Οι ταινίες της εβδομάδας: Η Κατρίν Ντενέβ υποδύεται την Μπερναντέτ Σιράκ σε μια σατιρική ταινία για την πρώην Πρώτη Κυρία της Γαλλίας

Αυτή την εβδομάδα, η Τζέσικα Τσαστέιν και ο Πίτερ Σάρσγκαρντ συμπρωταγωνιστούν στη νέα δημιουργία του ιδιοσυγκρασιακού Μισέλ Φράνκο, η Κατρίν Ντενέβ υποδύεταιτην Μπερναντέτ Σιράκ, ο Τομ Χάρντι και o Όστιν Μπάτλερ φτιάχνουν μια συμμορία «Μηχανόβιων» και ο Ρένος Χαραλαμπίδης επιστρέφει στις σκοτεινές αίθουσες μετά από δώδεκα χρόνια με τον «Νυχτερινό Εκφωνητή».

Μνήμη (Memory)

Σκηνοθεσία: Μισέλ Φράνκο

Παίζουν: Τζέσικα Τσαστέιν, Πίτερ Σάρσγκαρντ, Mπρουκ Τίμπερ, Μέριτ Γουίβερ, Τζος Τσαρλς

Περίληψη: Δύο αταίριαστοι χαρακτήρες βιώνουν μια υπαρξιακή κρίση και έρχονται αντιμέτωποι με καλά κρυμμένα μυστικά.

Ο Μισέλ Φράνκο («Μετά τη Λουτσία», «Το Χρονικό Μιας Αθωότητας», «Η Κόρη της Απρίλ», «Νέα Τάξη») στην πρώτη του αγγλόφωνη ταινία συνθέτει ένα ιδιαίτερο ψυχολογικό θρίλερ με τους εκπληκτικούς Τζέσικα Τσαστέιν και Πίτερ Σάρσγκαρντ (Βραβείο Ερμηνείας στο Φεστιβάλ Βενετίας).

Η Σύλβια είναι μία σαραντάχρονη γυναίκα, πρώην αλκοολική, μητέρα ενός έφηβου κοριτσιού, το οποίο προσπαθεί να προστατεύσει από τον έξω κόσμο. Δουλεύει σε ένα κέντρο φροντίδας ενηλίκων με προβλήματα, διατηρεί μια τυπική σχέση με την παντρεμένη αδελφή της, αλλά έχει κόψει κάθε δεσμό με τη μητέρα της. Στο reunion του παλιού της σχολείου, θα συναντήσει τον Σολ, ο οποίος θα την ακολουθήσει σπίτι της και θα περάσει το βράδυ κάτω από το παράθυρό της. Ο Σολ πάσχει από πρόωρη άνοια, κάτι που τον κάνει να θυμάται σχεδόν τα πάντα από το παρελθόν, αλλά τίποτα από τα πρόσφατα γεγονότα της ζωής του. Η αιφνιδιαστική συνάντησή τους θα επηρεάσει βαθιά και τους δύο, καθώς ανοίγουν την πόρτα  της μνήμης.

Ο Μεξικανός προβοκάτορας δημιουργός για πρώτη φορά και με προτροπή της αδερφής του, όπως έχει εξομολογηθεί, αποφασίζει να εγκαταλείψει τις σκοτεινές ιστορίες του –έστω εν μέρει-και να αφηγηθεί ένα καθαρόαιμο love story δύο  χαρακτήρων, που υποφέρουν από τη μνήμη: η μία θέλει να ξεχάσει ένα τραυματικό παρελθόν, ο άλλος να θυμηθεί, καθώς η άνοια απειλεί την  πνευματική του διαύγεια.

Πόσο έτοιμος όμως είναι ο Φράνκο κολυμπήσει στα νερά μιας λιτής αφηγηματικότητας κι ενός καθαρά ρεαλιστικού πλαισίου; Μάλλον όχι και τόσο, αφού μετά από την αποκάλυψη του ενός μυστικού, που δημιουργεί σασπένς, προσπαθώντας να αποφύγει τους μελοδραματισμούς που έχουμε συνηθίσει στα ερωτικά δράματα, μοιάζει αμήχανος απέναντι στη συναισθηματική φόρτιση και τη συγκίνηση. Έτσι, δεν καταφέρνει να σπάσει τον πάγο, ούτε και να αφήσει την λυτρωτική  δύναμη της αγάπης, την οποία ευαγγελίζεται, να λάμψει. Αντίθετα, μένει σε μία αποστασιοποιημένη ατμόσφαιρα, που από τη μία αποκαλύπτει τον πόνο του τραύματος και τη μοναξιά, από την άλλη όμως δεν επιτυγχάνει την κάθαρση, την οποία χρειάζονται τόσο οι ήρωές του όσο και οι θεατές.

Ευτυχώς, το πρωταγωνιστικό του δίδυμο  και οι δύο στους καλύτερους ίσως  ρόλους της καριέρας τους- εκμεταλλεύονται κάθε λεπτομέρεια, που ο Φράνκο κινηματογραφεί με συνέπεια, και με μια αφοπλιστική αλήθεια δίνουν ζωή στην προσπάθειά του να γίνει για πρώτη φορά τρυφερός.

Η Κυρία του Προέδρου (Bernadette)

Σκηνοθεσία: Λεά Ντομενάκ

Παίζουν: Κατρίν Ντενέβ, Ντενί Πονταλιντές, Μισέλ Βιγιερμόζ, Σαρά Γκιροντό

Περίληψη: Ανάλαφρη βιογραφία της συζύγου του Ζακ Σιράκ, Μπερναντέτ.

H Κατρίν Ντενέβ ερμηνεύει με κέφι τη βιογραφία της Μπερναντέτ Σιράκ, της γυναίκας του Προέδρου της Γαλλίας, Ζακ Σιράκ.

Φτάνοντας στο Μέγαρο των Ηλυσίων ως η κυρία του Προέδρου της Γαλλικής Δημοκρατίας, η Μπερναντέτ Σιράκ περίμενε να πάρει απλώς τη θέση που της άξιζε: της γυναίκας, που πάντα κινείται στη σκιά του συζύγου της για να μπορέσει εκείνος να εκτελέσει τα καθήκοντά του με επιτυχία. Όταν όμως συνειδητοποιεί ότι όλοι τη θεωρούν παλαιομοδίτικη και ξεπερασμένη, αποφασίζει να πάρει την εκδίκησή της, μεθοδεύοντας διάφορες αλλαγές. Έτσι, αποφασίζει να αναδιαμορφώσει την εικόνα της με την επίβλεψη του Καρλ Λαγκεεφέλντ, ο οποίος έγινε τελικά και προσωπικός της φίλος, και να διοργανώσει μια μεγάλη περιοδεία στην επαρχία με αφορμή τις τοπικές εκλογές.

Η μέχρι τότε άγνωστη Μπερναντέτ με την έντονη φιλανθρωπική της δράση γίνεται εξαιρετικά λαοφιλής, περισσότερο από τον Σιράκ, ενώ με το οξυδερκές της βλέμμα διαβλέπει την άνοδο της ακροδεξιάς και του  Ζαν Μαρί Λεπέν, όταν οι σύμβουλοι του πάντα απίστου συζύγου της γελούσαν αλαζονικά με τις απόψεις της. Κι όμως εκείνες οι εκλογές στάθηκαν σημαδιακές για τη Γαλλία και η Μπερναντέτ, μια γυναίκα που αν και δεν ήταν φεμινίστρια υποστήριξε με τον τρόπο της τη γυναικεία χειραφέτηση, υπήρξε οδυνηρά προφητική.

Ισορροπώντας ανάμεσα στον ρόλο της Πρώτης Κυρίας, στα δημοκρατικά της πιστεύω και στις πολιτικές της φιλοδοξίες θα καταφέρει να γίνει η πρώτη που εξελέγη σύμβουλος στο διαμέρισμα Corrèze,  μία θέση που κάτι είχε μέχρι το 1915, ενώ θα φτάσει στο σημείο να υποστηρίξει ακόμη και τον «προδότη» Σαρκοζί για να επιβιώσει.

 Η Λεά Ντομενάκ, επηρεασμένη από την αλματώδη άνοδο της Λεπέν, καταπιάνεται με τη ζωή της κυρίας Σιράκ, φέροντας το φως όχι μόνο την άγνωστη βιογραφία μιας γυναίκας που παραγκωνίστηκε από τον άντρα και την κόρη της, αλλά ταυτόχρονα υπενθυμίζοντας στους συμπατριώτες της μια σημαδιακή στιγμή της νεότερης ευρωπαϊκής  Ιστορίας.

Διατηρώντας πάντα ένα κωμικό τέμπο, που ενισχύεται από τα χορωδιακά σατιρικά  ιντερμέδια, που αφηγούνται κάποια γεγονότα, και εκμεταλλευόμενη το στυλ και το λαμπερό χιούμορ της Κατρίν Ντενέβ, η Γαλλίδα δημιουργός, αν και παραβλέπει κάποια τρωτά σημεία της  ηρωίδας της, πιθανόν για να αποφύγει αντιδράσεις, φτιάχνει μια χαριτωμένη πολιτική κομεντί, που λέει τα πράγματα απλά, κατανοητά και κυρίως αρκούντως διασκεδαστικά, έστω και αν μερικές φορές εξοκείλει στη γραφικότητα, όπως με τον κύκλο του Προέδρου, που τον παρουσιάζει ως έναν στρατό ηλιθίων.

Οι Μηχανόβιοι  (Τhe Bikeriders)

Σκηνοθεσία: Τζεφ Νίκολς

Παίζουν: Όστιν Μπάτλερ, Τζόντι Κόμερ, Τομ Χάρντι, Νόρμαν Ρίντους, Μάικλ Σάνον

Περίληψη: Η άνοδος μιας λέσχης μοτοσικλετιστών στις κεντροδυτικές πολιτείες της Αμερικής, μέσα από τις ζωές των μελών της.

Ο Τζεφ Νίκολς («Ένα Καλοκαίρι», «Το καταφύγιο») ενώνει τους Όστιν Μπάτλερ, Τομ  Χάρντι και Τζόντι Κόμερ σε μια ροκ συμμορία μηχανόβιων μικροκακοποιών, με φόντο την Αμερική του ’60.

Μετά από μία τυχαία συνάντηση, η δυναμική Κάθι αποφασίζει να ακολουθήσει τον Μπένι, μέλος των «Βανδάλων», μιας λέσχης μοτοσικλετιστών στις κεντροδυτικές πολιτείες της Αμερικής. Όσο όμως η λέσχη μεταμορφώνεται σταδιακά σε επικίνδυνη συμμορία, ο Μπένι πρέπει να επιλέξει ανάμεσα στην πίστη του στην ομάδα και τη γυναίκα που ερωτεύτηκε.

Βασισμένος στο ομότιτλο φωτογραφικό άλμπουμ του Ντάνι Λιόν, το οποίο εκδόθηκε το 1967 και κατέγραφε τις ζωές των μελών του κλαμπ «The Chicago Outlaws», ο Νίκολς παρακολουθεί πώς η κουλτούρα των μοτοσικλετιστών,  αυτών των μοναχικών καβαλάρηδων που αναζητούσαν την ελευθερία, εξόκειλε και ταυτίστηκε με το περιθώριο. Κόντρα στην αρρενωπότητα-ενίοτε δε και τοξική -που χαρακτήριζε αυτές τις λέσχες, αφήνει μία γυναίκα, την ξεροκέφαλη Κάθι, να γίνει αφηγήτρια μιας ιστορίας, που στην ουσία αποτελεί μελέτη της σύγχρονης Αμερικής: ενός έθνους που οραματίστηκετην ελευθερία, αλλά έγινε τελικά πεδίο βίας, όπως και οι «Βάνδαλοι», που από ιδανικοί επαναστάτες κατέληξαν παράνομοι.

Ο  Νίκολς ακολουθήσει τις διαδρομές των μελών αυτής της ομάδας στερεοτυπικά, αφήνοντας στην άκρη την πιο σκοτεινή πλευρά των γεγονότων για να ρίξει τους προβολείς στους φωτογενείς ταλαντούχους ηθοποιούς του. Έτσι, ο Μπάτλερ γίνεται ένας «Επαναστάτης χωρίς αιτία» και ο Χάρντι λειτουργεί ως «Ατίθασος»  Μάρλον Μπράντο, που ήταν και το αντίπαλο δέος του Τζέιμς Ντιν.

Η καταγγελία του πολέμου του Βιετνάμ, η νοσταλγία παλαιών εποχών αθωότητας που αμαυρώθηκαν καιτο αδιέξοδο μιας ολόκληρης γενιάς, που αναζητούσε τη δική της ταυτότητα κινηματογραφούνται με ρυθμό μεν, αλλά χωρίς προσπάθεια εμβάθυνσης από τον δεξιοτέχνη Νίκολς, που τελικά υπογράφει ένα κινούμενο φωτογραφικό άλμπουμ, μιας και δεν έχει στα χέρια του ένα σενάριο με δυνατή πλοκή και ανά τροπές .

Η συγκρουσιακή χημεία των Χάρντι και Μπάτλερ αλλά και η ατίθαση ευαισθησία της Κρόμερ ευτυχώς ενώνουν τα κομμάτια ενός πάζλ, καταδικασμένου  να μείνει ατελές, γιατί αν και διαθέτει εξαιρετικά στοιχεία, πάντα σου δημιουργεί  την αίσθηση πως κάτι λείπει .

Νυχτερινός Εκφωνητής

Σκηνοθεσία: Ρένος Χαραλαμπίδης

Παίζουν: Ρένος Χαραλαμπίδης, Ελευθερία Στάμου, Μαργαρίτα Αμαραντίδη

Περίληψη: Μια εκπομπή τη μέρα των γενεθλίων ενός ραδιοφωνικού παραγωγού θα γίνει ένα ταξίδι λυτρωτικής αυτογνωσίας.

O Ρένος Χαραλαμπίδης επιστρέφει στο σινεμά δώδεκα χρόνια μετά από τα «Τέσσερα μαύρα κοστούμια» με έναν φόρο τιμής στο ραδιόφωνο, τη νυχτερινή Αθήνα και τους ματαιωμένους έρωτες.

Ένας βετεράνος νυχτερινός ραδιοφωνικός εκφωνητής τη βραδιά των πεντηκοστών γενέθλιων του, καθώς συνειδητοποιεί με αμηχανία ότι πια δεν συγκαταλέγεται στους νέους, ξετυλίγει στον αέρα τη ζωή του. Άξονας της εκπομπής είναι η αναζήτηση ενός ξεχασμένου έρωτα από την εποχή που υπηρετούσε ως εύζωνας, μιας χορεύτριας που του είχε υποσχεθεί ότι θα τον ξαναβρεί όταν φτάσει τα πένητα. Έτσι, αποφασίζει να βγάλει στον αέρα τα ερωτικά της- και όχι μόνο μηνύματα- που διέσωσε ένας παλιός τηλεφωνητής σε μια προσπάθεια να εντοπίσει αυτή την ιδανική αγαπημένη και να την πείσει από το μικρόφωνο να του τηλεφωνήσει.

Ανάμεσα σε απαρχαιωμένα τεχνικά μέσα (κασετόφωνο, μπομπινόφωνο, πικάπ, τηλεφωνητή) και τις σύγχρονες ψηφιακές τεχνολογίες αιχμής, αλλά και παλιούς φίλους και γνωστούς που του τηλεφωνούν και του δίνουν πληροφορίες ως φαντάσματα που επιστρέφουν, ο Ρένος  Χαραλαμπίδης με το ιδιαίτερο, αλλά σε σημεία αρκετά αυτοαναφορικό του στυλ περιπλανιέται στους δρόμους της πόλης, όπου το σύγχρονο συναντάει αρχαία αγάλματα και την Παλιά Βουλή, ανασύρει μνήμες και βιώματα και με χορευτικές πιρουέτες αντιμετωπίζει την κρίση της μέσης ηλικίας με νοσταλγία για μια χαμένη εποχή.

Χωρίς να έχει μια κεντρική ιστορία να αφηγηθεί, πράγμα που είναι και το μεγάλο μειονέκτημα της ταινίας του, ο Χαραλαμπίδης αφήνεται σε αυτό το οδοιπορικό μνήμης με μία γλυκόπικρη μελαγχολία και χιούμορ, χρησιμοποιώντας ως  βασικό του όχημα τη μαγεία του ραδιοφώνου. Έτσι, πετυχαίνει μία ειλικρινή εξομολόγηση, που και δεν φτάνει σε βάθος, μιλάει για μεγάλες αγάπες με μια vintage αισθητική, που έχει τη δική της γοητεία.

Αδάμ  (Adam)

Σκηνοθεσία: Μαριάμ Τουζανί

Παίζουν: Λούμπνα Αζαμπαΐ, Νισρινέ Εραντί, Ντουάε Μπελκχάουντα

Περίληψη: Η Άμπλα έχει ένα μικρό τοπικό αρτοποιείο στο σπίτι της στην Καζαμπλάνκα, όπου ζει μόνη της με την οχτάχρονη κόρη της, Γουάρντα. Όταν η Σαμία, μια νεαρή έγκυος γυναίκα, της χτυπά την πόρτα, δεν μπορεί να φανταστεί ότι η ζωή της θα αλλάξει για πάντα.

Η πρώτη ταινία της Μαριάμ Τουζανί,της ταλαντούχας σκηνοθέτριας, που συγκίνησε με «Μπλε Καφτάνι».

Με φόντο την Καζαμπλάνκα, η νεαρή έγκυος Σάμια και η χήρα Άμπλα, η οποία διατηρεί ένα φούρνο και αναθρέφει μόνη την οκτάχρονη  κόρη της, θα δουν τις ζωές τους να μπλέκονται ανεπανόρθωτα, όταν η Σάμια ζητήσει δουλειά και στέγη από την Άμπλα. Στην αρχή εκείνη είναι διστακτική να τη δεχτεί, σταδιακά όμως η σχέση τους εξελίσσεται σε μία δυνατή φιλία και έτσι αυτός ο γυναικείος κύκλος διαμορφώνει μια νέα οικογένεια.

Βασισμένη στην αληθινή ιστορία μιας εγκύου, η ποιητική ματιά της Τουζανί καταγράφει τη γυναικεία φύση, τη θηλυκή  δύναμη αλλά καιτη μοναξιά αυτών των πλασμάτων μέσα σε έναν κόσμο πατριαρχικό και βαθιά συντηρητικό. Χωρίς να γίνεται αφοριστική απέναντι στους άντρες και αποφεύγοντας συνειδητά τους καταγγελτικούς τόνους, η Μαροκινή δημιουργός προτιμά να αφήσει την καθημερινότητα των γυναικών της να μιλήσει από μόνη της, καταγράφοντας  με την κάμερα της αισθήσεις, μυρωδιές, γέλια, δάκρυα, ερωτικές «αμαρτωλές» επιθυμίες, τη μητρότητα κι όλες αυτές τις μικρές τραγωδίες μέσα από τις οποίες αναγεννιέται η ζωή.

Χωρίς άντρες να τους επιβλέπουν ή και να τις φροντίζουν, οι ηρωίδες της Τουζανί βιώνουν αλλαγές και μαζί με ολοκληρωτική αποκάλυψη, που θα φέρει στο φως στην αλήθεια τους, θα τις ενδυναμώσει και θα τις ωριμάσει για έναν καινούργιο κόσμο, όπου η φωνή τους πλέον θα μπορεί να ακουστεί.

Ανθρωπίστρια Βρικόλακας Αναζητά Αυτοκτονικό Άτομο (Humanist Vampire Seeking Consenting Suicidal Person)

Σκηνοθεσία: Αριάν Λουί-Σεζ

Παίζουν: Σαρά Μονπετί, Φελίξ-Αντουάν Μπενάρ, Στιβ Λαπλάντ, Σοφί Καντιέ, Νοεμί Ο'Φάρελ

Περίληψη:Μια έφηβη βαμπίρ δεν έχει τη δύναμη να δολοφονήσει για να τραφεί. Βρίσκει τότε την ιδέα να βρει κάποιον πρόθυμο να πεθάνει, έτσι ώστε να λύσει δύο προβλήματα.

Μαύρη κωμωδία τρόμου για την αγάπη, που απέσπασε το Βραβείο Καλύτερης Ταινίας και Σκηνοθεσίας στο τμήμα Giornate Degli Autori της Βενετίας, αλλά και το Βραβείο Κοινού στη Θεσσαλονίκη..

Η Σάσα είναι μια νεαρή βαμπίρ με ένα σοβαρό πρόβλημα: είναι υπερβολικά ευαίσθητη για να σκοτώσει. Όταν οι εξοργισμένοι γονείς της διακόπτουν την παροχή αίματος, δίνοντάς της τελεσίγραφο, η ζωή της  βρίσκεται σε κίνδυνο. Ευτυχώς, γνωρίζει τον Πολ, έναν μοναχικό έφηβο με τάσεις αυτοκτονίας που είναι πρόθυμος νατη σώσειγια να σωθεί. Όμως η ανάγκη για βοήθεια του Πολ  διεγείρει τη Σάσα, η οποία αναζητάειτελικά τον εξανθρωπισμό της.

Η Αριάν Λουί-Σεζ  στο σκηνοθετικό της ντεμπούτο με αφορμή τη βαμπιρική ανθολογία, που τελευταία δεν έχει τύχει αξιόλογης αντιμετώπισης, φτιάχνει μα περιπέτεια ενηλικίωσης, με μαύρο χιούμορ, αποδημητικά ρομαντική διάθεση  και ένα άψογο σάουντρακ.

Διεισδύοντας στην εφηβική ιδιοσυγκρασία, που επιμένει στην ιδεατή ιδέα της αγάπης με όρους αυτοθυσίας, η Καναδή  δημιουργός δίνει μια νέα οπτική στην έννοια του βρικόλακα και χωρίς να ανανεώνει ριζοσπαστικά το είδος, όπως ας πούμε έκανε ο Τζάρμους στο «Οnly lovers left alive, κερδίζει το στοίχημα με την τρυφερή της μελαγχολία και τη φρεσκάδα των πρωταγωνιστών της.

Παίζεται ακόμα:

Ο Εξορκισμός  (The Exorcism)

Σκηνοθεσία: Τζόσουα Τζον Μίλερ

Παίζουν: Ράσελ Κρόου, Σαμ Γουόρθινγκτον, Χλόη Μπέιλι, Άνταμ Γκόλντμεπργκ, Ντέιβιντ Χάιντ Πιρς

Περίληψη: Ένας ξεπεσμένος ηθοποιός, που παλεύει με τους προσωπικούς του δαίμονες, κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων μιας ταινίας υπερφυσικού τρόμου καταρρέει, γεγονός που κινητοποιεί την κόρη του να αναρωτηθεί, εάν επέστρεψαν οι εθισμοί του, ή αν συμβαίνει κάτι πολύ πιο σκοτεινό.

Ο Τζόσουα Τζον Μίλερ γράφει και σκηνοθετεί τον δικό του «Εξορκισμό», με πρωταγωνιστή τον Ράσελ Κρόου.

Ο Άντονι Μίλερ είναι ένας μεσήλικας ηθοποιός, που έχει περάσει πολλά. Παλεύοντας με καταχρήσεις και εθισμούς στο παρελθόν, έχει καταστρέψει τη σχέση με την κόρη του κι έχει βάλει τη δουλειά του σε κίνδυνο. Όσο γυρίζει τη νέα του ταινία, ένα υπερφυσικό θρίλερ τρόμου, όπου ερμηνεύει έναν ιερέα, αρχίζει να επιδεικνύει μία σκοτεινή, παρανοϊκή συμπεριφορά. Η κόρη του τρομοκρατείται: έχει επιστρέψει στους δαίμονές του, ή τον έχουν καταλάβει όντως σατανικά πνεύματα;

Ο παραγωγός Κέβιν Γουίλιαμσον βρισκόταν μαζί με τον Τζόσουα Τζον Μίλερ και τον Μ.Α. Φόρτιν, όταν πρότεινε την ιδέα να γυρίσουν μια ταινία με δαιμονισμούς. Ο Γουίλιαμσον γνώριζε τη σύνδεση του Μίλερ με τον εμβληματικό «Εξορκιστή», του Φρίντκιν, αφού ο πατέρας του, Τζέισον Μίλερ, έπαιζε τον πάτερ Κάρρας στην κλασική ταινία. Γι’ αυτό τον λόγο, ο δημιουργός των ταινιών» Scream» θεωρούσε πως ο Μίλερ μπορούσε να φέρει κάτι «αληθινό και συναισθηματικά πρωτότυπο» σε μια τέτοια ταινία, οπότε τους παρουσίασε την ιδέα μιας μετα-προσέγγισης στους δαιμονισμούς με μια ταινία μέσα στην ταινία.

Αρχικά, ο Μίλερ αρνήθηκε. «Μετά την ταινία μας The Final Girls (σημ.: o Μίλερ και ο Φόρτιν υπογράφουν το σενάριο), η οποία ήταν φόρος τιμής στη μητέρα μου Σούζαν Μπερνάρντ, θέλαμε να τιμήσουμε και τον πατέρα μου», παραδέχεται, συμπληρώνοντας: «Όταν ο Κέβιν πρότεινε την ιδέα δεν μας κέντρισε το ενδιαφέρον, αλλά στη διάρκεια της προεδρίας του Τραμπ σκεφτήκαμε ότι η ιδέα ενός δαιμονισμένου άντρα ίσως να είχε προοπτικές».

Επαναπροβολές;

 Ηδονοβλεψίας (Peeping Tom )

Σκηνοθεσία: Μάικλ Πάουελ

Παίζουν: Κάρλχαϊντς Μπεμ, Άνα Μάσεϊ, Μαξίν Όντλεϊ, Μόιρα Σίρερ

Περίληψη: Ένας άντρας κινηματογραφεί τις δολοφονίες που διαπράττει με θύματα γυναίκες, ώστε να αποτυπώσει τις εκφράσεις του τρόμου τους.

Μια από τις πιο σοκαριστικές ταινίες των ‘60s, το χιτσκοκικών επιρροών θρίλερ του σπουδαίου Μάικλ Πάουελ, φιλμ που σήμερα θεωρείται η πρώτη slasher ταινία, καταδύεται στα μυστήρια του ανθρώπινου ασυνείδητου.

Ο Μαρκ τη μέρα εργάζεται σε ένα κινηματογραφικό στούντιο και το βράδυ φωτογραφίζει ημίγυμνα μοντέλα στο Λονδίνο. Το τραυματικό παρελθόν του, που κυριαρχείται από τα πειράματα του ψυχολόγου πατέρα του, τον οδηγεί στην εμμονή του να αποτυπώνει τον φόβο. Με μια ειδικά κατασκευασμένη φορητή κινηματογραφική κάμερα δολοφονεί γυναίκες και καταγράφει τις εκφράσεις τρόμου, που είχαν λίγο πριν πεθάνουν. Καθώς ο Μαρκ συνάπτει σχέση με τη γειτόνισσά του από τον κάτω όροφο, την Έλεν, η μυστική του ζωή αρχίζει να ξετυλίγεται.

Ο Μάικλ Πάουελ, με την ιδιαίτερη σκηνοθετική του ματιά, συνδυάζει στοιχεία θρίλερ και δράματος, δημιουργώντας έναν κόσμο που είναι ταυτόχρονα θελκτικός και τρομακτικός. Το «Peeping Tom» είναι μια βαθιά εξερεύνηση της ανθρώπινης φύσης, της εμμονής και της δύναμης της εικόνας, εμβαθύνοντας σε πολύπλοκα θέματα, όπως η ηδονοβλεψία και η βία, που ενώ είναι ζοφερά, μπορούν να κάνουν τον κινηματογράφο επικίνδυνα γοητευτικό.

Η νέα αποκατάσταση της ταινίας ζωντανεύει την εντυπωσιακή χρωματική παλέτα της  ταινίας και οξύνει την ένταση της ανατριχιαστικής ερμηνείας του Κάρλχαϊντς Μπεμ, ενώ η κάμερα λειτουργεί όχι μόνο ως εργαλείο καταγραφής, αλλά και ως μέσο εξερεύνησης της ανθρώπινης ψυχής. Η μουσική του Μπράιαν Ίσντεϊλ ενισχύει την κλειστοφοβική ατμόσφαιρα και αναδεικνύει την εσωτερική σύγκρουση του χαρακτήρα.

Το «Peeping Tom» κατά την κυκλοφορία του σόκαρε το κοινό και τους κριτικούς και αντιμετώπισε σκληρή υποδοχή, αφού η απεικόνιση της ηδονοβλεψίας και κυρίως ενός δολοφόνου, που χρησιμοποιεί μια κάμερα για να καταγράψει τις τελευταίες στιγμές των θυμάτων του, θεωρήθηκε ηθικά καταδικαστέα. Ωστόσο, πλέον έχει αναγνωριστεί ως ένα πρωτοποριακό αριστούργημα για την ψυχαναλυτική εξερεύνηση του «βλέμματος» διά μέσου της κάμερας, που επηρέασε πολλούς μεταγενέστερους δημιουργούς, εξασφαλίζοντας τη θέση του ως cult classic και ορόσημο του βρετανικού κινηματογράφου.

Στις Σκιές των Ξεχασμένων Προγόνων (Tini Zabutykh Predkiv)

Σκηνοθεσία: Σεργκέι Παρατζάνοφ

Παίζουν: Ιβάν Νικολάιτσουκ, Τατιάνα Μπεστάγιεβα, Λαρίσα Καντοτσνίκοβα

Περίληψη: Όταν ο πλούσιος πατέρας της Μαρίτσκας σκοτώνει τον φτωχό πατέρα του Ιβάν, ο έρωτας των δύο νέων δεν μπορεί παρά να έχει ένα και μοναδικό αποτέλεσμα: τον θάνατο.

Τo λυρικό, φολκλορικό, κινηματογραφικό ποίημα του Σεργκέι Παρατζάνοφ, μία δική του παραλλαγή στους τοπικούς μύθους της Ουκρανίας, αλλά και το δράμα του Σαίξπηρ «Ρωμαίος και Ιουλιέτα».

Κάπου στα Καρπάθια, στις αρχές του 20ου αιώνα, ο Ιβάν ερωτεύεται τη Μαρίτσκα, κόρη του δολοφόνου του πατέρα του. Όμως η «βέβηλη» αγάπη των δύο νέων δεν μπορεί παρά να έχει ένα και μοναδικό τίμημα, τον θάνατο. Κουβαλώντας στους ώμους την τραγωδία τους, ο Ιβάν περιπλανιέται και καταλήγει σε ένα άλλο ταίρι, την Παλάγνα, την οποία παντρεύεται, χωρίς όμως να ξεχάσει στιγμή την παλιά του αγάπη.

Το πολυβραβευμένο φιλμ του Παρατζάνοφ, βασισμένο στην ομώνυμη νουβέλα του Ουκρανού συγγραφέα Μικαΐλο Κοτσιουμπίνσκι που γράφτηκε το 1911, αποτελεί ένα καινοτόμο αριστούργημα, που ξεχώρισε από την πρώτη στιγμή για την ιδιαίτερη οπτική  του.

Το Σεξ και η Λουσία (Lucía y el Sexo)

Σκηνοθεσία: Χούλιο Μέντεμ

Παίζουν: Παθ Βέγκα, Τριστάν Ουλόα, Νάγια Νίμρι, Έλενα Ανάγια

Περίληψη: Ο Λορέντζο,νεαρός συγγραφέας, συζεί με τη Λουσία, μια όμορφη σερβιτόρα, αγνοώντας ότι έχει κόρη, καρπό μιας ερωτικής νύχτας με την Έλενα σ' ένα μαγευτικό νησί. Όταν, ύστερα από ένα τραγικό συμβάν, ο Λορέντζο θα εξαφανιστεί από τη ζωή της Λουσία, η συγκυρία των καταστάσεων θα την  οδηγήσει σε εκείνο το νησί.

Ο Χούλιο Μέντεμπ  αφηγείται μια ειλικρινή ρομαντική ιστορία.

 Η Λούσια είναι μια σερβιτόρα σε ρέσταραν της Μαδρίτης. Ο χωρισμός της από τον συγγραφέα Λορέτζο, μετά από μακροχρόνιο δεσμό, θα την οδηγήσει ασυνείδητα σε ένα απομονωμένο νησί της Μεσογείου. Εκεί, κυκλωμένη από μυσταγωγική ηρεμία, φρέσκο αέρα και ζαλιστικό ήλιο, θα αρχίσει να ανακαλεί ανεξιχνίαστες πτυχές της σχέσης του..

Ο  Χούλιο Μέντεμ, μετά από τους εκπληκτικούς «Εραστές του αρκτικού κύκλου» ,επικεντρώνει το ενδιαφέρον του στο ψυχολογικό πορτρέτο μιας νεαρής γυναίκας, στήνοντας εκ παραλλήλου ένα εγκεφαλικό χωροχρονικό παιχνίδι πάνω στην έννοια της λογοτεχνίας και τη σχέση συγγραφέα, αναγνώστη και χαρακτήρων.