Οι ταινίες της εβδομάδας: Στις αίθουσες η βραβευμένη ταινία του Χρήστου Πασσαλή «Ησυχία 6-9»
Αυτή την εβδομάδα, o Νόα Μπάουμπακ κάνει «Λευκό θόρυβο» με την κινηματογραφική μεταφορά του Ντον ΝτεΛίλο, η Βίκι Κριπς δίνει ακόμα μια σπουδαία ερμηνεία στο «Πιο πολύ από ποτέ», η Ίλντικο Ενιέντι ενώνει τη Λεά Σεϊντού και τον Λουί Γκαρέλ στην «Ιστορία της γυναίκας μου», ενώ η Αντέλ Εξαρχόπουλος πρωταγωνιστεί σ’ ένα μεταφυσικό θρίλερ με στοιχεία μαγικού ρεαλισμού.
Λευκός Θόρυβος (White Noise)
Σκηνοθεσία: Νόα Μπάουμπακ
Παίζουν: Άνταμ Ντράιβερ, Γκρέτα Γκέργουιγκ, Ντον Τσιντλ, Ράφι Κάσιντι, Τζόντι Τέρνερ-Σμιθ
Περίληψη: Μια τυπική αμερικανική οικογένεια, προσπαθεί να αντεπεξέλθει στις πιέσεις της καθημερινότητας, ενώ μια τοξική απειλή εμφανίζεται αιφνιδιαστικά.
Ο Νόα Μπάουμπακ μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη το ομότιτλο μετα-μυθιστόρημα του Ντον ΝτεΛίλο.
Σε ένα περιφερειακό πανεπιστήμιο μιας επαρχιακής ειδυλλιακής πόλης, ο Τζακ διδάσκει Χιτλερικές Σπουδές, έχοντας μεταμορφωθεί σε σταρ του ιδρύματος χάρη στην ευφράδεια και τη μαγνητική του παρουσία στην αίθουσα. Με την πέμπτη γυναίκα του Μπαμπέτ - που παίρνει κρυφά κάποια μυστηριώδη χάπια -, μεγαλώνουν τη θορυβώδη, δυσλειτουργική, αλλά αγαπημένη οικογένειά τους, που περιλαμβάνει παιδιά από τους προηγούμενους (κάμποσους) γάμους και των δυο τους, ενώ προσπαθούν να διαχειριστούν τα προβλήματα της καθημερινότητας παρακολουθώντας πτώσεις αεροσκαφών από την τηλεόρασή τους. Όταν μια επικίνδυνη μόλυνση απλωθεί στην πόλη, που όμως θα απασχολήσει τους κατοίκους της μόνο για εννέα μέρες, η οικογένεια θα καταληφθεί από έναν σχεδόν παραλυτικό φόβο για τον θάνατο και υπαρξιακό άγχος.
Ο ΝτεΛίλο, κατά πολλούς ο σημαντικότερος Αμερικανός συγγραφέας της γενιάς του ‘80, γράφει ένα μεταμοντέρνο σχόλιο για τον υπερκαταναλωτισμό, τον σύγχρονο τρόπο ζωής, την εμμονή μας με το lifestyle, τη χειραγώγηση και τις φασίζουσες πρακτικές που βρίσκουν πρόσφορο έδαφος να αναπτυχθούν, όταν όλα τα παραπάνω ανθούν. Με τη σειρά του, ο Νόα Μπάουμπακ («Δεσμοί Διαζυγίου»), από τους πρώτους κινηματογραφιστές που συνεργαστήκαν με μεγάλες πλατφόρμες, ακολουθώντας αυτό το αχανές και αταξινόμητο σε είδος υλικό, στήνει για λoγαριασμό του Netflix μια μετα-σάτιρα με βιτριολικό χιούμορ. Η φιλοσοφική ειρωνεία όμως του ΝτεΛίλο για τη νέα πραγματικότητα, αν και λογοτεχνικά βρίσκει χώρο να αναπτυχθεί, εδώ, όπως συμβαίνει άλλωστε συχνά στις κινηματογραφικές μεταφορές μεγάλων βιβλίων- καταλήγει σε ένα εντυπωσιακό μεν συνονθύλευμα ιδεών, που αν και σήμερα είναι παραπάνω από κατανοητές στον θεατή, δεν καταφέρνουν πάντα να λειτουργήσουν καταλυτικά στη σκέψη του, ανοίγοντας έναν διάλογο μαζί του.
Πιο Πολύ Από Ποτέ (Plus Que Jamais)
Σκηνοθεσία: Εμιλί Ατέφ
Παίζουν: Βίκι Κριπς, Γκασπάρ Ουλιέλ, Μπιορν Φλόμπεργκ
Περίληψη: Η Ελέν και ο Ματιέ ζουν ευτυχισμένοι εδώ και πολλά χρόνια, όταν ένα ξαφνικό πρόβλημα υγείας της Ελέν θα αναστατώσει την ήσυχη ζωή τους και θα τους φέρει αντιμέτωπους με δύσκολες αποφάσεις.
H Βίκι Κριπς και ο Γκασπάρ Ουλιέλ (στον τελευταίο ρόλο της ζωής του) πρωταγωνιστούν σε μια μελαγχολική δραμεντί, που συμμετείχε στο «Ένα Κάποιο Βλέμμα» του Φεστιβάλ Καννών.
Η Ελέν έχει έναν πολυετή ευτυχισμένο γάμο, όταν ξαφνικά αντιμετωπίζει ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας. Ξέροντας ότι δεν έχει πολύ χρόνο στη ζωή της, παρά μόνο αν βρεθεί ένα κατάλληλο μόσχευμα για τους πνεύμονές της, επαναπροσδιορίζει τις προτεραιότητές της. Αφορμή γίνεται το blog ενός Νορβηγού, ο οποίος μιλά με ειλικρίνεια και θάρρος για τη δική του περιπέτεια. Τότε, εκείνη αποφασίζει να ταξιδέψει και να γνωρίσει τον παράξενο αυτόν άνδρα μόνη της, αναζητώντας τις δικές της απαντήσεις.
Η ιδέα της θνητότητας και η αγάπη ως τελικός προορισμός σε μια ζωή καταδικασμένη να τελειώσει, είναι ο άξονας της Εμιλί Ατέφ, που καταφέρνει τον επικείμενο θάνατο μιας νεαρής γυναίκας να τον μετουσιώσει σε στοχαστική ελεγεία πάνω στην ίδια μας την ύπαρξη. Μένοντας μακριά από εύκολες συγκινήσεις, παρά το βαρύ θέμα που έχει επιλέξει να διαχειριστεί, αλλά χωρίς να φοβάται τα ακραία συναισθήματα, οδηγεί την κεντρική της ηρωίδα σε ένα λυτρωτικό road movie, λουσμένο στο νορβηγικό φως.
Η πάντα υπέροχη Βίκι Κριπς, που φέτος πραγματικά ενθουσίασε με τις υποκριτικές επιδόσεις της, μαζί με τον Ουλιέλ, έναν από τους καλύτερους Γάλλους ηθοποιούς της νέας γενιάς που έφυγε τόσο πρόωρα πέρσι σε χιονοδρομικό ατύχημα, αποτελούν ένα μοναδικό ζευγάρι, που με μια αξιοθαύμαστη αξιοπρέπεια ξορκίζουν ακόμα και το αναπόφευκτο του θανάτου.
Η Ιστορία της Γυναίκας Μου (ΑFeleségem Története The Story of My Wife)
Σκηνοθεσία: Ίλντικο Ενιέντι
Παίζουν: Λέα Σεϊντού, Γέιζ Νάμπερ, Λουί Γκαρέλ
Περίληψη: Σε ένα παρισινό καφέ των αρχών του 20ού αιώνα, ένας ναυτικός βάζει στοίχημα να παντρευτεί την πρώτη γυναίκα που θα δει να διαβαίνει την πόρτα. Ευτυχώς γι' αυτόν, η γυναίκα για την οποία κερδίζει το στοίχημα είναι η εκθαμβωτική Λίζι. Δυστυχώς όμως, ένας γάμος που ξεκινά σαν χαριτωμένο αστείο, σύντομα μετατρέπεται σε μια συναισθηματικά επώδυνη καταβύθιση στη ζήλεια.
Η νέα ταινία της ‘Ιλντικο Ενιέντι μετά από το συναρπαστικό «Η Ψυχή και το Σώμα» αφηγείται μια τραγική ρομαντική ιστορία με φόντο το Παρίσι των αρχών του 20ου αιώνα.
Ένας μοναχικός καπετάνιος, εργένης κατ’ επιλογή, βάζει ένα περίεργο στοίχημα: πως θα παντρευτεί την πρώτη γυναίκα που θα περάσει την πόρτα του καφέ, όπου συχνάζει. Ευτυχώς για εκείνον, η πανέμορφη και αρκετά εκκεντρική ώστε να αποδεχτεί την πρότασή του Λίζι είναι η επιλογή της μοίρας. Όμως τελικά αυτό που ξεκινάει ως ένα χαριτωμένο παιχνίδι, θα τους οδηγήσει στα όριά τους.
Βασισμένη στο μυθιστόρημα το Μίλαν Φιστ, η Ενιέντι, σκηνοθέτης υψηλής καλαισθησίας, που ξέρει να δουλεύει με ημιτόνια, διαχειρίζεται εδώ ανοικονόμητα μια καταραμένη ερωτική ιστορία, μέσα από την οπτική ενός άνδρα, παραδόξως κι όχι μιας γυναίκας, όπως υπονοεί ο τίτλος.
Με υποβόσκουσα μελαγχολία αλλά αφηγηματική φλυαρία, η Ουγγαρέζα δημιουργός αντιμετωπίζει περισσότερο την εκθαμβωτική Λέα Σεϊντού σαν μια οπτασία, παρά ως ισάξιο μέλος μιας περίπλοκης σχέσης, επιμένοντας περισσότερο στην ανδρική πλευρά. Όμως αυτή η προσήλωσή της στο πρόσωπο του κεντρικού ήρωα στερεί τελικά από την ταινία της τη δυναμική, οπότε όλα μοιάζουν περισσότερο ως η βιογραφία ενός άνδρα που αναζητάει τον εαυτό του, παρά ως μια κατάδυση στην παραφορά του έρωτα.
Αναμφίβολα, η ατμόσφαιρα που η Ενιέντι ξέρει να στήνει πάντα αιχμαλωτίζει το βλέμμα, αλλά η προσπάθειά της να φτιάξει μια επική ταινία χολιγουντιανών προδιαγραφών, της στερεί αυτό που έχει αποδείξει πως ξέρει καλά να κάνει: να αποκαλύπτει την αλήθεια μακριά από ωραιοποιημένα στερεότυπα.
Οι Πέντε Διάβολοι (Les Cinq Diables)
Σκηνοθεσία: Λεά Μισιούς
Παίζουν: Αντέλ Εξαρχόπουλος, Σάλι Ντραμέ, Σουάλα Εματί, Μουσταφά Μπενγκ, Δάφνη Πατακιά
Περίληψη: Η Βίκι, ένα παράξενο και μοναχικό κορίτσι, έχει ένα μαγικό χάρισμα: μπορεί να αναπαράγει όποιο άρωμα της αρέσει. Όταν η αδερφή του πατέρα της μπαίνει στη ζωή τους, η Βίκι μεταφέρεται σε σκοτεινές αναμνήσεις που την οδηγούν να ανακαλύψει τα μυστικά του χωριού, της οικογένειάς της, αλλά και της ίδιας της ύπαρξης.
Μαγικός ρεαλισμός από τη Λέα Μισιούς με την Αντέλ Εξαρχόπουλος και τη Δάφνη Πατακιά.
Η Βίκι είναι ένα μοναχικό κορίτσι, παιδί μεικτού γάμου, που μεγαλώνει σε μια μικρή πόλη της Γαλλίας και συχνά δέχεται μπούλινγκ εξαιτίας του χρώματός της. Όμως εκείνη έχει ένα ιδιαίτερο χάρισμα: μπορεί να αναγνωρίσει οποιοδήποτε άρωμα, να το δημιουργήσει και στη συνέχεια να το αποθηκεύσει σε μπουκάλα που φυλάει καλά. Η όσφρησή της είναι τόσο δυνατή που μπορεί να εντοπίσει τη μητέρα της Τζόαν, με την οποία έχει έναν βαθύ και ιδιαίτερο δεσμό ακόμα και όταν βρίσκεται μακριά της. Όταν η θεία της η Ζούλια μπαίνει στη ζωή τους, εκείνη αναπαράγει τη μυρωδιά τα μητέρας της και έρχεται αντιμέτωπη με ένα καλά κρυμμένο μυστικό της οικογένειάς της, αλλά και την ίδια της την ύπαρξη.
Στη δεύτερη ταινία της, η Μίσιους («Ava») μέσα από μια ιστορία γυναικείας χειραφέτησης και την ονειρική ενηλικίωση της μικρής της ηρωίδας, εξερευνά το θέμα της σεξουαλικής ταυτότητας, τη μητρότητα και τον ρατσισμό, μέσα από ένα σενάριο που θα λάτρευε και ο Μάρκες, το οποίο λειτουργεί περισσότερο με τις αισθήσεις, παρά με τη λογική του συνέπεια, δημιουργώντας ένα μυστικιστικό σύμπαν, που χωρίς να εξηγείται πλήρως, διαθέτει πρωτοτυπία και αξιοσημείωτες αρετές.
R.M.N.
Σκηνοθεσία: Κριστιάν Μουντζίου
Παίζουν: Μαρίν Γκριγκόορε, Τζούντιθ Στέιτ
Περίληψη: Λίγο πριν από τα Χριστούγεννα, ο Ματίας αφήνει τη δουλειά του στη Γερμανία και επιστρέφει στον τόπο του, ένα πολυεθνικό χωριό της Τρανσυλβανίας. Εκεί τον περιμένουν η σύζυγός του, η πρώην ερωμένη του, ο γιος του και ο ηλικιωμένος πατέρας του. Όταν όμως στο τοπικό εργοστάσιο εμφανιστούν κάποιοι νέοι εργάτες, οι ισορροπίες στην τοπική κοινωνία διαταράσσονται.
Η νέα ταινία του Κριστιάν Μουντζίου, υποψήφια για το Χρυσό Φοίνικα στο 65ο Φεστιβάλ Καννών.
O Mατίας εργάζεται σε ένα σφαγείο στη Γερμανία. Όταν ο προϊστάμενός του τον αποκαλεί «τεμπέλη τσιγγάνο» αποφασίζει να επιστρέψει στην πατρίδα του, σε ένα χωριό της Τρανσυλβανίας, όπου για χρόνια ζουν Ούγγροι και Ρουμάνοι. Εκεί θα αντιμετωπίσει τη σύζυγό του, τον γιο του που πάσχει από ανεξήγητη αλαλία, την πρώην ερωμένη του, με την οποία επανασυνδέεται, αλλά και τον ηλικιωμένο πατέρα του. Ταυτόχρονα, την περιοχή αναστατώνει μια ομάδα μεταναστών από τη Σρι Λάνκα, που προκαλεί τον ρατσισμό των ντόπιων, οι οποίοι φοβούνται πως εξαιτίας τους θα χάσουν τις δουλειές τους.
Με έναν τίτλο που παραπέμπει αφενός στο ακρωνύμιο της χώρας του αλλά και τον μαγνητικό τομογράφο, ο Μουντζίου, ένας από τους σημαντικούς κινηματογραφιστές των Βαλκανίων, βραβευμένος με τον Χρυσό Φοίνικα, καταπιάνεται με το θέμα της ξενοφοβίας και τον φαύλο κύκλο του φυλετικού μίσους, αφού εδώ οι κάτοικοι που έχουν γνωρίσει τη μετανάστευση δικών τους, εξαγριώνονται μπροστά στους ξένους, τρομοκρατημένοι από την επικείμενη αλλαγή.
Πιστός από τη μία στον ρεαλισμό και στο σινεμά της καταγγελίας που υπηρετεί, αλλά και με κάποιες αλληγορίες που μέχρι τώρα δεν είχε χρησιμοποιήσει στη φιλμογραφία του, επιχειρεί ένα πάντρεμα που περισσότερο λειτουργεί στην ντοκιμαντερίστικη καταγραφή του και στην πολιτική του διάσταση, παρά στον συμβολισμό.
Στο σκοτάδι (Mrak/Darkling)
Σκηνοθεσία: Ντούσαν Μίλιτς
Παίζουν: Ντάνιτσα Κούρτσιτς, Σλάβο Στίμακ, Φλάβιο Παρέντι, Μιόνα Ιλοφ
Περίληψη: Μία οικογένεια, που ζει στο Κόσοβο μεταπολεμικά, προστατεύεται από το KFOR (Kosovo Force:οργάνωση για τη διατήρηση της ειρήνης, ελεγχόμενη από το ΝΑΤΟ) κατά τη διάρκεια της ημέρας. Όμως όταν πέφτει το σκοτάδι βιώνει μια τρομακτική δοκιμασία. Όλοι αγωνίζονται για να αποδείξουν πως ο φόβος τους είναι δικαιολογημένος, να μη χάσουν τα λογικά τους και να παραμείνουν ζωντανοί.
Ψυχολογικό θρίλερ, βασισμένο σε μια αληθινή ιστορία στο μεταπολεμικό Κόσοβο.
Η Mίλιτσα ζει με τη μητέρα της και τον παππού της σε μια αγροτική κατοικία, περιτριγυρισμένη από ένα πυκνό δάσος, στην ορεινή ενδοχώρα του μεταπολεμικού Κοσόβου. Όταν πέφτει η νύχτα, η οικογένεια οχυρώνεται στο σπίτι, τρομοκρατημένη από μια απειλή που έρχεται από το δάσος. Ο φόβος πως το σπίτι τους πολιορκείται είναι επακόλουθο του πρόσφατου πολέμου, ή μήπως πρόκειται απλά για αποκύημα της φαντασίας τους, όπως προσπαθούν να τους πείσουν οι αξιωματούχοι της ιταλικής υπηρεσίας KFOR;
Η εν λόγω οργάνωση, ένας ελεγχόμενος από το ΝΑΤΟ στρατός για τη διεθνή διασφάλιση της ειρήνης, μεταφέρει στο μεταπολεμικό Κόσοβο με ένα τεθωρακισμένο τα παιδιά στο σχολείο, το οποίο στεγάζεται σε ένα μοναστήρι. Εκεί, ένας ιερέας ενθαρρύνει τους ανθρώπους να παραμείνουν στην περιοχή , παρά το γεγονός πως κάθε πρωί μοιράζονται ιστορίες σχετικά με τα κοπάδια που έχασαν κατά τη διάρκεια της νύχτας. Αυτή είναι η μόνη χειροπιαστή απόδειξη πως κάτι περίεργο συμβαίνει. Η οικογένεια της μικρής Μίλιτσα, που περιμένει εναγωνίως τον αγνοούμενο πατέρα της να επιστρέψει, είναι η τελευταία που αρνείται να φύγει. Τη νύχτα όμως που εξαφανίζεται η δική τους αγελάδα από τον στάβλο, ο παππού εξοπλίζεται με ένα τουφέκι, αποφασισμένος να παλέψει ενάντια στον αόρατο εχθρό, και βγαίνει στο δάσος. Όμως δεν ξαναγυρίζει ποτέ. Έτσι, η Μίλιτσα με τη μητέρα της μένουν μόνες και απροστάτευτες, ενώ κεραυνοί από τη βροχή ανάβουν μια φωτιά που καίει τον στάβλο τους.
Ο Ντούσαν Μίλιτς, ορμώμενος από το γράμμα μίας Σέρβας μαθήτριας που διαβάστηκε στη συνέλευση του ΟΗΕ, συνθέτει μία αντιπολεμική αλληγορία, υπενθυμίζοντάς μας την βαλκανική τραγωδία. Επιλέγοντας τον δρόμο του ψυχολογικού θρίλερ, αποτυπώνει τον τρόμο που γεννά ένας εμφύλιος πόλεμος, αλλά και την αόρατη απειλή, που αφήνει πίσω της η επόμενη μέρα. Η αντιπολεμική του διάθεση, που υπηρετείται από έναν ωμό ρεαλισμό μπολιάζεται με στοιχεία horror, έκδηλα κυρίως στον τρόπο που κινηματογραφεί το σκοτεινό δάσος. Βέβαια, κάποιες φορές καταφεύγει σε επαναλήψεις που τον οδηγούν σε ένα αδύνατο φινάλε, που αν και στιγμιαία συγκινεί, δεν λειτουργεί αφυπνιστικά, όπως θα ήθελε η υπόλοιπη ταινία.
Άγρια Νύχτα (Violent Night)
Σκηνοθεσία: Τόμι Γουερκόλα
Παίζουν: Ντέιβιντ Χάρμπορ, Μπέβερλι Ντ'Αντζελο, Τζον Λεγκουιζάμο
Περίληψη: Στην πραγματικότητα, ο Άγιος Βασίλης θέλει μόνο να μοιράσει τα δώρα, αλλά όταν πέφτει πάνω σε μια ομάδα μισθοφόρων που κρατούν ομήρους, η Άγια Νύχτα παίρνει άλλη τροπή.
Ο Ντέιβιντ Χάρμπορ του «Stranger Things» σε μια αντι-χριστουγεννιάτικη μαύρη κωμωδία.
Ένας μεθυσμένος Άγιος Βασίλης τα πίνει σε ένα μπαρ την παραμονή των Χριστουγέννων. Όταν μια ομάδα μισθοφόρων εισβάλλει στην έπαυλη μιας πλούσιας οικογένειας, παίρνοντας όλους όσους βρίσκονται εκεί για ομήρους, εκείνος αναλαμβάνει δράση. Με τη βοήθεια ενός μικρού κοριτσιού που συνεννοείται μαζί του με γουόκι-τόκι, γρήγορα θα δείξει στους κακοποιούς ότι εκτός από δώρα, στον σάκο του κρύβονται πολλά ακόμα επικίνδυνα αντικείμενα.
Μια εναλλακτική γιορτινή ταινία, γεμάτη δράση, βέβηλο χιούμορ και βία, από τον Τόμι Γουίρκολα, («Dead Snow», «Χάνσελ και Γκρέτελ: Κυνηγοί Μαγισσών»), στα χνάρια του «Πολύ σκληρός για να πεθάνει», αλλά με πρωταγωνιστή έναν bad-ass Άγιο Βασίλη. Οι αχώνευτοι πλούσιοι και οι ανόητοι κακοί δεν ξεφεύγουν από τα κλισέ αυτού του χαβαλεδιάρικου splatter, που θέλει να ανατρέψει τα στερεότυπα, αλλά τελικά πέρα από μερικές αστείες ατάκες και κάποιες καλές σκηνές action δεν καταφέρνει να γίνει όσο ιερόσυλο θα ήθελε.
Ησυχία 6-9
Σκηνοθεσία: Χρήστος Πασσαλής
Παίζουν: Aγγελική Παπούλια, Χρήστος Πασσαλής, Σοφία Κόκκαλη, Μαρία Σκουλά, Βασίλης Καραμπούλας, Μαρίσσα Τριανταφυλλίδου
Περίληψη: Ο Άρης και η Άννα συναντιούνται τυχαία σε μια ερειπωμένη, παραθαλάσσια πόλη γεμάτη με κεραίες που εκπέμπουν παράξενους ήχους και τις φωνές των Εξαφανισμένων, κατοίκων που έχουν χαθεί ξαφνικά και ανεξήγητα. Mέσα σε αυτόν τον παράξενο κόσμο, ερωτεύονται. Λίγες μέρες μετά, η Άννα εξαφανίζεται.
Το σκηνοθετικό ντεμπούτο του Χρήστου Πασσαλή, που έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα του στο Φεστιβάλ του Κάρλοβι Βάρι.
Σε μια παραθαλάσσια πόλη, όπου όλοι οφείλουν να κάνουν ησυχία από τις έξι έως τις εννιά, οι κάτοικοι μυστηριωδώς εξαφανίζονται, αφήνοντας σε κασέτες λόγια παρηγοριάς στους δικούς τους. Αρκετοί όμως αντιδρούν σε αυτή τη βασανιστική επέλαση της μνήμης, διεκδικώντας να ξεχάσουν. Ο Άρης, που δουλεύει στις Κεραίες από όπου εκπέμπονται οι φωνές των Εξαφανισμένων, τυχαία συναντάει την Άννα και την ερωτεύεται. Λίγο αργότερα όμως, κι εκείνη εξαφανίζεται.
Ανάμεσα στο υπαρξιακό θρίλερ, τον καφκικό στοχασμό και την οργουελική επιστημονική φαντασία, ο Χρήστος Πασσαλής πιστός στη φιλοσοφία των θεατρικών του performances, φτιάχνει μια ελεγεία πάνω στη μνήμη και την απώλεια, με μια ενδιαφέρουσα κινηματογραφική γλώσσα, που αν και δανείζεται στοιχεία από το weird wave, διαθέτει μια τρυφερή και τελικά συγκινητική ματιά πάνω στην ανθρώπινη ύπαρξη.
Παίζονται ακόμα:
Καραγκιόζης The Movie
Σκηνοθεσία: Άκης Καρράς, Χρήστος Λειβαδίτης, Αικατερίνη Παπαγεωργίου
Με τις φωνές των: Άθου Δανέλλη, Έλενας Μαραγκού
Περίληψη: Ένας «γραμματιζούμενος» Καραγκιόζης πιάνει δουλειά πριν από τα Χριστούγεννα.
Ο αγαπημένος ήρωας του θεάτρου σκιών περνά στη μεγάλη οθόνη σε ένα πρωτότυπο animation.
Ο διοικητής του χωριού αποφασίζει να διορίσει έναν δημόσιο γραμματέα, καθώς οι υπάλληλοί του αναγκάζονται να παραμελούν την εργασία τους για να εξυπηρετούν τους αναλφάβητους συμπολίτες τους. Ο Χατζηαβάτης αναλαμβάνει να βρει τον κατάλληλο άνθρωπο για τη θέση, ώσπου συναντά τον Καραγκιόζη που τον εντυπωσιάζει με τις γραμματικές γνώσεις που λέει πως έχει και η αναζήτηση λαμβάνει τέλος. Μετά από μια ξεκαρδιστική συνάντηση με τον Διοικητή, ο Καραγκιόζης γίνεται ο Γραμματικός του χωριού και πιάνει, γεμάτος όρεξη, αλλά χωρίς γνώσεις, μολύβι και χαρτί.
Ο Άθως Δανέλλης, ένας από τους τελευταίους αυθεντικούς καραγκιοζοπαίχτες στην Ελλάδα με πλούσιο βιογραφικό πάνω στην τέχνη του Θεάτρου Σκιών, στη μελέτη της, στην εξάπλωση και τη διάδοσή της, επιμελείται αυτό το 3D animation, που φέρνει τον κλασικό ήρωα στη μεγάλη οθόνη. Ο νέος κόσμος του Καραγκιόζη και της παρέας του είναι πρωτοποριακός και συνάμα έχει σημείο αναφοράς την Ήπειρο της εποχής του 1800, όπου και για πρώτη φορά εμφανίζεται στον ελλαδικό χώρο.
Dragon Ball Super: Super Hero
Σκηνοθεσία: Τετσούρο Κοντάμα
Με τις φωνές των: Μασάκο Νοζάβα, Αγια Χισακάβα, Ρίο Χορικάβα, Τακέσι Κουσάο, Μίκι Ιτο
Περίληψη: Ο Στρατός της Κόκκινης Κορδέλας από το παρελθόν του Γκόκου επιστρέφει οπλισμένος με νέα ανδροειδή και μαζί συγκρούονται με το Σαγιάν και τους πιστούς συντρόφους του.
H συνέχεια της περιπέτειας του υπερήρωα πολεμικών τεχνών Γκόχαν, βασισμένη στα manga comics του Ακίρα Τοριγιάμα.
Ακολουθώντας την ιστορία του «Dragon Ball Super: Broly», βρισκόμαστε στο Ετος 784. Ο Γκόχαν είναι πλέον σύζυγος και πατέρας -η Παν, η κόρη του, είναι μαθήτρια πια. Μόνο που δεν υπάρχει στιγμή ηρεμίας στο σύμπαν του. Όταν ο Μπιρ, ο Θεός της Καταστροφής, επιστρατεύει τα φονικά του Androids για να κατακτήσει τον κόσμο, εκείνος θα καλέσει όλους τους υπερήρωες να ενώσουν τις δυνάμεις τους για να τον αντιμετωπίσουν.
Επαναπροβολή:
Η Πηγή των Παρθένων (Jungfrukällan / The Virgin Spring)
Σκηνοθεσία: Ίνγκμαρ Μπέργκμαν
Παίζουν: Μαξ Φον Σίντοφ, Μπιργκίτα Βάλμπεργκ, Γκούνελ Λίντμπλομ, Μπιργκίτα Πέτερσον
Περίληψη: Στην επαρχιακή Σουηδία του 14ου αιώνα η μοναχοκόρη μιας οικογένειας χωρικών βιάζεται και δολοφονείται από δύο γιδοβοσκούς. Μαζί με τον μικρό τους αδερφό, αυτοί καταφεύγουν το βράδυ στο σπίτι της οικογένειάς της, όμως η μάνα της αναγνωρίζει το ματωμένο φόρεμά της.
Η Βραβευμένη με το Όσκαρ Ξενόγλωσσης ταινίας δημιουργία του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν, που σόκαρε στην εποχή της, αλλά παραμένει ακόμα και σήμερα ένα διαχρονικό αριστούργημα.
Μια νεαρή κοπέλα, με αγνή και άδολη ψυχή, πηγαίνει μαζί με την ζηλιάρα, παγανίστρια και έγκυο υπηρέτριά της να παραδώσει κεριά στην εκκλησία, κάτι που σύμφωνα με το τοπικό έθιμο μόνο μια παρθένα μπορεί να το κάνει. Όμως ο ναός βρίσκεται αρκετά μακριά από το αγρόκτημα της οικογένειάς της. Κάποια στιγμή συναντά τρία άτομα, που στην αρχή νομίζει πως είναι απλώς κάποιοι άκακοι βοσκοί. Αν και η νεαρή μοιράζεται μαζί τους το φαγητό της, οι τρεις άντρες της επιτίθενται, τη βιάζουν και τη σκοτώνουν. Οι δράστες όμως ζητούν καταφύγιο αργότερα στη φάρμα, όπου κατοικούν οι γονείς της αδικοχαμένης κοπέλας. Τόσο ο πατέρας της όσο και η μητέρα της, που υπεραγαπούσαν και καλομάθαιναν την μοναχοκόρη τους, τους δέχονται στο σπιτικό τους, μέχρι που ανακαλύπτουν το φρικώδες έγκλημα.
Ίσως μόνο ο Μπέργκμαν θα μπορούσε να ξαναζωντανέψει ένα σκοτεινό, δραματικό παραμύθι του 14ου αιώνα, αποτυπώνοντας τον μισοπαγανιστικό, μισοχριστιανικό Μεσαίωνα της Σουηδίας. Με τη βοήθεια του σπουδαίου διευθυντή φωτογραφίας Σβεν Νίκβιστ, που γύρισε ασπρόμαυρα πλάνα σαν πίνακες, ο σπουδαίος auteur δεν αναπαρέστησε με ενάργεια μόνο την εξωτερική πραγματικότητα της σουηδικής υπαίθρου, αλλά κυρίως αποκάλυψε τις ψυχές και τα πάθη των ανθρώπων που την κατοικούσαν.
Οι εξαιρετικές ερμηνείες των ηθοποιών, με προεξάρχοντα τον Μαξ φον Σίντοφ, βοηθούν τον θεατή να κατανοήσει καλύτερα τα βαθιά ζητήματα που απασχολούν τον Μπέργκμαν: τη δύναμη της αγάπης, την ανάγκη της τιμωρίας, τη σύγκρουση ανάμεσα στην επιβεβλημένη από τη χριστιανική πίστη συγχώρεση και τον πόθο για εκδίκηση, ή δικαιοσύνη.