Οι ταινίες της εβδομάδας: Μάρτιν Σκορσέζε, Λεονάρντο Ντι Κάπριο και Ρόμπερτ Ντε Νίρο στις κινηματογραφικές αίθουσες

Αυτή την εβδομάδα, ο Μάρτιν Σκορσέζε αναζητά τους «Δολοφόνους  του ανθισμένου  φεγγαριού» με συνοδοιπόρους του τους Ρόμπερτ Ντε Νίρο και Λεονάρντο Ντι Κάπριο και ο Ιλκέρ Τσατάκ μπαίνει «Στο Γραφείο των καθηγητών» για να εξερευνήσει κρυφές περιοχές της ανθρώπινης φύσης.

Οι Δολοφόνοι του Ανθισμένου Φεγγαριού (Killers of the Flower Moon)

Σκηνοθεσία: Μάρτιν Σκορσέζε

Παίζουν: Λεονάρντο Ντι Κάπριο, Ρόμπερτ Ντε Νίρο, Λίλι Γκλάντστοουν,Τζέσι Πλέμονς, Μπρένταν Φρέιζερ

Περίληψη: Στην Οκλαχόμα της δεκαετίας του ’20, τα μέλη της φυλής Οσέιτζ, τα οποία είχαν πλουτίσει λόγω του πετρελαίου που ανακαλύφθηκε στη γη τους, αρχίζουν να δολοφονούνται το ένα μετά το άλλο.

Ο Μάρτιν Σκορσέζε επανέρχεται με ένα στιβαρό και ταυτόχρονα μοντέρνο γουέστερν, υπενθυμίζοντας μια σκοτεινή υπόθεση, που αντανακλά την Ιστορία της Αμερικής.

Τη δεκαετία του 1920, τα μέλη της φυλής των Ινδιάνων Οσέιτζ, μετά από την ανακάλυψη πετρελαίου στις εκτάσεις τους, έγιναν οι άνθρωποι με το μεγαλύτερο κατά κεφαλή εισόδημα στον κόσμο. Αντιστρέφοντας τους άγραφους νόμους της εποχής, έζησαν στην Οκλαχόμα σαν μια σεβαστή αριστοκρατία και αναμείχθηκαν με τους λευκούς. Η Αμερικανική κυβέρνηση βέβαια κατάφερε να ορίσει κρατικούς επιτρόπους, που διαχειρίζονταν την περιουσία τους, μία τακτική που οδήγησε στο να χαθούν τελικά εκατομμύρια από τη φυλή. Παράλληλα, πολλοί λευκοί άντρες παντρεύονταν τις γυναίκες των Οσέιτζ και γίνονταν κληρονόμοι. ‘Ένας από αυτούς και ο Έρνεστ Μπέρκχαρτ, που υπηρέτησε στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο ως μάγειρας και κατέφτασε στην περιοχή, προκειμένου να εργαστεί για λογαριασμό του τοπικού άρχοντα και θείου του, του «βασιλιά» Γουίλιαμ Χέιλ.

Ο Χέιλ, άνθρωπος με επιρροή, διατηρούσε άριστες σχέσεις με τους Οσέιτζ και τον αρχηγό τους, έδειχνε σεβασμό για τα ήθη και τα έθιμά τους και στεκόταν στο πλάι τους στις δύσκολες στιγμές. Έτσι, ο γάμος του Έρνεστ με την Ινδιάνα Μόλι γίνεται το ιδανικό παράδειγμα συνύπαρξης λευκών και  ερυθρόδερμων. Όμως μυστηριώδεις δολοφονίες αρχίζουν να αποδεκατίζουν τη φυλή, αναγκάζοντας το νεόκοπο τότε FBI του Έντγκαρ Τζ. Χούβερ να αναλάβει δράση. Ένας αστυνομικός επιθεωρητής, ο Texas Ranger Τομ Γουάιτ, έρχεται στην περιοχή, προσπαθώντας να ρίξει φως σε αυτή τη σκοτεινή υπόθεση.

Ο Σκορσέζε διασκευάζει (με συνσεναριογράφο τον Έρικ Ροθ) την έρευνα του Ντέιβιντ Γκραν «Killers of the Flower Moon: An American Crime and the Birth of the FBi» (2017),  ο οποίος μελέτησε διεξοδικά ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα της αμερικανικής Ιστορίας, που αποκαλύπτει τόσο αίτια του ρατσισμού όσο και την απληστία της ανθρώπινης φύσης . Το μίσος για το διαφορετικό από τη μία και η φρενίτιδα του χρήματος από την άλλη καταλαμβάνουν τους ήρωές του Σκορσέζε και τους οδηγούν στην ύβρη. Ο μορφωμένος και ευγενής Χέιλ καταφέρνει να πείσει αμόρφωτους συντοπίτες του να γίνουν πειθήνια όργανα του, όπως τον Ερνέστ, που άβουλος στέκεται ανάμεσα στην αγάπη για τη γυναίκα του και στην υπακοή προς τον θείο του.

Αν και η πρόθεση του σπουδαίου δημιουργού ήταν καταρχάς ένα κλασικό detective story που θα ξεκινούσε από τον Γουάιτ και θα έδειχνε πώς δημιουργήθηκε το FBI, μετά από τη συνάντησή του με τα μέλη της φυλής των Οσέιτζ, άλλαξε γνώμη και αποφάσισε να αφηγηθεί την ιστορία από τη σκοπιά των Ινδιάνων. ‘Έτσι, κατέληξε σε ένα επικό γουέστερν, που λειτουργεί σχεδόν απολογητικά για τα εγκλήματα της Δύσης, και ταυτόχρονα σε μία χειρουργική ανάλυση των πιο σκοτεινών πλευρών της ανθρώπινης φύσης.

Επίκαιρος όσο ποτέ, ο Σκορσέζε με θάρρος επιστρέφει στο παρελθόν για να μιλήσει για το σήμερα και το μέλλον, φωτίζοντας τελικά όχι ποιος έκανε τι, αλλά πώς έγινε όλο αυτό. Και αυτή ακριβώς η τόλμη του να φτάσει στη ρίζα του κακού, έρχεται να αποκαλύψει πολλά για τη δική μας εποχή. Γιατί σε αυτό το παρελθόν βρίσκεται η αληθινή ταυτότητα μιας χώρας, που κατακτήθηκε από αυτούς που δεν τους ανήκε και αναπτύχθηκε από αυτούς που δεν ήταν τα «δικά της παιδιά».

«Οι δολοφόνοι του ανθισμένου φεγγαριού» είναι λοιπόν θύματα μαζί και θύτες μιας αρρωστημένης ιδεοληψίας, εγκλωβισμένοι σε καταστροφικά κοινωνικά στερεότυπα, που γίνονται πρόσωπα τραγικά, επιλέγοντας ουσιαστικά την τιμωρίατ τους. Ο Λεονάρντο Ντι Κάπριο αποδίδει με συγκλονιστική αφέλεια τη συναισθηματική πάλη του Έρνεστ και ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο, που επιτέλους μετά από χρόνια αναλαμβάνει έναν ρόλο αντάξιο του, φτιάχνει μία μειλίχια πατριαρχική φιγούρα πίσω από την οποία κρύβεται η παράνοια της εξουσίας.

Αυτή όμως που κάνει την έκπληξη είναι η Ινδιάνα ηθοποιός Λίλι Γκλάντστοουν, σε μία από τις πιο δυνατές ερμηνείες της χρονιάς, που ξεκινάει ως μία γοητευτική γυναίκα, η οποία γνωρίζει την εκμετάλλευση της φυλής της, αλλά αντιστέκεται σε αυτή με ευγένεια, για να γίνει μία στοργική μητέρα και σύζυγος, που βλέπει και συγχωρεί την ηθική παρακμή του άντρα που αγαπάει, χωρίς να θυσιάζει όμως τις δικές της αρχές.

Στο Γραφείο Καθηγητών (Das Lehrerzimmer /The Teachers’ Lounge)

Σκηνοθεσία:  Ιλκέρ Τσατάκ

Παίζουν: Λεόνι Μπένες, Λέοναρντ Στέτνις, Εύα Λέμπαου, Μίχαελ Κλάμερ

Περίληψη: Μια δασκάλα έρχεται αντιμέτωπη με μια σειρά αμείλικτων ηθικών αδιεξόδων, όταν αρχίζουν να σημειώνονται μια σειρά από μικροκλοπές στο σχολείο της.

Ένα από τα πιο καλογραμμένα σενάρια της χρονιάς, που είναι και η  επίσημη υποβολή της  Γερμανίας για τα Όσκαρ Ξενόγλωσσους Ταινίας 2024.

Μια αφοσιωμένη, ιδεαλίστρια δασκάλα, η Κάρλα Νόβακ, ξεκινά την πρώτη της δουλειά σε ένα σχολείο. Όταν ένας από τους μαθητές της είναι ύποπτος για μια σειρά από κλοπές, αποφασίζει να διαλευκάνει μόνη της το θέμα. Προσπαθώντας να μεσολαβήσει ανάμεσα σε αγανακτισμένους γονείς, ισχυρογνώμονες συναδέλφους και εχθρικούς μαθητές, έρχεται αντιμέτωπη με τις δομές του σχολικού συστήματος. Έτσι, τοποθετεί κρυφά μία κάμερα για να ανακαλύψει ότι τελικά ο ένοχος είναι η θυρωρός του σχολείου, η κυρία Κουν, η οποία απολύεται. Το πρόβλημα είναι ότι ο γιος της, ο Όσκαρ, ένας από τους αγαπημένους  μαθητές της Κάρλα, αποκτάει επιθετική συμπεριφορά, ενώ ταυτόχρονα γονείς, παιδιά και συνάδελφοι τα βάζουν μαζί της, φτάνοντας τους στα όριά της.

Υπό τον ήχο ενός έγχορδου, που στοιχειώνει σχεδόν κάθε πλάνο αυτού του καλοκουρδισμένου κοινωνικού θρίλερ, ο τουρκικής καταγωγής Ιλκέρ Τσατάκ μπαίνει στα άδυτα ενός σχολείου, δηλαδή ενός συστήματος που λειτουργεί ως μικρόκοσμος της κοινωνίας,και με βραδυφλεγείς ρυθμούς, ξεκινώντας από ένα μικρό περιστατικό, προκαλεί μία σειρά από γεγονότα, που αναστατώνουν τις ισορροπίες. Ο υφέρπων ρατσισμός, τα τρωτά σημεία του εκπαίδευσης, η αλαζονεία της  εξουσίας, η υποκρισία και ο φαύλος κύκλος της βίας ξεδιπλώνονται μαζί με την έρευνα της Κάρλα (στον ρόλο η εξαιρετική Λέονι Μπένες από το «Babylon Berlin») που γίνεται ίδια κατηγορούμενη, επειδή αναζητάει την αλήθεια.

Παίζεται ακόμα:

Paw Patrol: Η Σούπερ Ταινία (Paw Patrol: The Mighty Movie)

Σκηνοθεσία: Καλ Μπρούνκερ

 Με τις φωνές των (στα ελληνικά): Θανάση Μαυρογιάννη, Κωνσταντίνου Λιάσκα, Άγγελου Χρυσανθίδη, Μιχάλη Αποσκίτη, Άρτεμης Ματαφιά κ.α

Περίληψη: Τα κουτάβια του PAW Patrol αποκτούν υπερδυνάμεις μετά από την πτώση ενός μετεωρίτη, αλλά σύντομα θα βρεθούν σε κίνδυνο όταν ο μεγαλύτερος αντίπαλός τους Δήμαρχος Χάμντινγκερ επιχειρήσει να τους τις κλέψει.

Το τετράποδο animation σε νέες περιπέτειες.

Όταν ένας μαγικός μετεωρίτης πέφτει στην Πόλη της Περιπέτειας, τα κουτάβια του PAW Patrol αποκτούν υπερδυνάμεις, μεταμορφώνοντάς τα σε Υπερκουτάβια. Για τη Σκάι, το νεαρότερο μέλος της ομάδας, αυτή η μεταμόρφωση ήταν όνειρο ζωής. Αλλά τα πράγματα χειροτερεύουν, όταν ο μεγαλύτερος αντίπαλος των κουταβιών, ο Δήμαρχος Χάμντινγκερ, το σκάει από τη φυλακή και συνεργάζεται με μία τρελή επιστήμονα για να κλέψει τις δυνάμεις τους. Με τη μοίρα της Πόλης της Περιπέτειας να κρέμεται από μια κλωστή, τα Υπερκουτάβια πρέπει να σταματήσουν τους κακούς, προτού να είναι πολύ αργά.

Επαναπροβολή:

Η Κινέζα (La Chinoise)

Σκηνοθεσία: Ζαν-Λικ Γκοντάρ

Παίζουν: Αν Βιαζέμσκι, Ζαν-Πιέρ Λεό, Μισέλ Σεμενιάκο

Περίληψη: Μια ομάδα φοιτητών που μελετούν τα γραπτά του Μάο, αναζητά τη θέση της στον κόσμο και μια βαθιά αλλαγή μέσω της τρομοκρατίας.

Μπαίνοντας στη μαοϊκή του περίοδο, ο Ζαν-Λικ Γκοντάρ φτιάχνει το δικό του πολιτικό μανιφέστο.

Παρίσι, 1967: Ο επαναστατικός αναβρασμός, που επικρατεί στα πανεπιστήμια της γαλλικής πρωτεύουσας –τη Ναντέρ, τη Σορβώνη ή τη Μποζάρ– θα φέρει κοντά πέντε φοιτητές, που αναζητούν, μέσα από τις διακηρύξεις του μαρξισμού-λενινισμού για την αταξική κοινωνία, το νόημα της ζωής. Απογοητευμένοι από το γαλλικό Κομμουνιστικό κόμμα και τον Υπαρκτό Σοσιαλισμό, που παρουσιάζει ήδη με έκδηλο τρόπο συμπτώματα φθοράς, οι νεαροί, μεταξύ των οποίων η φοιτήτρια Φιλοσοφίας Βερονίκ και ο ηθοποιός Γκιγιόμ, ριζοσπαστικοποιούνται σύμφωνα με τις επιταγές του Μάο. Πιστοί στο πνεύμα της κινέζικης «πολιτιστικής επανάστασης», απορρίπτουν το κομμουνιστικό κόμμα, την αστική ιδεολογία, την αστική κουλτούρα και την αστική τέχνη. Οι  εξεγερμένοι, αφού μελετούν διεξοδικά το «μικρό κόκκινο βιβλίο» του Μάο, αποφασίζουν πως πρέπει να χρησιμοποιήσουν την τρομοκρατία για να φέρουν την κοινωνική αλλαγή αφού, όπως έλεγε και ο Κινέζος ηγέτης, «η επανάσταση δεν είναι πρόσκληση σε δείπνο».

Η «Κινέζα» αποτελεί μια από τις σημαντικότερες ταινίες της περιόδου, γιατί συμπυκνώνει, τόσο στο περιεχόμενο της, όσο και στη μορφή της, τις αναζητήσεις και τις ρήξεις της εποχής τόσο σε κοινωνικό όσο και σε καλλιτεχνικό επίπεδο. Ζητούμενο τότε ήταν το γεφύρωμα της τέχνης και της ζωής, της μορφής και του περιεχομένου. Έτσι, ο Γκοντάρ μιλά «για μια φόρμα που σκέπτεται», για έναν μη αφηγηματικό κινηματογράφο, που σκοπό έχει να ξυπνήσει στον θεατή την ικανότητά του να σκέπτεται και να κρίνει.