Μικρή οθόνη VS κινηματογράφος: Μπορεί η τηλεόραση να γίνει ο μεγαλύτερος σύμμαχος του σινεμά;
Τον τελευταίο χρόνο, η πανδημία του κορωνοϊού έχει επιφέρει μια τεράστια αλλαγή στην ψυχαγωγία, αφού από τη μία οι κινηματογραφικές αίθουσες έχουν βάλει λουκέτο κι από τη άλλη οι πλατφόρμες βλέπουν συνεχώς ραγδαία αύξηση των συνδρομών τους.
Ακόμα και άνθρωποι που μέχρι πρότινος δεν είχαν σχέση με το streaming, μέσα στις συνθήκες του lockdown φαίνεται πως στράφηκαν σε αυτές, πράγμα εντελώς αναμενόμενο αφού ο εγκλεισμός στο σπίτι δημιούργησε την ανάγκη της «οικιακής ψυχαγωγίας».
Οι ξένες τηλεοπτικές σειρές αποκτούν πλέον φανατικούς οπαδούς, πολύ περισσότερους απ' ό,τι στο παρελθόν, δημιουργούν ακόμα και trends -χαρακτηριστική η περίπτωση του «Queen’s Gambit»- επηρεάζοντας καταλυτικά την ποπ κουλτούρα. Δεν είναι μάλιστα λίγοι οι έγκριτοι κριτικοί κινηματογράφου που έχουν τοποθετηθεί επί του θέματος, θεωρώντας ότι οι τηλεοπτικές σειρές σήμερα είναι πολύ καλύτερες από τις ταινίες, ενώ ακόμα και παραδοσιακοί σινεφίλ δημιουργοί, όπως ο Σκορτσέζε, συνεργάζονται πλέον με τις συνδρομητικές πλατφόρμες. Οπότε από τη μια έχουμε τις τηλεοπτικές σειρές που έχουν ανεβάσει πολύ το επίπεδο, έχουν συγκεντρώσει δυνατά ονόματα στο δυναμικό τους και αποδεικνύονται αρκετά τολμηρές και καινοτόμες σε ό,τι αφορά στα σενάριά τους και τη θεματολογία τους, κι από την άλλη τις ταινίες που πλέον δεν μπορούν να βρουν τον δρόμο τους για τις σκοτεινές αίθουσες οπότε προβάλλονται στη μικρή οθόνη.
Μεγάλα στούντιο, όπως η Warner, έχουν ανακοινώσει την συνεργασία τους με τις συνδρομητικές πλατφόρμες, προκαλώντας κατά περιπτώσεις την οργή των δημιουργών -ο Κρίστοφερ Νόλαν ήταν ο πρώτος που άρχισε να μιλάει ανοιχτά για μια απειλή- και το ερώτημα που αναδύεται είναι αν τελικά ο κινηματογράφος κινδυνεύει.
Η μαγεία μιας σκοτεινής αίθουσας αναμφίβολα δεν μπορεί να συγκριθεί με μια κατ΄ οίκον προβολή, γιατί το σινεμά δεν είναι μόνο μια τεράστια οθόνη, αλλά κυρίως αυτή η αίσθηση κοινωνικοποίησης. Το να βρισκόμαστε δηλαδή μαζί με άλλους ανθρώπους στον ίδιο χώρο και να μοιραζόμαστε από κοινού αυτή την εμπειρία: να γελάμε με το ίδιο αστείο, να συγκινούμαστε στην ίδια σκηνή, να τρομάζουμε από ένα jump scare ή να κρατάμε την ανάσα μας σε μια στιγμή έντασης κι αγωνίας. Γι’ αυτό όταν άνοιξαν για λίγο οι κινηματογράφοι στη χώρα αλλά και στο εξωτερικό, ο κόσμος ξαναγύρισε στις αίθουσες παρά τα αυστηρά μέτρα ασφαλείας. Το κοινό θα αναζητά το σινεμά, με τον ίδιο τρόπο που πάντα θα θέλουμε να πάμε σε ένα εστιατόριο, ακόμα κι αν στο σπίτι μπορούμε να φτιάξουμε το καλύτερο πιάτο του κόσμου.
Τώρα όσον αφορά στις τηλεοπτικές σειρές, η αλήθεια είναι ότι έχουν ανεβάσει πολύ ψηλά τον πήχη. Επίσης έχουν το μεγάλο πλεονέκτημα πως μπορούν κρατήσουν τον θεατή περισσότερες ώρες, με αποτέλεσμα να έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν πιο περίπλοκες ιστορίες. Επιπλέον βλέποντας μια σειρά για αρκετές ώρες ή μέρες, μπαίνουμε στον κόσμο της, ταυτιζόμαστε με τους ήρωες και τελικά το «προϊόν» γίνεται κομμάτι της καθημερινότητάς μας.
Όμως ένα κινηματογραφικό έργο χρειάζεται συμπύκνωση και οικονομία, κι αυτό είναι μια παράμετρος απαραίτητη στην τέχνη. Ήδη παρατηρούμε πως οι σειρές με τους πολλούς κύκλους χάνουν μπροστά στις προσεγμένες μίνι παραγωγές που μέσα σε λίγα επεισόδια ξεδιπλώνουν την ιστορία τους. Αυτό αποδεικνύει ότι το κοινό δεν είναι διατεθειμένο να παρακολουθήσει μια ιστορία που ξεχειλώνει προκειμένου να κρατήσει περισσότερα επεισόδια, πράγμα ελπιδοφόρο για το μέλλον της κινηματογραφικής παραγωγής.
Κι ίσως η μικρή οθόνη αποδειχτεί ο μεγαλύτερος σύμμαχος του κινηματογράφου. Πρώτον γιατί μπορεί να φέρει στις αίθουσες μια μερίδα κοινού που δεν έβλεπε ταινίες, δεύτερον γιατί μπορεί να πείσει μια κατηγορία θεατών ότι μπορούν να παρακολουθήσουν κι άλλα είδη από αυτά που συνήθισαν να βλέπουν μέχρι πρότινος, και τρίτον γιατί τελικά θα θυμίσει στους θεατές την αξία μιας ιστορίας που μέσα σε δύο ώρες μόνο μπορεί να φτιάξει ένα ολόκληρο σύμπαν.