Μαρία Διαμάντη: Η σχεδιάστρια μόδας που αναβίωσε το ιστορικό ατελιέ της γιαγιάς της στον Κεραμεικό
Η Μαρία Διαμάντη είναι παιδί του ιστορικού κέντρου της Αθήνας και συγκεκριμένα, του Κεραμεικού, την εποχή που οι γειτονιές ανθούσαν. Όμως δεν έπαιξε σε πλατείες. Από τότε που θυμάται τον εαυτό της, έπαιζε με κλωστές και με μεζούρες. Μεγάλωσε μέσα στο οικογενειακό ατελιέ και τη σχολή ραπτικής που διατηρούσε η γιαγιάς της από το 1930. 80 χρόνια μετά, δημιούργησε τον δικό της χώρο στην οδό Μαραθώνος, στον ίδιο δρόμο όπου στεγαζόταν το ιστορικό ατελιέ της γιαγιάς της. Η ίδια μας διηγείται την ιστορία της...
«Η οικογένεια μου διατηρούσε από το 1930 μια από τις πρώτες επίσημες σχολές μόδας στην Αθήνα και παράλληλα ένα από τα πιο γνωστά, ιστορικά πλέον, ατελιέ της εποχής. Σε αυτό το ατελιέ -όταν ήδη μετρούσε πολλές δεκαετίες λειτουργίας- πέρασα τα παιδικά και τα εφηβικά μου χρόνια. Εκεί έπαιζα, εκεί διάβαζα για το σχολείο και όταν βαριόμουν παρακολουθούσα τις πρόβες και έπιανα κουβέντα με τις πελάτισσες. Είχα μόνιμα μια δική μου θέση στον μεγάλο πάγκο εργασίας του και από πολύ νωρίς ένα κομμάτι ύφασμα μπροστά μου για να ντύνω μια κούκλα. Τα χρόνια πέρασαν, το κομμάτι μεγάλωσε, έγινε μέτρα υφάσματος, έγινε φόρεμα. Το πρώτο μου το κατασκεύασα, μάλιστα, πολύ πριν την ηλικία των δέκα χρόνων. Αρκετά νωρίς σκέφτηκα να μη μείνω μόνο σε ότι έβλεπα την οικογένεια μου να κάνει και έτσι αποφάσισα να σπουδάσω σχέδιο μόδας και ενδυματολογία θεάτρου.
Οι σπουδές μου αυτές μου άνοιξαν δρόμους που δεν περίμενα. Τελειώνοντας το δεύτερο έτος της σχολής βρέθηκα παράλληλα να εργάζομαι σε αυτήν ως εκπαιδεύτρια νέων σχεδιαστών -τις περισσότερες φορές μάλιστα εγώ ήμουνα πιο νέα από αυτούς. Συνέχισα να διδάσκω για σχεδόν δέκα χρόνια σε κάποιες από τις ιδιωτικές σχολές που υπήρχαν στην Αθήνα εκείνη την εποχή, που μάλιστα ήταν και πολλές και αξιόλογες».
Είχα μόνιμα μια δική μου θέση στον μεγάλο πάγκο εργασίας του και από πολύ νωρίς ένα κομμάτι ύφασμα μπροστά μου για να ντύνω μια κούκλα
Όλα αυτά με αφετηρία το ιστορικό ατελιέ της γιαγιάς.
«Το 1930 ο παππούς μου εργαζόταν ήδη στο μουσείο της Ακρόπολης ως αρχιφύλακας. Το σύνηθες τότε ήταν, όποια σπουδαία προσωπικότητα της εποχής επισκεπτόταν τον Παρθενώνα, να ξεναγείται από εκείνον. Έτσι ο παππούς μου είχε συναντήσει όλες τις μεγάλες προσωπικότητες της εποχής, μεταξύ των οποίων και πολλούς διάσημους καλλιτέχνες και μόδιστρους, με κάποιους από τους οποίους σύναψε φιλικές σχέσεις. Μιλούσε άπταιστα έξι γλώσσες, κάτι που καθιστούσε πολύ εύκολη και άμεση την επικοινωνία μεταξύ τους. Γνωρίζοντας τις ικανότητες της γιαγιάς μου, αλλά και τις σπουδές της, σε κάποιες συζητήσεις τους, γεννήθηκε η ιδέα να δημιουργηθεί το ατελιέ.
Η κλασσική παιδεία του παππού μου αλλά και η αγάπη του για τη γεμάτη μνήμες αρχαιότητας περιοχή του Κεραμεικού ήταν ο λόγος που επέλεξε στη συγκεκριμένη περιοχή να αποκτήσει το νεοκλασικό που έμελε να στεγάσει τις δραστηριότητες του ατελιέ στα χρόνια που ακολούθησαν. Τα υπόλοιπα ήρθαν από μόνα τους. Οι γνωριμίες του παππού βεβαίως ήταν ικανές να φέρνουν τα «μοντέλα»-έτσι έλεγαν τότε τα πατρόν- απευθείας από το Παρίσι αλλά και η γιαγιά μου ήταν τόσο ικανή που κατάφερε σε λίγα μόλις χρόνια να ντύσει πολλές γνωστές Αθηναίες, να δημιουργήσει μια από τις πιο μεγάλες σχολές κοπτικής -ραπτικής και παράλληλα να είναι από τις λίγες της εποχής που γνώριζαν, κατασκεύαζαν αλλά και δίδασκαν την τέχνη του χειροποίητου καπέλου».
«Αυτή την σπουδαία οικογενειακή μας ιστορία που την γνώριζα και ήμουν εξαιρετικά περήφανη γι’ αυτή, δεν σκέφτηκα ποτέ να την αναβιώσω. Την εποχή που το ατελιέ είχε πάψει να λειτουργεί, αποφάσισα να δημιουργήσω τον προσωπικό μου χώρο. Έτσι ξεκίνησε το δικό μου ατελιέ. Για να κάνω αυτό που αγαπώ πιο πολύ, να κατασκευάζω ρούχα. Το γεγονός όμως πως εγώ είχα περάσει πολλά χρόνια εκπαιδεύοντας σχεδιαστές και μου έλειπε το μάθημα σε συνδυασμό με το ότι γνώριζα πως είχε πλέον διαμορφωθεί η κατάσταση στις σχολές μόδας και ποια προβλήματα προέκυπταν όταν οι νέοι αποφοιτούσαν και ετοιμάζονταν να μπουν στην αγορά εργασίας χωρίς καθόλου κατασκευαστικές γνώσεις ήταν ο λόγος που θέλησα να κάνω και αυτά τα διαφορετικά μαθήματα μόδας.
Όταν όμως στο μυαλό μου σχημάτισα ένα πρόγραμμα μέσω του οποίου νέοι άνθρωποι θα μετατρέπονταν σε ολοκληρωμένους δημιουργούς είδα ότι πιο πολύ μοιάζει με τα μαθήματα που παρέδιδε κάποτε η γιαγιά μου παρά με ένα κλασσικό πρόγραμμα σπουδών κάποιας σχολής. Παλαιότερα, όταν οι άνθρωποι έστελναν τα κορίτσια να μάθουν ραπτική και πατρόν, όποια δε μπορούσε να ξεκινήσει από την ιδέα και να ολοκληρώσει ένα φόρεμα δεν αποφοιτούσε. Αυτό σήμερα στο εξωτερικό είναι η τέχνη του «couturier» και η πλέον εξελιγμένη μορφή σπουδών μόδας, σε μεγάλη αντίθεση με την Ελλάδα που μέχρι να ξανακάνουμε εμείς μόδα την ραπτική στις σχολές -το μάθημα της ραπτικής, όπου και αν υπήρχε, ήταν κυρίως περιγραφικό.
Έτσι, ακριβώς επειδή τα πράγματα λειτουργούσαν καλύτερα τότε και ο τρόπος αυτός ένιωσα ότι μου ταίριαζε πιο πολύ, φτάσαμε σήμερα να συζητάμε για τα σχεδόν εφτά χρόνια από την αναβίωση του ατελιέ. Εγώ δεν έκανα καμία αναβίωση. Δημιούργησα κάτι σημερινό βάζοντας μέσα μεγάλη δόση από τον εαυτό μου. Ωστόσο η γιαγιά μου ήταν τελικά τόσο μπροστά από την εποχή της που αυτό που τότε οραματίστηκε, ακουμπούσε τόσο πολύ στο μέλλον που συναντήθηκαν οι απόψεις μας στο σήμερα. Άθελά μας δημιουργήσαμε το ίδιο πράγμα και εξαιτίας του ότι έχουμε ακριβώς το ίδιο όνομα το ατελιέ Maria DiamanDi ξαναγεννήθηκε, τόσο ίδιο αλλά και τόσο καινούριο που μερικές φορές αναρωτιέμαι αν εγώ το έψαξα ή αυτό με βρήκε».
Αυτή την σπουδαία οικογενειακή μας ιστορία που την γνώριζα και ήμουν εξαιρετικά περήφανη γι’ αυτή, δεν σκέφτηκα ποτέ να την αναβιώσω
«Δεδομένου ότι δεν στόχευα έτσι κι αλλιώς στη συνέχεια του ατελιέ αλλά στο δικό μου όνειρο, ούτε διατήρησα, ούτε άλλαξα κάτι. Υλοποίησα το προσωπικό μου -όπως νόμιζα- όραμα, το όραμα όμως της γυναίκας που και με μεγάλωσε και με δίδαξε βρέθηκε μπροστά μου, τόσο σημερινό που έγινε το δικό μου. Παρ' όλα αυτά εγώ είμαι μια άλλη Μαρία Διαμάντη -η επόμενη- και πράττω όπως σκέφτομαι! Παρ' όλο που όσοι μας ξέρουν από παλιά λένε πως ο χαρακτήρας μου μοιάζει τρομερά με της γιαγιάς μου».
Όσοι μας ξέρουν από παλιά λένε πως ο χαρακτήρας μου μοιάζει τρομερά με της γιαγιάς μου
«Αυτό που κάνω είναι να σχεδιάζω και να πουλάω ρούχα χειροποίητα, αποκλειστικά κατασκευασμένα για τα άτομα για τα οποία προορίζονται, αναβίωσα τα «μαθήματα μόδας» που η γιαγιά μου παρέδιδε -μάλιστα τα παραδίδω πια μέσω διαδικτύου σε όλο τον κόσμο. Όπου υπάρχει ομογένεια, έχω και μαθητές και μελετώ και κατασκευάζω τα «γλυπτά φορέματα» μου, τα οποία είναι η πιο πρόσφατη και η πιο εξελιγμένη μορφή της δουλειάς μου. Ρούχα/έργα τα οποία μπορούν να λειτουργήσουν σε ένα χώρο με την μορφή εγκατάστασης δίχως να χρειάζονται για να σταθούν καμία κούκλα ραπτικής ή κρεμάστρα, τα οποία παράλληλα είναι και ένα ολοκληρωμένο project στο επίπεδο της concept art μέσω του οποίου μελετώ και σχολιάζω βασικά συναισθήματα της ανθρώπινης ύπαρξης. Η προσδοκία, η επιθυμία, η λαγνεία, ο φόβος, ο θυμός, η αθωότητα, η εξουσία, η χαρά, η πειθαρχία είναι μερικά μόνο από τα συναισθήματα που μελετούνται και περιγράφονται ή καταγράφονται στα γλυπτά φορέματα όπως βιώνονται από τις γυναίκες.
Δεν ξέρω αν θα έπρεπε αλήθεια να ασχοληθώ στο μέλλον με ακόμα περισσότερα πράγματα -είμαι άλλωστε της άποψης ότι όσο πιο πολύ εμβαθύνεις σε κάτι τόσο πιο πολύ χαρά παίρνεις από αυτό. Δεν ήμουν ποτέ υπέρ των πολλών αλλαγών, ούτε στη δουλειά μου ούτε στην προσωπική μου ζωή. Παρ' όλα αυτά δεν αρνήθηκα ποτέ να πάω παρακάτω ακόμα και θυσιάζοντας πράγματα ήδη κεκτημένα οπότε αυτό που τώρα δεν μπορώ να φανταστώ ότι θα προκύψει θέλω και να μου συμβεί και να με εκπλήξει. Άλλωστε είμαι έτοιμη για όλα. Με την ίδια ευκολία που θα πήγαινα αυτό το όνειρο όσο μακριά δεν πάει, με την ίδια θα το θυσίαζα για ένα άλλο όνειρο που αυτή τη στιγμή δε μπορώ να φανταστώ ποιο θα είναι. Ζούμε μόνο μια φορά και ένας Θεός ξέρει πόσο. Δεν μου αρέσει να εγκλωβίζομαι σε ένα μόνο όνειρο. Θέλω να ονειρευτώ κι άλλες φορές».
Σχεδιάζω και πουλάω ρούχα χειροποίητα, αποκλειστικά κατασκευασμένα για τα άτομα για τα οποία προορίζονται
«Στη δική μου γλυπτική μόδα μπορεί κανείς να χρησιμοποιεί υλικά που δεν θα έβλεπε εύκολα πάνω σε ένα κοστούμι το οποίο προορίζεται για να φορεθεί. Και επειδή σκοπός μου πάντα είναι να περιγράψω τους άλλους, μέσα στους οποίους υπάρχουν σίγουρα οι έννοιες με τις οποίες καταπιάνομαι στα έργα μου, χρησιμοποιώ κάθε φορά το κατάλληλο υλικό για να περιγράψει την ιστορία μου. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να χρησιμοποιώ κάθε φορά και διαφορετικό υλικό πάντα όμως για να προσθέσω επιπλέον στοιχεία σε ένα γλυπτό. Συνήθως το βασικό υλικό είναι το ύφασμα και συγκεκριμένα το διάφανο πλαστικό ύφασμα. Έχω κατά καιρούς όμως προσθέσει πάνω σε αυτό από καρφίτσες, χιλιάδες βελόνες, σούστες, ντυμένα κουμπιά μέχρι ρέλια, ξύλο, λάστιχο, καραμέλες ή και ζαχαρωτά».
«Ευτυχώς δεν συνάντησα δυσκολίες. Συνάντησα πολύ αγάπη στο δρόμο μου, αποδοχή και τύχη. Αλλά δουλεύω! Και το συμβουλεύω σε όλους αυτό. Κυρίως στους μαθητές μου. Την ώρα που αυτοί πάνε για ποτό εγώ ξενυχτάω στο ατελιέ ράβοντας, γράφοντας, διαβάζοντας. Δεν γίνεται αλλιώς... Θεωρώ πως ο μοναδικός δρόμος να ξεχωρίσεις σε κάτι είναι όχι να προσπαθείς γι’ αυτό αλλά να είσαι αυτό. Να είναι η φύση σου και όχι η θέση σου. Να μη μπορείς να κάνεις αλλιώς. Ποτέ δεν έραψα για να με αγοράσουν όπως ποτέ δεν έγραψα για να με διαβάσουν. Θα τα έκανα έτσι κι αλλιώς. Όμως χαίρομαι πολύ όταν το κάνουν!».
Ποτέ δεν έραψα για να με αγοράσουν όπως ποτέ δεν έγραψα για να με διαβάσουν
«Δεν αγαπώ όμως ξεχωριστά κάποια δημιουργία σε σχέση με τις υπόλοιπες γιατί δεν σχετίζομαι αυτοβιογραφικά με καμία από αυτές. Ο σκοπός μου είναι κυρίως περιγραφικός. Αναφέρομαι στα γλυπτά μου φορέματα γιατί κυρίως σε αυτό το κομμάτι της δουλειάς μου εστιάζω πια. Το έργο μου αναφέρεται στο σύνολο των γυναικών, σε καμία όμως μεμονωμένα. Από το σύνολο εμπνέομαι και σε αυτό απευθύνομαι. Στόχος μου είναι η κάθε μία γυναίκα να αναγνωρίσει τον εαυτό της και να βρει στοιχεία δικά της μέσα στη δουλειά μου. Εάν μάλιστα καταφέρω να αισθανθεί η κάθε μια ξεχωριστά ότι την αφορά προσωπικά, τότε μάλλον κατάφερα και να τη μελετήσω και να την περιγράψω».
«Είμαι τυχερή γιατί έχω την αγάπη όσων μας γνωρίζουν από παλιά, την υπομονή της οικογένειας μου και την εμπιστοσύνη των μαθητριών μου που είναι η δεύτερη οικογένεια για μένα. Ωστόσο είχα στην ζωή μου την τύχη να συναντήσω και μερικούς φωτισμένους ανθρώπους, τους οποίους πάντα και θα ευχαριστώ για κάποιες εμπνευσμένες τους φράσεις, σκέψεις και ιδέες που κατά καιρούς μου άλλαξαν τη ζωή, την καριέρα και το επαγγελματικό status. Οι ίδιοι ξέρουν πολύ καλά ποιοι είναι...».
Το έργο μου αναφέρεται στο σύνολο των γυναικών, σε καμία όμως μεμονωμένα
«Πιστεύω ότι η γιαγιά μου, από τη θέση που βρίσκεται τώρα, θα με συμβούλευε ότι, εφόσον όλα έρχονται και παρέρχονται και το μόνο που μένει είναι το πως οι ίδιοι αισθανόμαστε τη στιγμή που ζούμε όσα ζούμε, να αγαπώ όχι μόνο τη δουλειά μου αλλά την ίδια τη ζωή. Η γιαγιά μου -ο άνθρωπος που με μεγάλωσε- ξαφνικά μια μέρα δεν υπήρχε πια. Έτσι γίνεται με όλα στη ζωή και με τη ζωή την ίδια. Καλό είναι να το κρατάμε σε μια άκρη του μυαλού μας αυτό όταν ασχολούμαστε με ανταγωνισμούς, ζήλιες, εφήμερη δόξα και άλλα τέτοια. Επίσης η γιαγιά μου με αγάπησε πολύ. Ήταν ο άνθρωπος που με καλόμαθε τόσο που όταν η ίδια έφυγε από τη ζωή κανείς δεν ήξερε τι να κάνει μαζί μου. Νομίζω λοιπόν πως ότι συμβουλή είχε να μου δώσει μου την έδωσε τότε. Με έμαθε να με αγαπώ, να απαιτώ να με αγαπούν και να κάνω τα πάντα για να φτάνω εκεί που θέλω. Όπως έκανε και η ίδια».
«Αν μου ζητούσαν να συμβουλεύσω εγώ τους άλλους - τους μαθητές μου κυρίως- αυτό που θα επέλεγα ως τη μια και μοναδική συμβουλή, είναι αυτό που κάνω πάντα εγώ όσων αφορά τη δουλειά μου. Είμαι είκοσι χρόνια δημιουργός και παράλληλα δασκάλα -από είκοσι χρονών- και παρ’ όλα αυτά δεν έπαψα ποτέ να γίνομαι με την πρώτη ευκαιρία μαθήτρια. Και δεν σταμάτησα ποτέ να ψάχνω για ανθρώπους-δασκάλους. Ένας από τους πιο αγαπημένους μου φίλους, που κατά κάποιον τρόπο έχει υπάρξει και δάσκαλος για μένα, μου έχει μάθει πως η ζωή δεν είναι τίποτα άλλο παρά υπόθεση καλών ή κακών συναναστροφών».
Η γιαγιά μου με έμαθε να με αγαπώ, να απαιτώ να με αγαπούν
Η Μαρία Διαμάντη έχει ήδη παρουσιάσει με την ομάδα της δύο εκθέσεις, τη μια τον Απρίλιο του 2014 με τίτλο «180 minutes for 18 ideas» και θέμα το κοστούμι ως μορφή τέχνης με εναλλακτικές πρώτες ύλες και τη δεύτερη τον Ιούνιο του 2017 με τίτλο #fashionrewindproject και θέμα το κοστούμι ως μορφή τέχνης στη μόδα και τον κινηματογράφο προηγούμενων δεκαετιών, στις οποίες νέοι μαθητές κλήθηκαν να βγουν από τα στενά πλαίσια που μέχρι τότε όριζαν στο μυαλό τους το ένδυμα και να περιπλανηθούν σε επιπλέον περιοχές. Να αντιμετωπίσουν το ρούχο ως «έργο», ως «μέσο» μετάδοσης ενός μηνύματος, με σκοπό να αλλάξουν μια και καλή τον τρόπο που θα έβλεπαν από τότε και πέρα τη μόδα και τα προϊόντα της. Αυτή τη στιγμή μελετά και προετοιμάζει με την ομάδα της την τρίτη κατά σειρά παρουσίαση τους, η οποία λόγω των on-line μαθημάτων, θα έχει συμμετοχές που μετρούν χιλιάδες μίλια απόσταση και που θα συναντηθούν γι' αυτο το σκοπό στην Αθήνα.
Το ατελιέ της Μαρίας Διαμάντη βρίσκεται στην οδό Μαραθώνος 31 στον Κεραμεικό
Site: mariadiamandi.com
Facebook : facebook.com/mariadiamandiofficialpage
Instagram: instagram.com/maria_diamandi