Όσα απίστευτα συνέβησαν στα γυρίσματα τριών φιλμ που έμειναν στην ιστορία -Κλεμμένα σενάρια, εκφοβισμοί
Η αλήθεια για το τι μπορεί να έχει συμβεί πίσω από μεγάλα αριστουργήματα της Έβδομης Τέχνης απασχολεί συχνά τους δημοσιογράφους. Φέτος όμως φαίνεται πως τα κινηματογραφικά παρασκήνια ενεργοποίησαν και τη φαντασία των δημιουργών. Έτσι ήδη τέσσερις παραγωγές από μεγάλους σκηνοθέτες και πρωταγωνιστές θα τραβήξουν την κουρτίνα και θα δείξουν στο κοινό τι έγινε πραγματικά στα γυρίσματα τριών φιλμ, που πλέον έχουν μείνει στην Ιστορία.
Πρώτος στη λίστα, ο Ντέιβιντ Φίντσερ με το ασπρόμαυρο στιλάτο «Mank», θα μας μεταφέρει το κλίμα από τα πλατό του «Πολίτη Κέιν» και ήδη θεωρείται από τα φαβορί της οσκαρικής κούρσας. Το σενάριο που έγραψε ο πατέρας του σκηνοθέτη, ο Τζακ Φίντσερ, εστιάζει στη συγκρουσιακή σχέση του πληθωρικού Γουέλς με τον σεναριογράφο του Χέρμαν Μάνκιεβιτς (Μανκ), που η συμβολή του σε αυτή την αριστουργηματική ταινία δεν έχει αξιολογηθεί όπως θα έπρεπε. Ο Γκάρι Ολντμαν ερμηνεύει τον μαχητικό και αλκοολικό Μάνκιεβιτς, ο Τομ Μπερκ τον Όρσον Γουέλς και η Αμάντα Σάιφριντ την Μάριον Ντέιβις, μια σταρ του Χόλιγουντ που έγινε ερωμένη του μεγιστάνα Ράντολφ Χερστ (στην ιστορία του οποίου βασίζεται ο «Πολίτης Κέιν») και καταστράφηκε.
Ο Μάνκιεβιτς ήταν δημοσιογράφος και κριτικός, καθώς και μέλος του Algonquin Round Table, του φημισμένου λογοτεχνικού συλλόγου της Νέας Υόρκης. Με το πέρασμα όμως από τον βωβό στον ομιλούντα κινηματογράφο αρχίζει να εργάζεται ως σεναριογράφος για λογαριασμό της Paramount. Δούλεψε σε κλασικές πλέον ταινίες όπως «Ο Μάγος του Όζ» του 1939, «Οι Άνδρες Προτιμούν τις Ξανθιές» του 1953, αλλά η διαμάχη του με τον Όρσον Γουέλς τον ακολούθησε έως τον θάνατό του, σύμφωνα με το THR.
Η ισχυρή προσωπικότητα του Γουέλς συχνά προκαλούσε συγκρούσεις και από τα βέλη του δεν γλίτωσε ως φαίνεται και ο Μάνκιεβιτς. Ο πρώτος μάλιστα του ζήτησε να παραιτηθεί από την ταινία και σε αντάλλαγμα του πρότεινε να τον πληρώσει, ώστε να γραφτεί μόνο το δικό του όνομα στο σενάριο. Ο Μάνκιεβιτς αρνήθηκε και τότε ο εκρηκτικός σκηνοθέτης άρχισε να διαδίδει ότι υπάρχουν δύο σενάρια και ότι το ένα -αυτό δηλαδή που θα γύριζε- ήταν αποκλειστικά δικό του. Ο σεναριογράφος αποκάλεσε τον πρώην συνεργάτη του «ενήλικο εγκληματία και κλέφτη τίτλων». Τα πράγματα χειροτέρεψαν όταν κίνησε νομικές διαδικασίες εναντίον του Γουέλς, ο οποίος είχε επίσης να παλέψει και με την αντίδραση του εκδότη Γουίλιαμ Ράντολφ Χερστ.
Τελικά η ταινία κέρδισε το Όσκαρ Καλύτερου Πρωτότυπου Σεναρίου. Και οι δύο έλαβαν το τρόπαιο, αλλά δεν ήταν παρόντες την τελετή απονομής. Οι υποστηρικτές όμως του Μάνκιεβιτς οι οποίοι ήταν πολλοί, φώναζαν και τραγουδούσαν «Mank, Mank, Mank», όταν ανακοινώθηκαν οι νικητές.
Στην ίδια λογική κινείται και ο Μπεν Άφλεκ που ετοιμάζεται να μας αποκαλύψει τι συνέβη στα γυρίσματα της θρυλικής «Chinatown» του Ρομάν Πολάνσκι, που θεωρείται ότι διαθέτει το καλύτερο σενάριο όλων των εποχών. Βασισμένος στο βιβλίο «The Big Goodbye» του Sam Wasson, ο Άφλεκ θα συνεργαστεί γι' αυτό το εγχείρημα με την Paramount, την εταιρεία που είχε αναλάβει και την παραγωγή της ταινίας του Πολάνσκι.
Η φιλία του μεγάλου auteur με τον πρωταγωνιστή του Τζακ Νίκολσον, ο οποίος εκείνη την περίοδο είχε δεσμό με την Αντζέλικα Χιούστον -να θυμίσουμε ότι ο πατέρας του επίσης έπαιζε στην ταινία- οι προσωπικοί του δαίμονες μετά από τη δολοφονία της Σάρον Τέιτ και ο καβγάς με τον παραγωγό του Ρόμπερτ Έβανς που του είχε ζητήσει να αλλάξει το φινάλε, αποτελούν τους βασικούς άξονες της ιστορίας. Αξίζει να πούμε ότι ο Έβανς ήθελε ένα happy end, όμως ο Πολάνσκι ήταν ανένδοτος. Υποστήριξε ότι το σενάριο της ταινίας είναι ξεχωριστό κι ότι δεν ήθελε να γυρίσει άλλο ένα θρίλερ, στο οποίο οι καλοί επιβιώνουν στο τέλος κι οι κακοί τιμωρούνται. Οι δυο άνδρες έμειναν σταθεροί στις απόψεις τους κι ο Πολάνσκι έγραψε ξανά το τέλος λίγες μέρες πριν γυριστεί η τελευταία σκηνή.
Η «Chinatown» πάντως ήταν η τελευταία ταινία του σκηνοθέτη στις ΗΠΑ, καθώς αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Ευρώπη το 1977 για να αποφύγει τις κυρώσεις για τις κατηγορίες που τον βάραιναν για κακοποίηση και βιασμό ανήλικης, όποτε πολλοί θεωρούν ότι η ιδέα του Άφλεκ θα προκαλέσει αντιδράσεις.
Τέλος, και το γκανγκστερικό έπος του Φράνσις Φορντ Κόπολα, ο all time classic «Νονός» έχει τη δική του παρασκηνιακή ιστορία.
Ήδη η Viacom ανακοίνωσε ότι ετοιμάζει το «The Offer», μία τηλεοπτική σειρά δέκα επεισοδίων που θα ακολουθεί την ιστορία του νέου (τότε) παραγωγού Αλ Ρούντι, πίσω από τις κάμερες, και τις διαβόητες κόντρες ανάμεσα στους Φράνσις Φορντ Κόπολα, Μπομπ Εβανς και Μάριο Πούζο, ενώ παράλληλα είναι στα σκαριά και μια ταινία με τίτλο «Francis and The Godfather» σε σκηνοθεσία Μπάρι Λέβινσον, που θα επιχειρήσει να αποκαλύψει πόσο πάλεψε ο Κόπολα να επιβάλει τους Μάρλον Μπράντο και Αλ Πατσίνο (το στούντιο ήθελε τους Λόρενς Ολίβιε και Ρόμπερτ Ρέντφορντ) και πόσο αγωνίστηκε για να κάνει την ταινία έτσι όπως ακριβώς την οραματίστηκε. Εδώ τον Φράνσις Φορντ Κόπολα θα ερμηνεύσει ο Όσκαρ Αϊζακ, ενώ τον τότε διευθυντή της Paramount, Ρόμπερτ Έβανς, ο Τζέικ Τζίλενχαλ.
Ο Κόπολα στην αρχή ήταν αρνητικός να αναλάβει την ταινία, όπως άλλωστε και άλλοι καταξιωμένοι σκηνοθέτες, φοβούμενοι ότι κινδυνεύουν να κατηγορηθούν πως αγιοποιούν τη Μαφία. Επειδή όμως αντιμετώπιζε σοβαρά οικονομικά προβλήματα αναγκάστηκε τελικά να πει το «ναι». Ο συγγραφέας τώρα του βιβλίου στο οποίο βασίστηκαν, ο Μάριο Πούζο, επέμενε πως πρέπει να δουλέψουν γι' αυτή την ταινία όχι τα μεγάλα κεφάλια του Χόλιγουντ αλλά και Ιταλοαμερικανοί -που ξέρουν καλά τη μεσογειακή κουλτούρα. Ο Κόπολα ξεκαθάρισε όμως από την αρχή τις προθέσεις του: δεν ήθελε μια ταινία για το έγκλημα, αλλά και για τον καπιταλισμό. Ήθελε να αφηγηθεί την ιστορία μιας οικογένειας που θησαυρίζει πατώντας επί πτωμάτων. Ο παραγωγός Ρόμπερτ Έβανς ήταν έξαλλος, όμως δεν μπορούσε να κάνει και πολλά καθώς δεν έβρισκε άλλον να την αναλάβει και αν δεν προχωρούσε γρήγορα σε γυρίσματα θα έχανε τα δικαιώματα του βιβλίου.
Πέρα όμως από τα «εσωτερικά τους προβλήματα, ο «Νονός» είχε να αντιμετωπίσει και την απειλή της Ιταλικής Μαφίας, που θορυβήθηκε από το γεγονός ότι μια ταινία θα έβγαζε τα μυστικά τους στη φόρα: έτσι οργάνωσαν πορείες, απείλησαν με απεργία των οδηγών φορτηγών που θα παρέλυε την Αμερική, ενώ συχνά κατέφευγαν και σε εκφοβισμούς -τηλεφωνούσαν για βόμβες- αλλά και πυροβολισμούς.
Η ταινία έκανε τεράστια επιτυχία, το κοινό συνέρρεε στις αίθουσες, όμως το FBI καλού κακού απαγόρευσε να πωλούνται εισιτήρια σε όσους έμοιαζαν με μέλη της Μαφίας!