Oι ταινίες της εβδομάδας: To οσκαρικό «Άσπρο Πάτο» του Τόμας Βίντερμπεργκ «μεθά» τα θερινά σινεμά της πόλης
Aυτή την εβδομάδα ο Τόμας Βίντερμπεργκ και ο Μαντς Μίκελσεν φωνάζουν «Άσπρο Πάτο», ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο και ο Μόργκαν Φρίμαν ενώνουν τις δυνάμεις τους για να εξολοθρεύσουν τον Τόμι Λι Τζόουνς, ενώ τρεις σημαντικές all time classic ταινίες κυκλοφορούν σε επανέκδοση.
Άσπρο Πάτο
(Drunk/Another Round)
Σκηνοθεσία: Tόμας Βίντερμπεργκ
Παίζουν: Μαντς Μίκελσεν, Τόμας Μπο Λάρσεν, Μάγκνους Μίλανγκ, Λας Ράντε, Μαρία Μπονεβί, Σούσε Βολντ
Περίληψη: Τέσσερις καθηγητές, που βρίσκονται σε τέλμα, αποφασίζουν να κάνουν ένα πείραμα, σύμφωνα με το οποίο πρέπει να διατηρούν μια ελαφρά κατάσταση μέθης καθ’ όλη τη διάρκεια της μέρας. Αρχικά τα αποτελέσματα είναι θετικά: τα μαθήματά τους βελτιώνονται, οι γύρω τους ανταποκρίνονται ζεστά στην ανανεωμένη τους συμπεριφορά και οι ίδιοι νιώθουν πιο ζωντανοί, πιο γεμάτοι. Όμως, καθώς η κατανάλωση συνεχίζεται, εκτρέπονται καi πλέον γίνεται σαφές ότι ορισμένες πράξεις έχουν και συνέπειες.
Ο Τόμας Βίντερμπεργκ ξορκίζει την απώλεια και φτιάχνει έναν ύμνο στη ζωή, σαρώνοντας σημαντικά βραβεία, μεταξύ των οποίων και το Όσκαρ Ξενόγλωσσης ταινίας.
Τέσσερις καθηγητές, που βιώνουν κρίση ηλικίας, εγκλωβισμένοι σε μια μέτρια και βαρετή καθημερινότητα, αποφασίζουν να κάνουν ένα περίεργο πείραμα. Βασισμένοι στη θεωρία του Νορβηγού ψυχολόγου Φιν Σκαρντερούντ, σύμφωνα με την οποία ο άνθρωπος γεννιέται με ένα έλλειμμα αλκοόλ της τάξης του 0.5% στον οργανισμό του, οπότε η καθημερινή του κατανάλωση μπορεί να συμβάλει στην ευτυχία, αποφασίζουν να το ρίξουν έξω.
Σταδιακά όμως, η κατάσταση της ελαφριάς μέθης που τους προκαλεί ευφορία και αυξάνει τη δημιουργικότητά τους αρχίζει να γίνεται μια καταστροφική εξάρτηση, που διαλύει τις οικογένειές τους και τις ζωές τους.
Τα γυρίσματα του «Άσπρου Πάτου» συνέπεσαν με ένα τραγικό γεγονός: η νεαρή κόρη του Βίντερμπεργκ, η οποία θα υποδυόταν κι έναν ρόλο στην ταινία, σκοτώθηκε σε τροχαίο ατύχημα. Ο Δανός δημιουργός αποφάσισε να ολοκληρώσει το φιλμ στη μνήμη της, βρίσκοντας παρηγοριά και στήριξη, όπως ο ίδιος έχει πει, στους καλούς του συνεργάτες.
Αυτή η αίσθηση του πένθους και της λύτρωσης ελλοχεύει σε κάθε δευτερόλεπτο αυτής της ταινίας, που θα μπορούσε να είναι μια πραγματεία για το αλκοόλ, όμως τελικά καταφέρνει να πει πολλά περισσότερα. Η τακτοποιημένη ζωή των ευρωπαϊκών πόλεων, όπου όλα κυλούν προγραμματισμένα και χωρίς εκπλήξεις, η ανάγκη της μέθης, κυριολεκτικής ή και μεταφορικής, ως μια απόδραση από τη ρουτίνα και το άγχος του θανάτου, και τελικά η συνειδητοποίηση ότι η βαθιά αλλαγή βρίσκεται ακριβώς μέσα στην επανάληψη, αν αποφασίσεις να κοιτάξεις διαφορετικά την κάθε μέρα, αποτελούν και τον βασικό άξονα του Βίντερμπεργκ.
Κινηματογραφώντας τους ήρωές του σε καταστάσεις εκτός ορίων, άλλοτε γελοίες κι άλλοτε τραγικές, εστιάζοντας σε βλέμματα απόγνωσης και μοναξιάς, καταγράφει την πτώση τους και τους οδηγεί σταδιακά σε έναν καθαρτικό χορό δίπλα στη θάλασσα.
Χρησιμοποιώντας σε σημεία την τεχνική του Δόγματος, που εκείνος εισηγήθηκε, ο Βίντερμπεργκ φτιάχνει μια απολύτως προσωπική, αλλά καθόλου αυτοβιογραφική ταινία για την κωμικοτραγικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης. Το αλκοόλ δεν είναι αυτοσκοπός, είναι απλώς μια παρομοίωση, ένα σύμβολο της προσπάθειας κάθε πλάσματος να βρει την ευτυχία, ή τελικά απλώς να απολαύσει τον αγώνα, που του έχει κληρωθεί να δώσει σε αυτό τον κόσμο.
Ο Μαντς Μίκελσεν, αλλά και οι συμπρωταγωνιστές του- τρεις από τους καλύτερους ηθοποιούς της Δανίας- συνιστούν μια απολαυστική τετράδα, που αποτυπώνει την οδύνη, τον τρόμο απέναντι στο επικείμενο τέλος και στον χρόνο που περνάει, αλλά και την ανάγκη που όλοι μοιραζόμαστε: να ξεμυαλιστούμε για λίγο, ξεφεύγοντας από τις συμβάσεις και τους κανόνες, μέσα από μια μπαλετική φιγούρα, που ίσως κάποια στιγμή τολμήσουμε απενοχοποιημένα, έστω κι αν δεν έχουμε ανεβεί ποτέ σε πουέντ.
Πώς να σκοτώσεις τον πρωταγωνιστή σου
(The Comeback Trail)
Σκηνοθεσία: Τζορτζ Γκάλο
Παίζουν: Ρόμπερτ Ντε Νίρο, Μόργκαν Φρίμαν, Τόμι Λι Τζόουνς, Ζακ Μπραφ, Εμίλ Χιρς
Περίληψη: Δύο κινηματογραφικοί παραγωγοί, που χρωστάνε χρήματα στη μαφία, χρησιμοποιούν τον γερασμένο κινηματογραφικό τους αστέρα για μία απάτη προκειμένουν να σωθούν. Όμως τελικά, καταλήγουν να κερδίσουν περισσότερα απ’ όσα φαντάζονταν.
Remake μιας απολαυστικής σάτιρας για τη βιομηχανία του θεάματος, που κυκλοφόρησε το 1982 και σήμερα πια θεωρείται cult.
Ένας παραγωγός ταινιών έχει στα χέρια του «το καλύτερο σενάριο που έχει διαβάσει ποτέ», αλλά ταυτόχρονα χρωστάει λεφτά στη μαφία. Έτσι, αναγκάζεται να δεχτεί μια συμφωνία με τον πιο μισητό του αντίπαλο, εκχωρώντας τα δικαιώματα του σεναρίου που ονειρεύεται να γυρίσει προκειμένου να σώσει τη ζωή του. Την τελευταία στιγμή όμως, συνειδητοποιεί ότι υπάρχει κι άλλος τρόπος να γλιτώσει: αρκεί να σκοτώσει τον πρωταγωνιστή του και να εισπράξει το ποσό της ασφάλειας. Προσλαμβάνει λοιπόν έναν βετεράνο σταρ παλιών γουέστερν και βάζει μπροστά το σατανικό του σχέδιο για να βρεθεί προς εκπλήξεως.
O Τζορτζ Γκάλο, που συνυπογράφει το σενάριο με τον Τζος Πόσνερ, είδε την θρυλική ταινία του Χάρι Χούρβιτζ σε ένα φεστιβάλ και για χρόνια προσπαθούσε να αποκτήσει τα δικαιώματά της, ώσπου τα κατάφερε το 2003. Το πρωτότυπο σενάριο του Χούρβιτζ είναι ένας θρύλος στο Χόλιγουντ. Βασισμένο στον αυτοσχεδιασμό, ήταν ένα έργο πάθους του δημιουργού, που έγινε με ελάχιστα χρήματα και μονταρίστηκε πολλές φορές. Γυρίστηκε το 1974 και προβλήθηκε το 1982, χωρίς κανονική διανομή. Διάφορες κόπιες κυκλοφορούσαν, ανάμεσά τους και μία που είχε ο Χιου Χέφνερ και την προέβαλλε συχνά στην περίφημη έπαυλή του.
Και πράγματι με αυτή τη λογική την κινηματογραφεί ο Γκάλο, ακολουθώντας τον αυτοσχεδιαστικό της χαρακτήρα, ενώ ταυτόχρονα δανείζεται στοιχεία από τα κινηματογραφικά είδη της εποχής, καυτηριάζοντας τα όσα συμβαίνουν στα παρασκήνια μιας τεράστιας κινηματογραφικής βιομηχανίας. Ναι μεν όλα αυτά κάπου τα έχουμε ξαναδεί, αλλά όσα γίνονται πίσω από τις κάμερες πάντα έχουν την πλάκα τους, και ο Γκάλο ξέρει να την εκμεταλλευτεί, αν και από τα μισά και μετά δεν καταφέρνει να ανεβάσει στροφές.
Το σημαντικό χαρτί του αναμφίβολα είναι η πρωταγωνιστική του τριπλέτα: οι Ρόμπερτ Ντε Νίρο, Μόργκαν Φρίμαν και Τόμι Λι Τζόουνς ξεκάθαρα το καταδιασκεδάζουν κι εμείς μαζί τους, πείθοντάς μας πως τελικά «there is no biz like showbiz».
O Προστάτης
(The Marksman)
Σκηνοθεσία:Ρόμπερτ Λόρενζ
Παίζουν: Λίαμ Νίσον, Κάθριν Γουίνικ, Χουάν Πάμλο Ράμπα, Τερέζα Ρουίζ
Περίληψη: Ένας γαιοκτήμονας σε μία μικρή πόλη στα σύνορα της Aριζόνα, θα βοηθήσει ένα αγόρι, που καταδιώκεται από ένα Μεξικάνικο καρτέλ, να διαφύγει στις ΗΠΑ.
Ο Λίαμ Νίσον συνεργάζεται με τον πρώην βοηθό του Κλιντ Ίστγουντ, Ρόμπερτ Λόρενζ, ίσως σε μια προσπάθεια να ξεφύγει από τα action movies, αλλά καταλήγει για μια ακόμα φορά να κάνει αυτό που ξέρει καλύτερα από όλους.
Στα σύνορα μεταξύ Αμερικής και Μεξικού, στην Αριζόνα ο Τζιμ, βετεράνος του Βιετνάμ και κτηματίας, μετά από τον θάνατο της αγαπημένης του συζύγου περνάει δύσκολες ώρες. Παλεύει με τη μοναξιά του, ενώ ταυτόχρονα η τράπεζα ετοιμάζεται να κατασχέσει την περιούσια του. Η αδιάφορη ζωή του, διαταράσσεται ακόμα περισσότερο από την άφιξη δύο παράνομων μεταναστών, που θέλουν να περάσουν τα σύνορα διαμέσου της γης του. Πρόκειται για μία μητέρα με τον νεαρό γιο της, οι οποίοι προσπαθούν απεγνωσμένα να διαφύγουν από ένα σκληρό καρτέλ ναρκωτικών. Μετά από μια συμπλοκή η μητέρα πέφτει νεκρή, ζητώντας από τον Τζιμ να προστατεύσει τον γιο της. Εκείνος θα πρέπει να κάνει τα πάντα για να σώσει το παιδί, όχι μόνο από τους αδίστακτους μαφιόζους, αλλά και από την αστυνομία.
Όταν έχεις σε μια ταινία τον Λίαμ Νίσον και ένα πρόχειρα γραμμένο σενάριο, το καλύτερο που έχει να κάνει ένας σκηνοθέτης είναι απλώς να αφήσει αυτόν τον αδικημένο, τα τελευταία χρόνια, ηθοποιό να κάνει αυτό που όλοι περιμένουν: να υπερασπίζεται το καλό και το δίκαιο, παλεύοντας με όποιον τρόπο μπορεί.
Ο Λόρενζ όμως επιμένει σε μια οικογενειακή ιστορία, που απλώς σκιαγραφείται, και προσπαθεί να φωτίσει μια σειρά από κακοσχεδιασμένους χαρακτήρες, που όχι μόνο δεν βοηθούν στη δράση, αλλά δημιουργούν έναν απίστευτο αχταρμά.
Το Κάλεσμα 3: Ο Διάβολος με έβαλε να το κάνω
(The Conjuring 3: The Devil Made Me Do It)
Σκηνοθεσία: Μάικλ Τσάβες
Παίζουν: Πάτρικ Γουίλσον, Βέρα Φαρμίγκα
Περίληψη: Κονέκτικατ 1981: Οι διάσημοι ερευνητές υπερφυσικών φαινομένων βρίσκονται αντιμέτωποι με την πιο ανατριχιαστική υπόθεση της καριέρας τους. Ένας νεαρός κατηγορούμενος για στυγνή δολοφονία επικαλείται τη δαιμονοληψία ως ελαφρυντικό. Μπορούν οι Γουόρεν να πείσουν το δικαστήριο ότι είναι αθώος;
Το δημοφιλές franchise ταινιών τρόμου του Τζέιμς Γουάν επιστρέφει για τρίτη φορά στους μεταφυσικούς ερευνητές Εντ και Λορέιν Γουόρεν.
Αυτή τη φορά το θρυλικό ζευγάρι καλείται να εξιχνιάσει μια περίεργη υπόθεση που συντάραξε την Αμερική, όταν ένας νεαρός άνδρας, ο Άρνι Τζόνσον, δολοφόνησε με 22 μαχαιριές το αφεντικό της φίλης του και στη συνέχεια επικαλέστηκε ότι είχε καταληφθεί από δαίμονες, που του υπέβαλαν να διαπράξει το έγκλημα. Οι Γουόρεν καλούνται να εξιχνιάσουν αυτή την αλλόκοτη υπόθεση, όπου εμπλέκονται σατανιστικές οργανώσεις, μάγισσες, δαιμόνια, αλλά και παραστρατημένοι έφηβοι, και να παρέχουν στο δικαστήριο τεκμήρια αθωότητας του νεαρού.
Ο Μάικλ Τσάβες αναλαμβάνει τη σκηνοθεσία, αλλά δυστυχώς δεν έχει την απίστευτη ικανότητα του Γουάν να προκαλεί ανατριχίλα. Ως εκ τούτου, βασίζεται στην υποβλητική φωτογραφία και στη ρετρό αναπαράσταση της εποχής, ενώ ο ίδιος αναλώνεται σε αναμενόμενα jumpscares, που σίγουρα δεν θα σας κάνουν να ανασηκωθείτε από την καρέκλα σας.
Μοιάζει, δε, αμήχανος στο να συνδέσει το μεταφυσικό στοιχείο με την κοινωνιολογική προσέγγιση των σατανιστικών αιρέσεων που ήταν της μόδας»» στην Αμερική τη δεκαετία του ’80, καθώς και το αστυνομικό μυστήριο της όλης υπόθεσης. Το γεγονός ότι στηρίζεται σε πραγματικά γεγονότα θα αποτελούσε μια καλή βάση για μια πιο σφαιρική προσέγγιση τόσο της ίδιας της ιστορίας όσο και του ερωτευμένου ζεύγους Γουόρεν, όμως ο Τσάβες δυσκολεύεται να αποφασίσει τι είδους ταινία θέλει να κάνει κι έτσι μένουν μόνο μερικές διακειμενικές αναφορές στον «Εξορκιστή» και οι ερμηνείες της Βέρα Φαρμίγκα και του Πάτρικ Γουίλσον να σώσουν τα προσχήματα.
Το νησί των ψεμάτων
(La Ιsla de las Μentiras)
Σκηνοθεσία: Πάουλα Κονς
Παίζουν: Νερέα Μπάρος, Ντάριο Γκραντινέτι, Αϊτόρ Λούνα
Περίληψη: Στις αρχές του εικοστού αιώνα, κι ενώ το κύμα των Ευρωπαίων μεταναστών προς την αμερικανική ήπειρο βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, ένα πλοίο με 260 επιβάτες από την Ισπανία ναυαγεί στις απότομες ακτές του νησιού Σαλβόρα. Τρεις γυναίκες από το νησί θα σπεύσουν να βοηθήσουν τους ναυαγούς, κατορθώνοντας να σώσουν μερικούς, αλλά η έρευνα ενός δημοσιογράφου για το ναυάγιο θα εντείνει τις φήμες πως υπάρχει δόλος πίσω από την τραγωδία.
Ισπανική, δραματική ταινία εποχής, βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα.
Το ξημέρωμα της δεύτερης μέρας του 1921, το ατμόπλοιο Santa Isabel, που μετέφερε 260 μετανάστες από την Ισπανία στο Μπουένος Άιρες, ναυαγεί στις απόκρημνες ακτές του νησιού Σαλβόρα, στα ανοιχτά της Γαλικίας, στην Ισπανία. Τρεις γυναίκες σπεύδουν, κωπηλατώντας με μια βάρκα μέσα στην ομίχλη, και καταφέρνουν να σώσουν πενήντα επιβάτες. Οι γυναίκες θεωρούνται ηρωίδες, όμως ένας Αργεντινός δημοσιογράφος που καταφτάνει για ρεπορτάζ στο νησί, συνειδητοποιεί ότι υπάρχει κάποιο μυστικό πίσω από το ναυάγιο, το οποίο έμεινε γνωστό ως ο «Τιτανικός της Γαλικίας». Οι τρεις ηρωίδες βρίσκονται ξαφνικά ύποπτες και η κοινή γνώμη στρέφεται εναντίον τους.
Η Πάουλα Κονς, με προϋπηρεσία στις τηλεοπτικές παραγωγές και στα ντοκιμαντέρ, στο κινηματογραφικό της ντεμπούτο χρησιμοποιεί μια πραγματική ιστορία με πολλές σκοτεινές πλευρές, επιχειρώντας ένα crime story εποχής, που αν και εκτυλίσσεται στα επιβλητικά τοπία της Γαλικίας σε ελάχιστα σημεία καταφέρνει να αποκτήσει σασπένς.
Με στυλιζαρισμένα κάδρα και ακόμα πιο στυλιζαρισμένες υποκριτικές που θυμίζουν καθημερινό σίριαλ, αδυνατεί να χωρέσει στην αφήγησή της θέματα, όπως η θέση της γυναίκας σε μια ανδροκρατούμενη κοινωνία, οι ταξικές ανισότητες, το προσφυγικό και η αδηφάγα δίψα της κοινής γνώμης για ήρωες και ενόχους, αν και φαίνεται πως αυτός ήταν ο στόχος της.
Δυστυχώς όμως τα «όμορφα χωριά, όμορφα καίγονται», έτσι και οι προθέσεις της Κονς χάνονται μέσα σε μια βαρύγδουπη σοβαροφάνεια και επιτηδευμένη άργητα, οπότε η ιστορία του «Τιτανικού της Γαλικίας» βυθίζεται αύτανδρη.
Παίζεται ακόμα:
Λούκα
(Luca)
Σκηνοθεσία: Ενρίκο Κασαρόσα
Με τις φωνές των: Τζέικομπ Τρέμπλεϊ, Τζακ Ντίλαν Γκρέιζερ, Έμα Μπέρμαν, Τζον Ρατζενμπέργκερ, Μάρκο Μπαριτσέλι
Περίληψη: Η ιστορία ενηλικίωσης ενός νεαρού αγοριού, που ζει ένα αξέχαστο καλοκαίρι.
Ο Ενρίκο Κασαρόσα, υποψήφιος για Όσκαρ με το μικρού μήκους «La Luna», εμπνέεται από τα καλοκαίρια της παιδικής του ηλικίας και μας ταξιδεύει στην Ιταλική Ριβιέρα, αφηγούμενος μια ιδιαίτερη φιλία.
Ένα νεαρό αγόρι, ο Λούκα, βιώνει ένα αξέχαστο καλοκαίρι γεμάτο παγωτά, ζυμαρικά και βόλτες με σκούτερ. Ο Λούκα μοιράζεται αυτές τις περιπέτειες µε τον νέο του φίλο, τον Αλµπέρτο, αλλά η ξεγνοιασιά τους απειλείται από ένα καλά κρυμμένο µυστικό: είναι και οι δύο τέρατα της θάλασσας και έρχονται από έναν άλλον κόσμο, που υπάρχει κάτω από την επιφάνεια του νερού.
Επαναπροβολές:
Επιστροφή στο Χάουαρντς Εντ
(Howard's End)
Σκηνοθεσία: Τζέιμς Άιβορι
Παίζουν: Έλενα Μπόναμ Κάρτερ, Βανέσσα Ρεντγκρέιβ, Άντονι Χόπκινς, Έμα Τόμσον
Περίληψη: Στην Αγγλία του 1910, δύο χειραφετημένες αδελφές γνωρίζονται με μια οικογένεια νεόπλουτων, που ενδιαφέρονται μόνο για τις αξίες του χρήματος.
Ο Τζέιμς Άιβορι διασκευάζει το αριστούργημα του Ε.Μ. Φόρστερ με ένα μοναδικό καστ Βρετανών ηθοποιών, υπογράφοντας μια από τις καλύτερες ταινίες της φιλμογραφίας του.
Η Μάργκαρετ και η Έλεν Σλέγκελ είναι δύο ανεξάρτητες, έξυπνες και καλλιεργημένες αδερφές. Η εύπορη οικογένεια Γουίλκοξ από την άλλη παραμένει ακαλλιέργητη και εντελώς συμβατική. Με φόντο την εδουαρδιανή Αγγλία, δύο εκ διαμέτρου αντίθετοι κόσμοι, θα αναγκαστούν να συνυπάρξουν εξαιτίας ενός έρωτα. Όλα ξεκινούν, όταν η νεαρή και ατίθαση Έλεν επισκεφθεί την κατοικία των Γουίλκοξ, το Χάουαρντς Εντ. Εντυπωσιασμένη από τον κόσμο τους και τον διαφορετικό τρόπο σκέψης τους, θα παρασυρθεί και σε μια στιγμή επιπολαιότητας θα αρραβωνιαστεί τον Πολ Γουίλκοξ με απρόβλεπτα αποτελέσματα. Ο δε αναπάντεχος θάνατος της κυρίας Γουίλκοξ θα φέρει κοντά τις δύο οικογένειες, τονίζοντας από τη µία µεριά τις αντιθέσεις τους, αλλά και δημιουργώντας περίεργες συµμαχίες.
Η ταινία προβλήθηκε το 1992 κι εκτός από τις εννέα υποψηφιότητες στα Όσκαρ, απέφερε κι ένα ειδικό βραβείο στον Τζέιμς Άιβορι στο φεστιβάλ των Καννών. Η ταινία απέσπασε επίσης πολλά βραβεία κριτικών, μεταξύ των οποίων μια Χρυσή Σφαίρα και Όσκαρ Α' γυναικείου ρόλου για την ερμηνεία της Έμα Τόμσον και δυο Βραβεία BAFTA.
Ο τρελός Πιερό
(Pierrot le fou)
Σκηνοθεσία: Ζαν Λικ Γκοντάρ
Παίζουν: Ζαν Πολ Μπελμοντό, Ανα Καρίνα, Σάμουελ Φούλερ
Περίληψη: Ο Πιερό εγκαταλείπει την γυναίκα και την κόρη του και το σκάει από το Παρίσι με έναν παλιό του έρωτα. Προσπαθώντας μαζί να αποφύγουν τους επαγγελματίες Αλγερινούς δολοφόνους που την καταδιώκουν, μετακινούνται διαρκώς στη Μεσόγειο. Στη διάρκεια του ταξιδιού τους φιλοσοφούν για τα πάντα.
Το σουρεαλιστικό, αναρχικό και ονειρικό έργο του Γκοντάρ, που υμνεί την τρέλα του έρωτα, με το θρυλικό φιλί του Μπελμοντό και της Καρίνα επανακυκλοφορεί σε νέες κόπιες.
Εδώ και μερικά χρόνια, ο Φερντινάν βρίσκεται εγκλωβισμένος σε έναν γάμο που τον βοήθησε στην κοινωνική του ανέλιξη, αλλά τον έχει βυθίσει στην ανία. Η τυχαία συνάντησή του με τη Μαριάν Ρενουάρ, έναν παλιό του έρωτα, είναι η αφορμή που έψαχνε για να τα τινάξει όλα στον αέρα και να αποδράσει μαζί της προς άγνωστη κατεύθυνση. Αφού σβήσουν τα ίχνη τους και απομονωθούν σαν σύγχρονοι ναυαγοί, θα εξασφαλίσουν τα προς το ζην με τα πιο απίθανα κόλπα, φτάνοντας μέχρι τον γαλλικό νότο. Εκεί θα γίνει το οριστικό ξεκαθάρισμα των λογαριασμών τους.
Ο ίδιος ο Γκοντάρ χαρακτηρίζει τον «Τρελό Πιερό» σαν μια σπουδή ταινίας, που μιλά όχι για τους ανθρώπους και τα πράγματα, αλλά γι' αυτό που βρίσκεται ανάμεσά τους και που ποτέ μέχρι τώρα δεν προβλημάτισε το σινεμά. Απελευθερωμένος από τις συμβάσεις της κλασικής δραματουργίας αφήνεται να παρασυρθεί από ένα γνήσιο ποιητικό οίστρο, δίνοντάς μας μια από τις καλύτερες ταινίες του, που έγινε μεγάλη επιτυχία και χάρισε στον Μπελμοντό τον σημαντικότερο ρόλο της καριέρας του.
2046
Σκηνοθεσία: Γουόνγκ Καρ-Βάι
Παίζουν: Τόνι Λενγκ, Ζανγκ Ζιγί, Γκονγκ Λι, Φέι Γουόνγκ
Περίληψη: Ένας συγγραφέας στο Χονγκ Κονγκ και τη Σιγκαπούρη των 60’s γράφει ένα μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας που διεξάγεται το 2046, ενώ παράλληλα διάγει τη ζωή ενός δανδή, προσέχοντας να μη συνδεθεί συναισθηματικά με τις εκάστοτε κατακτήσεις του, συνήθως γειτόνισσες των ξενοδοχείων όπου μένει, και κατά προτίμηση ενοίκους του δωματίου 2046.
Ο Γουόνγκ Καρ Γουάι παραδίδει μια άτυπη συνέχεια της «Ερωτικής Επιθυμίας» («In the Mood for Love»), που επανακυκλοφορεί σε νέες ψηφιακές κόπιες.
Ο Τσόου επιστρέφει από τη Σινγκαπούρη, όπου εργαζόταν ως συγγραφέας, στο Χονγκ Κονγκ, και νοικιάζει ένα δωμάτιο στο ξενοδοχείο Oriental με τον αριθμό 2047, ακριβώς απέναντι δηλαδή από το δωμάτιο με τον αριθμό 2046. Ο αριθμός 2046 έχει ιδιαίτερη σημασία για εκείνον, σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου με τον αριθμό αυτό συναντιόταν στο παρελθόν με τη Σου Λι Ζεν για να γράψουν ένα μυθιστόρημα πολεμικών τεχνών. Εκείνη ήταν ο μεγάλος έρωτας της ζωής του, ο οποίος όμως δεν ευδοκίμησε ποτέ, αλλά ο Τσοού δεν μπορεί να ξεπεράσει. Καθώς η ταινία εξελίσσεται, παρακολουθούμε τις σχέσεις του κεντρικού ήρωα με διάφορες γυναίκες, που δεν καταφέρνουν να τον κάνουν να ξεχάσει την αγαπημένη του.
Παράλληλα, ο Τσόυ ξεκινάει να γράφει ένα φουτουριστικό μυθιστόρημα με τον τίτλο «2046.» Στο μυθιστόρημα αυτό «2046» ονομάζεται μια πόλη στην οποία καταφεύγουν οι άνθρωποι για να βρουν τις χαμένες τους αναμνήσεις. Σύμφωνα με τον Τσόου, σε αυτή την πόλη «τίποτα δεν αλλάζει και όποιος φτάνει εκεί δεν γυρίζει πίσω ποτέ».
Στην πιο αισθαντική και φιλόδοξη στιγμή του, ο Γουόνγκ Καρ Γουάι βουτά στην επιστημονική φαντασία των αναμνήσεων ενός άπιαστου παρελθόντος και απογειώνει τις εμμονές του με τη μυθική πλέον αισθητική τελειότητα των εικόνων του, υπογράφοντας ένα οπτικοακουστικό αριστούργημα, που εγγράφεται στην καρδιά.