Οι ταινίες της εβδομάδας: Οι «Αναλώσιμοι 4», που γυρίστηκαν Θεσσαλονίκη, κάνουν πρεμιέρα
Αυτή την εβδομάδα, οι «Αναλώσιμοι» επιστρέφουν με ένα ακόμα κεφάλαιο, η Αλεξάνδρα Λεμί διαβάζει το «Βιβλίο των θαυμάτων», το «Ράδιο Μέτρονομ» μάς ταξιδεύει στα χρόνια του Τσαουσέσκου και η Αννέτα Παπαθανασίου «γελάει άγρια» στο Αφγανιστάν.
Οι Αναλώσιμοι 4 (The Expendables 4)
Σκηνοθεσία: Σκοτ Βο
Παίζουν: Ντολφ Λούντγκρεν, Τζέισον Στέιθαμ, Άντι Γκαρσία, Κέρτισ Τζέιμς Τζάκσον, Μέγκαν Φοξ
Περίληψη: Στην τέταρτη περιπέτειά τους, οι «Αναλώσιμοι» αναλαμβάνoυν δράση την ύστατη στιγμή. Αυτή τη φορά όμως το στιλ και οι τακτικές της νέας γενιάς θα δώσουν καινούργιο νόημα στη φράση «νέο αίμα».
Η τέταρτη περιπέτεια του δημοφιλούς franchise με γυρίσματα και στη Θεσσαλονίκη.
Ο Μπάρνι Ρος συγκεντρώνει και πάλι τα μέλη της ομάδας του, που ειδικεύεται σε ζόρικες αποστολές για να σταματήσει τη δράση τρομοκρατών, οι οποίοι έχουν στην κατοχή τους πυρηνικά όπλα. Όμως μια τραγική ανατροπή, θα φέρει αναταράξεις, εγκαθιδρύοντας μια νέα τάξη πραγμάτων.
Αν και οι «Αναλώσιμοι» ξεκίνησαν ως μία διασκεδαστική περιπέτεια με κάμποσα καλά αστεία, αυτή τη φορά τα πράγματα δεν πηγαίνουν και τόσο καλά. Μπορεί ο Τζέισον Στέιθαμ να αναβαθμίζεται, ενώ ο Σταλόνε περιορίζεται σε μια γκεστ εμφάνιση και η Μέγκαν Φοζ ξ στο πνεύμα της εποχής να υπηρετεί το Girl’s power, αλλά τελικά μόνο λιγομίλητος Ντολφ Λούγκρεν δίνει μια κωμική νότα σε ένα άχρωμο sequel, γεμάτο κλισέ ανατροπές -οι περισσότερες εκ των οποίων εύκολα προβλέψιμες. Όσο για τις σκηνές δράσης, μάλλον θα απογοητεύσουν τους fans, καθώς πέρα από πρόχειρα χορογραφημένες, δεν προσφέρουν κάτι καινούργιο, ούτε βοηθούν να ανεβάσει στροφές αυτό το κεφάλαιο, που δείχνει πως η δημιουργική ομάδα των «Αναλώσιμων» έχει ξεμείνει από καλές ιδέες και χιούμορ.
Το Βιβλίο των Θαυμάτων (La Chambre des Merveilles)
Σκηνοθεσία: Λίζα Αζουέλος
Παίζουν: Αλεξαντρά Λεμί, Μιριέλ Ρομπέν, Ιγκό Κεστέλ, Ξαβιέ Λακάιγ
Περίληψη: Μια μητέρα, σε μια ύστατη προσπάθεια να κάνει τον γιο της, που βρίσκεται σε κώμα να ξυπνήσει, αποφασίζει να πραγματοποιήσει τα δέκα πράγματα, που εκείνος είχε γράψει στο ημερολόγιο του πως θέλει να κάνει «πριν από το τέλος του κόσμου».
Η Λίζα Αζουέλος μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη το βραβευμένο εφηβικό best- seller του Ζουλιέν Σαντρέλ.
Όταν ένα δωδεκάχρονο αγόρι πέφτει σε κώμα εξαιτίας ενός ατυχήματος, η μαμά του αποφασίζει να εκπληρώσει τις επιθυμίες του, πιστεύοντας ότι αυτό θα τον επαναφέρει. Έτσι, με οδηγό το ημερολόγιό του, όπου ο έφηβος έχει απαριθμήσει τα δέκα πράγματα που θα ήθελε να κάνει και τους τόπους που θα ήθελε να δει «πριν τελειώσει ο κόσμος» σε μια τραγικά προφητική έμπνευσή του, αναλαμβάνει δράση. Ταξιδεύει λοιπόν από την Ιαπωνία μέχρι την Πορτογαλία, κάνοντας πράγματα που μόνο οι έφηβοι συνηθίζουν.
Με όμορφες εικόνες από διάφορα μέρη του κόσμου και μια τάση προς το μελό, που ευτυχώς σώζει η ερμηνεία της Αλεξάνδρας Λεμί, η Αζουέλος φτιάχνει το οδοιπορικό αυτογνωσίας μιας ενήλικης γυναίκας, η οποία ξαναβρίσκει τον χαμένο παιδικό εαυτό της, δοκιμάζει ακραία πράγματα που συνηθίζουν οι έφηβοι από το να πάει έως το Τόκιο για να εντοπίσει έναν ιδιόρρυθμο δημιουργό manga, μέχρι το να κολυμπήσει με φάλαινες στον ωκεανό, αν και δενείναι δύτρια, για να ανακαλύψει τελικά από την αρχή τη χαρά της ζωής.
Με μία υπέροχη διάθεση φωτογραφίας και ένα πιασάρικο σενάριο στα χέρια της, κατάλληλο για μια οικογενειακή δραμεντί, η Γαλλίδα δημιουργός συχνά πέφτει στην παγίδα της εύκολης συγκίνησης, διστάζοντας να προσεγγίσει τις σκοτεινές πλευρές της ιστορίας της,για να καταλήξει σε ένα φινάλε του, που ακολουθώντας τη χολιγουντιανή συνταγή δεν χαλάει το χατίρι κανενός.
Ράδιο Μετρονόμ ( Metronom)
Σκηνοθεσία: Αλεξάντρου Μπελκ
Παίζουν: Μάρα Μπουγκάριν, Σερμπάν Λαζαρόβιτσι, Βλαντ Ιβάνοφ
Περίληψη: Το φθινόπωρο του 1972, μια δεκαεφτάχρονη μαθαίνει πως το αγόρι της πρόκειται να εγκαταλείψει τη χώρα μέσα σε λίγες μέρες. Τότε, το ζευγάρι αποφασίζει να περάσει μαζί τον χρόνο, που τους απομένει.
Ιστορία ενηλικίωσης από τη Ρουμανία, που απέσπασε το Βραβείο Σκηνοθεσίας στο τμήμα Ένα Κάποιο Βλέμμα του Φεστιβάλ Καννών.
Βουκουρέστι, 1972. Η δεκαεπτάχρονη Άννα ονειρεύεται την αγάπη και την ελευθερία, ενώ ανακαλύπτει ότι ο φίλος της θα φύγει οριστικά από τη χώρα σε λίγες μέρες. Ένα βράδυ, καθώς γλεντάνε με την παρέα της, αποφασίζουν να στείλουν ένα γράμμα στο Metronom, το μουσικό πρόγραμμα που μ εξέπεμπε το Radio Free Europe παράνομα στη Ρουμανία από τον εξόριστο δημοσιογράφο Κορνέλ Κιριάκ. Τότε όμως, φτάνει στο κατώφλι τους η Σεκουριτάτε, η μυστική αστυνομία του Τσαουσέσκου. Τα παιδιά συλλαμβάνονται και βρίσκονται μπροστά σε ένα μεγάλο δίλημμα: αν θα καταδώσουν τους φίλους τους, ή θα υποστούν τις συνέπειες.
Στο σκηνοθετικό του ντεμπούτο, ο Μπελκ επιστρέφει στα σκληρά χρόνια του καθεστώτος του Τσαουσέσκου και συνδυάζει έξυπνα μία εφηβική ερωτική ιστορία με το πολιτικό σινεμά, αντιπαραβάλλοντας την ξενοιασιά της νεότητας με τη σκληρότητα ενός ανελεύθερου συστήματος, που υποστηρίζει τη λογοκρισία και τον χαφιεδισμό. Αυτή ακριβώς η αντίθεση είναι ο δρόμος που επιλέγει για να καυτηριάσει τα κακώς κείμενα μιας παρελθούσας εποχής, η οποία όμως δεν απέχει και τόσο από τη σημερινή.
Από τη μία, οι νωχελικές κινήσεις των νεαρών πρωταγωνιστών του και οι μελαγχολικές τους περιπτύξεις, που παραπέμπουν σε έναν ιδεαλιστικό ρομαντισμό, η ακαμψία του συστήματος από την άλλη, γίνονται η καταγγελία του νεαρού σκηνοθέτη, που αν και δεν αποφεύγει να επιλέξει στρατόπεδο, παραμένει ένας ψύχραιμος παρατηρητής μιας ζοφερής πραγματικότητας στην παράδοση της ρουμάνικης σχόλης.
Κάρμεν (Carmen)
Σκηνοθεσία: Μπενζαμάν Μιλεπιέ
Παίζουν: Μελίσα Μπαρμπέρα, Πολ Μεσκάλ, Ρόσι ντε Πάλμα
Περίληψη: Μια γυναίκα, που προσπαθεί να ξεφύγει από ένα μεξικανικό καρτέλ, επιχειρεί να βρει καταφύγιο στις ΗΠΑ. Στα σύνορα όμως θα βρεθεί σε κίνδυνο, όταν σώζεται χάρη στην παρέμβαση ενός αστυνομικού. Οι δυο τους τότε συμφωνούν να δοκιμάζουν μαζί την τύχη τους στο Λος Άντζελες.
Ο διάσημος χορογράφος Μπενζαμάν Μιλπιέ μεταφέρει τον μύθο της Κάρμεν του Προσπέρ Μεριμέ στο Μεξικό.
Η Κάρμεν, μια σαγηνευτική, νεαρή τσιγγάνα, αφήνει πίσω την οικογένεια και την κοινότητά της για να ξεφύγει από ένα μεξικανικό καρτέλ. Φεύγει στις ΗΠΑ, αναζητώντας ασφάλεια και ελευθερία. Αιχμαλωτίζεται όμως από έναν πράκτορα της περιπολίας των συνόρων, που προσπαθεί να τη σκοτώσει. Συγκλονισμένος από αυτή τη βία, ένας άλλος αστυνομικός, ο ‘Εινταν, σώζει την Κάρμεν, διαπράττοντας φόνο, και τη βοηθά να δραπετεύσει. Γοητευμένος από το πάθος, το ελεύθερο πνεύμα και τη θέλησή της να αγωνιστεί για την ελευθερία της, συμφωνεί να την πάει στο Λος Άντζελες και, όπου βρίσκουν καταφύγιο σε ένα κλαμπ. Ο Έινταν επίσης ονειρεύεται μια νέα ζωή, απαλλαγμένη από τις σκιές του παρελθόντος. Κι ενώ η έλξη μεταξύ τους μεγαλώνει, θα ακολουθήσουν την καρδιά τους, αν και ξέρουν ότι δεν υπάρχει γυρισμός.
Στην πρώτη του σκηνοθετική δουλειά στο σινεμά, ο Μιλπιέ διασκευάζει την ιστορία της Κάρμεν,που όλοι ξέρουμε κατά βάση από την όπερα του Μπιζέ, με τη μουσική όμως του Νίκολας Μπριτέλ, γεγονός που προκαλεί ένα αρχικό ξάφνιασμα στον θεατή. Στη συνέχεια, ο χορογράφος (και σύζυγος της Νάταλι Πόρτμαν) επιδίδεται σε έναν ελιτίστικο πειραματισμό, συνδυάζοντας οπερατικά στοιχεία με το μιούζικαλ και την αισθητική του βιντεοκλίπ, χωρίς να ακολουθεί κάποια συνοχή στην αφήγηση.
Οι μεταφορές της ιστορίας του σήμερα και το γεγονός ότι τοποθετεί τη δράση στα σύνορα Μεξικού -Αμερικής, αν και εμπεριέχουν ένα πολιτικό σχόλιο σχετικά με τον ρατσισμό, δεν λειτουργούν πάντα, οι χαρακτήρες μένουν υπό σκιά, παρόλο που η Ρόζι ντε Πάλμα και ο Πολ Μεσκάλ κάνουν ό,τι καλύτερο μπορούν, και τελικά το δυνατό σημείο της ταινίας, που προορίζεται μόνο για «ειδικό κοινό», είναι σαφώς οι δυναμικές χορογραφίες, μέσα από τις οποίες ο Μιλπιέ καταφέρνει να παράξει κάποιο συναίσθημα.
Γελώντας στο Αφγανιστάν
Σκηνοθεσία: Ανέττα Παπαθανασίου
Περίληψη: Η ιστορία του Καρίμ Ασίρ, του Αφγανού Τσάρλι Τσάπλιν, που πολεμάει με μοναδικό όπλο το γέλιο.
Ντοκιμαντέρ της Αννέτας Παπαθανασίου.
Ένας μικρόσωμος νεαρός Αφγανός θέλει να αλλάξει τον κόσμο με την παντομίμα και το χιούμορ. Ο Καρίμ Ασίρ, ο Αφγανός Τσάρλι Τσάπλιν, ανάμεσα σε βόμβες και καταστροφές, δίνει παραστάσεις με μοναδικό όπλο το γέλιο. Στις 15 Αυγούστου 2021, οι Ταλιμπάν εισβάλουν στην Καμπούλ και απειλούν με θάνατο τον Καρίμ, επειδή σατιρίζει την αφγανική πραγματικότητα και μιμείται τον δυτικό Σαρλό. Μια δύσκολη απόφαση φαίνεται αναπόφευκτη.
Η αξιόλογη ηθοποιός, που τα τελευταία χρόνια ασχολείται δυναμικά με το ντοκιμαντέρ, συνεπαρμένη από την όντως εντυπωσιακή ιστορία της διάσωσης του, ταξίδεψε ως το Αφγανιστάν σε αρκετά δύσκολες συνθήκες και κατέγραψε αυτό το οδοιπορικό, θέτοντας ερωτήματα για την τέχνη και την Ιστορία. Ταυτόχρονα, αποτύπωσε την ομορφιά της χώρας, που ελάχιστοι γνωρίζουν, αλλά και το τι σημαίνει να ζεις και υπό το καθεστώς του φόβου με ευαισθησία, αλλά και χιούμορ.
Έχοντας ήδη γυρίσει εκεί κι άλλες ταινία τεκμηρίωσης, είχε γνωρίσει τον Ασίρ και είχε την πρόθεση να κάνει μαζί του ένα ντοκιμαντέρ, εστιάζοντας στα ασπρόμαυρα βωβά βιντεάκια του στο YouTube και στο πώς το γέλιο αποδεικνύεται σωτήριο.
Τελικά, η ζωή ανέτρεψε τα σχέδια τους, όταν ο Ασίρ άρχισε να καταδιώκεται. Έκτοτε, η Παπαθανασίου και η παραγωγός Φωτεινή Οικονομόπουλου το μόνο που ήθελαν ήταν να σωθεί ο φίλος τους. Με την παρέμβαση του ΣΕΗ, της Ένωσης Ελληνικού Ντοκιμαντέρ και τελικά του Υπουργείου Εξωτερικών κατάφεραν μετά από πολλές περιπέτειες 75 ημερών να τον φέρουν στην Ελλάδα, όπου έμεινε για έναν χρόνο, πριν φύγει για τη Γερμανία, όπου ζει μέχρι σήμερα.
Παίζονται ακόμα:
After 5: Όλα Μετά (After Everything_
Σκηνοθεσία: Άνταμ Σάνκμαν
Παίζουν: Τζόζεφιν Λάνγκφορντ, Χίροου Φάινς Τίφιν
Περίληψη: Μετά από τον χωρισμό με την πραγματική αγάπη του, ο Χάρντιν ταξιδεύει στην Πορτογαλία σε μια απόπειρα να διορθώσει τα λάθη της παλιάς συμπεριφοράς του.
Τελευταίο κεφάλαιο για το νεανικό ρομαντικό franchise.
Μόνος στην Αγγλία, ο Χάρντιν υποκύπτει στο ποτό και σε άλλες βλαβερές συνήθειες. Για να γίνουν ακόμη χειρότερα τα πράγματα, υποφέρει από συγγραφικό μπλοκάρισμα και ίσως χρειαστεί να επιστρέψει την αρκετά μεγάλη προκαταβολή του, αν δεν ολοκληρώσει σύντομα ένα νέο χειρόγραφο. Αντί να ενδώσει στους δαίμονές του, αρχίζει να συνειδητοποιεί ότι ο μόνος τρόπος για να προχωρήσει - και να έχει πιθανότητες να κερδίσει πίσω την Τέσα - είναι να διορθώσει τα λάθη του παρελθόντος του.
Ταξιδεύει λοιπόν στην Πορτογαλία για να επισκεφτεί τη Νάταλι, μια γυναίκα που κάποτε της είχε φερθεί απαίσια. Περνώντας χρόνο μαζί της και συνειδητοποιώντας ότι εκείνη έχει προχωρήσει, ο Χάρντιν επιτέλους καταφέρνει να συγχωρήσει τον εαυτό του και να οραματιστεί ένα λαμπρό μέλλον με τη γυναίκα που αγαπά. Εν τω μεταξύ, πίσω στις ΗΠΑ, ο Λάντον και η Nόρα προετοιμάζονται για τον γάμο τους - όπου η Τέσα και ο Χάρντιν θα είναι παρόντες. Μπορούν όμως να συγχωρήσουν ο ένας τον άλλον και να αναλάβουν την απόλυτη δέσμευση;
Μάβκα: Το Ξωτικό του Δάσους (Mavka: The Forest Song / Mavka. Lisova Pisnya)
Σκηνοθεσία: Όλεχ Μαλαμούζ και Ολεκσάντρα Ρούμπαν
Περίληψη: Τα αχανή δάση της Ουκρανίας αποτελούν το σπίτι μυθικών πλασμάτων, που κατοικούν ανάμεσα σε αρχαία δέντρα, φυλάσσοντας πιστά το ιερό τους βασίλειο. Η Μάβκα είναι η πρόσφατα επιλεγμένη Φύλακάς του. Η κύρια αποστολή της είναι να προστατεύσει το Δάσος και την ιερή Καρδιά του από οποιαδήποτε επίθεση ή εισβολή.
Ουκρανικό κινούμενο σχέδιο με οικολογικό μήνυμα, βασισμένος σε λαϊκούς θρύλους.
Από αμνημονεύτων χρόνων, τα αχανή δάση της Ουκρανίας κρύβουν αμέτρητα μυστικά και ανεξιχνίαστα μυστήρια. Αποτελούν το σπίτι μυθικών πλασμάτων, που κατοικούν ανάμεσα σε αρχαία δέντρα, φυλάσσοντας πιστά το ιερό τους βασίλειο.
Η Μάβκα είναι μια Ψυχή του Δάσους και η πρόσφατα επιλεγμένη Φύλακάς του. Η κύρια αποστολή της είναι να προστατεύσει το Δάσος και την ιερή Καρδιά του -την ίδια την Πηγή της Ζωής - από οποιαδήποτε επίθεση ή εισβολή, συμπεριλαμβανομένων των ανθρώπων. Ο Λούκας είναι ένα γνήσιο χωριατόπαιδο, με μεγάλη αγάπη για τη μουσική, που διοχετεύει το ταλέντο του στο ξύλινο φλάουτό του, ενώ ονειρεύεται να αφιερώσει τη ζωή του στο πάθος του. Μέσα από τη μουσική του, η η Μάβκα και ο Λούκας συναντιούνται και ερωτεύονται.
Από την αρχή, η σχέση τους αντιμετωπίζει δυσκολίες, αλλά τα εμπόδια γίνονται ακόμη μεγαλύτερα, όταν η φιλήδονη Κυλίνα καταφτάνει, ισχυριζόμενη ότι είναι κληρονόμος ενός παλιού πριονιστηρίου στην άκρη του Δάσους και υπόσχεται στους χωρικούς όλα τα πλούτη της βιομηχανικής προόδου, που φέρνει από το εξωτερικό.
Αυτό όμως δεν είναι παρά μια πρόφαση για να κρύψει τον πραγματικό της σκοπό: να αποκτήσει την Καρδιά του Δάσους (ευελπιστώντας εγωιστικά να μείνει για πάντα νέα και όμορφη) — που δεν είναι άλλη από την ίδια τη Μάβκα, η οποία είναι ήδη ευάλωτη λόγω των συναισθημάτων της για τον Λούκας. Για να φτάσει σε αυτή, η Κυλίνα κρατά τον Λούκας ως όπλο της και σκορπίζει θυμό και φόβο στις καρδιές των χωρικών.
Θα καταφέρει η Μάβκα να σώσει το δάσος; Θα μπορέσει η μουσική του Λούκας να κάνει θαύματα και να σώσει την αγάπη; Θα μπορέσουν οι δύο κόσμοι τους να ενωθούν ενάντια στο κακό;
Επαναπροβολές:
Νευρικός Εραστής (Αnnie Hall)
Σκηνοθεσία: Γούντι Αλεν
Παίζουν: Γούντι Αλεν, Ντάιαν Κίτον, Τόνι Ρόμπερτς, Κάρολ Κέιν, Σέλεϊ Ντιβάλ, Κρίστοφερ Γουόκεν
Περίληψη: Ο Άλβι Σίνγκερ, ένας εμμονικός με τον θάνατο Νεοϋορκέζος κωμικός, αναπολεί την εφτάχρονη σχέση του με την Άνι Χολ, μια εξίσου νευρωτική τραγουδίστρια και φωτογράφο.
Μια από τις πιο αφοπλιστικά αστείες ρομαντικές κομεντί στην ιστορία του κινηματογράφου. που απέσπασε τέσσερα Όσκαρ (ανάμεσα σε αυτά και το καλύτερης ταινίας και σκηνοθεσίας).
Ένας νευρωτικός κωμικός που έχει εμμονή με τον θάνατο, ο Άλβι Σίνγκερ, ερωτεύεται την Άνι Χολ κι αρχίζει μαζί της μια επταετή σχέση, η οποία μας παρουσιάζεται μέσα από προβολές στο παρελθόν. Οι εντάσεις κι οι τσακωμοί, που οφείλονται κατά κύριο λόγο στη φύση των χαρακτήρων τους, οδηγούν στον χωρισμό του ζευγαριού, παρ’ όλες τις επίμονες προσπάθειες του Άλβι να κρατήσει την Άνι. Εκείνη φεύγει από τη Νέα Υόρκη και συζεί με ένα στέλεχος δισκογραφικής εταιρίας. Ο Άλβι, συνειδητοποιώντας ότι την αγαπά ακόμα, προσπαθεί απεγνωσμένα να την πείσει να γυρίσει πίσω.
Ο «Νευρικός Εραστής» που χαρακτηρίζεται απ’ τον ίδιο τον Άλεν ως ρομαντική κομεντί για έναν σύγχρονο νευρωτικό, αφού μέσα από τους χαρακτήρες παρουσιάζεται χιουμοριστικά η καθημερινότητα των κατοίκων της Νέας Υόρκης και της Καλιφόρνια, είναι μια από τις στιλιστικά πρωτοποριακές ταινίες του καιρού της. Η αποσπασματική δομή της και η μη ευθύγραμμη χρονολόγησή της, τα φλασμπάκ, οι προβολές στο μέλλον, οι εσωτερικές σκέψεις των ηρώων, η οθόνη χωρισμένη στα δύο, η χρήση animation, οι επαναλήψεις, ακόμα και οι υπότιτλοι δίνουν την αίσθηση της μνήμης και εικονοποιούν την υποκειμενική εμπειρία, καθιστώντας την ταινία ως είναι μια απ’ τις πιο αριστοτεχνικά δομημένες κι ενδιαφέρουσες κωμωδίες όλων των εποχών.
Το Λιμάνι των Απόκληρων (Quai des Brumes)
Σκηνοθεσία: Μαρσέλ Καρνέ
Παίζουν: Ζαν Γκαμπέν, Μισέλ Σιμόν, Μισέλ Μοργκάν
Περίληψη: Ένας λιποτάκτης και μια ορφανή κοπέλα αναζητούν την ευτυχία μέσα σ' ένα σαθρό περιβάλλον.
Το αριστούργημα του Μαρσέλ Καρνέ, ένα τέλειο δείγμα ποιητικού ρεαλισμού, σε σενάριο του Ζακ Πρεβέρ.
Ένας λιποτάκτης του γαλλικού αποικιακού στρατού προσπαθεί να φύγει από τη Γαλλία, για να ξεκινήσει μια νέα ζωή. Με το που φτάνει στο λιμάνι της Χάβρης, ερωτεύεται μια δεκαεφτάχρονη, που είναι το αντικείμενο του πόθου των ανδρών. Η γνωριμία τους θα πυροδοτήσει πρωτόγνωρες εξελίξεις σε όλο τον μικρόκοσμο του λιμανιού.
Ο Μαρσέλ Καρνέ ήταν μόλις είκοσι εννέα ετών και είχε δύο μεγάλου μήκους ταινίες πίσω του, όταν σκηνοθέτησε το «Λιμάνι των Αποκλήρων». Την εποχή της κυκλοφορίας της, η ταινία επικρίθηκε σφοδρά, επειδή ήταν υπερβολικά αρνητική σχετικά με το κράτος και τον ηθικό χαρακτήρα των Γάλλων. Μετά από εξήντα χρόνια της κυκλοφορίας της, ο Λικ Σαντ, γράφοντας για την επανακυκλοφορία της, τη χαρακτήρισε ως «οριστικό παράδειγμα του στυλ που είναι γνωστό ως «ποιητικός ρεαλισμός» -ένα κινηματογραφικό στυλ το οποίο είχεευδοκιμήσει με κάποια μορφή ή άλλα μέσα στη δεκαετία του 1930. Επίσης, ο Δανός σκηνοθέτης Καρλ Ντράγιερ περιλάμβανε «Το λιμάνι των απόκληρων» στην πρώτη του λίστα ταινιών.