Υποσχόμενη νέα γυναίκα (Promising Young Woman)

Οι νέες ταινίες της εβδομάδας στα θερινό σινεμά: Μία υπόθεση βιασμού που αποσιωπήθηκε και το νέο «Fast and Furious»

Αυτή την εβδομάδα, η Έμερλαντ Φενέλ οδηγεί την Κάρεϊ Μάλιγκαν σε μια περιπέτεια εκδίκησης με φεμινιστική διάθεση, το «Fast and Furious» ανεβάζει γκάζια για ένατη φορά, ενώ η αριστουργηματική «Ερωτική επιθυμία» του Γουόνγκ Καρ-Βάι επανέρχεται στις αίθουσες.

Υποσχόμενη νέα γυναίκα (Promising Young Woman)

Σκηνοθεσία: Έμεραλντ Φένελ

Παίζουν: Κάρεϊ Μάλιγκαν, Μπο Μπέρναμ, Άλισον Μπρι, Κλάνσι Μπράουν,Τζένιφερ Κούλιτζ, Λαβέρν Κοξ, Κόνι Μπρίτον 

Περίληψη: Η Κάσι Τόμας, μια νεαρή γυναίκα που είχε όλα τα φόντα να γίνει λαμπρή επιστήμονας, έχει εγκαταλείψει τις σπουδές ιατρικής και ζει με τους γονείς της. Πριν από χρόνια, κατά τη διάρκεια των σπουδών της, ένας συμφοιτητής της βίασε την συγκάτοικο και καλύτερή της φίλη κι έμεινε ατιμώρητος. Η τιμωρία του ενόχου τη στοιχειώνει ακόμη. Όταν στο καφέ που δουλεύει θα εμφανιστεί ένας παλιός της συμφοιτητής ο Ραίαν Κούπερ, η Κάσι θα πιστέψει για λίγο ότι δεν κρύβουν όλοι οι άνδρες απαραίτητα μέσα τους έναν επικίνδυνο κυνηγό.

Το εντυπωσιακό σκηνοθετικό ντεμπούτο της Έμεραλντ Φένελ (η Καμίλα Πάρκερ-Μπόουλς του «The Crown», αλλά και σεναριογράφος του δεύτερου κύκλου του «Killing Eve»), που κέρδισε το Όσκαρ Πρωτότυπου Σεναρίου, λέει όλα όσα κάποιοι δεν θέλουν να ακούσουν.

Mια νεαρή γυναίκα, η Κάσι, κάποτε «πολλά υποσχόμενη» φοιτήτρια Ιατρικής κάποτε, εγκατέλειψε τις σπουδές της, όταν η αγαπημένη της φίλη, η Νίνα, έχασε τη ζωή της, αφού πρώτα έπεσε θύμα ομαδικού βιασμού από τους συμφοιτητές της. Η υπόθεση όμως αποσιωπήθηκε και ελάχιστοι φαίνεται να τη θυμούνται, ή να τη θεωρούν κάτι «σημαντικό», εκτός από την ίδια, που έχει αφιερώσει τη ζωή της στην αποκατάσταση της δικαιοσύνης.

Συνεχίζοντας, αν και τριάντα χρόνων να μένει με τους γονείς της, δουλεύει σε μια καφετέρια, ενώ τα βράδια περιπλανιέται στα μπαρ,παριστάνοντας τη μεθυσμένη. Διάφοροι καλοθελητές παρουσιάζονται ως «σωτήρες» της για να τη βοηθήσουν, μόνο που αντ’ αυτού όλοι ανεξαιρέτως την οδηγούν στο σπίτι τους. Αλλά όταν εκείνη αρνείται να προχωρήσει στο κρεβάτι, οι «ιππότες» επιμένουν.

Τότε η Κάσι αποκαλύπτει το αληθινό της πρόσωπο και φυσικά το γεγονός ότι δεν είναι καθόλου μεθυσμένη. Άλλοι τη βρίζουν και τη λένε «τρελή», άλλοι ικετεύουν να τους συγχωρέσει και ορκίζονται ότι είναι «καλά παιδιά» κατά βάθος κι άλλοι το βάζουν στο πόδια.

Ταυτόχρονα, η ηρωίδα της Φένελ έχει φτιάξει μια λίστα όλων των εμπλεκομένων, έστω και διά της σιωπής τους, στην υπόθεση της Νίνα και έχει βάλει σκοπό να φέρει την αλήθεια στο φως. Κάπου εκεί ένας παλιός συμφοιτητής της, που μοιάζει ο «τέλειος άνδρας», εμφανίζεται στο προσκήνιο τυχαία, την ερωτεύεται κι εκείνη αποφασίζει να δώσει μια ευκαιρία στον εαυτό της, όπως τη συμβουλεύει και η μητέρα της Νίνα.

Πάνω που νομίζουμε ότι η υπόθεση ενός revenge girl μετατρέπεται σε ρομαντική κομεντί, η Φένελ έχει κρυμμένους άσσους στο μανίκι που τους αποκαλύπτει σιγά σιγά. Η μία ανατροπή διαδέχεται την άλλη, και η ιστορία της Κάσι μεταμορφώνεται σε ένα δυνατό καλοφτιαγμένο θρίλερ.

Με φεμινιστική διάθεση, χωρίς όμως να αθωώνει τη στάση πολλών γυναικών απέναντι στο θέμα, η Βρετανίδα σκηνοθέτις, αποκαλύπτει τους μηχανισμούς που συγκαλύπτουν τη σεξουαλική παρενόχληση και το πώς αυτή έχει γίνει νόρμα, σε σημείο που όσοι την κάνουν ή την υποθάλπουν να μην θεωρούν ότι διαπράττουν κάποιο σοβαρό έγκλημα.

Ενδιαφέρον επίσης -και εντελώς ρεαλιστικό- είναι το γεγονός ότι όλοι θυμούνται τον βιαστή, που φυσικά αθωώθηκε, αλλά όχι τη Νίνα, που για εκείνους και την κοινωνία ήταν μια ενόχληση, της οποίας το τραγικό τέλος ήρθε απλώς να αποδιοργανώσει την «άψογη» καθημερινότητά τους.

Δύο άντρες όμως είναι διαφορετικοί σε αυτή την ιστορία: ο πατέρας της Κάσι και ο δικηγόρος που έχει αναλάβει την υπεράσπιση του βιαστή της Νίνα, ο οποίος μετανιωμένος ειλικρινά για το λάθος που είχε κάνει τότε, προσπαθεί να επανορθώσει την αδικία. Δύο άνδρες που ανήκουν σε μεγαλύτερη ηλικιακή ομάδα.

Όχι, η Φένελ δεν ισχυρίζεται ότι οι μεγαλύτεροι είναι υπεράνω πάσης υποψίας, αλλά μέσα από αυτή την επιλογή εστιάζει στο ότι η αιτία της σεξουαλικής παρενόχλησης και της βίας δεν βρίσκεται ακριβώς στην πατριαρχία, αλλά στο σύστημα που αναγνωρίζει το δικαίωμα σε όποιον έχει εξουσία ή λεφτά να κάνει ό,τι του αρέσει και να βγαίνει αλώβητος.

Η Κάρεϊ Μάλιγκαν, εντελώς διαφορετική από τους ρομαντικούς ρόλους που την έχουμε συνηθίσει, σε μια εξαιρετική ερμηνεία, που δικαίως τη χαρακτηρίζουν «one woman show» και της χάρισε μια υποψηφιότητα για Όσκαρ, αποτυπώνει την οργή, τον πόνο, την ντροπή, την αδικία, που αισθάνεται κάθε κακοποιημένη γυναίκα, έστω κι αν η ίδια λειτουργεί εξ ονόματος της φίλης της.

Η Φένελ, έχοντας μια πολύτιμη συνεργάτη στο πλευρό της, ανακατεύει δεξιοτεχνικά κινηματογραφικά είδη, αποφεύγει την καταγγελία και μιλώντας για ένα πολύ σοβαρό θέμα, μπορεί να κάνει ακόμα και χιούμορ, χωρίς ούτε μια στιγμή να ξεχνάει τον βασικό της άξονα. Εύστοχα καταγράφει σχεδόν όλες τις πλευρές μιας τέτοιας υπόθεσης και φτάνει σε μια ακραία μεν πλην όμως λύτρωση για την Κάσι και την Νίνα, υπογραμμίζοντας μέχρι τέλους ποιος είναι το θύμα, αλλά και πόσα βήματα πρέπει να κάνει η «σύγχρονη και πολιτισμένη κοινωνία μας» για να παραδεχτεί το αυτονόητο.

Fast and Furious 9:Οι Μαχητές των δρόμων (F9)

Σκηνοθεσία: Τζάστιν Λιν

Παίζουν: Βιν Ντίζελ, Μισέλ Ροντρίγκεζ, Ταϊρίζ Γκίμπσον, Κρις «Λούντακρις» Μπρίτζες, Τζον Σίνα, Τζορντάνα Μπρούστερ, Νάταλι Εμάνουελ,  Έλεν Μίρεν,  Σαρλίζ Θερόν

Περίληψη: Ο Ντομ Τορέτο ζει μια ήσυχη ζωή μαζί με την Λέτι και τον γιο τους, τον μικρό Μπράιαν, όμως ο ίδιος γνωρίζει καλά ότι ο κίνδυνος πάντα θα καραδοκεί στον ορίζοντα. Αυτήν τη φορά, η απειλή θα αναγκάσει τον Ντομ να αντιμετωπίσει τις αμαρτίες του παρελθόντος του, αν θέλει να σώσει τους αγαπημένους του ανθρώπους. Η ομάδα του συγκεντρώνεται ξανά, με σκοπό να σταματήσει μια συνωμοσία παγκοσμίων διαστάσεων, στην οποία ηγείται ο πιο ικανός δολοφόνος και ο πιο δεινός οδηγός που έχουν αντιμετωπίσει ποτέ: ένας άντρας που τυχαίνει να είναι ο ξεχασμένος αδερφός του Ντομ, ο Τζέικομπ. 

Δύο δεκαετίες συμπληρώνονται για το δημοφιλές franchise, που για ένατη φορά πατάει το γκάζι κι όποιος αντέξει.

O Tορέτο πια έχει  αποφασίσει να γίνει ένας σωστός οικογενειάρχης και να μεγαλώσει τον γιο του, μακριά από τους κινδύνους. Μια παγκόσμια συνωμοσία όμως στην οποία ηγείται ο χαμένος του αδερφός του θα τον αναγκάσει να αναθεωρήσει και να επανενωθεί με την ομάδα του, για να σώσει τους αγαπημένους του και μαζί την ανθρωπότητα.

Ο Τζάστιν Λιν, που έχει σκηνοθετήσει πέντε από τις εννέα ταινίες του «Fast and furious» saga επιστρέφει στη θέση του κι όλοι αναρωτιόμαστε τι θα μπορούσε περισσότερο να προσφέρει μετά από οχτώ sequels και ένα spin-off.  Η επιστροφή ενός νεκρού, η άφιξη ενός χαμένου αδελφού, τα τραύματά του παρελθόντος και η ιδέα της πατρότητας, ήταν για τον Λι ο λόγος που αποφάσισε να επιστρέψει στο αγαπημένο του blockbuster. Έτσι τουλάχιστον λέει ο ίδιος, γιατί όλα αυτά τα θέματα ακροθιγώς, ή μάλλον χονδροειδώς, αντιμετωπίζονται  από  το σενάριο.

Κανείς βέβαια δεν περιμένει και  πολλά πράγματα από ένα μια  περιπέτεια δράσης, που βασικός στόχος της είναι οι εντυπωσιακές σκηνές   καταδιώξεις. Και σε αυτές ο Λι δεν κάνει οικονομία, στέλνοντας τους μαχητές μέχρι και το διάστημα.

Τα οικογενειακά δράματα και οι ίντριγκες περισσεύουν, αλλά ευτυχώς υπάρχουν πάντα οι αυτοσαρκαστικές  ατάκες, η επικίνδυνη Σαρλίζ Θερόν και η βρετανική φινέτσα της Έλεν Μίρεν, για τα μικρά διαλείμματα που χρειάζονται  ανάμεσα σε αυτοκίνητα που τρέχουν ξέφρενα, ενώ γύρω τους γίνονται απανωτές εκρήξεις, είτε σε μεγάλες πόλεις είτε  στη  ζούγκλα, χαρίζοντας απλόχερα αυτό που περιμένουν οι φανς των μαχητών: δράση μέχρι τελικής πτώσεως.

Γιάλντα, η νύχτα της συγχώρεσης(Yalda, a night for forgiveness)

Σκηνοθεσία: Μασούντ Μπακσί

Παίζουν: Σαντάφ Ασγκαρί, Μπενάκ Τζαφαρί, Μπαμπάκ Καριμί

Περίληψη: Η Μάριαμ είναι μια νεαρή γυναίκα, η οποία έχει καταδικαστεί σε θάνατο για τη δολοφονία του ηλικιωμένου συζύγου της. Τη νύχτα της «Γιάλντα» θα παρουσιαστεί σε μια ζωντανή τηλεοπτική εκπομπή για να απολογηθεί για το έγκλημά της. Για να σώσει τη ζωή της, θα πρέπει η Μόνα, η κόρη του θύματος, να τη συγχωρήσει. Αλλά η συγχώρεση αποδεικνύεται δύσκολη υπόθεση.

Ένα κοινωνικό δράμα από το Ιράν, για την αγάπη, τη συχώρεση και τη δύναμη της τηλεόρασης, που απέσπασε το Βραβείο Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας στο Φεστιβάλ Sundance το 2020, ενώ προβλήθηκε και στο Φεστιβάλ Βερολίνου (Generation).

Η Μαριάμ είναι μια φτωχή εικοσάχρονη κοπέλα, που παντρεύτηκε τον μεγαλύτερό της, ευκατάστατο ηλικιωμένο Νάσερ με προσωρινό γάμο.  Αθελά τηςκαι χωρίς δόλο  ο σύζυγος πεθαίνει, και η νεαρή γυναίκα καταδικάζεται σε θάνατο. Ο μόνος που μπορεί να  ανατρέψει την απόφαση σύμφωνα με τον ιρανικό νόμο είναι η κόρη τους θύματος, αρκεί να  τη συγχωρέσει. Ο τόπος όπου θα δοθεί, ή δεν θα δοθεί, αυτή η συγχώρεση για τον φόνο, είναι το πλατό ενός τηλεοπτικού στούντιο, και ο χρόνος είναι η «νύχτα της συγχώρεσης», που στην ιρανική παράδοση ονομάζεται «Γιάλντα». 

Σε μια επίπονη αναμέτρηση, που καταγραφούν αδηφάγα οι τηλεοπτικές κάμερες, οι δυο γυναίκες, θα βρεθούν αντιμέτωπες με το παρελθόν τους και μια σειρά από μυστικά.

Η Γιάλντα είναι ένα περσικό έθιμο που έχει τις ρίζες του στη Ζωροαστρική παράδοση, είναι μία γιορτή του χειμερινού ηλιοστασίου, κατά την οποία οι άνθρωποι μαζεύονται, πίνουν και τρώνε έως αργά για να υποδεχτούν ασφαλείς και ανανεωμένοι την νέα μέρα.

Σε αυτή τη συγκεκριμένη γιορτή επιλέγει ο Μασούντ Μπακσί να  τοποθετήσει την ιστορία του, αξιοποιώντας το κοινωνιολογικό ενδιαφέρον που έχουν δύο νόμοι της χώρας του, άγνωστων εν πολλοίς στη Δύση: τη δυνατότητα που έχουν  οι συγγενείς ενός θύματος δολοφονίας  να αποφασίσουν για τη ζωή ή τον θάνατο του δολοφόνου, και τον θεσμό του προσωρινού γάμου, μέσω γαμήλιου συμβολαίου που καθορίζει αυστηρά τόσο την αμοιβή της νύφης, όσο και την ημερομηνία λήξεως της κοινής συμβίωσης.

Ο στερεοτυπικός ρόλος της γυναίκας στον μουσουλμανικό κόσμο και η σύγχρονη πραγματικότητα, όπου η τηλεόραση διαμορφώνει την κοινή γνώμη, ο διχασμός μιας χώρας ανάμεσα στην παράδοση και στη νέα εποχή, πρωταγωνιστούν σε αυτό το δικαστικού τύπου δράμα, που εξερευνά τα όρια της συγχώρεσης, χωρίς όμως να εμβαθύνει  στην ουσία της αποδοχής.

Η επιφανειακή προσέγγιση του reality show, που γίνεται πεδίο αναμέτρησης των δυο γυναικών  επηρεάζει τελικά και την προσέγγιση του Μπακσί, που δεν αποφεύγει την παγίδα των εύκολων μελοδραματισμών και των  υπερβολικών ερμηνειών.

Κι ενώ ο ιρανικός κινηματογράφος φημίζεται για τις υποβλητικές σιωπές και την πυκνή του ατμόσφαιρα, ο Mπακσί κάνει το λάθος να αντιγράφει τις τηλεοπτικές σαπουνόπερες, ίσως προσπαθώντας να τις σατιρίσει και μαζί με αυτές την μπαναλιτέ της τηλεόρασης απέναντι στο ανθρώπινο δράμα, χωρίς όμως να καταφέρνει τελικά να κάνει διαφορετικό.

Παίζονται ακόμα:

Όρνιθες (ή πώς να γίνεις πουλί)

Σκηνοθεσία: Μπάμπης Μακρίδης

Εμφανίζονται: Αλεξάνδρα Αϊδίνη, Μαρία Διακοπαναγιώτου, Βασιλική Δρίβα, Νίκος Καραθάνος, Έμιλυ Κολιανδρή, Γιάννης Κότσιφας, Έκτορας Λιάτσος, Χρήστος Λούλης, Γρηγορία Μεθενίτη, Κώστας Μπερικόπουλος, Κωνσταντίνος Μπιμπής, Στράτος Παπαδάκης, Άγγελος Παπαδημητρίου, Φοίβος Ριμένας, Μιχάλης Σαράντης, Γιάννης Σεβδικαλής, Άρης Σερβετάλης, Έλενα Τοπαλίδου, Μαρίσσα Τριανταφυλλίδου, Χάρης Φραγκούλης, Γαλήνη Χατζηπασχάλη

Περίληψη: Ανάμεσα στο ντοκιμαντέρ και τη μυθοπλασία, ο Μπάμπης Μακρίδης εξερευνά τις θεματικές του αριστοφανικού έργου, μαζί με τους συντελεστές της ομώνυμης θεατρικής παράστασης του Νίκου Καραθάνου.

Η παράσταση του Νίκου Καραθάνου, που παρουσιάστηκε στην Επίδαυρο, εμπνέει τον Μπάμπη Μακρίδη σε αυτό το μυθοπλαστικό ντοκιμαντέρ, που είναι και η πρώτη ελληνική ταινία, η οποία έκανε πρεμιέρα στο διαδίκτυο, στο πρώτο lockdown του 2020.

Ορμώμενος από τον αρχετυπικό μύθο του Αριστοφάνη και των «Ορνίθων», ο Μακρίδης κινηματογραφεί τους συντελεστές της παράστασης του Καραθάνου, εκτός σκηνής, σε πραγματικούς χώρους και φυσικά τοπία – από τα λιβάδια ηφαιστειακής λάβας στην Ισλανδία έως τα υψίπεδα της Παταγονίας και από την Times Square έως τις πυραμίδες της Αιγύπτου- σε ένα σύμπαν ρευστής «καθημερινότητας», ανάμεσα σε ανθρώπους του θεάτρου, ορνιθολόγους και θυμόσοφους ερημίτες, που ονειρεύονται πως πετούν.

Αυτό το υβριδικό φιλμ που κινείται στα όρια του ντοκιμαντέρ και της μυθοπλασίας, είναι μια ταινία για την πτήση και την πτώση, για την ανθρώπινη ανάγκη να πετάμε, για τον φόβο του ύψους, τον ίλιγγο, την ουτοπία, την ελευθερία, τους θεούς και τον άνθρωπο.

Digger

Σκηνοθεσία: Τζώρτζης Γρηγοράκης

Παίζουν: Βαγγέλης Μουρίκης, Αργύρης Πανταζάρας, Σοφία Κόκκαλη, Θίο Αλεξάντερ, Θύτης, Μιχάλης Ιατρόπουλος, Παύλος Ιορδανόπουλος, Στέφανος Κουτσαρδάκης, Βασίλης Μπισμπίκης, Μαριάνθη Παντελοπούλου, Αντώνης Τσιοτσιόπουλος

Περίληψη: Ένας πατέρας που ζει ολομόναχος στην καρδιά ενός δάσος,  προσπαθεί να επικοινωνήσει με τον αποξενωμένο του γιο, ενώ μια ιδιωτική εταιρεία κάνει εξορύξεις στην περιοχή, διχάζοντας τους κατοίκους.

Το πολυβραβευμένο μεγάλου μήκους ντεμπούτο του Τζώρτζη Γρηγοράκη είναι ένα ελληνικό γουέστερν στην άγρια φύση. Η ταινία έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Βερολίνου. Ανάμεσα στα βραβεία που έχει αποσπάσει ξεχωρίζουν το Βραβείο Panorama Art Cinema Award (CICAE), το βραβείο ανδρικής ερμηνείας του Βαγγέλη Μουρίκη στο Φεστιβάλ του Σαράγεβο, το Ειδικό βραβείο Κριτικής Επιτροπής και άλλα τέσσερα βραβεία στο Διεθνές Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.

Ο Νικήτας, ένας γηγενής αγρότης, ζει στο αγρόκτημά του, στην καρδιά ενός δάσους κάπου στη Βόρεια Ελλάδα. Εδώ και καιρό παλεύει να διατηρήσει τη γη του και τον τρόπο ζωής του απέναντι σε έναν βιομηχανικό κολοσσό που σιγά σιγά αγοράζει το δάσος για να επεκτείνει τις δραστηριότητές του, καταστρέφοντας την ισορροπία της φύσης και απειλώντας όλους όσοι αντιστέκονται, όπως εκείνος.

Η μεγαλύτερη όμως απειλή έρχεται με την απροειδοποίητη άφιξη του γιου του μετά από είκοσι χρόνια απουσίας. Σταδιακά αναπτύσσεται η υποβόσκουσα σύγκρουση μεταξύ τους κάτω από την ίδια στέγη και με φόντο το άγριο παρθένο όσο και τραυματισμένο τοπίο. Το έδαφος που πατάνε γίνεται όλο και πιο ασταθές και για να ξαναγίνει στέρεο, θα πρέπει και οι δύο να σκάψουν βαθιά μέσα στη λάσπη.

Επαναπροβολές:

Ερωτική επιθυμία

(In the Mood for Love)

Σκηνοθεσία: Γουόνγκ Καρ Γουάι

 Παίζουν: Τόνι Λιούνγκ, Μάγκι Τσενγκ

Περίληψη: Ο αρχισυντάκτης μιας εφημερίδας μετακομίζει με τη σύζυγό του σ’ ένα καινούριο σπίτι. Εκεί γνωρίζεται με την όμορφη γυναίκα της διπλανής πόρτας, σύζυγο ενός εμπορικού αντιπροσώπου, ο οποίος βρίσκεται συνήθως σε επαγγελματικό ταξίδι. Κάποτε οι δύο γείτονες θα συνειδητοποιήσουν ότι οι σύζυγοί τους είναι εραστές και τότε θα βρεθούν στα χνάρια μιας ερωτικής επιθυμίας που κανείς τους δεν παραδέχεται.

Το αριστούργημα του Γουόνγκ Καρ Γουάι, που ψηφίστηκε ως η δεύτερη  καλύτερη ταινία του 21ου αιώνα, κυκλοφορεί σε επανέκδοση με νέες ψηφιακές κόπιες.

Στο Χονγκ Κονγκ του 1962, δύο ζευγάρια μετακομίζουν σε διπλανά δωμάτια στο ίδιο κτίριο την ίδια ημέρα. Η φιλία που αναπτύσσεται μεταξύ του κύριου Τσόου και της κυρίας Τσαν με αφορμή τη συχνή απουσία των συζύγων τους λόγω δουλειάς, θα τους οδηγήσει σύντομα στη διαπίστωση πως οι δεύτεροι διατηρούν παράνομη εξωσυζυγική σχέση. Ο ίδιοι δεν θα αργήσουν να αντιληφθούν πως τους ενώνουν πολλά περισσότερα από το γεγονός πως βρίσκονται διαρκώς μόνοι και μόνιμα εγκλωβισμένοι, ίσως ο καθένας μέσα στον γάμο του, ίσως πίσω από τα αδιάκριτα βλέμματα των γειτόνων και τα χωρίς τακτ κουτσομπολιά τους, ίσως κάτω από ένα υπόστεγο ενώ βρέχει καταρρακτωδώς.

Η ταινία αποτελεί το δεύτερο μέρος μιας ανεπίσημης τριλογίας, μαζί με τις «Ημέρες Αγριότητας» (Days of Being Wild) του 1991 και το «2046» του 2004. Και στις τρεις ταινίες ο κύριος άξονας είναι ο ερωτισμός και οι ανθρώπινες σχέσεις. Ο ίδιος ο σκηνοθέτης έχει δηλώσει ότι αυτό που ήθελε να αποτυπώσει δεν είναι μόνο η ιστορία μιας ανεπίδοτης επιθυμίας, αλλά και η νοοτροπία ενός ολόκληρου λαού σε μια δεδομένη στιγμή μέσα στον χρόνο, όπως τον βιώνουν οι άνθρωποι του.

Το δυστύχημα

(Accident)

Σκηνοθεσία: Τζόζεφ Λόουζι

Παίζουν: Ντερκ Μπόγκαρντ, Στάνλεϊ Μπέικερ, Μάικλ Γιορκ, Ζακλίν Σασάρ

Περίληψη: Μια Αυστριακή φοιτήτρια της Οξφόρδης γίνεται το ερωτικό μήλο της έριδος ανάμεσα σε έναν συμφοιτητή της, τον οποίο σχεδιάζει να παντρευτεί, και δύο καθηγητές της. 

Ο Τζόζεφ Λόουζι μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη το ομώνυμο μυθιστόρημα του Νίκολας Μόσλεϊ σε σενάριο του Χάρολντ Πίντερ.

Ο Στίβεν, ένας παντρεμένος καθηγητής της Οξφόρδης, περνάει κρίση μέσης ηλικίας. Αισθάνεται παγιδευμένος από τη ζωή του τόσο στο πανεπιστήμιο όσο και στον γάμο του. Τα πράγματα αλλάζουν για αυτόν, όταν γνωρίζει την Άννα, μια όμορφη φοιτήτρια αρραβωνιασμένη με τον Γουίλιαμ, έναν άλλο μαθητή του. Aντίπαλός του σ' αυτή τη σχέση ένας συνάδελφός του, ιδιαίτερα κυνικός και επικίνδυνος. Μετά από ένα φρικτό δυστύχημα, όπου ο Γουίλιαμ σκοτώνεται και η Άννα χάνει τις αισθήσεις της, ο Στίβεν αναλαμβάνει να την κρατήσει σπίτι του, ενώ η σύζυγος είναι εκτός πόλης. Τα γεγονότα που προηγήθηκαν του δυστυχήματος τώρα εμφανίζονται σε φλας μπακ.

Ο μεγάλος θεατρικός συγγραφέας Χάρολντ Πίντερ και ο Λόουζι, συνεργάστηκαν μαζί σε τρία έργα («Ο υπηρέτης», «Το δυστύχημα» και «Ο μεσάζων»), με τον δεύτερο να  θεωρεί «Το ατύχημα» την πιο προβληματική και ταυτόχρονα την καλύτερη συνεργασία τους. Προβληματική γιατί το σενάριο «ήταν πολύ περίπλοκο, με όλα αυτά τα πηγαινέλα του χρόνου στο παρόν και στο παρελθόν». Καλύτερη γιατί το βιβλίο του Νίκολας Μόσλεϊ τους οδήγησε να αποτυπώσουν τη βρετανική καλή κοινωνία του '60 ως ένα εγκεφαλικό παιχνίδι, ερμητικά κλειστό, υπογράφοντας τελικά ένα από τα πιο γοητευτικά  ψυχολογικά θρίλερ της εποχής.