το «Παιχνίδι της Σφαγής»

Μια μικρή πόλη αφανίζεται από μια ανεξήγητη επιδημία -Το επίκαιρο, δυστοπικό «Παιχνίδι της σφαγής» του Ιονέσκο

Αν αυτό που βιώνει σήμερα ο πλανήτης δεν είναι παράλογο, τότε τι είναι; Ένας ιός που μεταδίδεται από την Κίνα στην Ιταλία με την ίδια ευκολία που αναπνέει ο καθένας μας. Ένας ιός που ως ασφαλέστερο τρόπο προστασίας προτείνει (και καλά κάνει) την απομόνωση.

Κι όμως: Αυτό το παράλογο που μοιάζει σήμερα να είναι το λογικό, εκφράστηκε μέσα από την τέχνη του θεάτρου στα μέσα του 20ου αιώνα. Σαν να το είχαν «προβλέψει», εκείνοι οι ιδιόρρυθμοι (;) συγγραφείς που εμφανίστηκαν στο Παρίσι γύρω στα 1950. Έχουν περάσει περίπου εβδομήντα χρόνια από τότε, και σιγά-σιγά δικαιώνονται –άθελά τους, ακόμα και οι πιο α-λογες και παρά-λογες κωμικοτραγικές καταστάσεις που περιλαμβάνονται και σχολιάζονται στα έργα τους. Ευγένιος Ιονέσκο, Σάμιουελ Μπέκετ, Ζαν Ζενέ, Αρτύ Ανταμόφ… Και πριν από αυτούς ο Ζαν-Πολ Σαρτρ («Κεκλεισμένων των θυρών»), ο Αλμπέρ Καμύ με την διαχρονική του «Πανούκλα», που έβαλαν τον σπόρο γι΄αυτόν τον τόσο λογικά παράλογο κόσμο που είχε ήδη ανατείλει.

Με ειρωνεία, υπερβολή, γκροτέσκο, ενίοτε με χλευασμό, δεν άφησαν τίποτα όρθιο: Έγραψαν για την απόλυτη έλλειψη επικοινωνίας, για την δυσκολία να εκφραστούμε με λέξεις, για την προτίμησή μας να μιλάμε μόνοι μας, για την αποξένωση. Όπως έγραψαν και για τις επιδημίες που ανεξήγητα θα κατακλύσουν τον κόσμο.

Από το «Παιχνίδι της Σφαγής» του Γιάννη Κακλέα 2018/Φωτογραφία: Πάτροκλος Σκαφίδας

Ωστόσο σ΄αυτές τις εξαιρετικά δύσκολες μέρες του Κορωνοϊού που Μένουμε Σπίτι ο Ιονέσκο, ο οποίος -ούτως ή άλλως- πίστευε ότι «είναι αφύσικο πράγμα να ζεις» μοιάζει να γίνεται τόσο «παράλογα» επίκαιρος που ταυτίζεται με την τρέχουσα λογική:
Στο θεατρικό του έργο «Το Παιχνίδι της Σφαγής» («Jeux de Μassacre» 1970), περιγράφει μια μικρή πόλη όπου ξαφνικά μια ανεξήγητη επιδημία την αφανίζει. Ο ένας μετά τον άλλον «κολλάνε τον ιό». Νέοι και ηλικιωμένοι, γυναίκες και άντρες, παιδιά. Χωρίς εξαιρέσεις. Χωρίς λογική. Παράλογα. Οι άνθρωποι δεν καταλαβαίνουν. Από την μια στιγμή στην άλλη, πλούσιοι και φτωχοί, καλοί και κακοί, σεμνοί και ταπεινοί, αλαζόνες και θρασείς, ακολουθούν μια κοινή μοίρα. Ο θάνατος μοιάζει να είναι παντού, σαν μια σκιά που περπατά ανάμεσά τους και τους κατασπαράζει. Σχεδόν αυτονόητα. Η επιστήμη νοιώθει ανήμπορη, το ίδιο και η τέχνη. Όσο για την πίστη, μένει έξω από το συλλογικό –ο καθένας όπως θέλει και μπορεί.
«Μας συμβαίνει κάτι εντελώς ανεξήγητο», γράφει ο Ιονέσκο. «Δεχθήκαμε επίθεση από έναν λοιμό αγνώστων αιτιών. Οι γειτονικές πόλεις και χώρες μας έχουν κλείσει τα σύνορά τους….Μέχρι χτες ήμασταν ελεύθεροι. Από σήμερα είμαστε σε καραντίνα…. Απαγορεύονται οι συνεστιάσεις και όλα τα θεάματα… Ομάδες πάνω από τρία άτομα θα διαλύονται. Οι πολίτες επιβάλλεται να κυκλοφορείτε ανά δύο, για να επιτηρείτε ο ένας τον άλλον. Τώρα γυρίστε σπίτι σας και μείνετε εκεί. Θα βγείτε μόνο σε περίπτωση μεγάλης ανάγκης…».

Έργο της ωριμότητας του Γαλλορουμάνου συγγραφέα «Το παιχνίδι της σφαγής» ακολουθεί, σχεδόν δέκα χρόνια μετά, τον «Ρινόκερο» (1959). Δύο βαθιά πολιτικά έργα με σύγχρονους συνειρμούς, γι΄αυτό και κλασικά πια. Κι αν στον «Ρινόκερο» οι άνθρωποι της μικρής επαρχιακής πόλης μεταμορφώνονται μαζικά στο ζώο του τίτλου, μην μπορώντας να αντισταθούν στα ολοκληρωτικά καλέσματα της εποχής, οι σκηνές που περιγράφει ο Ιονέσκο παραπέμπουν σε «πανδημία» ή «επιδημία». Ο ένας μετά τον άλλον, με εξαίρεση τον φαινομενικά απλοϊκό και τεμεπέλη Μπερανζέ, απορροφώνται από αυτή την μάστιγα, την ρινοκερίτιδα.