H Ιζαμπέλ Ιπέρ γίνεται νονά της νύχτας

Στα σινεμά: Η Ιζαμπέλ Ιπέρ γίνεται «νονά» της νύχτας (+10 ταινίες για κάθε σινεφίλ)

Aυτή την εβδομάδα, στις κινηματογραφικές αίθουσες ο M. Νάιτ Σιάμαλαν παίζει με τον χρόνο σε μια ειδυλλιακή παραλία του Άγιου Δομίνικου, η μεγάλη κυρία του γαλλικού σινεμά, Ιζαμπέλ Ιπέρ, μεταμορφώνεται σε «Νονά» της νύχτας, η Έμιλι Μπλαντ και ο Ντουέιν Τζόνσον ενώνουν τις δυνάμεις τους στη νέα περιπέτεια της Disney, ενώ μια χαριτωμένη δραμεντί από την Ελβετία φωτίζει μια διαφορετική πλευρά του μεταναστευτικού ζητήματος.

Οld

Σενάριο-σκηνοθεσία: Μ.Νάιτ Σιάμαλαν

Παίζουν: Γκάελ Γκαρσία Μπερνάλ, Βίκυ Κρίπς, Ρούφους Σιούελ, Κεν Λιούνγκ, Νίκι Αμούκα-Μπερντ, Άμπει Λι, Άαρον Πιέρ, Κάθλιν Σαλφάν

Περίληψη: Μια οικογένεια πηγαίνει διακοπές σε μια ειδυλλιακή παραλία, όπου κάτι πολύ παράξενο και αλλόκοτο συμβαίνει. Με κάποιον ανεξήγητο τρόπο, οι άνθρωποι γερνούν γρήγορα και ο χρόνος συμπυκνώνεται, με αποτέλεσμα η ζωή τους να μειώνεται με ιλιγγιώδεις ρυθμούς.

Ο μετρ των ανατροπών Μ. Νάιτ Σιάμαλαν («Η Έκτη Αίσθηση», ο «Άφθαρτος» «Σκοτεινό Χωριό») επιστρέφει με ένα καινούργιο θρίλερ, που αν και βασίζεται σε μια καλή ιδέα δεν καταφέρνει να κρατήσει το ενδιαφέρον μέχρι τέλους.

Μια οικογένεια πηγαίνει διακοπές αναψυχής σε ένα τροπικό θέρετρο. Εκεί  ανακαλύπτει μια κρυμμένη, ειδυλλιακή παραλία και αποφασίζει να περάσει μερικές ήσυχες ώρες μαζί με μερικούς ακόμα επισκέπτες του νησιού. Οι στιγμές ξεγνοιασιάς διακόπτονται, όταν η παρέα ανακαλύπτει το νεκρό σώμα μιας γυναίκας, που αποσυντίθεται τρομερά γρήγορα. Παράλληλα, ένας παράξενος άνδρας που αιμορραγεί από τη μύτη, εμφανίζεται από το πουθενά. Οι ανέμελοι παραθεριστές θα συνειδητοποιήσουν πως ο χρόνος σε αυτό το μέρος τρέχει με απίστευτη ταχύτητα: τα παιδιά μεγαλώνουν αστραπιαία και οι γονείς γερνούν μέσα σε σαράντα οχτώ ώρες.

Ο Σιάμαλαν είναι γεγονός πως μετά από την «Έκτη αίσθηση» δυσκολεύεται να εξελίξει μια ιδέα ως το τέλος, αν και μέχρι σήμερα παρά τα όποια ατοπήματα, η ικανότητα για δυνατά φινάλε δεν τον είχε εγκαταλείψει. Αυτή τη φορά όμως, βασισμένος στο σκοτεινό graphic novel των Πιερ Όσκαρ Λεβί και Φρεντερίκ Πίτερς, που του χάρισαν οι κόρες του γιατί θεωρούσαν πως ταιριάζει στην ιδιοσυγκρασία του, παλεύει ακόμα και για αυτό που στις προηγούμενες ταινίες του ήταν αυτονόητο.

Αν και αρχικά καταφέρνει να χτίσει λεπτό το λεπτό μια κλειστοφοβική ατμόσφαιρα, δημιουργώντας μια μεταφυσική «Ζώνη του Λυκόφωτος» σε ανοιχτό χώρο, γρήγορα ξεμένει από ιδέες. Έτσι η παραβολή του σε σχέση με τον χρόνο, τη θνητότητα και τον φόβο του θανάτου δεν πάει πουθενά, κι ο ίδιος επιδίδεται σε δεξιοτεχνικούς εντυπωσιασμούς, που συχνά εξοκείλουν στην υπερβολή. Οι γρίφοι που τόσο αγαπάει αφθονούν και μαζί και οι ανατροπές, αλλά από ένα σημείο και μετά όλα μοιάζουν να συμβαίνουν απλώς για να επιβεβαιώσουν τη φήμη του, παρά γιατί κάτι έχουν να προσφέρουν στην ιστορία. Το αποτέλεσμα είναι πως οι καλοί ηθοποιοί του μοιάζουν μπερδεμένοι και οδηγούνται  άλλοτε σε μια  παθητική και ανέκφραστη υποκριτική προσέγγιση, άλλοτε σε κραυγές που ταιριάζουν περισσότερο σε δεύτερης διαλογής b- movie, ενώ το φινάλε που όλοι περιμένουμε όχι μόνο δεν εξηγεί, αλλά μάλλον περιπλέκει περισσότερο τα πράγματα.

Η Νονά της νύχτας (Mama weed)

Σκηνοθεσία: Ζαν- Πολ Σαλομέ

Παίζουν: Ιζαμπέλ Ιπέρ, Ιπολίτ Ζιραρντό

Περίληψη: Μια φιλήσυχη μεταφράστρια της δίωξης ναρκωτικών κατά τη διάρκεια μιας παρακολούθησης ανακαλύπτει ότι ο γιος της αγαπημένης κυρίας που φροντίζει τη μαμά της είναι άσχημα μπλεγμένος σε ένα παράνομο κύκλωμα. Έτσι αποφασίζει να τον βοηθήσει. Στην πορεία όμως, και με τις πληροφορίες που έχει, βρίσκεται η ίδια να διακινεί μεγάλα φορτία ναρκωτικών.

Η Ιζαμπέλ Ιπέρ μεταμορφώνεται σε «Νονά» της μαφίας στην ανάλαφρη κωμωδία του Ζαν Πολ Σαλομέ, που αδιαφορεί κατάφωρα για την «πολιτική ορθότητα».

Η Πασιάνς Πορτεφέ είναι μια μεταφράστρια της γαλλικής Δίωξης Ναρκωτικών,που ειδικεύεται σε τηλεφωνικές παρακολουθήσεις υπόπτων για διακίνηση παράνομων ουσιών. Η δουλειά της είναι κακοπληρωμένη και σκληρή, αλλά εκείνη κάνει υπομονή- όπως δηλώνει άλλωστε και το όνομά της- καθώς μεγαλώνει μόνη της τις δυο κόρες της, μετά από τον θάνατο του συζύγου της. Μια μέρα, παρακολουθώντας τη συνομιλία δύο καταζητούμενων διακινητών, αναγνωρίζει στον ένα από αυτούς τον γιο της αγαπητής κυρίας που φροντίζει την υπερήλικη μητέρα της. Η Πασιάνς τότε αποφασίζει να προστατεύσει τον νεαρό, όμως οι πληροφορίες που έχει ήδη συγκεντρώσει, την οδηγούν στην καρδιά ενός μεγάλου κυκλώματος διακίνησης χασίς. Με τη βοήθεια του DNA, ενός σκύλου που παλιά ανήκε στη Δίωξη, αποφασίζει να  αξιοποιήσει τις επαγγελματικές της εμπειρίες, κι έτσι μπαίνει στο κύκλωμα  διακίνησης και γίνεται «Νονά» της νύχτας.

Βασισμένος στο βιβλίο της Ανελόρ Καΐρ (που συμμετείχε στο σενάριο), ο Ζαν Πολ Σαλομέ στήνει μιαπαλαιάς νοοτροπίας κωμωδία, με φόντο ένα Παρίσι διαφορετικό από αυτό που έχουμε συνηθίσει, χωρίς να ασχολείται με την ηθική, παρά μόνο με την περιπέτεια. Το γεγονός ότι η Πασιάνς διακινεί ναρκωτικά θεωρείται αποδεκτό στον κόσμο της ταινίας, και η ίδια ηρωίδα που ναι μεν περνάει δύσκολα, αλλά δεν πεινάει κιόλας, παραμένει συμπαθέστατη, ακόμα κι όταν χωρίς να το πολυσκεφτεί  βυθίζεται στον κόσμο της παρανομίας.

Όλα αυτά όμως δεν ενδιαφέρουν τον Σαλομέ, που επενδύει περισσότερο στις ανατροπές και στη γοητεία της Ιζαμπελ Ιπέρ, η οποία για τις ανάγκες του ρόλου της έμαθε και αραβικά, παραδίδοντας τελικά το πορτρέτο μιας γυναίκας, που για να υπάρξει ισότιμα σε έναν ανδροκρατούμενο κόσμο, πρέπει να ξεπεράσει τα όρια, χωρίς αυτό να θεωρείται και μεγάλο πρόβλημα.

Μη φεύγεις, Βάντα (My Wonderful Wanda)

Σκηνοθεσία: Μπετίνα Όμπερλι

Παίζουν: Ανιέσκα Γκροτσόφκσα, Μπίργκιτ Μίνισμαϊρ, Γιάκομπ Μάτσενζ

Περίληψη: Μια τριανταπεντάχρονη οικιακή βοηθός από την Πολωνία φροντίζει ένα ζευγάρι ηλικιωμένων στην πολυτελή τους βίλα στην Ελβετία. Όταν ξαφνικά μείνει έγκυος, η ταυτότητα του πατέρα θα οδηγήσει σε ευτράπελες αποκαλύψεις.

Μια καυστική δραμεντί πάνω στο μεταναστευτικό ζήτημα, που απέσπασε το Βραβείο Nora Ephron στο Φεστιβάλ της Τριμπέκα και το Βραβείο Κοινού στο Φεστιβάλ του Βανκούβερ.

Η Βάντα είναι από την Πολωνία, έχει δυο παιδιά, τα οποία τα μεγαλώνουν  οι γονείς της, καθώς η ίδια είναι αναγκασμένη να δουλεύει ως οικιακή βοηθός και νοσοκόμα στη βίλα μιας πλούσιας οικογένειας στην Ελβετία. Η βασική της δουλειά είναι η φροντίδα του ηλικιωμένου πατριάρχη, που βλέπει στο πρόσωπό της την ελπίδα. Όταν όμως η νεαρή γυναίκα μένει έγκυος, μια σειρά από ανατροπές θα αναστατώσουν τη ζωή όλων.

Η Ελβετία είναι μια χώρα που απασχολεί  ιδιαιτέρως μεγάλο αριθμό οικιακών βοηθών, οι οποίες στη συντριπτική πλειοψηφία τους είναι μετανάστριες. Η Μπετίνα Όμπερλι, με αφορμή μια οικογενειακή δραμεντί, αποφάσισε να ρίξει φως στις συνθήκες δουλειάς καιδιαβίωσης όλων αυτών των γυναικών, μιλώντας τελικά για ένα μείζον ζήτημα της σύγχρονης Δύσης. Η Βάντα είναι πάντα η «ξένη», που ακόμα κι όταν τα αφεντικά της την αντιμετωπίζουν με προσποιητή  ευγένεια, θεωρείται «απειλή» για τη γαλήνη και την ηρεμία της  «τέλειας  οικογένειας». Αυτή η «ξένη» όμως γίνεται  φορέας μιας ζωής, γεγονός που ξαναδίνει στο σπίτι των εργοδοτών της τη χαρά και την καθιστά απολύτως αναγκαία.

Μέσα από ένα χαριτωμένο σενάριο, που μαρτυρά ξεκάθαρα τις αλτρουιστικές του προθέσεις και μια σκηνοθεσία που φλερτάρει με την κομεντί και το οικογενειακό δράμα, η Όμπερλι μιλάει απλά και  με ευαισθησία για το ζήτημα των μεταναστών, μέσα από μια ιστορία που  δεν υπάρχουν θύτες και θύματα, αλλά όλοι καταλήγουν απολύτως συνδεδεμένοι μεταξύ τους. Αν και η  Ελβετή  δημιουργός παραείναι  αισιόδοξη για το πώς μπορεί να αλλάξει η στάση και η αντίληψη μιας ολόκληρης κοινωνίας, η συμπονετική της ματιά παραμένει παρηγορητική και γενναιόδωρη για κάθε πλευρά.

Η μαύρη κηλίδα (La Mancha negra)

Σκηνοθεσία: Ενρίκε Γκαρσία

Παίζουν: Κούκα Εσκριμπάνο, Πάμπλο Πουγιόλ, Μαρία Αλφόνσα Ρόσο, Νοεμί Ρουίθ, Χοακίν Νούνιεθ

Περίληψη: Μετά από τον θάνατο της ηλικιωμένης Ματίλντ Σισνέρος, οι τρεις κόρες της βρίσκονται αντιμέτωπες με έναν γείτονα που θα τους γυρίσει την πλάτη, έναν ιερέα που έχει κηρύξει πόλεμο στην οικογένεια και την απρόσμενη άφιξη του μεγαλύτερου γιου της.

Ένα μπερδεμένο ισπανικό μελόδραμα με στοιχεία splatter, που αδυνατεί να βρει το ύφος του.

Σε ένα χωριό της Ανδαλουσίας, όπου ο ιερέας είναι η απόλυτη εξουσία, η θέση των γυναικών υποβαθμισμένη και η δικτατορία του Φράνκο που βρίσκεται στο τέλος της έχει αφήσει τις πληγές της, τρεις αδερφές θρηνούν τον θάνατό της μητέρας τους. Ο άσωτος υιός της οικογένειας  επιστρέφει στο πατρικό σπίτι μαζί με την σύζυγό του για την κηδεία, με απώτερο στόχο να ξεκαθαρίσει τα κληρονομικά με τις  αδερφές του. Παράλληλα, πρόσωπα από τον περίγυρο των τριών γυναικών ασκούν τις δικές τους πιέσεις.

Εμπνευσμένος από την ανδαλουσιανή παράδοση και το μελόδραμα, ο Ενρίκε Γκαρσία καταρχάς  δημιουργεί την εντύπωση ότι θα αφηγηθεί μια τυπική οικογενειακή τραγωδία αλά Λόρκα, που θα αντανακλά τις συνθήκες μιας ολόκληρης εποχής. Μίση και πάθη- κλισέ ως επί το πλείστον- κατακλύζουν την οθόνη, μέχρι που ξαφνικά αυτή η μοιραία συγκέντρωση παίρνει μια απρόσμενη τροπή και μεταμορφώνεται άνευ λόγου και αφορμής σε λουτρό αίματος. Δυστυχώς όμως το πρόχειρα γραμμένο σενάριο και οι υπερβολές, μπερδεύουν τον  Γκαρσία που γυρίζει ουσιαστικά δυο εκ διαμέτρου αντίθετες ταινίες στη συσκευασία μιας,  αδυνατώντας να βρει μια κάποια ισορροπία, με αποτέλεσμα να  δημιουργεί αμηχανία στον θεατή.

Περιπέτεια στη ζούγκλα (Jungle Cruise)

Σκηνοθεσία: Χάουμε Κολέτ-Σέρα

Παίζουν: Ντουέιν Τζόνσον, Έμιλι Μπλαντ, Τζέσι Πλέμονς, Πολ Τζιαμάτι, Έντγκαρ Ραμίρεζ

Περίληψη: Η θαρραλέα ερευνήτρια Δρ. Λίλι Χότον το 1917 ταξιδεύει από το Λονδίνο στη ζούγκλα του Αμαζονίου, με σκοπό να ανακαλύψει ένα αρχαίο δέντρο με απαράμιλλες θεραπευτικές ικανότητες. Με τη βοήθεια ενός παράξενου καπετάνιου θα βρεθεί αντιμέτωπη με τους κινδύνους του τροπικού δάσους, παίζοντας τη ζωή της κορώνα γράμματα για χάρη της επιστήμης και της ανθρωπότητας.

Η Disney μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη μία από τις πιο διάσημες ατραξιόν της Disneyland, με πρωταγωνιστές την Έμιλι Μπλαντ και τον Ντουέιν Τζόνσον.

Μια πρωτοπόρος ερευνήτρια-βοτανολόγος, η Δρ. Λίλι Χότον με φόντο τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο κι ενώ η θέση των γυναικών στον επιστημονικό χώρο είναι υποτιμημένη, αποφασίζει να ταξιδέψει στον μακρινό Αμαζόνιο για να βρει ένα δέντρο με θαυματουργές και θεραπευτικές ιδιότητες. Με τη βοήθεια ενός άξεστου καπετάνιου που οδηγεί ένα ρημαγμένο ποταμόπλοιο, θα αναγκαστεί να αντιμετωπίσει αμέτρητους κινδύνους και υπερφυσικές δυνάμεις. Κι ενώ αυτό το αταίριαστο δίδυμο πλησιάζει στο να ανακαλύψει το μυστικό που θα αλλάξει την ιατρική μια για πάντα, το μέλλον της ανθρωπότητας κρέμεται από μια κλωστή.

Ο Χάουμε Κολέτ-Σέρα («Non-stop», «The Shallows», «The Commuter») και το λαμπερό καστ της ταινίας ταξίδευσαν ως το νησί Καουάι της Χαβάης, όπου και στήθηκε ένα ολόκληρο χωριό από κλαδιά δέντρων. Από εκεί και πέρα, ακολουθώντας την κλασική συνταγή της Disney, ο Κολέτ-Σέρα  φτιάχνει μια old fashioned  περιπέτεια, που   προσφέρει απλόχερα υπερθέαμα, μαζί με τις απαραίτητες μοντέρνες πινελιές: φεμινιστική διάθεση, διαφορετικότητα και οικολογία, συναντούν το χιούμορ και τα ευαίσθητα κι εύληπτα μηνύματα, που ταιριάζουν σε μια feelgood ταινία για όλη την οικογένεια.

Παίζονται ακόμα:

Κάτι τρέχει στο Σεν Τροπέ (Mystère à Saint-Tropez)

Σκηνοθεσία: Νικολά Μπεναμού

Παίζουν: Κριστιάν Κλαβιέ, Μπενουά Πελβούρντ, Τιερί Λερμίτ, Ρόσι ντε Πάλμα

Περίληψη: Ο δισεκατομμυριούχος Κλοντ μαζί με την παρέα του περνούν θαυμάσια στη βίλα τους στο Σεν Τροπέ, όταν παρά τρίχα γλιτώνουν από μια απόπειρα δολοφονίας εναντίον τους. Αναγκαστικά προσλαμβάνουν τον γκαφατζή επιθεωρητή Μπουλάν, που έρχεται σαν υπηρέτης στη βίλα τους προκειμένου να εξιχνιάσει την υπόθεση. Πόσο στραβά μπορούν να πάνε τα πράγματα;

Μια «δολοφονική» γαλλική κωμωδία, που σατιρίζει τα κλασικά whodunit αστυνομικά θρίλερ.

Toν Αύγουστο του 1970, όπως κάθε χρόνο, ο δισεκατομμυριούχος Κλοντ Τρανσπάν και η σύζυγός του, Ελιάν, έχουν προσκαλέσει όλη την ανφάν-γκατέ στην πολυτελή βίλα τους στο Σεν Τροπέ. Τίποτα δεν φαίνεται να μπορεί να χαλάσει τη μεγάλη γιορτή, εκτός από ένα απρόσμενο σαμποτάζ, που ακολουθείται από απειλητικά γράμματα. Πεπεισμένος ότι είναι υποψήφιο θύμα δολοφονίας, ο Τρανσπάν ζητάει βοήθεια από τον  φίλο του, τον  Σιράκ, μιας και τυχαίνει να είναι ο καλύτερος αστυνομικός στο Παρίσι. Ωστόσο, μέσα στην καρδιά του καλοκαιριού, μόνο ο υπερόπτης και ανίκανος επιθεωρητής Μπουλέν είναι διαθέσιμος, λίγες εβδομάδες πριν από τη συνταξιοδότησή του, να ασχοληθεί με την υπόθεση. Και ο τρόπος που επιλέγει να διεισδύσει στη βίλα και να αποκαλύψει τα μυστικά της είναι προποιούμενος τον νέο μπάτλερ του ζευγαριού, αναστατώνοντας τους πάντες.

Λάσι, γύρνα Σπίτι (Lassie Come Home)

Σκηνοθεσία: Χάνο Ολντέρντισεν

Παίζουν: Νίκο Μαρίσκα, Σεμπάστιαν Μπέζελ, Ματίας Χάμπις

Περίληψη: Ο δωδεκάχρονος Φλο και η αξιαγάπητη σκυλίτσα του, Λάσι, ζουν αμέριμνοι σε ένα ειδυλλιακό χωριό στη νότια Γερμανία. Μια δυσάρεστη συγκυρία όμως χωρίζει τους δυο αχώριστους φίλους και μια περιπέτεια ξεκινά.

Το διάσημο κόλεϊ, που έχει μεγαλώσει γενιές και γενιές επιστρέφει σε μια νέα περιπέτεια, που προβάλλεται μεταγλωττισμένη στα ελληνικά.

Ο δωδεκάχρονος Φλο και η σκυλίτσα του, η Λάσι, είναι αχώριστοι φίλοι που ζουν αμέριμνοι σε ένα ειδυλλιακό χωριό στη νότια Γερμανία. Όταν ο πατέρας του Φλο χάνει τη δουλειά του, η οικογένεια αναγκάζεται να μετακομίσει σε ένα μικρό διαμέρισμα, όπου απαγορεύονται τα σκυλιά. Έτσι ο Φλο, απαρηγόρητος, αναγκάζεται να αποχωριστεί την καλύτερή του φίλη. Η ατμόσφαιρα στο καινούργιο  σπιτικό της Λάσι  αρχίζει να γίνεται εχθρική, οπότε εκείνη θα αρπάξει την ευκαιρία να δραπετεύσει και να ξεκινήσει ένα γεμάτο περιπέτειες, ταξίδι για να διασχίσει τη Γερμανία και να επιστρέψει στον πολυαγαπημένο της φίλο. Όμως και ο Φλο δεν κάθεται με σταυρωμένα τα χέρια: αρχίζει κι εκείνος να αναζητάει τη Λάσι. Πλέον, τίποτα δεν μπορεί να τους σταματήσει από το να ξαναβρούν ο ένας τον άλλον.

Η Λάσι, το όνομα της οποίας σημαίνει «κορίτσι» στα σκωτσέζικα, «γεννήθηκε» σε ένα διήγημα που δημοσίευσε ο αγγλικής καταγωγής συγγραφέας Έρικ Νάιτ στην εφημερίδα Saturday Evening Post στις 17 Δεκεμβρίου του 1938. Ο Νάιτ εμπνεύστηκε το εν λόγω διήγημα, «Lassie Come-Home», από το δικό του κόλεϊ, την Τουτς, την οποία είχε από κουτάβι. Σύμφωνα με την οικογένεια, ήταν ένα υψίστης νοημοσύνης σκυλί: καταλάβαινε έναν ασυνήθιστα μεγάλο αριθμό λέξεων και υπάκουε σε πολλές εντολές, ενώ στεκόταν για ώρες και ώρες στις πύλες της οικογενειακής φάρμας περιμένοντας τον Νάιτ να γυρίσει, όποτε έλειπε.

Η MGM απέκτησε τα κινηματογραφικά δικαιώματα και άρχισε αμέσως να ψάχνει την πρωταγωνίστρια σκυλίτσα, καταλήγοντας στον αρσενικό Πατ μετά από πολλούς μήνες μάταιης αναζήτησης. Η Ελίζαμπεθ Τέιλορ, τότε μόλις δέκα ετών, έλαβε λιγότερο από τα μισά χρήματα σε σχέση με τον τετράποδο πρωταγωνιστή της, χάρη στην ταινία όμως εξασφάλισε ένα επταετές συμβόλαιο με το στούντιο, που ήταν ουσιαστικά η αρχή της λαμπρής της καριέρας.

Ο Νάιτ δυστυχώς δεν έζησε να δει την παγκόσμια απήχηση του έργου του, αφού σκοτώθηκε το 1943 σε αεροπορικό δυστύχημα, όσο υπηρετούσε στον αμερικανικό στρατό. Η ταινία έκανε τεράστια επιτυχία στις ΗΠΑ και μέχρι το 1951 ακολούθησαν πέντε ακόμη ιστορίες. Από το 1954 ως το 1973 η τηλεοπτική σειρά ενίσχυσε ακόμη περισσότερο τη φήμη της Λάσι, η οποία απέκτησε το δικό της αστέρι στο Hollywood Walk of Fame στο Λος Άντζελες, όπως όλοι οι σταρ της μεγάλης και της μικρής οθόνης. Στις δεκαετίες που ακολούθησαν, νέες διασκευές της ιστορίας σε διάφορες μορφές έχουν κρατήσει τον θρύλο της ζωντανό, ώσπου έγινε το μόνο ζώο που εξασφάλισε μια θέση στη πρόσφατη λίστα του Variety με τα 100 σπουδαιότερα είδωλα της ποπ κουλτούρας όλων των εποχών.

Επαναπροβολές:

Η Νύχτα των Βρικολάκων (The Fearless Vampire Killers)

Σκηνοθεσία: Ρόμαν Πολάνσκι

Παίζουν: Τζακ ΜακΓκόουραν, Ρόμαν Πολάνσκι, Σάρον Τέιτ

Περίληψη: Ένας ηλικιωμένος καθηγητής και ο νεαρός βοηθός του προσπαθούν να εξοντώσουν μια οικογένεια βρικολάκων στα Καρπάθια Όρη.

Η κωμωδία τρόμου που γύρισε ο Ρομάν Πολάνσκι το 1967 με την αδικοχαμένη Σάρον Τέιτ.

Ο καθηγητής Αμβρόσιος κι ο βοηθός του, Άλφρεντ, πηγαίνουν στην Τρανσυλβανία με σκοπό να βρουν και να εξοντώσουν βρικόλακες. Όταν θα βρεθούν σε ένα μικρό χωριό, δεν θα αργήσουν να βρουν τον δρόμο  για ένα κοντινό κάστρο, όπου ζει ο κόμης Κρόλοκ με τον γιο του.

Αντλώντας στοιχεία από τη βρετανική γοτθική παράδοση και από τις εντυπωσιακές μπαρόκ παραγωγές του θρυλικού στούντιο της Hammer, ο Πολάνσκι σκαρφίζεται μια σαρδόνια σάτιρα, η οποία σέβεται απολύτως τους κανόνες του είδους, ενώ την ίδια στιγμή που πανέξυπνα τους υπονομεύει. «Ήθελα να γυρίσω μια κωμωδία για βρικόλακες, ένα θέμα ιδωμένο από την αστεία πλευρά του. Πρόθεσή μου δεν ήταν η παρωδία, αλλά το στοιχείο του παραμυθιού, κάτι που μας φοβίζει, αλλά είναι ευχάριστο ταυτόχρονα. Και τα δυο συμβάλλουν στην ατμόσφαιρα που ήθελα να δημιουργήσω. Αυτή την παιδική ανάγκη να φοβηθούμε ακίνδυνα και να γελάσουμε με τον ίδιο μας τον φόβο», έχει δηλώσει ο ίδιος για μια από τις πιο ιδιαίτερες, πλην σχετικά υποτιμημένες δημιουργίες του.

Η διπλή ζωή της Βερόνικα(La Double Vie de Veronique)

Σκηνοθεσία: Κριστόφ Κισλόφσκι

 Παίζουν: : Ιρέν Ζακόμπ, Φιλίπ Βολτέρ, Σαντρίν Ντιμάς

Περίληψη: Μια γυναίκα μοιρασμένη σε δύο σώματα- η μια στην Πολωνία, η άλλη στο Παρίσι-μπλέκονται, μπερδεύονται, αλληλεξαρτώνται και αλληλοκαθορίζονται, αν και δεν συναντιούνται ποτέ.

Η ταινία που καθιέρωσε διεθνώς τον σπουδαίο Κριστόφ Κισλόφσκι φέτος συμπληρώνει τριάντα χρόνια από την πρεμιέρα της.

Η Βερόνικα και η Βερονίκ έχουν γεννηθεί την ίδια μέρα, μοιάζουν σαν δυο σταγόνες νερό, ασχολούνται και οι δύο με το τραγούδι, αλλά δεν γνωρίζονται. Η Βερόνικα ζει στην Πολωνία και ακολουθεί τραγουδιστική καριέρα,  αν και ξέρει ότι αυτό επιβαρύνει τη λειτουργία της καρδιάς της και θέτει σε κίνδυνο τη ζωή της. Η Βερονίκ ζει στη Γαλλία και όταν ανακαλύπτει τους κινδύνους που κρύβει η ενασχόλησή της με το τραγούδι, προτιμάει να περιορίσει τις φιλοδοξίες της και να γίνει δασκάλα μουσικής. Μία μέρα θα ανακαλύψει τυχαία, σε κάποιες φωτογραφίες που είχε βγάλει σ’ ένα ταξίδι της στην Πολωνία, την ύπαρξη της «σωσία» της.

Λυρική, ποιητική, εικαστικά γοητευτική και πλημμυρισμένη από την υπέροχη μουσική του Ζμπίγκνιεφ Πράισνερ, η ταινία αποτελεί ορόσημο στη φιλμογραφία του Κριστόφ Κισλόφσκι. Χωρίς καμία προσπάθεια εκλογίκευσης της παράξενης αυτής ιστορίας, αλλά εστιάζοντας στις καταστάσεις και στα συναισθήματα της «διπλής» ηρωίδας του, ο μεγάλος Πολωνός δημιουργός κατέκτησε όχι μόνο τη διεθνή κριτική, αλλά και το παγκόσμιο πλατύ κοινό και ανέδειξε το ταλέντο της Ιρέν Ζακόμπ, η οποία ερμηνεύει ιδανικά τον διπλό ρόλο της Βερόνικα-Βερονίκ.

Γυρισμένη αμέσως μετά από τον θεολογικού προβληματισμού «Δεκάλογο», «Η διπλή ζωή της Βερόνικα» εμπνέεται επίσης από μεγάλα ερωτήματα περί ψυχής και αθανασίας, τυχαίου και αναγκαιότητας – και προαναγγέλλει κατά κάποιον τρόπο την Τριλογία («Μπλε», «Άσπρο», «Κόκκινο»), που θα ακολουθήσει αμέσως μετά.

Tο Κεντρί(The Sting)

Σκηνοθεσία Τζορτζ Ρόι Χιλ

Παίζουν: Πωλ Νιούμαν,  Ρόμπερτ Ρέντφορντ  Ρόμπερτ Σω

Περίληψη: Στην Αμερική της δεκαετίας του ’30 δυο μικροαπατεώνες συμμαχούν και στήνουν μια μεγαλοφυή ιπποδρομιακή κομπίνα για να εκδικηθούν έναν αδίστακτο αρχιμαφιόζο.

Μια γκανγκστερική περιπέτεια, που απέσπασε εφτά Όσκαρ (Καλύτερη ταινία, σκηνοθεσία, σενάριο, μουσική, κοστούμια, μοντάζ και σκηνικά) ,ενώ ήταν υποψήφια για τρία ακόμη ( Ά ανδρικού ρόλου για την υπέροχη ερμηνεία του Ρόμπερτ Ρέντφορντ, ήχου και φωτογραφίας).

Στο Σικάγο του 1930, ο Τζόνι Χούκερ, ένας μικροαπατεώνας, μόλις έχει κλέψει έναν γνωστό αρχιμαφιόζο. Όταν ο δεύτερος σκοτώνει τον μέντορα και συνεργάτη του, ο Τζόνι ζητάει βοήθεια από τον Χένρι Γκόντορφ, έναν πανέξυπνο κομπιναδόρο, με σκοπό να πάρει εκδίκηση. Οι δυο τους καταστρώνουν ένα πολύπλοκο σχέδιο για να εξαπατήσουν τον αρχιμαφιόζο και να του αποσπάσουν ένα μεγάλο χρηματικό ποσό. Έτσι συγκεντρώνουν τους πιο ταλαντούχους απατεώνες της πόλης για να τους βοηθήσουν. Εξαιτίας της πολυπλοκότητας του σχεδίου τους, το ρίσκο είναι μεγάλο, ενώ συνεχώς εμφανίζονται «παίκτες», οι οποίοι θέλουν να πάρουν και αυτοί ένα μερίδιο από τα κέρδη.

Το σενάριο του Ντέιβιντ Γουόρντ είναι εμπνευσμένο από τη ζωή των αδελφών Φρεντ και Τσάρλι Γκόντορφ, περιβόητων χαρτοπαικτών, στους οποίους αναφέρεται και ο Ντέιβιντ Μoρέρ στο βιβλίο του «The Big Con: The Story of the Confidence Man».Το «κεντρί» του τίτλου, έχει να κάνει με τη στιγμή που ο κομπιναδόρος τελειώνει το παιχνίδι και μαζεύει τα χρήματα από τους υπόλοιπους χαρτοπαίκτες. Η απάτη του θεωρείται επιτυχημένη, εφόσον οι παίκτες δεν έχουν καταλάβει την κομπίνα.

Η ταινία, χωρισμένη σε κεφάλαια που αντιστοιχούν σε φιγούρες της τράπουλας, είχε τεράστια εμπορική και καλλιτεχνική επιτυχία σε όλο τον κόσμο και έκανε διάσημες τις ragtime μελωδίες του Σκοτ Τζόπλιν, όπως τις διασκεύασε ο Μάρβιν Χάμλις.  Επρόκειτο δε για τη δεύτερη συνεργασία των Νιούμαν -Ρέντφορντ μετά από τους « Δύο Ληστές»,  και πάλι υπό τη σκηνοθετική επίβλεψη του Τζορτζ Ρόι Χιλ.

Να σημειωθεί τέλος ότι το 2005 η ταινία είχε την τιμή να περιληφθεί για συντήρηση στο Εθνικό Αρχείο Κινηματογράφου της Βιβλιοθήκης του Κογκρέσου «λόγω της πολιτιστικής, αισθητικής και ιστορικής σημασίας της.

Ο Όρκος (Klyatva)

Σκηνοθεσία: Μιχαήλ Τσιαουρέλι

Παίζουν: Μιχαήλ Τζελοβάνι, Αλεξέι Γκριμπόφ

Περίληψη: Μια συμμορία κουλάκων σκοτώνει τον  μπολσεβίκο Στέπαν Πετρόφ, που προσπαθούσε να παραδώσει μια σημαντική επιστολή στον Λένιν. Την αποστολή του θα συνεχίσουν η γυναίκα του Βαρβάρα με την κόρη τους. Όταν φτάσουν στη Μόσχα, θα μάθουν πως ο ηγέτης της Οκτωβριανής επανάστασης είναι πια νεκρός. Την επιστολή θα παραλάβει τελικά ο Ιωσήφ Στάλιν, ο οποίος τα επόμενα χρόνια και μέχρι το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου θα είναι σε επικοινωνία με τη Βαρβάρα.

Ασπρόμαυρο σοβιετικό δράμα του 1946 σε σκηνοθεσία Μιχεΐλ Τσιαουρέλι, το οποίο βασίζεται σε αληθινά γεγονότα και βραβεύτηκε στο φεστιβάλ Βενετίας.

Τον χειμώνα του 1924, ο Στέπαν Πέτροφ με τη σύζυγό του Βαρβάρα και την κόρη του Όλγα πηγαίνουν στη Μόσχα για να παραδώσουν μια επιστολή από τους συμπατριώτες τους στον Λένιν. Στη στέπα, τους επιτίθεται μια συμμορία κουλάκων, που σκοτώνει τον Στέπαν. Η  Βαρβάρα και η κόρη της συνεχίζουν μόνες τους το ταξίδι. Όταν φτάνουν στο Γκόρκι, μαθαίνουν για τον θάνατο του Λένιν. Έτσι, πηγαίνουν στην Κόκκινη Πλατεία, όπου ο Στάλιν ανεβαίνει στο βάθρο και ορκίζεται πίστη στις αρχές του δασκάλου του. Παράλληλα, θρηνώντας τον θάνατό του, καλεί  τους λαούς της Σοβιετικής Ένωσης να δεσμευτούν να διατηρήσουν την κληρονομιά του. Το συγκεντρωμένο πλήθος ορκίζεται να παραμείνει πιστό στις ιδέες της επανάστασης.  Όμως, ο πόλεμος ξεσπάει, οι ζωές όλων  ανατρέπονται, αλλά η Βαρβάρα και ο Στάλιν διατηρούν καθ’ όλη τη διάρκειά του επαφή.