Οι ταινίες της εβδομάδας

Οι ταινίες της εβδομάδας: Τα «Αδέσποτα κορμιά» της Ελίνας Ψύκου τολμούν να πουν όσα φοβόμαστε

Αυτή την εβδομάδα, o Μάρκο Μπελόκιο μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη μια σκανδαλώδη αληθινή ιστορία,ο Γκοτζίλα και ο Κονγκ μπαίνουν σε νέες περιπέτειες, ενώ το πολυσυζητημένο ντοκιμαντέρ της Ελίνας Ψύκου «Αδέσποτα κορμιά» πραγματεύεται το θέμα της αυτοδιάθεσης του σώματός μας σε έναν κόσμο ελεύθερης αγοράς.

Το Αγόρι του Θεού (Kidnapped /Rapito)

Σκηνοθεσία: Μάρκο Μπελόκιο

Παίζουν: Πάολο Πιερομπόν, Φάουστο Ρούσο Αλέζι, Μπάρμπαρα Ρόνκι, Ενέα Σάλα, Λεονάρντο Μαλτέζε, Φίλιπο Τίμι, Φαμπρίτσιο Γκιφούνι

Περίληψη: Το παιδί μιας εβραϊκής οικογένειας απάγεται από έναν ιερέα το 1858 για να προσηλυτιστεί στον καθολικισμό.

Ο βετεράνος Μάρκο Μπελόκιο («Ο Προδότης») υπογράφει ένα θρησκευτικό θρίλερ, που βάζει στο στόχαστρο την Καθολική Εκκλησία.

Το 1858, στην εβραϊκή συνοικία της Μπολόνια, οι στρατιώτες του Πάπα εισβάλλουν ξαφνικά στο σπίτι της εβραϊκής οικογένειας του Μορτάρα με εντολή του Καρδινάλιου για να πάρουν  τον Εντγκάρντο, τον επτάχρονο γιο του. Ο λόγος είναι ότι σύμφωνα με τη μαρτυρία μιας νοσοκόμας, το παιδί είχε βαφτιστεί χριστιανός κρυφά από την ίδια, επειδή κινδύνευε να πεθάνει, όταν ήταν μωρό. Οπότε, κατά τον παπικό νόμο, πρέπει να απομακρυνθεί από την αλλόθρησκη οικογένειά του και να μεγαλώσει με καθολική εκπαίδευση. Οι συντετριμμένοι γονείς του Εντγκάρντο θα κάνουν τα πάντα για να πάρουν πίσω τον γιο τους με την υποστήριξη της κοινής γνώμης και της διεθνούς εβραϊκής κοινότητας. Ενώ  ο αγώνας τους παίρνει γρήγορα πολιτική διάσταση και εξαπλώνεται εκτός Ιταλίας, απειλώντας να ανατρέψει τις πολιτικές ισορροπίες, ο Πάπας Πίος ΙΧ, που έδειχνε ιδιαίτερη αγάπη στον νεαρό Εντγκάρδο, τον οποία είχε σαν παιδί του, πέτυχε αυτό  που ήθελε τελικά, μετατρέποντας το αγόρι σε έναν φανατικό καθολικό ιερέα, που για χρόνια πάλευε να πείσει την οικογένειά του να βαφτιστεί.

Αυτή την πραγματική, πλην όμως άγνωστη μέχρι πριν από κάποια χρόνια, σκοτεινή σελίδα της Ιστορίας της πατρίδας του, αλλά και του Βατικανού, που έρχεται να προστεθεί σε μια μακρά λίστα σκανδάλων, κινητοποίησε τον 83χρονο και πάντα αεικίνητο Μπελόκιο, που επέλεξε να την αφηγηθεί κυρίως από την πλευρά του μικρού Εντγκάρδο, ο οποίος αγαπάει τους δικούς του, του λείπουν τα αδέρφια του, αλλά ταυτόχρονα γοητεύεται από την εικόνα του Εσταυρωμένου και υποκύπτει στις σαδιστικές μεθόδους πλύσης εγκεφάλου, που δέχεται.

Ο Ιταλός δημιουργός, αποφεύγοντας να εστιάσει στο οικογενειακό γράμμα, δεν διστάζει να τα βάλει ευθέως με την παπική εξουσία -δείχνοντας έναν πάπα που αφρίζει από μίσος, αλλά και από κρίση επιληψίας ως μια μεταφυσική τιμωρία-, αποτυπώνει τις συνέπειες του φανατισμού χωρίς να διαχωρίζει και τους Εβραίους από ανάλογες  αντιλήψεις, αλλά ταυτόχρονα με υπαινικτική διάθεση, που κρύβει μια σοφή μελαγχολία, αναρωτιέται τελικά αν η αγάπη τελικά γίνεται το άλλοθι για τα μεγαλύτερα εγκλήματα.

Βασισμένος αισθητικά στο τελετουργικό και των δύο θρησκειών και με σύμμαχό του την υποβλητική μουσική του Φάμπιο Μάσιμο Καπογκρόσο, χωρίς να χάνει το μεσογειακό του χιούμορ, ο Μπελόκιο υπογράφει ένα στιβαρό ιστορικό δράμα με πολιτικές προεκτάσεις, που έρχεται στις αίθουσες σε μια περίοδο, όπου αυξάνεται ο φόβος για τον θρησκευτικό φονταμενταλισμό.

Η Χίμαιρα (La Chimera)

Σκηνοθεσία: Αλίτσε Ρορβάχερ

Παίζουν: Τζος Ο' Κόνορ, Κάρολ Ντουάρτε, Βιντζέντζο Νεμολάτο, Άλμπα Ρορβάχερ, Ισαμπέλα Ροσελίνι

Περίληψη: Ανάμεσα στον κόσμο των ζωντανών και των νεκρών, του τσιμέντου της πόλης και του πράσινου της φύσης, μια ομάδα αρχαιολόγων έρχεται αντιμέτωπη με τους κύκλους της μαύρης αγοράς αρχαιοτήτων.

Η νέα ταινία της Αλίτσε Ρορβάχερ με τον Τζος Ο' Κόνορ του «The Crown» και τη σπουδαία Ισαμπέλα Ροσελίνι.

Ιταλία, δεκαετία 1980. Ο Άρτουρ είναι ένας νεαρός Εγγλέζος, που για άγνωστους λόγους έχει βρεθεί στο περιθώριο της Ταρκυνίας, της αρχαίας πόλης της επαρχίας του Βιτέρμπο, διάσημης για την Ετρουσκική Νεκρόπολη και τους πανάρχαιους τάφους της. Ίσως είχε ακολουθήσει τον έρωτα της ζωής του, τη Βιεναμίνα, η οποία δεν υπάρχει πια. Ίσως έχει χαθεί, ή είναι νεκρή, παρόλο που η μητέρα της Φλώρα, μία διάσημη τραγουδίστρια της όπερας, δεν έχει εγκαταλείψει ποτέ την ελπίδα ότι το κορίτσι της θα επιστρέψει.

Ο Άρτουρ κυνηγάει χίμαιρες - έχει οράματα, που του επιδεικνύουν πουύείναι κρυμμένο το παρελθόν. Στην πραγματικότητα, αυτό οδηγεί τον ίδιο και μια συμμορία από ντόπιους tombaroli (τυμβωρύχους) στο να ανακαλύπτουν αρχαίους θησαυρούς, προορισμένους να συνοδεύουν και να προστατεύουν τους νεκρούς στην επόμενη ζωή. Η συμμορία ζει σε ένα κοινόβιο από τα κέρδη των πωλήσεων σε αρχαιοκάπηλους Ευρωπαίους, ενώ ο Άρτουρ  συνεχίζει να ψάχνει τη χαμένη αγαπημένη του.

Η Ρορβάχερ («Ευτυχισμένος Λάζαρος», «Τα Θαύματα»). η πιο κοντινή δημιουργός στην αισθητική του Παζολίνι από τους συμπατριώτες της, αναμειγνύει σε ένα σκοτεινό παραμύθι καρναβαλικά δρώμενα, αλλά και τραγούδια και ήχους από τη μουσική παράδοση της Κάτω Ιταλίας με συμβολισμούς, και ενώνει το παρόν με την πολιτιστική κληρονομιά της χώρας της, σχολιάζοντας με γκροτέσκ τρόπο τους θεσμούς και τις σχέσεις εξουσίας.

Πάνω από όλα όμως, η ιδιοσυγκρασιακή αυτή σκηνοθέτιδα, που εμπνέεται από τα παιδικά της βιώματα στη Φλωρεντία, μιλάει για τις χίμαιρες που μας συντηρούν- έναν έρωτα, τον πόθο για ένα καλύτερο αύριο- και γίνονται το αντίδοτο του θανάτου και κινητήριος δύναμη της ζωής μέσα σε μία ατμόσφαιρα, που έχει τις ρίζες της στον ξέφρενο φελινικό ενθουσιασμό και στον απελευθερωτικό παγανισμό, που οι κοινωνικές νόρμες προσπαθούν να τον καταπνίξουν.

Γκοτζίλα x Κονγκ: Η Νέα Αυτοκρατορία (Godzilla vs. Kong: The New Empire)

Σκηνοθεσία: Άνταμ Γουίνγκαρντ

Παίζουν: Ρεμπέκα Χολ, Μπράιαν Ταϊρί Χένρι, Νταν Στίβενς, Κέιλι Χοτλ, Άλεξ Φερνς, Φάλα Τσεν

Περίληψη:  Ο παντοδύναμος  Κονγκ και ο τρομακτικό Γκοτζίλα έρχονται αντιμέτωποι με μία κοινή απειλή, που βάζει σε κίνδυνο την ύπαρξή τους, αλλά και τη δική μας.

Η επική μάχη του κινηματογραφικού Monsterverse της Legendary Pictures συνεχίζεται.

 Τα γιγαντιαία πλάσματα Γκοτζίλα και Κονγκ έρχονται αντιμέτωπα με μια πρωτοφανή κολοσσιαία απειλή, καθώς εξερευνάται η προέλευση των Τιτάνων και το μυστήριο πίσω από τη Νήσο του Κρανίου.

Αυτή τη φορά, τα ηνία αναλαμβάνουν  τα τέρατα με μακράς διαρκείας σκηνές , όπου οδιάλογος απουσιάζει πλήρως, και ο Γουίνγκραντ, που όπως δηλώνει πραγματοποιεί ένα όνειρο ζωής, επεκτείνει τη μυθολογία του πασίγνωστου saga σε μια περιπέτεια, η οποία διατηρεί τον οικολογικό της προσανατολισμό, ενισχύοντας το παραμυθιακό στοιχείο.

Ο Γκοτζίλα και ο Κονγκ αποδεικνύονται ανώτεροι των ανθρώπων, οι οποίοι είτε καταστρέφουν, είτε ακόμη και ανήκουν στο στρατόπεδο των «καλών», αναλώνονται σε χιουμοριστικές ατάκες και προσωπικά διλλήματα, οπότε η πλοκή περιορίζεται στα αναγκαία, με τις τερατομαχίες και την ευρηματικότητα των εφέ να εντυπωσιάζουν, αλλά πέραν τούτου, μην περιμένετε και πολλά. Ευτυχώς, υπάρχει ο καινούργιος σύντροφος του Κονγκ, ένας φοβισμένος τρισχαριτωμένος πίθηκος, που προσφέρει μερικές τρυφερές στιγμές ανάπαυλας από τον όλεθρο, που εξαπολύεται στην οθόνη.

Αδέσποτα Κορμιά

Σκηνοθεσία: Ελίνα Ψύκου

Περίληψη: Η ιστορία τριών γυναικών, που αναζητούν σωματική αυτονομία σε μια Ευρώπη, όπου επιτρέπεται να ταξιδέψεις, να εργαστείς και να καταναλώσεις ελεύθερα, αλλά όχι πάντα να ζήσεις ή να πεθάνεις, όπως επιθυμείς.

Το πολυσυζητημένο ντοκιμαντέρ της Ελίνας Ψύκου, που απέσπασε Ειδική Μνεία στο 26o Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.

Η Ρόμπιν είναι έγκυος, αλλά δεν θέλει να γίνει μητέρα. Η Κατερίνα θέλει, αλλά δεν μπορεί. H Κική θέλει απλώς να πεθάνει με αξιοπρέπεια. Όμως η άμβλωση, η εξωσωματική γονιμοποίηση και η ευθανασία αντίστοιχα δεν είναι νόμιμες στις χώρες τους.

Η νέα ταινία της Ελίνας Ψύκου είναι ένα ντοκιμαντέρ με τη μορφή road movie, που σόκαρε τον μητροπολίτη Θεσσαλονίκης, ακροδεξιούς βουλευτές, αλλά και θρησκευτικούς φονταμενταλιστές, καταρχάς με την αφίσα του και κατά δεύτερον το διανόημά του. Οι ηρωίδες της Ψύκου είναι σοκαριστικές πράγματι, όχι όμως γιατί προκαλούν, αλλά γιατί ταξιδεύουν σε μια Ευρώπη, που ολοένα συντηρικοποιείται, διεκδικώντας το αυτονόητο: την αυτονομία και αυτοδιάθεση του σώματός τους, χωρίς να βρίσκουν απαντήσεις.

Δεν είναι τυχαία γυναίκες, αφού μιλάμε για ένα ζήτημα, το οποίο έχει μπει στο τραπέζι την εποχή, που θεωρητικά οι φεμινιστικές διεκδικήσεις έχουν σημειώσει πρόοδο. Γι’ αυτό καιτο ταξίδι τους είναι αβάστακτα οδυνηρό. Όμως, η Ψύκου εύστοχα παρουσιάζει με αντικειμενική  ματιά και την αντίθετη άποψη, αποφεύγοντας την εργαλειοποίηση. Έτσι, διατηρεί τις ισορροπίες, προσθέτοντας μια ποπ πινελιά σε ένα θέμα σκληρό και επώδυνο, ενώ ταυτόχρονα θέτει στην υπηρεσία του μηνύματος, που θέλει να στείλει,την τέχνη του σινεμά, με υπέροχα κινηματογραφημένα πλάνα, αλλά και σχόλια, που μέσα από την εικαστικότητά τους και το χιούμορ τους συμπληρώνουν τις αφηγήσεις.

Οι νομικές παραδοξότητες, οι ανισότητες σε μία Ευρώπη, που μιλάει για την αποδοχή και τη διαφορετικότητα, αλλά και η πικρή συνειδητοποίηση ότι δεν μπορούμε να ελέγξουμε το σώμα μας σε μια κατά τα άλλα ελεύθερη αγορά γίνεται μια «βέβηλη» κραυγή για το δικαίωμα της επιλογής σ’ έναν κόσμο, που θέλει να θεωρείται δημοκρατικός και προασπιστής των ανθρώπινων αξιών, αλλά μάλλον πόρρω απέχει από αυτό.

Αγώνας για τη Δόξα ( Race for Glory/2 Win)

Σκηνοθεσία: Στέφανο Μορντίνι

Παίζουν: Ρικάρντο Σκαμάρτσιο, Φόλκερ Μπρουχ, Ντάνιελ Μπρουλ

Περίληψη: Τα αληθινά  γεγονότα του Παγκόσμιου Πρωταθλήματος Ράλι του 1983, όπου η ιταλική Lancia τα έβαλε με τη γερμανική Audi.

Ο Ρικάρντο Σκαμάρτσιο ανεβάζει γκάζια, κάνοντας ένα προσωπικό του όνειρο πραγματικότητα.

Στις αρχές της δεκαετίας του '80, ο ανταγωνισμός μεταξύ Audi και Lancia, άρα κατ' επέκταση Γερμανίας και Ιταλίας, φτάνει στα άκρα κατά τη διάρκεια του Παγκόσμιου Πρωταθλήματος Ράλι, σε μια κούρσα «Δαβίδ εναντίον Γολιάθ», που έγραψε Ιστορία. Συγκεκριμένα, η γερμανική  Audi ποντάρει στην τεχνολογία, με την υποδεέστερη οικονομικά  Lancia και τον Τσέζαρε Φιόρε, έναν χαρισματικό αγωνιστικό διευθυντή από τις πολύχρωμες δεκαετίες του 1970 και του ’80, να προσπαθεί να την ανταγωνιστεί στα ίσα, ποντάροντας στην τόλμη και στη στρατηγική.

Ο Σκαμάρτσιο, ο οποίος έγραψε και το σενάριο της ταινίας μαζί με τον Φιλίπο Μπολόνια και τον σκηνοθέτη Στέφανο Μορντίνι, και ο εμβληματικός  παραγωγός Τζέρεμι Τόμας, εκτός από καλοί φίλοι, μοιράζονται το ίδιο πάθος για τα αυτοκίνητα. Η έμπνευση για το όλο εγχείρημα ήρθε, όταν ο Σκαμάρτσιο γνώρισε τον Φιόριο, μια αινιγματική, γι’ αυτό και ενδιαφέρουσα κινηματογραφικά προσωπικότητα,  που συνέβαλε στην παραγωγή με τις αφηγήσεις του.

Το αποτέλεσμα όμως είναι με άλλον ένα συμβατικό auto-biopic, που αν και οι σκηνές των αγώνων είναι προσεγμένες, δεν αταφέρνουν να μας βάλουν στην πίστα, με τον Ιταλό πρωταγωνιστή να ερμηνεύει με γοητεία ένα αμφιλεγόμενο πρόσωπο, χωρίς όμως να τολμάει να διεισδύσει σε μία βαθύτερη σύνθεση. Από την άλλη, η σκηνοθεσία του Μορντίνι ακολουθεί τα γεγονότα χωρίς εντάσεις, οπότε ούτε η δράση τελικά αποδεικνύεται τόσο ισχυρή για να στηρίξει ένα ιστορικό δράμα, που χάνεται στις στροφές και λειτουργεί μόνο ως ένα άνευρο success story.

Baghead: Η Μάγισσα των Νεκρών (Baghead)

Σκηνοθεσία: Αλμπέρτο Κορεδόρ

Παίζουν: Φρέγια Άλαν, Τζέρεμι Ίρβιν, Ρούμπι Πάρκερ

Περίληψη: Μετά από τον θάνατο του πατέρα της, μια γυναίκα κληρονομεί την ερειπωμένη παμπ του, η οποία έχει στοιχειωθεί από μια οντότητα και έχει την ικανότητα να παίρνει τη μορφή νεκρών.

Ταινία τρόμου με προβλέψιμες ανατροπές για μια στοιχειωμένη παμπ.

Η  Άιρις μαθαίνει ότι έχει κληρονομήσει μια ερειπωμένη παμπ αιώνων, που ανήκε στον νεκρό πια πατέρα της. Έτσι, ταξιδεύει στο Βερολίνο για να αναγνωρίσει το πτώμα του και να συναντηθεί με τον δικηγόρο του,ο οποίος την ενημερώνει για τη διαθήκη. Μόνο που στο υπόγειο της παμπ κατοικεί η Baghead,  ένα πλάσμα που αλλάζει σχήμα και μπορεί να μεταμορφωθεί σε κάθε νεκρό.  Η Άιρις αποφασίζει να εκμεταλλευτεί αυτή την οντότητα για να βγάλει λεφτά, ζητώντας από ανθρώπους που πενθούν  χιλιάδες μετρητά για να περάσουν μαζί της δύο λεπτά και να επικοινωνήσουν με τους αγαπημένους τους. Ο Νιλ, ο οποίος έχει χάσει τη γυναίκα του, είναι ο πρώτος πελάτης της, όμως η παράτολμη ιδέα της Άιρις θα έχει τρομακτικές συνέπειες, που προσπαθεί με τη φίλη της, Ρούμπι, να διορθώσει.

Βασισμένος σε μια μικρού του μήκους του 2017, ο Αλμπέρτο Κορεδόρ συστήνεται στο κινηματογραφικό horror σύμπαν με ένα θρίλερ δωματίου. Δύσκολο είδος, είναι η αλήθεια, και ακόμα περισσότερο για έναν σκηνοθέτη, που δεν έχει βρει ακόμα τα πατήματά του, με τον Ισπανό δημιουργό να μην μπορεί να υπερπηδήσει τις σεναριακές  αστοχίες, ούτε να βρει έναν ξεκάθαρο άξονα, που θα έκανε την ταινία του ένα αν μη τι άλλο ένα πιασάρικο θρίλερ.

Παίζεται ακόμα:

Dolls of Dresden

Σκηνοθεσία: Αλέξης Τσάφας

Παίζουν: Χριστίνα Σωτηρίου, Αλεξία Μπεζίκη, Γιώργος Γλάστρας, Σωτήρης Ψαλτίδης, Helga Werner, Peter Meinhardt, Carlotta Bähre, Aκύλλας Καραζήσης

Περίληψη: Η Άννα είναι μια νέα δημοσιογράφος με προοδευτικές αντιλήψεις. Η Λοφίλια μια ζωγράφος, που με τον αιρετικό τρόπο ζωής της και με την τέχνη της εντυπωσιάζει και προκαλεί. Η τυχαία συνάντησή τους θα εξελιχθεί σύντομα σε μια έντονη και βαθιά σχέση με απρόσμενες αποκαλύψεις.

Μια ταινία για την ερωτική σχέση δύο γυναικών και το δικαίωμα των ομόφυλων ζευγαριών στην τεκνοθεσία, γυρισμένη στη Θεσσαλονίκη και στη Δρέσδη.

Η Άννα είναι μια νέα αντισυμβατική δημοσιογράφος, που ζει στη Θεσσαλονίκη. Η γεννημένη στη Δρέσδη Λοφίλια είναι μια ζωγράφος, που με τον αιρετικό τρόπο ζωής της και την τέχνη της εντυπωσιάζει και προκαλεί.  Μια τυχαία συνάντηση των δύο γυναικών θα εξελιχθεί σύντομα σε μια βαθιά ερωτική σχέση με την προοπτική δημιουργίας οικογένειας. Τα όνειρά τους όμως θα διακόψει ο αιφνίδιος θάνατος της Λοφίλια. Η Άννα, συγκλονισμένη από την απώλεια της φίλης της και γνωρίζοντας πόσο σημαντικό ήταν για εκείνη το σώμα της να αποτεφρωθεί, θα αναζητήσει στη Δρέσδη τον πατέρα της, προκειμένου να αποσπάσει τη συγκατάθεσή του.

 «Το “Dolls of Dresden” είναι μια προσέγγιση του ανθρώπινου σώματος και της ψυχής με όχημα δύο διαφορετικούς χαρακτήρες, που διερευνούν τη γυναικεία τους φύση και αλληλοσυμπληρώνονται. Οι εντάσεις της  Λοφίλια, που κουβαλά στα κύτταρα της τις αναζητήσεις του Εξπρεσιονισμού, συναντώνται με το μεσογειακό ταμπεραμέντο της Άννας. Οι δύο γυναίκες παρουσιάζονται δυνατές και αποφασισμένες να διεκδικήσουν ό,τι πραγματικά επιθυμούν. Ο αιφνίδιος θάνατος της Λοφίλια όμως αναδεικνύει το μεγαλείο της Άννας, που σαν μια σύγχρονη Αντιγόνη αγωνίζεται για τη λύτρωση του σώματος και της ψυχής σε ένα περιβάλλον με διάχυτη την αγωνία για ένα αβέβαιο μέλλον», σημειώνει ο σκηνοθέτης.