«Εύκολος στόχος»: Η Ιζαμπέλ Ιπέρ σε ένα πολιτικό δράμα που βγαίνει σήμερα στα σινεμά
Αυτή την εβδομάδα, η Ιζαμπέλ Ιπέρ σε ένα πολιτικό δράμα γίνεται «Εύκολος στόχος», ενώ ένα ισπανικό θρίλερ μελετάει 75 εφιαλτικές μέρες μιας απαγωγής.
Εύκολος Στόχος (La Syndicaliste/The sitting Duck)
Σκηνοθεσία: Ζαν-Πολ Σαλομέ
Παίζουν: Ιζαμπέλ Ιπέρ, Γκρεγκορί Γκαντεμπουά, Ιβάν Ατάλ
Περίληψη: Η αληθινή ιστορία της Μορίν Κερνέ, που ως εκπρόσωπος συνδικάτου στην πολυεθνική Areva, το 2012 αποκάλυψε υπόγεια παιχνίδια, τα οποία έθεταν σε κίνδυνο πενήντα χιλιάδες θέσεις εργασίας στην πυρηνική βιομηχανία της Γαλλίας.
Η Ιζαμπέλ Ιπέρ συνδικαλίζεται άγρια στh νέα ταινία του Ζαν-Πολ Σαλομέ, που απέσπασε το βραβείο κοινού στο Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου.
Η επικεφαλής του συνδικάτου μιας πολυεθνικής εταιρίας παραγωγής πυρηνικής ενέργειας αποφασίζει να γίνει πληροφοριοδότης, ρισκάροντας τη ζωή της. Μόνη εναντίον όλων, παλεύει ώστε να μην αποσιωπηθεί ένα απίστευτο σκάνδαλο και να υπερασπιστεί περισσότερες από 50.000 θέσεις εργασίας. Η ζωή της ανατρέπεται,νόταν δέχεται βίαιη επίθεση στο σπίτι της, ενώ νέα στοιχεία δημιουργούν αμφιβολίες στο μυαλό των ανακριτών και από θύμα, γίνεται ύποπτη.
Βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα και στο δοκίμιο «La Syndicaliste» (Η Συνδικαλίστρια) της Καρολίν Μισέλ-Αγκίρε, ο έμπειρος Ζαν-Πολ Σαλομέ («Η Νονά της Νύχτας») μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη την ιστορία της Ιρλανδής- που για τις ανάγκες της ταινίας εδώ γίνεται Γαλλίδα- Μορίν Κερνέ, η οποία αποκάλυψε ένα τεράστιο σκάνδαλο, αλλά τελικά βρέθηκε να κατηγορείται ότι σκηνοθέτησε τον βιασμό της, προκειμένου να επηρεάσει τις δικαστικές Αρχές και την κοινή γνώμη.
Μία γυναίκα παλεύει λοιπόν με σθένος για τα εργατικά δικαιώματα και βρίσκεται στον κυκεώνα του #Μetoo, ενώ παράλληλα παίζεται ένα παιχνίδι πυρηνικών δυνάμεων εις βάρος της ανθρωπότητας: όλα αυτά τα ζητήματα έχει να διαχειριστεί ο Σαλομέ σε αυτό το πολιτικό θρίλερ, που αντιμετωπίζει με ψυχραιμία τις καταστάσεις, χωρίς να εμβαθύνει ή να αναλύει εντούτοις κανένα από τα θέματα που ανοίγει. Αυτό που ξεχωρίζει είναι η ερμηνεία της Ιζαμπέλ Ιπέρ, σ’ έναν ρόλο αλλιώτικο και απ’ όσους την έχουμε συνηθίσει, που καταφέρνει να αποδώσει με σιωπές και καλοδουλεμένες λεπτομέρειες το πορτρέτο μιας γυναίκας, που αγωνίστηκε μέχρι τέλους για τα πιστεύω της.
75 Μέρες (75 Dias)
Σκηνοθεσία: Μαρκ Ρομέρο
Παίζουν: Άνα Φερνάντεζ, Αντόνια Σαν Χουάν, Γιουλάλια Ραμόν
Περίληψη: Tο συγκλονιστικό παρασκήνιο ενός εγκλήματος, που έχει μείνει ανεξίτηλο στη μνήμη της Ισπανίας .
Ισπανικό θρίλερ, το οποίο βασίζεται σε ένα αληθινό έγκλημα που συντάραξε τη χώρα.
Το 1992, στο Αλκασέρ, μια μικρή πόλη κοντά στη Βαλένθια της Ισπανίας, τρία κορίτσια γύρω στα 14-15 εξαφανίζονται από προσώπου γης. Την τελευταία φορά που τις είδαν ζωντανές, έκαναν ωτοστόπ για να πάνε σε ένα κλαμπ σε μια κοντινή πόλη. Η αστυνομία, σε ένα από τα πολλά λάθη που θα κάνει σε αυτήν την έρευνα, αρχικά υποθέτει ότι απλώς το έχουν σκάσει. Tα πτώματά τους βρίσκονται δύο μήνες αργότερα, συντρίβοντας τις οικογένειές τους και σοκάροντας την τοπική κοινότητα. Ποιος θα μπορούσε να τολμήσει ένα τέτοιο έγκλημα σε μια φιλήσυχη περιοχή, όπου όλοι γνωρίζονταν με όλους;
Τριάντα χρόνια μετά,ο Ρομέρο επανεξετάζει είναι έγκλημα που μέχρι σήμερα αποτελεί αίνιγμα και έγινε η αφορμή για να αλλάξει ο τρόπος των εγκληματολογικών ερευνών στην Ισπανία. Ο λόγος είναι ότι η διαχείριση της εν λόγω υπόθεσης από τις Αρχές υπήρξε ελλιπής και με πολλά λάθη, που κόστισαν ακριβά στην ταυτοποίηση των ενόχων, ενώ παράλληλα η προβολή της ιστορίας από τα ΜΜΕ, που στην ουσία κηλίδωσαν το όνομα των τριών μικρών κοριτσιών, εγείρε σοβαρές αντιδράσεις.
Ο Ισπανός δημιουργός είχε λοιπόν και στα χέρια του μία υπόθεση πολύπλευρη με κοινωνιολογικές και πολιτικές διαστάσεις, όμως επέλεξε να την αντιμετωπίσει εντελώς αναπαραστατικά και χωρίς διάθεση ουσιαστικής κριτικής. ‘Έτσι επιμένει σε μελοδραματικές ευκολίες και ενώ προφανώς η πρόθεσή του είναι να δικαιώσει τα θύματα, τελικά πέφτει στην παγίδα του κιτρινισμού που καταγγέλλει, κινηματογραφώντας σκηνές σκληρές και λεπτομέρειες αχρείαστες, αν όχι προσβλητικές, για να καταλήξει σε μία αβάσιμη εικασία σχετικά με τον ένα και μοναδικό καταδικασθέντα, ο οποίος μετά από την αποφυλάκιση του αγνοείται ακόμα.
Παίζεται ακόμα:
Η Καλόγρια ΙΙ (The Nun II)
Σκηνοθεσία: Μάικλ Τσάβες
Παίζουν: Ταΐσα Φαρμίγκα, Τζόνας Μπλοκέ, Στορμ Ριντ
Περίληψη: :1956, Γαλλία. Ένας ιερέας δολοφονείται. To κακό εξαπλώνεται και η Αδελφή Αϊρίν για μία ακόμα φορά έρχεται πρόσωπο με πρόσωπο με τον δαίμονα Βάλακ.
Η Καλόγρια του «Καλέσματος» ξαναχτυπά κινηματογραφικά, για δεύτερη φορά.
Μερικά χρόνια μετά από τα εφιαλτικά γεγονότα της προηγούμενης ταινίας, η μοναχή Ιρένε έρχεται ξανά αντιμέτωπη με τη δαιμονισμένη καλόγρια Βάλακ, όταν ένας ιερέας δολοφονείται βίαια κάτω από ανησυχητικά μυστηριώδεις συνθήκες.
Ο Μάικλ Τσάβες («Το κάλεσμα 3: Ο Διάβολος με έβαλε να το κάνω») σκηνοθετεί σε σενάριο των Ίαν Γκόλντμπεργκ, Ρίτσαρντ και Ακίλα Κούπερ, ένα sequel, βασισμένο στους χαρακτήρες των Τζέιμς Γουάν και Γκάρι Ντόμπερμαν.
Το σύμπαν του «Conjuring”»έχει σημειώσει τα μεγαλύτερα κέρδη σε franchise τρόμου μέχρι σήμερα με πάνω από 2 δισεκατομμύρια δολάρια παγκοσμίως. Τέσσερις από τις ταινίες του έχουν αποφέρει πάνω από 300 εκατομμύρια δολάρια η καθεμία («Η Καλόγρια» 366 εκατομμύρια, «Το Κάλεσμα 2» 322 εκατομμύρια, «Το Κάλεσμα» 320 εκατομμύρια, το «Άνναμπελ: Η δημιουργία» 307 εκατομμύρια), ενώ και οι επτά ταινίες έχουν εισπράξει πάνω από 200 εκατομμύρια δολάρια η καθεμία. Η «Καλόγρια» είναι η πιο κερδοφόρα ταινία της σειράς με πάνω από 366 εκατομμύρια δολάρια παγκοσμίως.
Επαναπροβολές:
Στην Τύχη ο Μπαλταζάρ (Au hasard Balthazar)
Σκηνοθεσία: Ρομπέρ Μπρεσόν
Παίζουν: Αν Βιαζέμσκι, Γουόλτερ Γκριν, Φρανσουά Λαφάρζ, Ζαν-Κλοντ Γκιλμπέρ, Φιλίπ Ασελέν, Ναταλί Ζουαγιό, Πιερ Κλοσοφσκί, Ζαν-Ζοέλ Μπαρμπιέ
Περίληψη: Ένα αθώο γαϊδουράκι βιώνει μια σειρά από κακουχίες στα χέρια διαφορετικών ανθρώπων, οι οποίοι αντανακλούν και μια διαφορετική σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης ψυχής.
Μία από τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών με την υπογραφή του Ρομπέρ Μπρεσόν (1966).
Ένα μικρό γαϊδουράκι γεννιέται στην ηλιόλουστη γαλλική εξοχή. Δυο παιδιά, η Μαρί κι ο Ζακ, τον αγαπούν, τον φροντίζουν και τον βαφτίζουν Μπαλταζάρ. Τα χρόνια περνούν κι ο Μπαλταζάρ αλλάζει ιδιοκτήτες, βιώνοντας στωικά όλο και μεγαλύτερη ταπείνωση και κακοποίηση. Παράλληλα, η Μαρί ανεβαίνει τον δικό της υπαρξιακό και σωματικό Γολγοθά. Η γαλήνια ζωή του Μπαλταζάρ αντιβαίνει στη ταραχώδη ύπαρξη των ανθρώπων, μα εκείνος σαν άλλος Χριστός υπομένει τα μαρτύρια, επειδή κουβαλάει στις πλάτες του την αμαρτία τους: τον χρυσό που του φόρτωσαν λαθρέμποροι στο δρόμο τους προς τα ισπανικά σύνορα.
Εμπνευσμένος από μια αναφορά στο πρώτο μέρος του «Ηλίθιου» του Ντοστογιέφσκι, σε μια από τις πιο αριστουργηματικές ταινίες του παγκόσμιου σινεμά, ο Μπρεσόν καταγράφει όλα τα ελαττώματα της ανθρώπινης φύσης, σε μια σκληρή παραβολή, που συγκλονίζει με την απλότητά της.
Περιφρόνηση (Le Mepris)
Σκηνοθεσία Ζαν Λικ Γκοντάρ
Παίζουν: Μπριζίτ Μπαρντό, Μισέλ Πικολί, Τζακ Πάλανς, Φριτς Λανγκ
Περίληψη: Ο Αμερικανός παραγωγός Τζέρεμι Πρόκος προσλαμβάνει τον γνωστό Αυστριακό σκηνοθέτη Φριτς Λανγκ,προκειμένου να μεταφέρει στον κινηματογράφο την «Οδύσσεια» του Ομήρου. Δυσαρεστημένος με την «καλλιτεχνική» προσέγγιση που ακολουθεί ο σκηνοθέτης, προσλαμβάνει τον Πωλ Ζαβάλ, συγγραφέα αστυνομικών ιστοριών και θεατρικών έργων, για να επεξεργαστεί το σενάριο. Η σύγκρουση μεταξύ καλλιτεχνικής έκφρασης και εμπορικής απήχησης ακολουθεί μια παράλληλη πορεία με την αποξένωση του Πωλ από τη σύζυγο του Καμίλ, η οποία φαίνεται να ξεκινά από τη στιγμή που ο Πωλ την αφήνει μόνη με τον εκατομμυριούχο παραγωγό.
Η «Περιφρόνηση» του Ζαν Λικ Γκοντάρ, παρά το γεγονός ότι το 1963, όταν προβλήθηκε για πρώτη φορά στους κινηματογράφους, δεν γνώρισε αξιόλογη εμπορική επιτυχία, σήμερα θεωρείται ένα από τα αριστουργήματα της δεκαετίας του '60.
Βασισμένος στη νουβέλα του Αλμπέρτο Μοράβια «Il disprezzo», ο Γκοντάρ μέσα από την ιστορία της αποξένωσης του ζευγαριού, που υπάρχει στο λογοτεχνικό πρωτότυπο, παραβάλλει στοιχεία της προσωπικής του ζωής. Σε μια πρώτη ανάγνωση, οι χαρακτήρες του Πωλ, της Καμίλ και του Πρόκος αντιστοιχούν σε αυτούς του Οδυσσέα, της Πηνελόπης και του Ποσειδώνα. Μια δεύτερη ματιά αποκαλύπτει ότι θα μπορούσαν κάλλιστα να αντιστοιχούν στον ίδιο τον Γκοντάρ, τη σύζυγό του Άννα Καρίνα (για την οποία προόριζε αρχικά το ρόλο της Καμίλ ) και τον Τζόζεφ Ι. Λεβάιν, συμπαραγωγό του φιλμ. Σε μια σκηνή μάλιστα της ταινίας η Μπαρντό φοράει μια μαύρη περούκα που την κάνει να μοιάζει πολύ με την Καρίνα. Ο Μισέλ Πικολί έχει επίσης μια κάποια ομοιότητα με τον πρώην σύζυγο και Πυγμαλίωνα της Μπαρντό, σκηνοθέτη Ροζέ Βαντίμ.
Η ταινία απέσπασε διθυραμβικές κριτικές και επηρέασε μία ολόκληρη γενιά κινηματογραφιστών. Είναι κοινό μυστικό πως υπήρχαν πολλά προβλήματα κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων. Από τους φωτογράφους που ακολουθούσαν παντού την Μπαρντό, μέχρι την κακή σχέση του σκηνοθέτη με τον Αμερικανό ηθοποιό, Πασκάλ Πάλανς.
Σύμφωνα με τα όσα έχουν γραφτεί, αυτό είναι ίσως το μόνο φιλμ που ο Γκοντάρ έφτιαξε κατά παραγγελία, πράγμα που σημαίνει πως ο σπουδαίος auteur δεν έχει εδώ μεγάλη άνεση για φορμαλιστικές καινοτομίες. Παρ’ όλα αυτά «Η περιφρόνηση» παραμένει μια άρτια σύγχρονη τραγωδία, γεμάτη αντιφάσεις και ηθικά διλήμματα, που ακόμα και σήμερα συγκινεί με την ειλικρίνειά της.
Τα Μυστήρια του Οργανισμού (W.R.: Mysteries of the Organism)
Σκηνοθεσία: Ντούσαν Μακαβέγιεφ
Παίζουν: Μιλένα Ντράβιτς, Ιβικα Βίντοβιτς, Τζαγκόντα Καλοπέρ, Τούλι Κούπφερμπεργκ
Περίληψη: H σεξουαλική απελευθέρωσης μιας νεαρής Σλάβας καλλονής.
Ο Ντούσαν Μακαβέγιεφ με το αναρχικό του στυλ σατιρίζει μια ολόκληρη εποχή.
Το σουρεαλιστικό αυτό κράμα, που κινείται ανάμεσα στ ντοκιμαντέρ και τη μυθοπλασία, ξεκινάει ως σπουδή στη ζωή και το έργο του αμφιλεγόμενου στοχαστή και ψυχολόγου Βίλχλεμ Ράιχ, για να εξελιχθεί στη συνέχεια σε μια αυτοσχέδια εξιστόρηση της σεξουαλικής απελευθέρωσης μιας νεαρής Σλάβας καλλονής.
Συνδυάζοντας πολιτική και σεξουαλικότητα, η ταινία του Μακαβέγιεφ, η οποία απαγορεύτηκε στην πατρίδα του, είναι παιχνιδιάρικη και ταυτόχρονα τολμηρή· αναμφίβολα, ένα art-house διαμάντι.