεται σε Πριγκίπισσα Ντάϊάνα στην ανατρεπτική βιογραφία του Πάμπλο Λαράιν, ο Ντάνιελ Γκρέιαμ εμπνέεται από την αληθινή ιστορία του πυγμάχου Τζεμ Μπέλτσερ, ενώ ο Χουάν Χοσέ Καμπανέλα μας μαθαίνει «Το κόλπο της νυφίτσας».

Spencer

Σκηνοθεσία: Πάμπλο Λαραΐν

Παίζουν: Κρίστεν Στιούαρτ, Τίμοθι Σπολ, Τζακ Φάρθινγκ, Σον Χάρις

Περίληψη: Ο γάμος της Πριγκίπισσας Νταϊάνας και του Πρίγκιπα Καρόλου έχει πια «κρυώσει». Ενώ οι φήμες για εξωσυζυγικές σχέσεις και το επικείμενο διαζύγιό τους πληθαίνουν, όλα καταλαγιάζουν αναγκαστικά προκειμένου να εορταστούν τα Χριστούγεννα στη εξοχική Οικία της Βασίλισσας στο Σάντρινγκχαμ. Η Νταϊάνα ξέρει καλά το παιχνίδι. Μόνο που αυή τη φορά τα πράγματα θα είναι διαφορετικά.

Ο Πάμπλο Λαραΐν υπογράφει την πιο ανατρεπτική βιογραφία της Πριγκίπισσας Νταιάνα με την υποψήφια για Όσκαρ Κρίστεν Στιούαρτ.

Έμπειρος στα biopics, ο Χιλιανός δημιουργός μετά από την Τζάκι Κένεντι και τον Πάμπλο Νερούδα,καταπιάνεται με ένα από τα πλέον προβεβλημένα πρόσωπα της σύγχρονης ιστορίας,που κατάφερε να γίνει ίνδαλμα της ποπ κουλτούρας, αλλά και ηρωίδα μέσα από το τραγικό της φινάλε. Η ιστορία της Λαίδης Νταϊάνα Σπένσερ είναι γνωστή και γι' αυτό ο Λαραΐν εστιάζει στο τέλος του γάμου της με τον πρίγκιπα Κάρολο και στο τριήμερο των εορταστικών Χριστουγεννιάτικων εκδηλώσεων, κατά το οποίο σύμφωνα με την παράδοση όλη η βασιλική οικογένεια συγκεντρώνεται στο παλάτι του Σάντρινγκχαμ, πρώτον για να στείλει μια εικόνα ιδανικής ευτυχίας στον βρετανικό λαό, αλλά κυρίως για να διαπιστώσει πώς βαίνουν οι πάντα δύσκολες σχέσεις των μελών της.  

Ένας στόλος λοιπόν τεθωρακισμένων αυτοκινήτων καταφτάνει στο παλάτι, ενώ η Νταϊάνα, επιλέγοντας να πάει άνευ συνοδείας, μπερδεύει τον δρόμο. «Έχω χαθεί», αναφωνεί και ήδη από τα πρώτα λεπτά η πρόθεση του Λαραΐν γίνεται ξεκάθαρη. Μακριά από τα κουτσομπολιά και τις φήμες, σκάβει βαθιά και αποκαλύπτει το πρόσωπο πίσω από τον μύθο, επικρίνοντας με λεπτούς χειρισμούς το περιβάλλον της, την εθιμοτυπία και τους θεσμούς που φτάνουν έως και την παράνοια. Υπομένοντας με απλανές βλέμμα το μαρτύριο του ζυγίσματος στο οποίο υποβάλλονται όλοι οι επισκέπτες της βασίλισσας, μέχρι τον απόλυτο έλεγχο κάθε κίνησης, επιθυμίας, ακόμα και ανάσας της, η Νταϊάνα, ευάλωτη και καταρρακωμένη, αναζητάει μια αληθινή επαφή. Η οικογένεια στέκει γύρω της σαν ένα σιωπηλό freak show, οπότε η μόνη της διέξοδος είναι τα δυο παιδιά της και το φαγητό. Μάλιστα, οι σκηνέ με τις πεπτικές της δυσλειτουργίες σόκαραν το Παλάτι, που εκφράστηκε αρνητικά για την ταινία, θεωρώντας ότι αυτή η προσέγγιση είναι πληγωτική για τον Χάρι και τον Γουίλιαμ.

Ο Λαραΐν όμως δεν ενδιαφέρεται για τους τύπους, ούτε καν για την αποκατάσταση της ιστορική αλήθειας, αλλά για την ψυχή αυτής της γυναίκας, και κάθε γυναίκας, που  εγκλωβισμένη από ένα σύστημα κανόνων, χάνει την ταυτότητά της και οδηγείται στην κατάρρευση, μέχρι να ξαναβρεί τον εαυτό της. Κι αυτή είναι η μεγάλη επιτυχία αυτής της ατνισυμαμβατικής βιογραφίας, που καταφέρνει μέσα από την ιστορία της μιας πριγκίπισσας, να αποτυπώσει τη γυναικεία φύση, αποφεύγοντας εντελώς την αγιογραφία. Άλλωστε η Νταϊάνα του Λαραΐν δεν είναι μόνο χαριτωμένη και πληγωμένη, αλλά και ματαιόδοξη και υπεύθυνη ως ένα σημείο για τη μοίρα της, να ζει δηλαδή έναν παραμυθένιο εφιάλτη, που ο ίδιος κινηματογραφεί με όρους ψυχολογικού θρίλερ.

Σημαντική η συμβολή της Κρίστεν Στιούαρτ σε έναν ρόλο ζωής, που δεν αποδίδει μόνο εξωτερικά χαρακτηριστικά, ούτε εγκλωβίζεται σε μια συμβατική μίμηση, αλλά βουτά με θάρρος στον ψυχισμό της Νταϊάνας, δίνοντας μια συγκλονιστική ερμηνεία, εντελώς απρόβλεπτη, που με αφορμή τη θλιμμένη πριγκίπισσα αποτυπώνει τη βαθιά οδύνη του να μην είσαι ελεύθερος και να μην έχεις αγαπηθεί.

Ο Αήττητος (Prizefighter: The Life of Jem Belcher)

Σκηνοθεσία: Ντάνιελ Γκρέιαμ

Παίζουν: Ράσελ Κρόου, Ματ Χούκινγκς, Ρέι Γουίνστον, Μάρτον Τσόκας, Τζόντι Μέι

Περίληψη: Μπρίστολ, Αγγλία, 1800: Ο Τζεμ Μπέλτσερ μεταμορφώνει τη μέχρι τότε πρωτόγονη πυγμαχία σε άθλημα των βασιλιάδων, σε μία ασύλληπτη πορεία που ξετυλίγει την άνοδο και την πτώση ενός καθαρόαιμου ταλέντου και ενός γεννημένου πρωταθλητή.

Η άγνωστη, πραγματική ιστορία ενός χαρισματικού νεαρού πυγμάχου,  που πάλεψε με όλες του τις δυνάμεις και κατάφερε να γίνει πρωταθλητής Αγγλίας.

Στα σκοτεινά στενά και τα πανηγύρια του Μπρίστολ αναδύεται ένα νέο είδος λαϊκού ήρωα. Το όνομά του είναι Τζεμ Μπέλτσερ, ένα φτωχόπαιδο του δρόμου, που θριάμβευσε στην πυγμαχία. Προπονητής και  μέντοράς του, ο αλκοολικός παππούς του. Εκείνος του δίδαξε την πειθαρχία και τον έπεισε ότι μπορεί να γίνει ο καλύτερος πυγμάχος στον κόσμο.

Ο Τζεμ λοιπόν, ένα ακατέργαστο διαμάντι, όπως τον αποκαλούν, επικρατεί εύκολα στους πρώτους αγώνες του, εξαιτίας της μοναδικής ικανότητας, της ταχύτητας και προσέγγισης του. Ο τρόπος ζωής του αλλάζει μέσα από τις νίκες, οπότε σύντομα βρίσκεται στους κύκλους της υψηλής κοινωνίας του Λονδίνου. Υπερασπίζεται  για πέντε χρόνια τον τίτλο του «αήττητου»,  μέχρι που ένα ατύχημα τον αφήνει τυφλό απο το αριστερό του μάτι. Ακολουθώντας τα χνάρια του παππού του, καταφεύγει στο αλκοόλ και τελικά καταλήγει τη φυλακή. O εγκλεισμός του τον βοηθάει να αναρρώσει και να παλέψει για έναν ακόμα ένα πρωτάθλημα. Βλέποντας μονό από το ένα μάτι, καταφέρνει να φτάσει τους δεκαοκτώ γύρους σε έναν βάναυσο αγώνα που παραλίγο να τον σκοτώσει. Μέχρι σήμερα, ο Τζεμ θεωρείται ο νεότερος πρωταθλητής στην ιστορία της πυγμαχίας και ο τελευταίος αγώνας του έχει χαρακτηριστεί ως «ο ξεχασμένος αγώνας του 19ου αιώνα».

Την άνοδο και την πτώση αυτού του μεγάλου ταλέντο καταγράφει  ο Ντάνιελ Γκράχαμ, που εμπνεύστηκε την ταινία, όταν είδε το πορτρέτο του Μπέλτσερ στην Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου. Κινηματογραφώντας κατά βάση τους αγώνες του, μέσα και έξω από το ρινγκ, αποτυπώνει με συμβατικούς όρους κα τηλεοπτική αισθητική την πορεία ενός χαρισματικού άνδρα, χωρίς καν να καταφέρνει να μεταφέρει έστω και εγκυκλοπαιδικές γνώσεις γύρω από αυτό το πρόσωπο, αφού συνοπτικά προσπερνάει κρίσιμα σημεία της ιστορίας του, μιμούμενος στείρα τη σκοτεινή ατμόσφαιρα γκανγκστερικών σειρών με πρωταγωνιστές αυτοκαταστροφικούς ήρωες.

Το αν ο Τζεμ είναι έρμαιο μιας μοίρας, ή η συνισταμένη των επιλόγων του, πράγμα που αποτελεί και το πιο ενδιαφέρον στοιχείο της βιογραφίας του, ελάχιστα απασχολεί τον Γκράχαμ, που αναλώνεται στην κινηματογράφηση πυγμαχικών αγώνων, οι οποίες ενίοτε ωραιοποιούν ακόμα και τη βία.

Το κόλπο της νυφίτσας (El Cuento de las Comadrejas /The Weasel's Tale)

Σκηνοθεσία: Χουάν Χοσέ Καμπανέλα

Παίζουν: Γκρατσιέλα Μπόρχες, Οσκαρ Μαρτίνεζ, Λούις Μπραντόνι

Περίληψη: Σε μια έπαυλη βασιλεύουν οι μνήμες του ένδοξου παρελθόντος αλλά παραμονεύουν οι συνέπειες μιας χρόνιας παρακμής.

O Χουάν Χοσέ Καμπανέλα («Το Μυστικό στα Μάτια της») στήνει μια μαύρη κωμωδία με άρωμα παλιού Χόλυγουντ.

Μια μεγάλη σταρ του σινεμά, που πλέον έχει αποσυρθεί από την ενεργό δράση, ο σύζυγός της,ηθοποιός στο λυκόφως της ζωής του, ένας απογοητευμένος σεναριογράφος και ένας ηλικιωμένος σκηνοθέτης, μοιράζονται ένα μεγάλο σπίτι στην εξοχή.  Ανάμεσα σε αναμνήσεις και βιτριολικές ατάκες έχουν δημιουργήσει μια σχέση ζωής. Η συμβίωσή τους όμως απειλείται, όταν ένα νεαρό ζευγάρι προσπαθεί να τους εξαπατήσει, με απώτερο σκοπό να τους εξαναγκάσει να πουλήσουν το σπίτι. 

Μια νυφίτσα κι ένας ποντικός λυμαίνονται μια κουζίνα κι ένα κοτέτσι στο πρώτο πλάνο, όπως ακριβώς δυο σύγχρονοι νέοι επιχειρηματίες έχουν βάλει μια παρέα ηλικιωμένων καλλιτεχνών, που στην ουσία τους έχει μεγαλώσει, σε αυτή τη χαριτωμένη μαύρη κωμωδία, η οποία αποτελεί remake μια ταινίας του 1976 σε σκηνοθεσία Χοσε Μαρτίνεζ, μέντορα του Καμπανέλα, το «Yesterday’s Guys Used No Arsenic, που μάλιστα ήταν υποψήφια για το Ξενόγλωσσο Όσκαρ. Αποτίωντας φόρο τιμής στον Ερνστ Λιούμπιτς, τον Μπίλι Γουάιλντερ, αλλά και στην Χρυσή Εποχή του Χόλιγουντ, ο  Αργεντινός σκηνοθέτης μεταφέρει τη δράση μέσα σε μια  έπαυλη  που μοιάζει με σκηνικό. Εκεί ο χρόνος έχει σταματήσει και μόνο η άφιξη των νεαρών «επισκεπτών» μας υπενθυμίζει τη δική μας εποχή.

Από εκεί και πέρα με σπιρτόζικους διαλόγους και συνεχείς ανατροπές, αν και όχι πάντα απρόβλεπτες, ενορχηστρώνει μια πνευματώδη κομεντί, με βασικό άξονα το χάσμα των γενεών. Το γεγονός ότι οι βασικοί του ήρωες, που του ερμηνεύουν σημαντικοί ηθοποιοί της Αργετινής, κάποτε υπηρέτησαν τη μεγάλη τέχνη της πιο αληθινής ψευδαίσθησης, δηλαδή τον κινηματογράφο, του δίνει την αφορμή να δημιουργήσει ένα φινετσάτο «θέατρο εν θέατρο», που όμως καταλήγει στο απλοϊκό συμπέρασμα πως δεν γίνεται απλώς «η αλεπού να είναι 100 και το αλεπουδάκι 101».

Υγρή Γη (El Lodo/Wetland)

Σκηνοθεσία: Ινιάκι Σάντσεθ Αριέτα

Παίζουν: Ραούλ Αρεβάλο, Παθ Βέγκα

Περίληψη: Ένας Ισπανός βιολόγος επιστρέφει στη γενέτειρά του, όπου υπάρχει μια πανέμορφη λιμνοθάλασσα, της οποίας όμως η στάθμη πέφτει, καθώς οι ντόπιοι την εκμεταλλεύονται στυγνά.Ποιος θα κερδίσει αυτή τη μάχη;

Ισπανικό θρίλερ με οικολογικές ευαισθησίες από τον Ινιάκι Σάντσεθ Αριέτα.

Ένας βιολόγος, μετά από χρόνια ενεργού περιβαλλοντολογικής δράσης, επιστρέφει με την οικογένειά του στην γενέτειρά του, όπου υπάρχει μια πανέμορφη λιμνοθάλασσα (Laguna Blanca), την οποία οι ντόπιοι εκμεταλλεύονται στυγνά. Καθώς η ξηρασία ανακόπτει την  αλόγιστη επέκταση των ορυζώνων στην Ανατολική Ισπανία, η περιοχή χαρακτηρίζεται προστατευόμενος βιότοπος. Ο επιστήμονας, αντιμαχόμενος παλιομοδίτικες πρακτικές που θέτουν σε κίνδυνο το οικοσύστημα της λιμνοθάλασσας, έρχεται σε σύγκρουση με τους μισαλλόδοξους χωρικούς. Εκείνοι με τη σειρά τους δεν καλοδέχονται έναν ξένο, που τους συμβουλεύει πώς να διαχειριστούν τον υγροβιότοπό τους. Έτσι ένας πόλεμος απειλών και πιέσεων ξεκινά εναντίον του.

Τοποθετημένο σε ένα τοπίο άγριας ομορφιάς στη λιμνοθάλασσα της Albufera, κοντά στην Βαλένθια, ο Αριέτα μέσα από αυτό το νέο-νουάρ θρίλερ, ασχολείται με το επικίνδυνο  οικολογικό ζήτημα, βλέποντας μονάχα τη μία – και την πιο ανώδυνη- πλευρά. Για όλα λοιπόν εδώ φταίνε οι απαρχαιωμένες αντιλήψεις ντόπιων κατοίκων, που μοιάζουν με έναν οργισμένο όχλο με δολοφονικές διαθέσεις. Φαίνεται όμως πως τα ερωτηματικά του Ισπανού δημιουργού γύρω από το οικολογικό εξαντλούνται και τακτοποιούνται γρήγορα, οπότε ο άξονας μετατοπίζεται στην ασφυκτική πίεση μιας κλειστής κοινωνίας απέναντι στις μοντέρνες ευαισθησίες και στο οικογενειακό δράμα του κεντρικού ήρωα, που στη λογική ενός σύγχρονου γουέστερν πληρώνει σε προσωπικό επίπεδο μια κατά βάση πολιτική επιλογή.  Όμως όσο κι αν η θέση αυτή εμπεριέχει μια ισχυρή δόση αλήθειας, ο Αριετα χάνει το παιχνίδι στη μονοδιάστατη αντιμετώπιση ενός μείζονος προβλήματος, που δεν μπορεί να λυθεί απλώς με μια συγκαταβατική δραματουργική λύτρωση και μελοδραματικές φιοριτούρες.

Ο τενόρος (Ténor)

Σκηνοθεσία: Κλοντ Ζιντί Τζούνιορ

Παίζουν: Μοχάμεντ Μπελκίρ, Γκιγιόμ Ντουέσμ, Μισέλ Λαρόκ

Περίληψη: Ένας ράπερ, που δουλεύει ως διανομέας, θα γνωριστεί εξαιτίας μιας παρεξήγησης με μια δασκάλα φωνητικής στην Όπερα του Παρισιού, η οποία διακρίνει σ’ αυτόν ένα σπάνιο ταλέντο.

Μια feelgood κομεντί για τα όνειρα που βγαίνουν αληθινά.

Ενώ εργάζεται ως διανομέας, ο Αντουάν, ένας φιλόδοξος νεαρός ράπερ από τα προάστια του Παρισιού, συναντά την κυρία Λουαζό, μία επιφανή δασκάλα φωνητικής στην Όπερα του Παρισιού. Άναυδη εκείνη από το ταλέντο του, τον συστήνει στον κόσμο της όπερας. Ο Αντουάν γίνεται μαθητής της, αλλά κρύβει το όνειρό του από την οικογένεια και τους φίλους του από φόβο πως θα τον κοροϊδέψουν.

Ο Αντουάν, που τον υποδύεται ο ράπερ MB14 (κατά κόσμον Μοχάμεντ Μπελκίρ), γίνεται το σύμβολο του καταπιεσμένου καλλιτέχνη, που κανείς -ούτε οι δικοί του, ούτε και όσοι αναγνωρίζουν το ταλέντο- μπορούν να καταλάβουν σε αυτή τη μουσική κωμωδία, που παρά το ανάλαφρο κλίμα της, βρίθει σεναριακών κλισέ και σχηματικών χαρακτήρων, προσπαθώντας να μιμηθεί, χωρίς επιτυχία, το αμερικανικό «Coda».

Παίζονται ακόμα:

Ο μικρός Νικόλας και το κυνήγι του κρυμμένου θησαυρού

(Le Trésor du Petit Nicolas)

Σκηνοθεσία: Ζουλιέν Ραπενό

Παίζουν: Ιλάν Ντεμπραμπάν, Ζαν Πολ Ρουβ, Οντρέ Λαμί, Γκρεγκορί Γκαντεμπουά

Περίληψη: Όταν ο πατέρας του μικρού Νικόλα παίρνει προαγωγή, εκείνος μαζί με τους πιστούς φίλους σκαρφίζονται ένα ξέφρενο κυνήγι θησαυρού ώστε να εμποδίσουν τη μετακόμιση.

(Η ταινία προβάλλεται μεταγλωττισμένη με τις φωνές των: Άρη Αβραμέα, Άρτεμης Ματαφιά, Αλμπέρτου Εσκενάζι, Τάκη Σακελλαρίου κ.α)

Νέες περιπέτειες για τον λογοτεχνικό ήρωα του Ρενέ Γκοσινί.

Πέρα από οτιδήποτε άλλο, ο εννιάχρονος Νικόλας λατρεύει να παίζει και να εξερευνά τον κόσμο με τους φίλους του από το σχολείο, μια τρελο-συμμορία με το όνομα «Οι Ανίκητοι».Αξιαγάπητοι, αν και διαβόητοι σκανταλιάρηδες, μπλέκουν σε κάθε είδους περιπέτεια, αφήνοντας τους γονείς και τους δασκάλους να μαζεύουν τα σπασμένα. Όμως, όταν ο πατέρας του Νικόλα παίρνει ξαφνικά προαγωγή, η οποία απαιτεί τη μετακόμισή τους στον νότο της Γαλλίας, ολόκληρος ο κόσμος του μικρού ήρωα μαζί και της παρέας του έρχεται τούμπα. Η συμμορία όμως δεν έχει πει την τελευταία της λέξη. Έτσι, οι «Ανίκητοι» καταστρώνουν το απόλυτο σχέδιο για να εμποδίσουν την απαίσια μετακόμιση: ένα κυνήγι θησαυρού.

Κάπως έτσι ξεκινάει η καινούργια περιπέτεια του πιο διάσημου σχολιαρόπαιδου, που έχει συντροφεύσει γενιές και γενιές παιδιών. Και φυσικά δεν είναι μόνος: γύρω από τον Νικόλα, ο οποίος μεγαλώνει σε μια απροσδιόριστη πόλη της Γαλλίας τη δεκαετία του ‘50 και του ‘60, γνωρίζουμε την οικογένειά του, τους φίλους του, τους συμμαθητές και τους δασκάλους του, οι οποίοι και συμπληρώνουν το παζλ των ξεκαρδιστικών ιστοριών του.

Ο Μικρός Νικόλας είναι δημιούργημα του σεναριογράφου Ρενέ Γκοσινί και του σκιτσογράφου Ζαν-Ζακ Σανπέ. O χαρακτήρας πρωτοεμφανίστηκε σε ένα κόμικ του βέλγικου περιοδικού «Le Moustique» και συνέχισε ως μόνιμη στήλη από το 1956 ως το 1958. Το πρώτο διήγημα με πρωταγωνιστή τον Νικόλα δημοσιεύτηκε τον Μάρτιο του 1959 στην εφημερίδα «Sud-Ouest Dimanche. Οι δημιουργοί αρχικά δεν σχεδίαζαν να συνεχίσουν τις περιπέτειές του, όμως η δημοφιλία της δουλειάς τους τούς έκανε να δημοσιεύουν υλικό ως το 1965. Οι συλλογές των ιστοριών αυτών έχουν πια πουλήσει πάνω από 15 εκατομμύρια αντίτυπα σε όλον τον κόσμο και έχουν μεταφραστεί σε πάνω από 40 γλώσσες, οι δύο προηγούμενες ταινίες του γνώρισαν τεράστια εισπρακτική επιτυχία με πάνω από 91 εκατομμύρια ευρώ σε εισπράξεις, ενώ η σειρά των κινουμένων σχεδίων προβλήθηκε σε σχεδόν ολόκληρο τον κόσμο.

Η οικογένεια του Μεγαλοπατούσα (Bigfoot Family)

Σκηνοθεσία: Τζέρεμι Ντέγκρουσον, Μπεν Στάσεν

Με τις φωνής των (στα ελληνικά): Χρήστου Γρηγοριάδη, Άρη Κυπριανού, ΑνδρέαΚουτσόφτα, Έφης Χαραλάμπους, Μαρίας Κάνθερ κ.ά.

Περιγραφή: Ο Μεγαλοπατούσας γίνεται σταρ και αποφασίζει να σώσει μια κοιλάδα από την οικολογική καταστροφή.

Ο Μεγαλοπατούσας και η οικογένειά του επιστρέφουν στη μεγάλη οθόνη για μια ακόμα περιπέτεια.

Λίγους μήνες μετά από την επανασύνδεσή της, η οικογένεια του Άνταμ ζει ευτυχισμένη και εκείνος αρχίζει να συνηθίζει σιγά σιγά τις νέες του δυνάμεις. Αλλά όταν ο Μεγαλοπατούσας αποφασίσει να φύγει για να σώσει μια κοιλάδα από τη σατανική εταιρεία πετρελαίου Χ Tract, θα εξαφανιστεί. Οπότε η Σέλι, ο Άνταμ, ο Γουίλμπερ και ο Τράπερ θα αποφασίσουν να ερευνήσουν τι συνέβη.

Νέοι χαρακτήρες και νέες θεματικές προστίθενται σε αυτό το sequel, που διατηρεί τη δυναμική της πρώτης ταινίας, εστιάζοντας στη σημασία της οικογένειας, την αποδοχή της διαφορετικότητας, αλλά και επίκαιρα ζητήματα, όπως η οικολογία, τα μέσα ενημέρωσης και η χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.

Ο Μεγαλοπατούσας μετατρέπεται από ένα μοναχικό πλάσμα του δάσους σε πραγματικό σταρ με τρομερή ζήτηση, που θέλει να εκμεταλλευτεί τη φήμη του για να προστατέψει το περιβάλλον. Τα πανέμορφα τοπία της Αλάσκα θα αποτελέσουν το σκηνικό της νέας αυτής ποπ περιπέτεια, που κινείται στα χνάρια των ταινιών της Amblin της δεκαετίας του ’80, όπως τα «Goonies»και ο «ET».

Επαναπροβολές:

Στη σκιά των τεσσάρων γιγάντων (North By Northwest)

Σκηνοθεσία: Άλφρεντ Χίτσκοκ

Παίζουν: Κάρι Γκραντ, Έβα Μαρί Σαντ, Τζέιμς Μέισον, Τζέσι Ρόις Λάντις

Περίληψη: Ένας διαφημιστής εκλαμβάνεται κατά λάθος ως διπλός κατάσκοπος, κατηγορείται για τη δολοφονία ενός διπλωμάτη και μπλέκει σε μια απίστευτη περιπέτεια με μια μοιραία γυναίκα.

Μία από τις καλύτερες ταινίες του Άλφρεντ Χίτσκοκ επανακυκλοφορεί σε νέες αποκατεστημένες κόπιες.

 Ένας ανυποψίαστος διαφημιστής καταδιώκεται από κατασκόπους, που νομίζουν ότι είναι πράκτορας της κυβέρνησης των ΗΠΑ. Στην προσπάθειά του να σώσει τη ζωή του, μπλέκεται όλο και βαθύτερα σε μια υπόθεση στην οποία κανείς δεν είναι αυτό που φαίνεται.

Έναν χρόνο μετά από τον αριστουργηματικό «Δεσμώτη του Ιλίγγου», ο Άλφρεντ Χίτσκοκ επιστρέφει στο αγαπημένο του είδος της κατασκοπικής περιπέτειας με τη συνδρομή του θρυλικού σεναριογράφου Έρνεστ Λίμαν («West Side Story», «Ποιος Φοβάται την Βιρτζίνια Γουλφ;») και καταθέτειμια απόλυτα διασκεδαστική ταινία,  η οποία συνοψίζει τόσο τις συνήθεις εμμονές του μετρ, όσο και τη σκανδαλιάρικη διάθεσή του για δράση και υπερθέαμα με χιουμοριστικές νότες.

Πρόκειται για την τέταρτη και τελευταία συνεργασία του Χίτσκοκ με τον απολαυστικό Κάρι Γκραντ, ενώ το σάουντρακ από τον επίσης συχνό συνεργάτη του, Μπέρναρντ Χέρμαν, είναι δυναμικό και καταιγιστικό όσο και το σασπένς. Με θεαματική φωτογραφία Vistavision, σκηνές όπως αυτές στο όρος Ράσμορ και ακόμα περισσότερο η καταδίωξη του ήρωα στην έρημο από το αεροπλάνο ψεκασμών, θεωρούνται κορυφαίες στιγμές της κινηματογραφικής ιστορίας. Για την ακρίβεια, το 2000 η εφημερίδα «The Guardian» κατέταξε τη σκηνή με το αεροπλάνο στην 29η θέση της λίστας με τις «100 καλύτερες κινηματογραφικές στιγμές», ενώ το 2009 τo βρετανικό κινηματογραφικό περιοδικό Empire την ονόμασε τη «μεγαλύτερη κινηματογραφική στιγμή» όλων των εποχών.

Η γιορτή της Μπαμπέτ (Babettes gæstebud)

Σκηνοθεσία: Γκάμπριελ Άξελ

Παίζουν: Στεφάν Οντράν, Μποντίλ Κίερ, Μπιργκίτε Φεντερσπίελ, Γιαρλ Κούλε, Μπίμπι Άντερσον

Περίληψη: Η Μπαμπέτ είναι μια Γαλλίδα, η οποία μετά τα γεγονότα της Κομμούνας ,βρίσκει καταφύγιο στη Δανία στο σπίτι δύο ανύπαντρων γυναικών σε ένα απομονωμένο ψαροχώρι. Ζει μαζί τους για χρόνια ως οικονόμος και όταν κερδίσει το λαχείο θα ξοδέψει όλη την περιουσία της για να ετοιμάσει ένα αξέχαστο ευχαριστήριο γεύμα προς τιμή τους.

Δανέζικο δράμα βραβευμένο με Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας το 1988.

Στη Δανία του 19ου αιώνα, σ’ ένα απομακρυσμένο φτωχικό ψαροχώρι, ζουν δύο καλόκαρδες γεροντοκόρες αδελφές, κόρες του προτεστάντη πάστορα και ιδρυτή μιας αυστηρής και κλειστής θρησκευτικής κοινότητας. Οι δυο γυναίκες έζησαν δίπλα στον πατέρα τους μία λιτή και εντελώς στερημένη από χαρές και απολαύσεις ζωή. Μέχρι που κάποιο βράδυ εμφανίζεται μία μυστηριώδης γυναίκα, η Μπαμπέτ, πρόσφυγας από τη Γαλλία, κυνηγημένη από την αντεπανάσταση στο ταραγμένο Παρίσι της Κομμούνας. Ζητά καταφύγιο από τις δύο γυναίκες, οι οποίες την κρατούν κοντά τους ως οικονόμο για δεκατέσσερα ολόκληρα χρόνια. Όταν κάποια στιγμή η Μπαμπέτ δέχεται την εύνοια της τύχης και κερδίζει ένα μεγάλο χρηματικό ποσό στο λαχείο, φεύγει για τη χώρα της με σκοπό να ετοιμάσει μία έκπληξη στις αδελφές: ένα «γαλλικό» δείπνο, με αφορμή τα εκατό χρόνια από τη γέννηση του πάστορα.

Όταν φτάνει η ώρα που θα καθίσουν γύρω από το τραπέζι, οι αδερφές και όλοι οι κάτοικοι του χωριού, που μέχρι τότε υπηρετούσαν τη βούληση του Θεού μέσα από τη στέρηση και την αυτοθυσία, θα γνωρίσουν την ευδαιμονία, που αγνοούσαν. Κατά τη διάρκεια του γεύματος, το φαγητό θα ευφράνει τις στερημένες καρδιές και οι καλεσμένοι της Μπαμπέτ (που ήταν κορυφαία σεφ του διάσημου Cafe des Anglais στο Παρίσι), θα γευτούν τα καλά  ενός γήινου όχι επουράνιου παραδείσου.

Μια καυστική σάτιρα του προτεσταντισμού και του θρησκευτικού φονταμενταλισμού, βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα της Κάρεν Μπλίξεν, που ταυτόχρονα είναι κι ένας ύμνος στις υλικές και εξόχως αμαρτωλές απολαύσεις της ζωής. Στο φιλμ αποτυπώνεται υποβλητικά η σκοτεινή ατμόσφαιρα της εποχής και της επαρχίας, ενώ η σχέση μεταξύ των τριών γυναικών περιγράφεται ανάγλυφα με μικρές, έξυπνα στημένες σκηνές, με αίσθηση του χιούμορ και μετρημένη συγκίνηση.