Τζένιφερ Λόπεζ

Ηalftime: Είδαμε το ντοκιμαντέρ για τη ζωή της Τζένιφερ Λόπεζ

«Είμαι Λατίνα, είμαι γυναίκα. Τι περίμενες»: με αυτά τα λόγια, σύμφωνα με τον Μπεν Άφλεκ -πρώην, αλλά και νυν σύντροφό της- η διάσημη σταρ εξηγεί πώς έμαθε να αντέχει τόσα χρόνια τη σκληρή κριτική που δέχεται.

Γιατί η Λόπεζ, αν και είναι ο πιο αναγνωρίσιμος άνθρωπος στον πλανήτη, αν και έχει σημειώσει απανωτά ρεκόρ στις πωλήσεις δίσκων, αν και έχει γυρίσει σαράντα ταινίες, αν και έχει προταθεί για τη Χρυσή Σφαίρα, μετά από δέκα φορές που ήταν υποψήφια για το Χρυσό Βατόμουρο, αν και έχει βγάλει εκατομμύρια δολάρια από τις επιχειρηματικές της δραστηριότητες και έχει ηγηθεί του αγώνα των Λατινοαμερικών για ίσα δικαιώματα, παραμένει η τραγουδίστρια που ανελέητα χτυπούν οι κριτικοί με κάθε τρόπο και για οποιοδήποτε λόγο.

Οι φωνητικές ικανότητες, η προσωπική της ζωή, που την έχουν παρομοιάσει με  «περιστρεφόμενη πόρτα», ακόμα και οι εκρηκτικές της καμπύλες συχνά έχουν γίνει αντικείμενο παρωδίας και κιτρινισμού. Η JLo όμως, αφού πέρασε από σαράντα κύματα, τελικά έκανε αυτό που ήθελε και τώρα έρχεται να αφηγηθεί την πορεία της στο νέο ντοκιμαντέρ του Netflix με τίτλο «Halftime».

Ξεκινώντας από τα πεντηκοστά της γενέθλια, μια σημαδιακή εποχή για την ίδια, αφού τότε, όπως αποκαλύπτει, ουσιαστικά βρήκε τον εαυτό της, με βασικό άξονα την ειλικρινή -αν και σε σημεία τσιμπημένη προς το μελό- διήγηση, ξεδιπλώνει το νήμα της πολυτάραχης ζωής της. Από τα παιδικά της χρόνια στο Μπρονξ, τις σπουδές της, όταν προσπαθούσε  να αποδείξει ότι δεν είναι μόνο χορεύτρια αλλά και τραγουδίστρια, μέχρι τον τελικό του Super Βowl, όπου με ένα επαναστατικό show, στο οποίο συμμετέχει και η δεκατετράχρονη κόρη της, η Λόπεζ μιλάει ανοιχτά για όλα και κυρίως για το τι σημαίνει να είσαι μετανάστης σήμερα στις ΗΠΑ.

Netflix

Γι’ αυτό άλλωστε και στην εμφάνισή της στο κορυφαίο αθλητικό event της Αμερικής, επέλεξε να ανέβει στη σκηνή μαζί με παιδιά, τα οποία βρίσκονταν συμβολικά σε κλουβιά, κάνοντας έτσι μια δήλωση υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Και μπορεί η NFl να είχε τις αντιρρήσεις για τις επιλογές της, εκείνη όμως αντιστάθηκε και για ακόμα μια φορά κατάφερε να περάσει το δικό της.

Αυτό το πείσμα, ή καλύτερα η ανάγκη της να υπάρξει ισότιμα στην ίδια της τη χώρα, φαίνεται πως καθόρισε κάθε της βήμα. Κι ήταν η ίδια ανάγκη που την έκανε να υπομένει στωικά τις επιθέσεις, να σηκώνεται κάθε φορά που λύγιζε από την κατάθλιψη και να  αντεπεξέρχεται με αξιοπρέπεια στις απογοητεύσεις και στις ήττες της. 

Το ενδιαφέρον στο «Halftime», που φυσικά ακολουθεί τη λογική ενός success story, από αυτά που τόσο αγαπάει το American dream, είναι ότι δεν φοβάται να μιλήσει και για τις σκοτεινές πλευρές, για τις στιγμές που ένα νέο κορίτσι γίνεται χωρίς να το θέλει, ούτε καν να το προκαλεί, περίγελος, απλώς επειδή είναι Λατίνα, ή την ώρα που μια καταξιωμένη πια καλλιτέχνης, ενώ είναι έτοιμη να απολαύσει τους καρπούς των κόπων της, χάνει ακόμα μια φορά. Η καταγραφή της συγκρατημένης θλίψης της στο άκουσμα των υποψηφιοτήτων για τα Όσκαρ, από τις οποίες το δικό της όνομα απουσίαζε, αν και η ερμηνεία της στο «Hustlers» παραδόξως επαινέθηκε από τους κριτικούς, αλλά και το παιδικό της κλάμα όταν έγκυρα έντυπα έγραψαν επιτέλους κάτι καλό γι' αυτήν, συμπυκνώνει την προσωπικότητα της JLo, που πίσω από το φαντεζί περιτύλιγμα παραμένει πάντα μια σκληρά εργαζόμενη γυναίκα, η οποία συνεχώς πρέπει να αποδεικνύει ότι τίποτα δεν της χαρίστηκε.

Ταυτόχρονα, ο  Άφλεκ, με τον οποίο ξαναζούν τον έρωτά τους, στενοί της συνεργάτες της, αλλά και μέλη της οικογένειάς της, αποφεύγοντας την αγιογραφία, αποκαλύπτουν μερικές άγνωστες πτυχές της. Η ίδια χωρίς να ντρέπεται, ή να προσπαθεί να ωραιοποιήσει τα γεγονότα, αναφέρεται στις δυσκολίες που αντιμετώπισε, εξομολογείται πως αν και όνειρό της ήταν πάντα μια σωστή οικογένεια, δεν θεωρεί πως είναι η «τέλεια μητέρα», και πιο κατασταλαγμένη από ποτέ μιλάει με θάρρος για τον ρατσισμό και με πάθος διεκδικεί να ακουστεί όχι μόνο η δική της φωνή, αλλά η φωνή χιλιάδων άλλων γυναικών, όπως αυτή.

Netflix

Ναι, στα πλαίσια της show biz, που η Jlo γνωρίζει όσο κανείς, ενίοτε καταφεύγει σε τεχνάσματα που εκβιάζουν τη συγκίνηση του θεατή, αλλά ποιος μπορεί να την αδικήσει; Γιατί αν ο κόσμος για να την ακούσει, χρειάζεται μια παράσταση, εκείνη είναι αποφασισμένη να τη δώσει, όχι επειδή την ενδιαφέρει η πολιτική, όπως λέει, αλλά επειδή πάνω από όλα την αφορά η δικαιοσύνη. Κι επειδή με το έργο της και τη δράση της το αποδεικνύει και κάνει πράξη καθημερινά τα όσα πρεσβεύει, έχουμε κάθε λόγο να την πιστεύουμε.