Από σήμερα στις αίθουσες η πολυσυζητημένη ταινία «Καλάβρυτα 1943»
Αυτή την εβδομάδα, τα πολυσυζητημένα «Καλάβρυτα 1943» του Νικόλα Δημητρόπουλου, ένα εφιαλτικό παραμύθι από τον Σκοτ Κούπερ με την υπογραφή του Γκιγιέρμο ντελΤόρο στην παραγωγή και οι βραβευμένες με την Αργυρή Άρκτο «Ιστορίες τύχης και φαντασίας» έρχονται στις αίθουσες.
Καλάβρυτα 1943
Σκηνοθεσία: Νικόλας Δημητρόπουλος
Σενάριο: Δημήτριος Κατσαντώνης
Παίζουν: Μαξ Φον Σίντοφ, Αστριντ Ρους, Δανάη Σκιάδη, Νικόλας Παπαγιάννης, Μάρτιν Λάερ, Αλις Κρίγκε, Τόμας Αράνα, Γιώργος Βογιατζής, Μάξιμος Λιβιεράτος, Τάσος Καρλής
Τρέιλερ
Περίληψη: Η Καρολάιν Μάρτιν, δικηγόρος και εκπρόσωπος της γερμανικής κυβέρνησης εναντίον της ελληνικής αξίωσης για πολεμικές αποζημιώσεις για την περίοδο της ναζιστικής κατοχής, επισκέπτεται την Ελλάδα και συναντά τον Νικόλα Ανδρέου, έναν από τους τελευταίουςεν ζωή επιζήσαντες της Σφαγής των Καλαβρύτων του 1943. Όσο ο Νικόλας εξιστορεί τα γεγονότα του παρελθόντος, οι δυό τους θα αντιπαρατεθούν με τις προσωπικές τους προκαταλήψεις και πεποιθήσεις σε μια επίπονη αναμέτρηση που θα τους φέρει πιο κοντά.
Ο Νικόλας Δημητρόπουλος («Alter Ego») προσεγγίζει τη σφαγή των Καλαβρύτων, τη μεγαλύτερη που σημειώθηκε από τους Ναζί.
Η Καρολάιν, μια φιλόδοξη δικηγόρος, εκπροσωπεί τη γερμανική κυβέρνηση, όταν η Ελλάδα ζητάει πολεμικές αποζημιώσεις για τα εγκλήματα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Σίγουρη ότι θα βρει έναν τρόπο να κερδίσει την υπόθεση, που θα εκτινάξει την καριέρα της, ταξιδεύει στην Ελλάδα για να βρει τον Νικόλα Ανδρέου, επιζώντα της Σφαγής των Καλαβρύτων. Κι ενώ εκείνος τής εξιστορεί τα αποτρόπαια γεγονότα, κατά τα οποία οι Γερμανοί στρατιώτες δολοφόνησαν περίπου εφτακόσια άτομα και έκαψαν δεκάδες σπίτια του χωριού, η Καρολάιν θα έρθει αντιμέτωπη με το παρελθόν της χώρας της και με τα προσωπικά της διλήμματα.
Ξεκινώντας από το θέμα των ημερών, που δεν είναι άλλο από τις αντιδράσεις των θυμάτων και των συγγενών του Ολοκαυτώματος των Καλαβρύτων, ας σταθούμε καταρχάς σε ένα κομβικό σημείο: ότι η ταινία δεν είναι βασισμένη, αλλά εμπνεύστηκε από τα πραγματικά γεγονότα. Άρα λοιπόν τόσο ο Δημητρόπουλος, όσο και ο Δημήτριος Κατσαντώνης που υπογράφει το σενάριο, αντλώντας υλικό από διάφορες μαρτυρίες, προσθέτουν μια σκηνή, όπου ένας Αυστριακός στρατιώτης απελευθερώνει τα γυναικόπαιδα που οι Γερμανοί έχουν κλείσει στο σχολείο. Η εν λόγω σκηνή είναι και η αιτία της διαμάχης. Ο Δημητρόπουλος θεωρεί -και πράγματι έτσι είναι- πως αυτή η προσθήκη γίνεται για να δείξει πως ακόμα και μέσα στη φρίκη μπορεί να υπάρχει μια σπίθα ανθρωπιάς και καλοσύνης και πετυχαίνει τον στόχο του, χωρίς να προσβάλλει τη μνήμη των νεκρών. Αντίθετα, η πρόθεσή του καθ’ όλη τη διάρκεια της ταινίας είναι εμφανώς από τη μία να μας ξαναθυμίσει ένα σημαντικό κεφάλαιο της νεότερης Ιστορίας μας, και αφετέρου να πάρει θέση σχετικά με το θέμα των αποζημιώσεων και κατά πόσο μπορεί η χώρα μας να τις διεκδικήσει.
Το πρόβλημα λοιπόν στα «Καλάβρυτα» δεν είναι ηθικό, αλλά το γεγονός πως αφενός το σχηματικό σενάριο διαχειρίζεται στην ουσία τρεις παράλληλες ιστορίες, χωρίς να αναπτύσσει καμία σε βάθος και αφετέρου η κινηματογράφηση που, αν και δεν της λείπουν οι καλές στιγμές, θυμίζει σε σημεία δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ. Ο Δημητρόπουλος έχει δεμένα τα χέρια του από μια παραγωγή, που αδυνατεί να αναπαραστήσει σωστά την εποχή- το σπίτι της κεντρικής οικογένειας περισσότερο θυμίζει αστικό σαλόνι, οι σκηνές πλήθους παραείναι «μαζεμένες»- κι έτσι δεν καταφέρνει, αν και προσπαθεί τίμια, να προκαλέσει γνήσια συγκίνηση. Μένει λοιπόν το στοχαστικό και βαθύ βλέμμα του Μαξ φον Σίντοφ, στον τελευταίο ρόλο της κινηματογραφικής του καριέρας, να κουβαλάει τον πόνο και την απόγνωση απέναντι στη βία και στον θάνατο, αποδεικνύοντας ότι τα «Καλάβρυτα» είναι μια αντιπολεμική ταινία, έντιμη στις προθέσεις της, αλλά άνιση ως αποτέλεσμα.
Εξόριστος (Exile)
Σκηνοθεσία: Βισάρ Μορίνα
Παίζουν: Μισέλ Ματίσεβιτς, Σάντρα Ούλερ, Ράινερ Μποκ
Τρέιλερ:
Περίληψη: Ο Τζαφέρ, ένας φαρμακευτικός μηχανικός από το Κόσοβο, ζει και εργάζεται στη Γερμανία. Μια μέρα, όταν βρίσκει ένα νεκρό ποντίκι στο κατώφλι του σπιτιού του, η αρχική ανησυχία του για τη ρατσιστική συμπεριφορά των συναδέλφων του μετατρέπεται σε πανικό. Καθώς αρχίζει να υποψιάζεται τους πάντες και τα πάντα, το όριο ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη φαντασία θολώνει επικίνδυνα.
Η Μάρεν Άντε («Τόνι Έρντμαν») υπογράφει την παραγωγή ενός κοινωνικο-πολιτικού θρίλερ σε σκηνοθεσία Βισάρ Μορίνα.
Ο Τζαφέρ είναι ένας χημικός μηχανικός σε φαρμακευτική εταιρεία. Κατάγεται από το Κόσοβο και ζει στη Γερμανία με τη Γερμανίδα σύζυγό του Νόρα και τα τρία τους παιδιά. Έχει μια καλή δουλειά και ένα ωραίο σπίτι, διατηρώντας ωστόσο μια απόσταση από την οικογένεια της συζύγου του, μιας και θεωρεί ότι ποτέ δεν τον αποδέχτηκαν πραγματικά, επειδή είναι ξένος. Μια μέρα επιστρέφοντας από το γραφείο του, ανακαλύπτει ένα νεκρό ποντίκι στην πόρτα του κήπου του. Σταδιακά, αρχίζει να πιστεύει ότι και οι συνάδελφοί του στη δουλειά τον αντιμετωπίζουν με ψυχρότητα, ακόμα και επιθετικότητα. Έτσι, αποκτάει μανία καταδίωξης, όμως ταυτόχρονα συνεχώς γίνεται μάρτυρας ρατσιστικών συμπεριφορών, που τον κάνουν να συνειδητοποιήσει τη θέση του στη Γερμανία, οδηγώντας τον σε μια βαθιά υπαρξιακή κρίση.
Ο Βισάρ Μορίνα, πολιτογραφημένος Γερμανός εδώ και χρόνια, γνωρίζει από πρώτο χέρι τι σημαίνει να είναι κανείς ξένος και να θεωρείται «πολίτης Β’ κατηγορίας». Εύστοχα λοιπόν, επιλέγει για κεντρικό ήρωα, έναν ευνοημένο μετανάστη, με μια «αποδεκτή» και συμβατή με τα ευρωπαϊκά πρότυπα καθημερινότητα, για να αποδείξει πως πίσω από την πολιτική ορθότητα και την τυπική ευγένεια κρύβεται το αδυσώπητο πρόσωπο της ξενοφοβίας. Ταυτόχρονα, με οξυδέρκεια καταγράφει τις επιπτώσεις που έχει μια κοινωνική συμπεριφορά στον ψυχισμό και την προσωπική ζωή ενός ανθρώπου. Ο Τζαφέρ δεν είναι τέλειος, ούτε άγιος, ούτε ένας ταλαιπωρημένος μετανάστης, που εκ των πραγμάτων θα προκαλούσε τη συμπάθεια: είναι κι αυτός ένας κανονικός άνθρωπος όπως όλοι, με αδυναμίες, ελαττώματα και προτερήματα, που τα μεν διογκώνονται και τα δε εξαφανίζονται κάτω από την ασφυκτική επίθεση που βιώνει, γι’ αυτό μοιάζει τόσο πολύ με όλους μας.
Επιστρατεύοντας το μαύρο χιούμορ, ο Μορίνα αποτυπώνει με σουρεαλιστικές πινελιές τη σύγχρονη πραγματικότητα του δυτικού κόσμου, αλλά πάει κι ένα βήμα παραπέρα, κινηματογραφώντας την αποστείρωση και τη συναισθηματική απονέκρωση των ευνομούμενων κοινωνιών, που αν και θέλουν να φαίνονται διαλλακτικές και ανεκτικές στη διαφορετικότητα, αδυνατούν να ξεπεράσουν τα στερεότυπα και τελικά τη βία.
Antlers
Σκηνοθεσία: Σκοτ Κούπερ
Παίζουν: Κέρι Ράσελ, Τζέσε Πλέμονς, Τζέρεμι Τ. Τόμας
Τρέιλερ:
Περίληψη: Η δασκάλα μιας μικρής και απομονωμένης πόλης στο Όρεγκον και ο αδελφός της, ο τοπικός σερίφης, ανακαλύπτουν ότι ένας νεαρός μαθητής κρύβει ένα μυστικό, κρατά φυλακισμένο ένα αιωνόβιο, πολύ επικίνδυνο πλάσμα.
Ο Σκοτ Κούπερ («Crazy Heart») με τη συνδρομή του Γκιγιέρμο Ντελ Τόρο στην παραγωγή, υπογράφει ένα σκοτεινό παραμύθι, από αυτά που πάντα θα μας τρομάζουν.
Εμπνέεται λοιπόν από τον μύθο του Windigo, που ήταν σύμφωνα με τις φυλές της Βόρειας Αμερικής ένα πλάσμα με χαρακτηριστικά ανθρώπου, λύκου και ελαφιού. Ένα μικρό αγόρι από το Όρεγκον καθοδηγείται από αυτό το μυθικό τέρας και το βοηθάει να βρει τα θύματά του. Όταν η δασκάλα του, που είναι αδερφή του τοπικού σερίφη, συνειδητοποιήσει πως κάτι δεν πάει καλά με τον μικρό της μαθητή, τότε θα καταλάβει πως έχει ξυπνήσει ένα τέρας.
Με την αύρα ενός μεσαιωνικού θρύλου, ο Κούπερ στην πρώτη του horror συνδυάζει το φαντασιακό σύμπαν του ντελ Τόρο, που φαίνεται σαφώς ότι έχει βάλει το χεράκι του στην ταινία, με τον σύγχρονο κόσμο, και φτιάχνει μια υπερφορτωμένη αλληγορία για το παρελθόν που επιστρέφει- ακόμα κι αν επιλέγουμε να το αγνοούμε, ή να το υποτιμούμε-, για τον ρατσισμό, την καταπίεση και την περιβαλλοντολογική καταστροφή, δημιουργώντας μεν μια εφιαλτική ατμόσφαιρα, χωρίς όμως να καταφέρνει να φτιάξει το συμβολικό παραμύθι, που πιθανόν ήθελε.
Το Εργοστάσιο (Zavod/The Factory)
Σκηνοθεσία: Γιούρι Μπίκοφ
Παίζουν: Βλατισλάβ Αμπάσιν, Ντενίς Σβέντοφ, Αντρέι Σμολιάκοφ
Τρέιλερ
Περίληψη: Όταν ένας ντόπιος ολιγάρχης σε μια μικρή ρωσική πόλη ανακοινώνει την πτώχευση του εργοστασίου του, οι απλήρωτοι εργάτες αποφασίζουν να τον απαγάγουν για να πάρουν πίσω ό,τι τους ανήκει. Οι σωματοφύλακές του και η αστυνομία καταφθάνουν αμέσως και οι εξοργισμένοι εργάτες παγιδεύονται στο εργοστάσιο.
Ο Γιούρι Μπίκοφ, από τους δημοφιλέστερους νέους Ρώσους σκηνοθέτες («Ο Ηλίθιος»), επιστρέφει με μια ταινία κοινωνικής κριτικής, που σχολιάζει για ακόμα μια φορά τη μετακομουνιστική Ρωσία.
Ένας από τους σύγχρονους ολιγάρχες της χώρας, που μετά από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης έβγαλε χρήματα, αγοράζοντας έναντι ενός πινακίου φακής πρώην κρατικές υποδομές, αποφασίζει να κλείσει το εργοστάσιο μιας μικρής πόλης, αφήνοντας άνεργους και απλήρωτους τους εργάτες. Απελπισμένοι εκείνοι, αποφασίζουν να αναλάβουν δράση και να τον απαγάγουν, προκειμένου να πάρουν πίσω τα δεδουλευμένα τους. Όμως οι άνθρωποι του εργοστασιάρχη και η διεφθαρμένη αστυνομία μάχονται εναντίον τους. Κι ενώ η ομάδα των απαγωγέων-εργατών αγωνίζεται για την επιβίωσή της, ένας από αυτούς κρύβει μέσα του έναν ιδεολόγο επανάσταση, που οραματίζεται μια μεγάλη αλλαγή.
Πιστός στο πολιτικό σινεμά, ο Μπίκοφ στηρίζει την ιστορία του στην κατάρρευση των εργοστασίων, που τα τελευταία χρόνια κλείνουν το ένα πίσω από το άλλο, για να μιλήσει για την ταξική ανισότητα και να αντιπαραβάλλει διαφορετικές ιδεολογικές θέσεις: από τη μία το Κεφάλαιο και οι συν αυτώ, από την άλλη οι άνθρωποι του μόχθου και στη μέση ένας οραματιστής,που αδιαφορεί για τον θάνατο, συγκρούονται στο εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο. Σκηνές έντονης δράσης που κινηματογραφούνται με σασπένς και σπιντάτο ρυθμό και διάλογοι με φιλοσοφικές προεκτάσεις, που δεν αποφεύγουν πάντα την εύκολη πολιτική κριτική, συνδέονται έξυπνα από τον Ρώσο δημιουργό, που παίζοντας με διαφορετικά είδη φτιάχνει ένα κλειστοφοβικό περιβάλλον, όπου οι ήρωές του δεν πυροβολούν μόνο, αλλά επιδίδονται και σε αγώνες λόγου. Μέσα από αυτό το περίεργο πάντρεμα, ο Μπίκοφ στην ουσία ενώνει τη δράση και τη σκέψη, προτείνοντας τελικά τη δική του ουτοπία.
Ιστορίες της Τύχης και της Φαντασίας (Gûzen to Sôzô/ Wheel of Fortune and Fantasy)
Σκηνοθεσία: Ριγιουσούκε Χαμαγκούτσι
Παίζουν: Κοτόνε Φουρουκάουα, Κιγιοχίκο Σιμπουκάουα, Κατσούκι Μόρι, Φουσάκο Ουράμπε, Αόμπα Καουάι
Τρέιλερ
Περίληψη: Ένα απρόβλεπτο ερωτικό τρίγωνο, μια εκδικητική χειρονομία αποπλάνησης που θα έχει αναπάντεχη κατάληξη και η συνάντηση δύο παλιών συμμαθητριών, που θα οδηγήσει σε ένα λυτρωτικό παιχνίδι ρόλων.
H σπονδυλωτή ταινία του Ριγιουσούκε Χαμαγκούτσι, που κέρδισε την Αργυρή Άρκτο του Φεστιβάλ Βερολίνου 2021, είναι ένα σαγηνευτικό τρίπτυχο για τις δαιμόνιες συμπτώσεις της ζωής και τις αθέατες επιθυμίες όλων μας.
Μια κοπέλα εξομολογείται στη φίλη της για έναν άνδρα που συνάντησε και αισθάνθηκε μια παράξενη έλξη γι' αυτόν, για να ανακαλύψει ότι τελικά τη δένουν μαζί του πολλά περισσότερα. Μια γυναίκα με παιδί αποφασίζει να τιμωρήσει τον καθηγητή του εραστή της, επειδή του έβαλε κακό βαθμό. Έτσι, τον επισκέπτεται στο γραφείο του με σκοπό να του καταστρέψει την καριέρα, για να βρεθεί προ εκπλήξεως. Δύο παλιές συμμαθήτριες συναντιούνται σ’ έναν σταθμό μετά από χρόνια. Η μία καλεί την άλλη στο σπίτι της, μέχρι που συνειδητοποιούν πως η μνήμη τους έχει παίξει ένα απρόβλεπτο παιχνίδι.
Μέσα από τρεις αυτοτελείς ιστορίες, που όμως συνδέονται αδιόρατα, όπως ακριβώς δηλώνεται και στον τίτλο, δηλαδή μέσω της τύχη και της φαντασία των κεντρικών ηρωίδων, ο στυλίστας Χαμαγκούτσι («Η Διπλή Ζωή της Ασάκο»), με ανάλαφρο χιούμορ, ρομαντισμό και διεισδυτικότητα, αποτυπώνει τις απρόβλεπτες διαδρομές της ζωής, τα απωθημένα και τη σύνδεση μας με το παρελθόν, παραδίδοντας εξαιρετικά ενδιαφέροντες χαρακτήρες, που τους αγαπά με όλες τις αδυναμίες τους.
Εστιάζοντας κυρίως στους διαλόγους μέσα από οποίους προκύπτουν τα γεγονότα, κι όχι στη δράση, και χρησιμοποιώντας την παρεξήγηση ως ανατροπή με έναν ασυνήθιστο, αλλά και ταυτόχρονα γοητευτικά ρεαλιστικό τρόπο, ο Ιάπωνας δημιουργός φτιάχνει ένα αριστουργηματικό σινεφίλ ποίημα για την ερωτική επιθυμία, που ερμηνεύουν με λιτότητα και ευαισθησία οι πρωταγωνίστριές του.
The Boss Baby 2
Σκηνοθεσία: Τομ Μακ Γκραθ
Με τη φωνή του Πάνου Μουζουράκη
Tρέιλερ
Περίληψη: Τα αδέρφια Τέμπλετον, έφηβοι πια, επιστρατεύονται από έναν νέο κατάσκοπο για να σταματήσουν έναν καθηγητή, που σβήνει την παιδική ηλικία των ανθρώπων.
Η DreamWorks επιστρέφει με ένα sequel του animation, που έφτασε μέχρι τα Όσκαρ. Αυτή τη φορά έχουμε μια φανταστική «Οικογενειακή Υπόθεση» με ήρωες τους μικρούς, τετραπέρατους υπερ-κατασκόπους, που κρατούν χαρτοφύλακα αντί για σάκα, και παρόλο που έχουν πιπίλα, δεν χαρίζονται στους κακούς αυτού του κόσμου!
Τα αδέρφια Τέμπλετον έχουν ενηλικιωθεί και δυστυχώς απομακρυνθεί ο ένας από τον άλλον. Ο Τιμ και η Κάρολ είναι παντρεμένοι και ζουν μια ήσυχη ζωή στο σπίτι με τα παιδιά τους: την πανέξυπνη επτάχρονη Τάμπιθα, που είναι κορυφαία μαθήτρια στο σχολείο, και το αξιολάτρευτο βρέφος, την Τίνα. Ο Τεντ από την άλλη είναι πετυχημένος διευθυντής σε οικονομική εταιρεία. Η μικρή Τάμπιθα θαυμάζει τον θείο Τεντ και θέλει διακαώς να του μοιάσει. Ο Τιμ, που είναι πιο ρομαντικός ωστόσο, ανησυχεί μήπως η μικρή ξεχνάει να ζήσει τη ζωή της σαν κανονικό παιδί.
Όλα θα αλλάξουν, όταν η Τίνα αποκαλύψει ότι είναι πράκτορας που ερευνάει το σχολείο της Τάμπιθα και τα μυστικά που κρύβει ο σκιώδης ιδρυτής του, ο Δόκτωρ Άρμστρονγκ. Τότε, τα αδέλφια Τέμπλετον θα έρθουν ξανά κοντά, θα ενώσουν τις δυνάμεις τους και θα ανακαλύψουν από την αρχή οικογενειακές αξίες, που είχαν λησμονήσει.