Οι ταινίες της εβδομάδας: O Kέβιν Κόστνερ κάνει πραγματικότητα ένα όνειρο ζωής με το δικό του «Αμερικανικό έπος»
O Kέβιν Κόστνερ στο «Αμερικανικό έπος»
ΣΙΝΕΜΑ

Οι ταινίες της εβδομάδας: O Kέβιν Κόστνερ κάνει πραγματικότητα ένα όνειρο ζωής με το δικό του «Αμερικανικό έπος»


Αυτή την εβδομάδα, ο Kέβιν Κόστνερ κάνει πραγματικότητα ένα όνειρο ζωής με το δικό του «Αμερικανικό έπος», η Ολίβια Κόλμαν και η Τζέσι Μπάκλεϊ ανταλλάζουν «Μικρά Πρόστυχα Γράμματα», το «Ήσυχο Μέρος» αποκτάει spin off και ο Στέργιος Πάσχος μάς συστήνει τον «Τελευταίο Ταξιτζή».

Horizon: Ένα Αμερικανικό Έπος (Κεφάλαιο 1) (Horizon: An American Saga)

Σκηνοθεσία: Κέβιν Κόστνερ

Παίζουν: Κέβιν Κόστνερ, Σιένα Μίλερ, Σαμ Γουόρθινγκτον, Τζιοβάνι Ριμπίζι

Περίληψη: Toποθετημένη την περίοδο του Αμερικανικού Εμφυλίου Πολέμου, η τετραλογία του «Horizon» φιλοδοξεί να μας διηγηθεί τις περιπέτειες των πρώτων αποίκων της Άγριας Δύσης, μέσα από πολυπρόσωπες ιστορίες οικογενειών, μεταναστών, τυχοδιωκτών, που αναζήτησαν το αμερικανικό όνειρο στον «Ορίζοντα».

Το πρώτο μέρος της τετραλογίας του Κέβιν Κόστνερ για τους πρώτους αποικιοκράτες της Άγριας Δύσης.

Επιστρέφοντας στην περίοδο του Εμφυλίου πολέμου μετά από το «Χορεύοντας με τους λύκου», ο Αμερικανός σταρ που μέσα στο καλοκαίρι ετοιμάζεται να κυκλοφορήσει και το δεύτερο κεφάλαιο αυτού του επικού saga, θέλει να αφηγηθεί πώς δημιουργήθηκαν  οι σύγχρονες ΗΠΑ και να αποκαταστήσει, όπως λέει, μια αδικία. Και μιας και κανείς δεν φάνηκε πρόθυμος να υποστηρίξει το μεγαλεπήβολο όραμά του, αποφάσισε να το χρηματοδοτήσει ο ίδιος με 38 εκατομμύρια δολάρια.

Ακολουθώντας λοιπόν την παράδοση των κλασικών western, τουλάχιστον όσο αφορά στην αισθητική καιτην κινηματογράφηση, επικεντρώνεται σε πολλές ιστορίες διαφορετικών χαρακτήρων- μιας γυναίκας που σώζεται μαζί με την κόρη της από τη σφαγή των Απάτσι στην κοιλάδα του Σαν Πέδρο, ενός εμπόρου αλόγων, ενός καραβανιού τυχοδιωκτών. Οι ήρωες του, πολλοί εκ των οποίων έχουν τη δυνατότητα να εξελιχθούν δραματουργικά, είναι οι προγονοί του, άνθρωποι που αναζητούσαν τον «Ορίζοντα», έναν επίγειο παράδεισο κάπου στην Άγρια Δύση, ο οποίος έγινε το περιβόητο «αμερικανικό όνειρο» και οδήγησε σε ένα τρομακτικό αδιέξοδο.

Αυτοί οι προβληματισμοί όμως δεν απασχολούν τον Κόστνερ, τουλάχιστον  σε αυτό το πρώτο μέρος, που παραδίδεται  άνευ όρων στην ομορφιά των αχανών τοπίων και στις μάχες εποίκων και Ινδιάνων. Η Το αίτημα για απόδοση δικαιοσύνης, που υπάρχει σήμερα στην Αμερική και που ο ίδιος ευαγγελίζεται,  εδώ δεν επιτυγχάνεται, αφού η ζυγαριά μάλλον γέρνει περισσότερο προς το δράμα των Λευκών παρά στη γενοκτονία των αυτόχθονων, αλλά ευτυχώς, αν θέλει, έχει ακόμη τρεις ταινίες για να αποκαταστήσει τα πράγματα.

Προς ώρας πάντως, η νοσταλγική του διάθεση, που θα ικανοποιήσεις τους φαν του είδους, καταλήγει σε ένα τηλεοπτικής λογικής αφήγημα και σε μια λαϊκή ιστορική ανασκόπηση, που θα γίνει μεν κατανοητή από το ευρύ κοινό, χωρίς όμως να μιλάει τελικά για το σήμερα.

Ένα Ήσυχο Μέρος: Ημέρα Πρώτη (A Quiet Place: Day One)

Σκηνοθεσία: Μάικλ Σαρνόσκι

Παίζουν: Λουπίτα Νιόνγκ'ο, Τζόζεφ Κουίν, Ντζίμον Χούνσο, Άλεξ Γουόλφ

Περίληψη: H Σαμ, μία γυναίκα που μένει στη Νέα Υόρκη, γίνεται μάρτυρας της πρώτης επίθεσης των εξωγήινων πλασμάτων με την super sonic ακοή.

Μετά από ένα sequel και ενώ ο Κραζίνσκι ετοιμάζει το τρίτο κεφάλαιο της επιτυχημένης του σειράς, το spin-off του franchise θα μας αφηγηθεί πώς ξεκίνησαν όλα.

Μια μέρα στο Μανχάταν, μετά από μια βροχή μετεωριτών, εμφανίζονται κάποια παράξενα τέρατα, τα οποία επιτίθενται στους ανθρώπους στο άκουσμα του παραμικρού θορύβου. Όλοι λοιπόν για να επιζήσουν κάνουν απόλυτη ησυχία- και μάλιστα σε μια πολύβουη πόλη. Η δράση επικεντρώνεται στη Σαμ, μια καρκινοπαθή που ζει με τις αναμνήσεις της και το μόνο που θέλει είναι να φάει ένα κομμάτι πίτσα στο μέρος που πήγαινε με τον αγαπημένο της πατέρα. Η Σαμ προσπαθεί να επιβιώσει σε μία Νέα Υόρκη, με πλημμυρισμένα μετρό, κτίρια τυλιγμένα στις φλόγες και δρόμους γεμάτους τρακαρισμένα οχήματα με μοναδική της συντροφιά τον γάτο της, τον Φρόντο, μέχρι που συναντάει έναν αποκαρδιωμένο Βρετανό φοιτητή, τον οποίο αναγκάζεται να πάρει υπό την προστασία της.

Πριν από έξι χρόνια, το θρίλερ του Τζον Κραζίνσκι εντυπωσίασε με την πρωτοτυπία του. Το ερώτημα πώς προήλθαν το τεράστια απειλητικά όντα, που εξοντώνουν την ανθρωπότητα και τι μπορεί συμβολίζουν, βασάνιζε τους θεατές  τόσο στην πρώτη ταινία όσο και στο sequel που ακολούθησε, μέχρι που ο παραγωγός Μάικλ Μπέι πρότεινε ένα prequel, που θα ξεκινούσε  από το σημείο μηδέν.

Αυτή τη φορά με τον Μάικλ Σαρνόσκι («Pig») στο σκηνοθετικό τιμόνι, οι φαν της δημοφιλούς σειράς θα πάρουν επιτέλους την απάντηση που αναζητούν και μάλιστα από την πρώτη κιόλας σεκάνς. Ο διάδοχος του Κραζίνσκι, σεβόμενος την ποιότητα της αρχικής ιδέας, δεν περιορίζεται σε μια ιστορία καταστροφής και τρόμου, αντίθετα  δομεί ένα ψυχολογικό θρίλερ χαρακτήρων, μεγάλο μέρος του οποίου εκτυλίσσεται μέσα σε ένα σπίτι.

Κρατώντας την κάμερά του ως επί το πλείστον στα πρόσωπα των ηθοποιών του, ο Σαρνόσκι διερευνά πώς ο άνθρωπος αντιδρά και λειτουργεί σε συνθήκες κινδύνου. Η ενσυναίσθηση, η αλληλεγγύη και η συνεργασία γίνονται η λύση στο αδιέξοδο αυτής της δυστοπίας για τους ήρωες του, που δεν ζουν σε κάποια εξοχή, αλλά περιπλανούνται σε μια σύγχρονη πόλη, βυθισμένη στη μοναξιά. Οι αναμνήσεις και η ελπίδα είναι ό,τι έχει απομείνει σε αυτό το κατεστραμμένο αστικό τοπίο, ενώ οι ελάχιστοι ψιθυριστοί διάλογοι δίνουν τη θέση του σε τρυφερά αγγίγματα μέσα σε μία μελαγχολική ατμόσφαιρα, όπου η ζωή συνεχίζει την πορεία της, όπως ακριβώς ο χαριτωμένος Φρόντο, με τον σκηνοθέτη να προσδίδει μια συγκινητική  κοινωνιολογική διάσταση στον πρωτότυπο μύθο.

Από ένα σημείο όμως και μετά, ο Σαρνόσκι ξεμένει από καλές ιδέες, με αποτέλεσμα να οδηγείται σε ένα εύκολο φινάλε, που δεν είναι ακριβώς προάγγελος των όσων έχουμε παρακολουθήσει στις προηγούμενες ταινίες.  

Η πανέμορφη και βραβευμένη με Όσκαρ Λουπίτα Νιόνγκ’ο, εμφανώς αδυνατισμένη για τις ανάγκες του ρόλου, μιας και ήθελε να αισθανθεί την εξάντληση της ηρωίδας της, με το διαπεραστικό της βλέμμα  δίνει σάρκα στη δύναμη της μνήμης, που γίνεται το αντίδοτο στον θάνατο, ενώ ο Τζόζεφ Κουίν από το «Stranger τhings» ερμηνεύει την πιο ευάλωτη πλευρά του ανθρώπου, που καλείται να υπερνικήσειτον φόβο.

Μικρά Πρόστυχα Γράμματα (Wicked Little Letters)

Σκηνοθεσία: Θία Σάροκ

Παίζουν: Ολίβια Κόλμαν, Τζέσι Μπάκλεϊ, Τίμοθι Σπολ, Τζέμα Τζόουνς, Μαλάχι Κέρμπι

Περίληψη: Ένα παράλογο σκάνδαλο ξεσπάει στο Λιτλχάμπτον, με αφορμή κάποια μικρά πρόστυχα γράμματα. Οι ύποπτοι είναι αρκετοί και η υπόθεση οδηγείται μέχρι και σε δίκη, αλλά ποιος είναι τελικά ο ένοχος;

Πικάντικη κωμωδία μυστηρίου, με πρωταγωνίστριες τις Ολίβια Κόλμαν και Τζέσι Μπάκλεϊ.

Σε μια παραθαλάσσια πόλη της Αγγλίας τη δεκαετία του 1920  ζουν δύο γειτόνισσες και φίλες: η βαθιά συντηρητική ντόπια Ίντιθ και η θορυβώδης Ιρλανδή μετανάστρια Ρόουζ. Όταν η τελευταία διαπληκτίζεται με τον αυστηρό πατέρα της Ίντιθ στο πάρτι γενεθλίων του, οι σχέσεις τους διακόπτονται. Από εκείνη τη μέρα, τόσο η Ίντιθ όσοι και άλλοι κάτοικοι της πόλης αρχίζουν να λαμβάνουν πρόστυχες επιστολές γεμάτες – άθελα ξεκαρδιστικές - βωμολοχίες.

Η Ρόουζ, που φημίζεται για το «βρώμικο» στόμα της, κατηγορείται για το έγκλημα. Οι ανώνυμες επιστολές προκαλούν εθνικό σάλο και η υπόθεση φτάνει μέχρι το δικαστήριο. Αν κριθεί ένοχη, κινδυνεύει όχι μόνο με φυλάκιση, αλλά και να χάσει οριστικά την κηδεμονία της κόρης της .Μόνο που κάτι φαίνεται να μην πηγαίνει καλά. Οι γυναίκες της πόλης - με επικεφαλής την αστυνομικό Γκλάντις Μος ,μια φιλόδοξη γυναίκα, την οποία οι άντρες υπονομεύουν, αρχίζουν να ερευνούν την υπόθεση. Αυτό που ανακαλύπτουν θα αλλάξει για πάντα τη μικρή τους  κοινωνία.

Βασισμένη σε μια απίστευτη, αλλά εντελώς αληθινή ιστορία, η Θία Σάροκ («Πριν Έρθεις Εσύ») φτιάχνει ένα ανάλαφρο whodunit με κωμικό τέμπο και φεμινιστική διάθεση, που αποθεώνειτο Girls power και σατιρίζει -όχι όμως τόσο βιτριολικά όσα θα μπορούσε- τη σοβαροφάνεια και το συντηρητισμό της αστικής τάξης και την πατριαρχία. Βέβαια, σήμερα οι «απαγορευμένες» λέξεις δεν είναι τόσο αστείες και η πλοκή ,αν και στηρίζεται σε πραγματικά γεγονότα, μπάζει νερά με αποτέλεσμα πολλές καταστάσεις, όπως και η τελική λύση του μυστηρίου, να μοιάζουν μη ρεαλιστικές.

Έτσι, μένουν οι ερμηνείες των Άγγλων ηθοποιών, που ξέρουν καλά να παίζουν με τα ημιτόνια, με προεξάρχουσες την Κόλμαν και την Μπάκλεϊ- που ξανασυναντιούνται μετά από τη «Χαμένη κόρη», όπου μοιράζονταν τον ίδιο ρόλο στο διαφορετικές ηλικίες- να δίνουν τον τόνο σε μία κωμωδία, που έγινε μεγάλη εισπρακτική επιτυχία στη Μεγάλη Βρετανία.

Ο Τελευταίος Ταξιτζής

Σκηνοθεσία: Στέργιος Πάσχος

Παίζουν: Κώστας Κορωναίος, Κλέλια Ανδριολάτου, Μαρίσσα Tριανταφυλλίδου, Έκτορας Λιάτσος, Γιώργος Ζιάκας, Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης

Περίληψη: Ένας πενηντάρης άνδρας δουλεύει κατ’ ανάγκην ως ταξιτζής, ώστε να συντηρήσει τη γυναίκα και τον έφηβο γιο του. Η αυτοκτονία ενός πελάτη φέρνει στην επιφάνεια τα απωθημένα του και τον βυθίζει στην ερωτική εμμονή.

H νέα ταινία του Στέργιου Πάσχου («Άφτερλωβ»), που απέσπασε το Βραβείο Καλύτερης Ανδρικής Ερμηνείας στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, το Βραβείο Καλύτερης Ταινίας από την Πανελλήνια Ένωση Κριτικών Κινηματογράφου και πέντε υποψηφιότητες στα Βραβεία ΙΡΙΣ 2024 της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου.

Ο Θωμάς, ένας πενηντάρης κατ’ ανάγκη ταξιτζής, ζει μαζί με τη γυναίκα του και τον έφηβο γιο του. Έχει σπουδάσει φιλολογία και αγαπάει πολύ τη λογοτεχνία, γι’ αυτό υποστηρίζει πως δουλεύει νύχτα για να συλλέγει ιστορίες. Δεν θεωρεί εαυτόν «απλώς μεταφορέα», αλλά έναν «διαμορφωτή συνείδησης», που αφουγκράζεται τις ανάγκες του πελάτη. Ποτέ όμως δεν κατάφερε να ζήσει σύμφωνα με τις προσδοκίες, που είχε από τον εαυτό του. Όταν λοιπόν γνωρίζει μια όμορφη κοπέλα, την Ελένη, κόρη ενός αυτόχειρα πελάτη του, και αφού συνευρεθούν ερωτικά μέσα στο ταξί του, αποκτάει μια εμμονή μαζί της. Τότε, όλες οι βεβαιότητές του καταρρέουν και η κατάσταση ξεφεύγει από τον έλεγχό του.

Ο Στέργιος Πάσχος, με φόντο την αθηναϊκή νύχτα και κυρίως το κέντρο της πόλης, αλλά και σαφείς αναφορές στον «Ταξιτζή » του Μάρτιν Σκορσέζε εξερευνάει άλλη πλευρά της ερωτικής επιθυμίας από αυτή του «Άφετερλωβ», την εξάρτηση, αφού επιλέγει ως κεντρικό ήρωα έναν stalker. Δύσκολο εγχείρημα ειδικά σε μια εποχή, όπου η διερεύνηση μιας τέτοιας συμπεριφοράς -και δη από έναν άντρα- μπορεί να γίνει και «μήλο της έριδος».

Το ψυχολογικό θρίλερ του Πάσχου όμως κρατάει τις ισορροπίες, χωρίς να δίνει ελαφρυντικά στις πράξεις του Θωμά- απλώς αφουγκράζεται τα απωθημένα του  και τις ματαιώσεις του.Από την άλλη δεν κρίνειτην Ελένη, που μέσα σε μια στιγμή απελπισίας, αναζητάει σε μια περιστασιακή σεξουαλική σχέση, μία κάποια ανακούφιση.

Χτίζοντας το σασπένς  σε κάθε πλάνο του, αν και στιγμές επιμένει περισσότερο από όσο χρειάζεται, και με μια νέο-νουάρ ατμόσφαιρα, ο Έλληνας σεναριογράφος και σκηνοθέτης κοιτάζει κατάματα τους ήρωές του, χωρίς να φοβάται τις σκοτεινές πλευρές τους, αντίθετα τους εκθέτει γυμνούς στα μάτια μας, όπως εκτίθενται και οι ίδιοι μέσα από τις πράξεις τους  στο «υγιές» περιβάλλον τους.   

Gas Station ή Τα Περιστέρια της Λαχώρης (Gas Station or the Pigeons of Lahore)

Σκηνοθεσία: Θωμάς Σίδερης

Περίληψη: Ντοκιμαντέρ για το ναυάγιο της Πύλου.

Με αφορμή τη συμπλήρωση ενός χρόνου από το τραγικό ναυάγιο της Πύλου, προβάλλεται η ταινία του σκηνοθέτη, ραδιοφωνικού παράγωγου, δημοσιογράφου (Αφύλακτη Διάβαση) Θωμά Σίδερη.

Στις 14 Ιουνίου 2023, σε διεθνή ύδατα ανοικτά της Πύλου, βυθίζεται ένα αλιευτικό σκάφος που μετέφερε περίπου 750 μετανάστες. Κατά την επιχείρηση διάσωσης από τις ελληνικές Αρχές διασώθηκαν 104 άτομα, μεταξύ των οποίων Αιγύπτιοι, Σύριοι, Πακιστανοί, Αφγανοί και Παλαιστίνιοι, ενώ ανασύρθηκαν 82 νεκροί. Εκατοντάδες άλλοι αγνοούνται.

H ταινία περιλαμβάνει πολύ σημαντικά ντοκουμέντα, κυρίως τις τηλεφωνικές συνομιλίες των μεταναστών με τις οικογένειές του λίγο πριν ξεκινήσουν το μοιραίο ταξίδι τους με το αλιευτικό για την Ιταλία, αλλά και υλικό που βιντεοσκόπησαν οι ίδιοι οι μετανάστες με το κινητό τους τηλέφωνο στα λιβυκά κέντρα κράτησης στην πόλη Αλ-Χομς. Είναι οι τελευταίες συνομιλίες και το τελευταίο καταγεγραμμένο υλικό για πολλούς από τους αγνοούμενους, ή θύματα του ναυαγίου.

Οι παράλληλες ιστορίες τεσσάρων Πακιστανών μεταναστών δίνουν την αφορμή στον σκηνοθέτη να αναψηλαφήσει την ιστορία του πατέρα του, που ήταν εργάτης στη Ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη Περάματος, αλλά κι ένα έγκλημα (πιθανότατα ρατσιστικό) που διαπράττεται κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων.

Παίζονται ακόμα:

Ο Πάντα-Πανγκ στην Αφρική (Panda Bear in Africa)

Σκηνοθεσία: Κάρστεν Κίλεριχ, Ρίτσαρντ Κλάους

Με τις φωνές των (στα ελληνικά): Τόνιας Μαράκη, Δημήτρη Δρίβα, Μαριλένας Λιακοπούλου, Μυρτώς Ναούμ κ.α

Περίληψη: Η μεγάλη περιπέτεια ενός χαριτωμένου αρκούδου από την Ασία έως την Αφρική.

Περιπέτεια κινουμένων σχεδίων με ήρωα ένα αρκουδάκι.

Ο Πανγκ, ένα αστείο και περιπετειώδες νεαρό αρκουδάκι πάντα, θα ταξιδέψει από την Κίνα στην Αφρική για να σώσειτη δράκαινα φίλη του, που έχει πέσει θύμα απαγωγής από έναν τρελό μπαμπουίνο και τον κροκόδειλο συνεργό του. Στο ταξίδι του, θα ανακαλύψει έναν άγνωστο για εκείνο κόσμο και θα έρθει αντιμέτωπο με απειλές, που ούτε μπορούσε να φανταστεί.

Η ιδέα για την ταινία γεννήθηκε από τον Ρίτσαρντ Κλάους, ο οποίος ήθελε να κάνει μια ιστορία που να τοποθετείται στην Αφρική, με πρωταγωνιστή ένα αρκουδάκι Πάντα, το οποίο καταλήγει να ταξιδεύει σε ένα περιβάλλον άγνωστο για εκείνο.

Η πρώτη εκδοχή του σεναρίου έμοιαζε περισσότερο με road  movie. Αργότερα όμως, προστέθηκε η ιδέα της απαγωγής και ύστερα ο δράκος, με αποτέλεσμα να πρέπει να γίνουν ριζικές αλλαγές. Φυσικά, πρωταρχικός στόχος είναι η διασκέδαση. Ωστόσο, οι δημιουργοί μπόλιασαν την ιστορία τους και με βαθύτερα νοήματα για τη διαφορετικότητα καιτη φιλία, επιθυμώντας να βοηθήσουν τους μικρούς θεατές να μάθουν να αποδέχονταιτο «Άλλο».

Blue Lock The Movie -Episode Nagi (Gekijô-ban Blue Lock -Episode Nagi) 

Σκηνοθεσία: Σουνσούκε Ινσικάβα

Περίληψη: Δύο συμμαθητές στο Λύκειο με τρομερό ταλέντο στο ποδόσφαιρο, προσκαλούνται να λάβουν μέρος στο μυστηριώδες Blue Lock Project. Εκεί, οφείλουν να αποδείξουν πως είναι οι καλύτεροι επιθετικοί της χώρας, έχοντας απέναντί τους μια σειρά από ανυπέρβλητους αντιπάλους.

Ταινία βασισμένη στην ομώνυμη anime ποδοσφαιρική σειρά.

«Αυτό είναι µια ταλαιπωρία»: Αυτή ήταν η αγαπηµένη φράση του δευτεροετούς µαθητή λυκείου Νάγκι Σεϊσίρο, που ζούσε µια βαρετή ζωή. Όταν ο Μικάγιε Ρέο, ένας συµµαθητής του που ονειρευόταν να κερδίσει το Παγκόσµιο Κύπελλο, ανακαλύπτει την κρυφή του ικανότητα, τον παροτρύνει να παίξει ποδόσφαιρο και να µοιραστεί το εξαιρετικό ταλέντο του.

Μια µέρα λοιπόν ο Νάγκι λαµβάνει µια πρόσκληση για το µυστηριώδες BLUE LOCK Project. Αυτό που τον περιµένει εκεί είναι οι καλύτεροι επιθετικοί, που έχουν συγκεντρωθεί από όλη τη χώρα. Το όνειρο του Nάγκι να γίνει ο καλύτερος θα τον οδηγήσει σε έναν κόσµο που δεν έχει γνωρίσει ποτέ. Τώρα, το απίστευτο ταλέντο και η προσωπικότητά του θα βάλουν φωτιά στο γήπεδο.

Επαναπροβολές:

The Straight Story

Σκηνοθεσία: Ντέιβιντ Λιντς

Παίζουν: Ρίτσαρντ Φάρνσγουορθ, Σίσι Σπέισεκ, Χάρι Ντιν Στάντον

Περίληψη:  Ο Άλβιν Στρέιτ στα 73 του για να επισκεφτεί τον άρρωστο αδελφό του, διέσχισε εκατοντάδες χιλιόμετρα από την Άιοβα ως στο Γουισκόνσιν επάνω σε μια μηχανή του γκαζόν, επειδή, λόγω κακής όρασης δεν είχε άδεια οδήγησης.

Η αληθινή ιστορία του 73χρονου Άλβιν Στρέιτ από τον  Ντέιβιντ Λιντς.

Όταν ο ηλικιωμένος Άλβιν μαθαίνει ότι ο αδελφός του, Λάιλ, υπέστη εγκεφαλικό επεισόδιο, αποφασίζει να ξανασμίξει μαζί του, παρά τα πολλά χρόνια αποξένωσης. Χωρίς δίπλωμα οδήγησης, ξεκινάει ένα ταξίδι 240 μιλίων από την Αϊόβα ως το Ουισκόνσιν με το μικρό χορτοκοπτικό τρακτέρ του. Η διαδρομή του μέσα από τα αχανή τοπία των μεσοδυτικών πολιτειών σημαδεύεται από συναντήσεις με διαφορετικούς ανθρώπους, ενώ  μοιράζεται μαζί τους σκέψεις για τη ζωή, το γήρας και τη συμφιλίωση, σε μια αληθινή ιστορία συγκλονιστικής αποφασιστικότητας.

Πρόκειται για μια από τις πιο ασυνήθιστες ταινίες δρόμου, που ήταν υποψήφια για Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ Καννών το 1999. Ο Λιντς, ευρέως γνωστός για το σουρεαλιστικό και αινιγματικό σινεμά του, υιοθετεί εδώ μια πιο ρεαλιστική και ποιητική προσέγγιση, αποτυπώνοντας με ευαισθησία το επικό ταξίδι του Άλβιν.

Η σκηνοθεσία του Λιντς αποπνέει μια γαλήνια δύναμη, με πλάνα που αναδεικνύουν το φυσικό φως και αποτυπώνουν με μοναδική ζωντάνια, αλλά και τρυφερότητα την επιβλητική ομορφιά της φύσης και της ουσιαστικής ανθρώπινης σύνδεσης, ενώ η ηχητική επένδυση του Μπανταλαμέντι βοηθά στο να μετουσιωθεί αυτό το ασυνήθιστο ταξίδι σε μια οδύσσεια αυτογνωσίας, σε έναν συγκινητικό στοχασμό για όσα έχουν πραγματική αξία και νόημα στη ζωή.

Στην καρδιά της ταινίας βρίσκεται η απολύτως καθηλωτική ερμηνεία του Ρίτσαρντ Φάρνσγουορθ ( έλαβε υποψηφιότητα για το Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου). Με μια σπάνια φυσικότητα και ένταση, ο ηθοποιός μεταφέρει τον εσωτερικό κόσμο ενός ανθρώπου που ακολουθεί το προσωπικό του όραμα, ξεπερνώντας κάθε εμπόδιο.

Η Μεγάλη Ανατριχίλα (The Big Chill)

Σκηνοθεσία: Λόρενς Κάσνταν

Παίζουν: Γκλεν Κλόουζ, Κέβιν Κλάιν, Γουίλιαμ Χαρτ, Τζεφ Γκόλτνμπλουμ, Μέρι Κέι Πλέις, ΤζοΜπέθ Γουίλιαμς, Τομ Μπέρεντζερ, Μεγκ Τίλι

Περίληψη: Με αφορμή την αυτοκτονία ενός φίλου τους, μια παρέα οκτώ ατόμων περνούν ένα Σαββατοκύριακο μαζί και προσπαθούν να ξαναδημιουργήσουν τους δεσμούς, που τους ένωναν.

Το γνωστό υπαρξιακό δράμα του Λόρενς Κάσνταν από τα '80s.

Μετά από την αυτοκτονία του Αλεξ Μάρσαλ, οι παλιοί συμφοιτητές του από το Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν και στενοί φίλοι του παρευρίσκονται στην κηδεία του σε μια φυτεία στο Μπορόφ της Νότιας Καρολίνας. Κατά τη διάρκεια της επίσκεψής τους, όλοι μένουν στο σπίτι των συμφοιτητών και φίλων τους Σάρα και Χάρολντ Κούπερ. Τίποτα όμως δεν θα είναι το ίδιο μετά από εκείνη τη μέρα.

To 1983, o Λόρενς Κάσνταν, ήδη επιτυχημένος σεναριογράφος μπλοκμπάστερ («Οι κυνηγοί της χαμένηςκιβωτού», «Star Wars») και με ένα αναγνωρισμένο σκηνοθετικό ντεμπούτο (το αισθαντικό νεονουάρ «Έξαψη»), μαζί με την Μπάρμπαρα Μπένεντεκ άρχισαν να γράφουν το σενάριο της ταινίας ως μια ημιαυτοβιογραφική ιστορία, εμπνευσμένη από τον αισιόδοξο πολιτικό τους ακτιβισμό ως φοιτητές τη δεκαετία του ‘60 και στη συνέχεια την απογοήτευσή τους για την κοινωνία τη δεκαετία του ‘70.

Η «Μεγάλη Ανατριχίλα» είναι ένα φιλμ για την γενιά των εξεγερμένων χίπιδων, των λευκών μεσοαστών Αμερικανών, που εξελίχθηκαν μέσα σε σχεδόν μια δεκαετία σε ανερχόμενους γιάπιδες, επιχειρηματίες και οικογενειάρχες. Μιλάει για τη νοσταλγία των «παλιών καλών ημερών», τους μικρούς και μεγάλους συμβιβασμούς, αλλά και τα αδιέξοδα μιας γενιάς, που ήθελε να αλλάξει τον κόσμο.

Το φάντασμα των 60s περιφέρεται στο παλιό αγροτόσπιτο για ένα Σαββατοκύριακο. Όμως, πέρα από μια ματιά στην εξέλιξη των Αμερικανών νεολαίων στις δεκαετίες, το φιλμ αποτελεί τελικά κι έναν ύμνο στην πραγματική φιλία, στους ανθρώπινους δεσμούς που αντέχουν στον χρόνο, στην αποδοχή και στην ανακούφιση που νιώθουμε κοντά στα πραγματικά οικεία μας πρόσωπα..

Ο Επιστάτης Σάνσο (Sansho Dayu)

Σκηνοθεσία: Κένζι Μιζογκούτσι

Παίζουν: Εϊτάρο Σίντο, Κίνιο Τανάκα, Γιοσιάκι Χαναγιάγκι

Περίληψη: Στη Μεσαιωνική Ιαπωνία, η σύζυγος και τα δυο παιδιά ενός εξόριστου κυβερνήτη, απάγονται από ληστές. Η μητέρα πουλιέται ως πόρνη και τα παιδιά γίνονται σκλάβοι στο φέουδο του σκληρού επιστάτη Σάνσο, όπου μεγαλώνουν κάτω από απάνθρωπες συνθήκες.

Το κλασικό αριστούργημα του μεγάλου δημιουργού, Κένζι Μιζογκούτσι, που απέσπασε τον  Αργυρό Λιοντάρι στο Φεστιβάλ Βενετίας, κυκλοφορεί σε επανέκδοση.

Στη μεσαιωνική Ιαπωνία ένας κυβερνήτης, με καλό χαρακτήρα, πράος και φιλεύσπλαχνος με τους ανθρώπους, εξορίζεται. Η γυναίκα του και τα δύο του παιδιά, ο γιος του και η κόρη του, αποφασίζουν να τον επισκεφτούν. Στο δρόμο θα τους επιτεθούν ληστές. Η μητέρα τους πουλιέται σαν πόρνη και τα δύο παιδιά σα σκλάβοι στον παντοδύναμο και αυταρχικό επιστάτη Σάνσο. Τα παιδιά θα μεγαλώσουν και μετά από πολλά χρόνια θα καταφέρουν να δραπετεύσουν, αφού ο γιος θα κερδίσει βαθμιαία την εύνοια του Σάνσο. Θα ψάξουν να βρουν τη μητέρα τους και όλοι μαζί θα αποτίσουν φόρο τιμής στον πατέρα τους.

Ο Μιζοκούτσι («Ουγκέτσου Μονογκατάρι», «Οι Σταυρωμένοι Εραστές»), βασισμένος σε ένα διήγημα του 1915 του Μόρι Ογκάι και σαφώς επηρεασμένος από την παράδοση του θεάτρου Νο αντιπαραβάλλει τις πνευματικές αξίες με το ένστικτο της επιβίωσης, και την ηθική με τη σκληρότητα της εξουσίας. Συνδυάζοντας απαράμιλλα τον ρεαλισμό με τη λυρικότητα της ποίησης, ο Ιάπωνας auter υπογράφει μια σύχρονη υπαρξιακή τραγωδία, που ξεπερνάει τα πλαίσια μιας απλής κινηματογραφικής  ιστορίας.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ





SHARE