Κινηματογραφικές πρεμιέρες: O Mπρένταν Φρέιζερ βάζει πλώρη για τα Όσκαρ με το «The Whale»
Aυτήν την εβδομάδα, ο Ντάρεν Αρονόφσκι σκηνοθετεί τον Μπρένταν Φρέιζερ στο μεγάλο του comeback, που είναι πιθανόν να τον οδηγήσει στα Όσκαρ, ο Τομ Χανκς πρωταγωνιστεί στο αμερικανικό ριμέικ του «Ένας άνθρωπος που τον έλεγαν Οβ», ενώ ο Γκάι Ρίτσι ενώνει- για ακόμα μια φορά- τις δυνάμεις του με τον Τζέισον Στέιθαμ.
Η Φάλαινα (The Whale)
Σκηνοθεσία: Ντάρεν Αρονόφσκι
Παίζουν: Μπρένταν Φρέιζερ, Σάντι Σινκ, Χονγκ Τσάου
Περίληψη: Ένας αυτοκαταστροφικός παχύσαρκος άντρας παλεύει να συμφιλιωθεί με την αποξενωμένη κόρη του και με τα λάθη του παρελθόντος.
Ο Ντάρεν Αρονόφσκι σκηνοθετεί τη μεγάλη επιστροφή του Μπρένταν Φρέιζερ.
O Τσάρλι είναι ένας ευφυής καθηγητής αγγλικών, που πάσχει από υπερβολική παχυσαρκία. Απομονωμένος στο σπίτι του, έχοντας φτάσει πλέον τα 272 κιλά, παραδίδει ιντερνετικά μαθήματα, καθώς δεν θέλει οι μαθητές του να δουν την κατάστασή του. Στοιχειωμένος από έναν απελπισμένο έρωτα, που τον έκανε να εγκαταλείψει την οικογένειά του, αρνείται οποιαδήποτε βοήθεια, αν και ξέρει ότι δεν του απομένει χρόνος, και το μόνο που αναζητάει πια είναι να επανασυσνδεθεί με τη δεκαεπτάχρονη κόρη του. Εκείνη, θυμωμένη μαζί του, επειδή τους παράτησε, αντιδράει στην μεταμέλειά του με οργή. Παράλληλα, τον Τσάρλι επισκέπτεται η αδερφή του νεκρού εραστή του κι ένας ιεροκήρυκας μιας χριστιανικής αίρεσης, που κρύβει τα δικά του μυστικά.
Το αβάσταχτο σωματικό βάρος του Τσάρλι, που τον έχει καθηλώσει αρχικά στον καναπέ και μετά σε αναπηρικό καροτσάκι γίνεται ένα σύμβολο στην ουσία για τα τραύματα και τις πληγές, που όλοι κουβαλάμε. Αρνούμενος κάθε βοήθεια, ακόμα και την ύπαρξη του Θεού, ο Τσάρλι μέσα στο σπίτι του, που μοιάζει εξαιτίας της τεράστιας σωματικής του διάπλασης ακόμα πιο κλειστοφοβικό, παλεύει με τους δικούς του δαίμονες, αναζητώντας τη λύτρωση μέσα από την αγάπη.
Βασισμένος στο ομώνυμο θεατρικό έργο του Σάμιουελ Ντι Χάντερ, ο Αρονόφσκι φτιάχνει ένα δράμα δωματίου, αξιοποιώντας δεξιοτεχνικά κάθε γωνιά αυτού του σπιτιού που μεταβάλλεται σε πεδίο μάχης, όπου συγκρούεται το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον. Μέσα σε αυτό τον εφιαλτικό μικρόκοσμο όμως, ανακαλύπτει την ομορφιά σε ό,τι η κοινωνία θεωρεί άσχημο ή «άρρωστο», οδηγώντας τους ήρωές του σε ένα υποκριτικό μπρα ντε φερ, όπου η συμπόνια και η ενσυναίσθηση μοιάζουν η μόνη διέξοδος.
Ο Τσάρλι με τη δύναμη της φαντασίας του, σαν άλλος Μόμπι Ντικ -από όπου και ο τίτλος του έργου- κάνει αυτή τη διαδρομή ως το τέλος, παλεύοντας για την αλήθεια. Αυτό ζητάει από τους μαθητές του, αυτό θέλει να βρει η κόρη του, αυτό τολμάει να πει κι εκείνος αποδεχόμενος τα λάθη του σε μια σπαραξικάρδια απογύμνωση του εγώ του. Και με μια τελική σεκάνς, που κάνει και τις πέτρες να ραγίσουν, ο Αρονόφσκι βρίσκει το φως σε αυτό το ερεβώδες σύμπαν, όπου δεν υπάρχει τίποτα άλλο πια πέρα από την αγωνιώδη ανάγκη να συνδεθούμε με τον άλλον.
Ταυτόχρονα, δίνει στον αδικημένο από το Χόλιγουντ Μπρένταν Φρέιζερ την ευκαιρία να επιστρέψει στη μεγάλη οθόνη, απόλυτα μεταμορφωμένος, όχι μόνο εξωτερικά αλλά και εσωτερικά, με μια μεγάλη ερμηνεία, που πιθανόν θα τον οδηγήσει στα Όσκαρ. Ο Φρέιζερ αναδεικνύει όχι μόνο τις εσωτερικές συγκρούσεις του Τσάρλι, καταφέρνοντας να γίνει συμπαθής μέσα από μια αποκρουστική για την κοινή γνώμη εικόνα, αλλά μετουσιώνεται σε έναν ανθρώπινο Χριστό, που δεν αίρει τις αμαρτίες του κόσμου, αλλά τις δικές του με θάρρος και τόλμη, για να αναληφθεί κι αυτός σε κάποιον ουρανό, εκεί που ο πόνος πια καθαίρεται.
Ένας Άνθρωπος Που Τον Έλεγαν Όττο (A Man Called Otto)
Σκηνοθεσία: Μαρκ Φόρστερ
Παίζουν: Τομ Χανκς, Μαριάνα Τρεβίνο, Ρέιτσελ Κέλερ, Μανουέλ Γκαρσία - Ρούλφο
Περίληψη: O Όττο Άντερσον είναι ένας γκρινιάρης μεσήλικας, που έχει πρόσφατα χηρεύσει. Ο σχολαστικά οργανωμένος κόσμος του όμως ανατρέπεται, όταν μια νέα ζωηρή οικογένεια μετακομίζει στο απέναντι σπίτι.
Η αμερικάνικη εκδοχή του σουηδικού «Ένας Άνθρωπος Που Τον Έλεγαν Οβ», όπως το έγραψε ο Φρέντρικ Μπάκμαν και το σκηνοθέτησε ο Χάνες Χολμ.
Ο Όττο είναι ένας μισάνθρωπος,μόνιμα αρνητικός με τα πάντα και τους πάντες, που συνταξιοδοτείται πρόωρ, καθώς δεν ανέχεται τις αλλαγές στο εργασιακό του περιβάλλον. Καθημερινά, μανιωδώς επιβλέπει αν στη μικρή του γειτονιά τηρούνται κατά γράμμα όλοι οι κανόνες. Ο ίδιος μοναχικός και απόμακρος, φλερτάρει με την ιδέα της αυτοκτονίας, μην αντέχοντας την απώλεια της συζύγου του. Όταν δίπλα του μετακομίζει μια ζωηρή οικογένεια Μεξικανών, θα γνωρίσει τη Μιρασόλ, μια νεαρή μητέρα που περιμένει το τρίτο της παιδί, και μια ιδιαίτερη φιλιά θα γεννηθεί ανάμεσά τους, αναγκάζοντάς τον να αναθεωρήσει την οπτική του.
Ο Μαρκ Φόστερ μεταφέρει στην αμερικανική ενδοχώρα την ιστορία του κυρίου Οβ, που μετατρέπεται σε Όττο, και βάζοντας τους γείτονές του να κατάγονται από το Μεξικό, κάνει εμμέσως πλην σαφώς έναν υπαινιγμό πάνω στην τραμπική πολιτική και τον ρατσισμό. Βέβαια, αυτή η γλυκόπικρη κομεντί, που ακολουθεί τη «συνταγή» κατά γράμμα δεν έχει ρηξικέλευθες ιδέες να επιδείξει, αλλά διαθέτει τον Τομ Χανκς. Κι αυτό από μόνο του δίνει πόντους σε ένα εγχείρημα που σε κάθε περίπτωση θα έμοιαζε χωρίς λόγο. Γιατί αυτός ο σπουδαίος ηθοποιός χωρίς εξωτερικά βοηθήματα, καταφέρνει για ακόμα μια φορά να μεταμορφωθεί ολοκληρωτικά στον απαισιόδοξο κύριο Όττο, που συνοφρυώνει τα φρύδια του για να βρει την ηρεμία μέσα από την αγάπη και την προσφορά. Κι αν όλα κάπου μοιάζουν χιλιοειπωμένα, οι υποκριτικές λεπτομέρειες του Χανκς παραμένουν πάντα μικρά διαμαντάκια, που απολαμβάνεις να χαζεύεις.
Operation Fortune: Η Μεγάλη Απάτη (Operation Fortune: Ruse de Guerre)
Σκηνοθεσία: Γκάι Ρίτσι
Παίζουν: Τζέισον Στέιθαμ, Όμπρεϊ Πλάζα, Τζος Χάρτνετ, Χιου Γκραντ, Κάρι Έλγουις, Μπάγκσι Μαλόουν
Περίληψη: Υπερκατάσκοποι παλεύουν για το καλό της ανθρωπότητας, που απειλείται από έναν σατανικό δισεκατομμυριούχο.
Ο Γκάι Ρίτσι ξαναβρίσκεται με το φιλαράκι του, Τζέισον Στέιθαμ σε ένα κοσμοπολίτικο action movie στα χνάρια του Τζέιμς Μποντ.
Ο υπερ-κατάσκοπος Όρσον Φόρτιουν πρέπει να εντοπίσει και να σταματήσει την πώληση ενός νέου θανατηφόρου όπλου, που απειλεί τη διατάραξη της παγκόσμιας ισορροπίας από τον εκατομμυριούχο Μπρόκερ Γκρεγκ Σάιμοντς. Αναγκασμένος να συνεργαστεί με μερικούς από τους καλύτερους μυστικούς πράκτορες, μαζί με την ομάδα του στρατολογούν τον μεγαλύτερο χολιγουντιανό σταρ Ντάνι Φραντσέσκο για να τους βοηθήσει να σώσουν τον κόσμο.
Σπιντάτος και ποπ, όπως συνηθίζει ο Γκάι Ρίτσ, χορογραφεί καταδιώξεις και σκηνές δράσης και ταυτόχρονα κλείνει το μάτι, αποκαλύπτοντας πως οι τεχνολογικές εξελίξεις είναι μάλλον πολύ πιο μπροστά από όσο φανταζόμαστε. Με αρκετές σεναριακές ανατροπές, απενοχοποιημένο χαβαλέ και στιλάτους χαρακτήρες -ο Στέιθαμ σε έναν ρόλο πιο κουλ από όσους τον έχουμε συνηθίσει- ο Ρίτσι δεν ανακαλύπτει την Αμερική, όταν δηλώνει πως τα πάντα γίνονται με πολλά χρήματα που διακινούνται σε βαλίτσες, πλην όμως παραμένει πιστός στο ύφος του, προσφέροντας αβίαστα fun.
Ο Σύντροφος Βολκονόγκοφ Απέδρασε (Kapitan Volkonogov bezhal/Captain Volkonogov Escaped)
Σκηνοθεσία: Αλεξέι Χουπόφ, Νατάσα Μερκούλοβα
Παίζουν: Γιούρι Μπορίσοφ, Τιμοφέι Τρίμπουνστεφ, Αλεξάντρ Γιατσένκο
Περίληψη: Ο Καπετάν Φίοντορ Βολκονόγκοφ, ένα σεβάσμιο και πειθήνιο όργανο του νόμου της Σοβιετικής Ένωσης, γίνεται μάρτυρας κάποιων ύποπτων ανακρίσεων από τις οποίες περνούν οι συνάδελφοί του. Καθώς νιώθει πως η σειρά του πλησιάζει, δραπετεύει και σύντομα τρέπεται σε φυγή, συνειδητοποιώντας ότι η εξιλέωση είναι ο μόνος τρόπος να γλιτώσει την αιώνια Κόλαση.
Πολιτικό θρίλερ από τη Ρωσία.
Ένας πειθήνιος ανακριτής της Υπηρεσίας Εθνικής Ασφαλείας της ΕΣΣΔ, ο Φιοντόρ Βολκονόγκοφ, παρίσταται σε μια σειρά από ανακρίσεις συναδέλφων του, διαπιστώνοντας ότι το σταλινικό καθεστώς έχει αρχίσει μια ύποπτη διαδικασία «εκκαθάρισης». Αφήνοντας πίσω τον πιστό του φίλο, που δεν τον προδίδει, αλλά οδηγείται στο απόσπασμα, εκείνος προσπαθεί να διαφύγει. Συνειδητοποιεί όμως πως είναι περικυκλωμένος από παντού, πως οι δικοί του άνθρωποι είναι έτοιμοι να τον προδώσουν, ενώ παράλληλα το φάντασμα του νεκρού του συντρόφου τον επισκέπτεται, υπενθυμίζοντάς του ότι τον περιμένει η αιώνια Κόλαση. Ο Βολκονόγκοφ μέσα σε είκοσι τέσσερις ώρες πρέπει να βρει τους συγγενείς των θυμάτων και να εξιλεωθεί, πριν να είναι πολύ αργά.
Αν και όλα συμβαίνουν στο προπολεμικό Λένινγκραντ, όλη η αισθητική -από τα σκηνικά και τα κοστούμια μέχρι την κινηματογράφηση- διατηρεί ένα άχρονο στοιχείο, μιας και οι δυο σκηνοθέτες ουσιαστικά συνδέουν μια μαύρη σελίδα από το παρελθόν της Σοβιετικής Ένωσης με τη Ρωσία του σήμερα, μια χώρα που αναζητάει, όπως και ο Βολκονόγκοφ, τη δική της εξιλέωση.
Συνδυάζοντας το μεταφυσικό με το ψυχολογικό θρίλερ, ο Αλεξέι Χουπόφ και η Νατάσα Μερκούλοβα δομούν μια αξιομνημόνευτη κινηματογραφική παραβολή, που λειτουργεί τόσο σε πολιτικό, όσο και υπαρξιακό επίπεδο για τους Χαμένους Παραδείσους, εμπνευσμένοι σαφώς από τους μεγάλους της ρωσικής λογοτεχνίας και κερδίζουν το στοίχημα σε ένα πραγματικά δύσκολο εγχείρημα, που διατηρεί από την αρχή ως το τέλος μια διάσταση τραγωδίας, οδηγώντας τόσο τον κεντρικό ήρωα όσο και τον θεατή στην τελική κάθαρση.
M3GAN
Σκηνοθεσία: Τζέραρντ Τζόνστον
Παίζουν: Άλισον Γουίλιαμς, Βάιολετ ΜακΓκρό, Έιμι Ντόναλντ
Περίληψη: Η Τζέμα γίνεται ξαφνικά η κηδεμόνας της ορφανής οχτάχρονης ανιψιάς της, Κέιντι. Κάτω από έντονη πίεση στη δουλειά της και καθώς ειδικεύεται στη ρομποτική, αποφασίζει να συνδέσει την πρωτότυπη M3GAN με την ανιψιά της, σε μια προσπάθεια να λύσει δύο προβλήματα.
Μια κούκλα τεχνητής νοημοσύνης θέλει να πάρει τη θέση της «Άναμπελ».
Μια ιδιοφυής μηχανικός ρομποτικής, η Τζέμα, έχει δημιουργήσει την τέλεια κούκλα- ρομπότ, που μπορεί να υποκαταστήσει ακόμα και τους γονείς ενός παιδιού. Όταν όμως η φιλόδοξη επιστήμονας αναλαμβάνει την κηδεμονία της οχτάχρονης ανιψιάς της, Κέιντι μετά από τον τραγικό θάνατο της αδερφής της, συνδέει τη μικρή με το δημιούργημά της και κάνει τις παρατηρήσεις της. Κι ενώ όλα πηγαίνουν ιδανικά και η μικρή ξεπερνάει την απώλεια με τη βοήθεια της καινούργιας της φίλης, τα πράγματα παίρνουν απροσδόκητες διαστάσεις, μιας και η κούκλα της φαίνεται πως έχει την δική της αυτόνομη σατανική οντότητα.
Οι κούκλες με διαβολικές δυνάμεις είναι σύνηθες θέμα στο σινεμά του τρόμου, μόνο που εδώ η πανέμορφη ανθρωπόμορφη Μέγκαν δεν καταλαμβάνεται από κανένα πονηρό πνεύμα, αλλά αποτελεί προϊόν τεχνητής νοημοσύνης, που όλους θα μας καταστρέψει. Μέσα από αυτή την επιφανειακή αλληγορία για τα δεινά της τεχνολογικής ανάπτυξης, ο Νεοζηλανδός Τζέραρντ Τζόνστον παλεύει να δημιουργήσει τρόμο μέσα από εξαρτήματα και φλάντζες που πρέπει να καούν, πριν έρθει το τέλος του κόσμου, όμως δυστυχώς το σενάριο τον προδίδει συνεχώς, οδηγώντας τον σε κοινοτοπίες και ατυχείς προσπάθειες να σώσει την κατάσταση με χιούμορ.
Παίζεται ακόμα:
Μαρμαντιούκ (Marmaduke)
Σκηνοθεσία: Μαρκ Ντιπέ
Με τις φωνές των (στα ελληνικά): Βασίλη Μήλιου, Κωνσταντίνου Κωνσταντόπουλου, Τάκη Σακελλαρίου, Αφροδίτης Αντωνάκη, Λένας Μαραβέα κ.ά.
Περίληψη: Ο αξιολάτρευτος γερμανικός μολοσσός ετοιμάζεται για το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Σκύλων.
Animation με τον διάσημο γερμανικό μολοσσό.
Με παρουσία σε 660 εφημερίδες 20 διαφορετικών χωρών, δυο ντουζίνες βιβλία που έχουν πουλήσει πάνω από 100 εκατομμύρια αντίτυπα παγκοσμίως, αλλά και νικητής του βραβείου National Cartoonist Society’s, ο Μάρμαντιουκ συντροφεύει μικρούς και μεγάλους αναγνώστες από το 1954.
Έτοιμος ανά πάσα στιγμή για σκανταλιά, αλλά με βαθιά αίσθηση της αγάπης και της ευθύνης για την οικογένειά του, είτε σώζει ένα αδέσποτο γατάκι, είτε παίζει με τα παιδιά, ή ακόμα και όταν πλησιάζει ηλικιωμένους στο πάρκο, πάντοτε κάνει τους θαυμαστές του να χαμογελούν.
Αυτή τη φορά όμως ένας θρυλικός εκπαιδευτής σκύλων πιστεύει πως μπορεί να τον μεταμορφώσει από έναν απείθαρχο, Γερμανικό Μολοσσό στον επόμενο νικητή του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος Σκύλων και η μεγάλη περιπέτεια ξεκινάει.
Επαναπροβολή:
Αναπαράσταση
Σκηνοθεσία: Θόδωρος Αγγελόπουλος
Παίζουν: Τούλα Σταθοπούλου, Γιάννης Τότσικας, Θάνος Γραμμένος, Πέτρος Χοιδάς, Μιχάλης Φωτόπουλος, Αλέξανδρος Αλεξίου, Γιάννης Μπαλάσκας, Μερσούλα Καψάλη
Περίληψη: Έπειτα από χρόνια στη Γερμανία, ένας άντρας επιστρέφει στη γενέτειρά του, ένα χωριό της Ηπείρου. Λίγες ημέρες αργότερα η γυναίκα του και ο εραστής της θα τον δολοφονήσουν και θα τον θάψουν στον κήπο. Όμως οι συγχωριανοί θα τους υποπτευτούν και θα καλέσουν την αστυνομία.
Η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Θόδωρου Αγγελόπουλου σε επανέκδοση.
Μετά από χρόνια δουλειάς στη Γερμανία, ένας άντρας επιστρέφει στο χωριό του, την Τυμφαία της Ηπείρου: μια χούφτα πέτρινα σπίτια σε μια έρημη και αποδεκατισμένη περιοχή από τα τόσα χρόνια μετανάστευσης, όπου μετράνε τις μέρες τους οι λιγοστοί εναπομείναντες κάτοικοι - γέροι, γυναίκες και μικρά παιδιά. Κανένας δεν τον περιμένει, ενώ η κόρη του, στο κατώφλι του σπιτιού, δεν τον αναγνωρίζει. Λίγες μέρες αργότερα, η σύζυγος, με τη βοήθεια του εραστή της, τον σκοτώνει και τον θάβει στον κήπο, φυτεύοντας κρεμμυδάκια πάνω στον τάφο του. Καίει τα ρούχα και τα λιγοστά υπάρχοντά του και διαδίδει στο χωριό ότι ο άντρας της ξαναέφυγε. Για να κάνει ακόμα πιο πιστευτή την αναχώρησή του και για να δημιουργήσει άλλοθι, φεύγει με τον εραστή της για τα Γιάννενα. Στο ξενοδοχείο δίνουν το όνομα του συζύγου και μιας άλλης γυναίκας. Στο χωριό όμως η ξαφνική αναχώρηση του μετανάστη, δημιουργεί υποψίες και οι γείτονες ειδοποιούν την αστυνομία.
Ο Αγγελόπουλος διαχειρίζεται μια κατά βάση αστυνομική υπόθεση μέσα από δυο διαφορετικές έρευνες: τη γραφειοκρατική (της ανάκρισης) που αναζητά έναν ένοχο για να κλείσει την υπόθεση, κι εκείνην μιας ομάδας δημοσιογράφων, η οποία, καταγράφοντας τις μαρτυρίες των κατοίκων, αναδεικνύει το κοινωνιολογικό πλαίσιο που υπέλθαψε αυτή την ιστορία. Η ταινία τελειώνει με την επανάληψη της σκηνής του φόνου- την αναπαράσταση-, και τη σύλληψη της γυναίκας, όμως η αμετάβλητη πραγματικότητα πάνω στην οποία ωρίμασε το έγκλημα, παραμένει εκεί.
Η «Αναπαράσταση» αποτελεί ταινία-σταθμό για τον Νέο ελληνικό κινηματογράφο, καθώς είναι η πρώτη που μεταβάλλει το καθιερωμένο «ευθύγραμμο» αφηγηματικό και σκηνοθετικό στιλιζάρισμα των προηγούμενων δεκαετιών και ταυτόχρονα ένα πρωτοποριακό, αιχμηρό πολιτικό σχόλιο για την εξουσία- κάθε είδους- και την ολοκληρωτική της αδυναμία να αποκαταστήσει την ιστορική αλήθεια.