Πίτσα Γλικόριζα

Σινεμά: Η χρονιά ξεκινάει με Πολ Τόμας Άντερσον και «Πίτσα Γλυκόριζα» -Σκέφτεστε τίποτα καλύτερο;

Το 2022 ξεκινάει με την καινούργια δημιουργία του Πολ Τόμας Άντερσον, που επάξια έχει κερδίσει μια θέση στις λίστες με τις καλύτερες ταινίες της χρονιάς, και το prequel του στιλάτου κατασκοπικού franchise «Kingsman».

Πίτσα Γλυκόριζα (Licorice Pizza)

Σκηνοθεσία: Πολ Τόμας Άντερσον

Παίζουν: Αλάνα Χάιμ, Κούπερ Χόφμαν, Σον Πεν, Τομ Γουέιτς, Μπράντλεϊ Κούπερ, Μπένι Σαφντί

Περίληψη: Η Αλάνα και ο Γκάρι, δυο ανήσυχοι έφηβοι με ετερόκλητα ενδιαφέροντα και διαφορετικό ψυχισμό, μεγαλώνουν στην κοιλάδα του Σαν Φερνάντο της Καλιφόρνια, το 1973.

Ο Πολ Τόμας Άντερσον επιστρέφει στην κοιλάδα του Σαν Φερνάντο, όπου μεγάλωσε, για να αφηγηθεί τον ρομαντικό έρωτα δύο νέων τη δεκαετία του ’70.

Ο δεκαπεντάχρονος Γκάρι, μαθητής αλλά και ηθοποιός, ερωτεύεται την κατά δέκα χρόνια μεγαλύτερή του Αλάνα, που γνωρίζει όταν εκείνη πηγαίνει στο σχολείο του ως βοηθός ενός φωτογράφου. Η νεαρή, διστακτική στην αρχή απέναντι στα αισθήματά του λόγω διαφοράς ηλικίας, σταδιακά αρχίζει να δημιουργεί μια φιλική σχέση μαζί του. Εξαιτίας ενός κάστινγκ, οι δυο τους θα βρεθούν στη Νέα Υόρκη και θα έρθουν πιο κοντά. Ο Γκάρι, που μεγαλώνει ανεξάρτητος μαζί με τη μητέρα του, είναι γεννημένος επιχειρηματίας και γαλουχημένος με την ιδέα του «αμερικανικού ονείρου» ψάχνει την ευκαιρία που θα τον κάνει  πλούσιο. Η Αλάνα με τη σειρά της προέρχεται από μια συντηρητική εβραϊκή οικογένεια, έχει καλλιτεχνική φύση και ονειρεύεται ένα καλύτερο αύριο, όμως η επαφή της με τη βιομηχανία του θεάματος, που εκείνη την εποχή αναπτύσσεται ραγδαία, αλλά και την πολιτική θα της δημιουργήσει δεύτερες σκέψεις.

Ο Άντερσον έχει να ασχοληθεί με το είδος της κομεντί από το «Punch-Drunk Love». Αυτή τη φορά με νοσταλγική διάθεση για τους αγνούς έρωτες, που παλεύουν να επιβιώσουν, αλλά και με κριτική ματιά στο παρελθόν της Αμερικής, φτιάχνει ένα ανατρεπτικό coming of age φιλμ, που ταυτόχρονα αποτελεί κι ένα ολοκληρωμένο πορτρέτο της χώρας του.

Το ρομαντικό παρελθόν των 60s τελειώνει και στη θέση του έρχεται μια νέα εποχή -κυνική και ταυτόχρονα θεότρελη- που περιγράφεται με χιούμορ μέσα από τις συναντήσεις της νεαρής Αλάνα άλλοτε με τον παρανοϊκό παραγωγό Τζον Πίτερς, που υποδύεται με κέφι ο Μπράντλεϊ Κούπερ, άλλοτε με τον ηθοποιό που παραπέμπει στον Γουίλιαμ Χόλντεν -τον ερμηνεύει βιτριολικά ο Σον Πεν- ή με τον παρ’ όλίγον δήμαρχο του Λος Άντζελες, Τζόελ Γουάκς (στον ρόλο ο Μπένι Σαφντί).

Σε αυτές τις βινιέτες, ο Άντερσον δίνει τη δική του απάντηση σε μια σειρά από ζητήματα, που απασχολούν τις ΗΠΑ κι όχι μόνο- #Μetoo, γυναικεία χειραφέτηση, οικονομική κρίση, ρατσισμός κτλ- αναζητώντας τη ρίζα του «κακού». Γι΄ αυτόν ακριβώς τον λόγο είναι άδικη η επίθεση, που δέχτηκε από τους Ιάπωνες της Αμερικής, οι οποίοι θεώρησαν ότι τους προσβάλλει με τον χαρακτήρα του επιχειρηματία που κοροϊδεύει την προφορά της Ασιάτισσας γυναίκας του, μιας και ο Άντερσον ακριβώς  αυτές τις συμπεριφορές βάζει στο μικροσκόπιο και τις υποσκάπτει μεθοδικά, φανερώνοντας τελικά πώς μια παγιωμένη κατάσταση χρόνων, που κάποτε θεωρούταν απολύτως αποδεκτή, τροφοδοτούσε αδικίες, ανισότητες, ακόμα και παράνομες ενέργειες.

Μέσα σε αυτό το περιβάλλον λοιπόν και εν μέσω της κρίσης των καυσίμων, που δημιουργεί ξεκάθαρους συνειρμούς με το σήμερα, αλλά και του κινήματος των χίπις που απέτυχε να αλλάξει τον κόσμο, ο Άντερσον αφηγείται την ιστορία αυτών των δυο νέων, δημιουργώντας μια σειρά από ανατροπές και αντιφάσεις, που τελικά αποτυπώνουν με τον πιο ειλικρινή τρόπο τη δύσκολη πορεία προς την ενηλικίωση, είτε σε προσωπικό, είτε σε συλλογικό επίπεδο.

Με ανέμελο ύφος, αυθορμητισμό και διάθεση να πειραματιστεί, κινηματογραφεί αυτή την τρυφερή σχέση, αποφεύγοντας τις γλυκανάλατες συνταγές των ρομαντικών κομεντί και τις κοινοτοπίες, και φτιάχνει δυο χαρακτήρες που γίνονται εκπρόσωποι της εφηβείας και της νεότητας, διεισδύοντας στον πυρήνα και στις αναζητήσεις αυτών των ηλικιών, από τις οποίες όλοι κάποτε περάσαμε. Ταυτόχρονα, καθοδηγεί εξαιρετικά τους δυο πρωταγωνιστές του, την Αλάνα Χάιμ (μέλος του οικογενειακού συγκροτήματος με το οποίο συνεργάζεται  χρόνια), αλλά και τον Κούπερ Χόφμαν -ο γιος του αδικοχαμένου ηθοποιού Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν- σε ένα υποκριτικό μπρα ντε φερ, που καταλήγει σε ένα υπέροχο λυτρωτικό φινάλε.

Ο Άνθρωπος του Βασιλιά: Το Ξεκίνημα (The King's Man)

Σκηνοθεσία: Μάθιου Βον

Παίζουν: Ρέιφ Φάινς, Άαρον Τέιλορ-Τζόνσον, Μάθιου Γκουντ, Τζέμα Αρτερτον, Στάνλεϊ Τούτσι, Τσαρλς Ντανς, Ρις Ίφανς

Περίληψη: Καθώς οι χείριστοι τύραννοι της Ιστορίας και οι πιο εγκληματικές διάνοιες του κόσμου συγκεντρώνονται για να συνωμοτήσουν για έναν πόλεμο, που θα σκοτώσει εκατομμύρια ανθρώπους, ένας άνδρας πρέπει να τους σταματήσει, αν και ο χρόνος δεν είναι σύμμαχός του.

Ο Μάθιου Βον επιστρέφει στο σύμπαν του «Kingsman» με ένα prequel, που θα μας μάθει πώς δημιουργήθηκε η πιο διάσημη μυστική υπηρεσία του κόσμου.

Κάτι μεταξύ κατασκοπικής περιπέτειας και κωμωδίας το δημοφιλές franchise περιστρέφεται γύρω από τη μεγαλύτερη υπηρεσία πληροφοριών. Αυτή τη φορά επιστρέφουμε στις απαρχές της, δηλαδή στο 1910, λίγο πριν ξεσπάσει ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος για να ανακαλύψουμε πώς ξεκίνησαν όλα. Στο επίκεντρο η σχέση του Βρετανού αριστοκράτη Ορλάντο Όξφορντ με τον γιο του Κόνραντ, που τον μεγαλώνει μόνος του μετά από τον θάνατο της γυναίκας του. Όταν οι εγκληματικές ιδιοφυΐες του πλανήτη συνασπίζονται με σκοπό να κυριαρχήσουν στον κόσμο, ο γενναίος Όξφορντ θα φτάσει μέχρι τη Ρωσία και τον σατανικό Ρασπούτιν, προκειμένου να προλάβει το κακό.

Οικογενειακοί δεσμοί, κοινωνικοπολιτικές συγκρούσεις, αντιπολεμικά σχόλια παντρεύονται με τις σκηνές δράσης που περιμένουν οι φαν της σειράς, σε ένα όχι πάντα επιτυχημένο σύνολο, το οποίο αδυνατεί σε σημεία να βρει τον άξονά του. Πολλοί χαρακτήρες και παράλληλες ιστορίες μπερδεύονται και ο Μάθιου Βον, αν και δεν του λείπει το βρετανικό φλέγμα, αδυνατεί να εξισορροπήσει τις καταστάσεις, με αποτέλεσμα ένα άνισο φιλμ με καλές όμως ερμηνείες. Ο Ρέιφ Φάινς δίνει κύρος και αέρα εποχής στον κεντρικό ήρωα και ο Ρις Ίφανς ως Ρασπούτιν πιο κοντά στην κόμικ καταβολή του «Κingsman» είναι πραγματικά απολαυστικός, αλλά δυστυχώς αυτό το origin story δεν έχει τίποτα από την σπιρτάδα της πρώτης ταινίας, εφτά χρόνια πριν.