Ιωάννα Κολιοπούλου: «Είμαι άνθρωπος και των άκρων και των πλαισίων. Μου συμβαίνουν και τα δύο»
Η Ιωάννα Κολλιοπούλου έγινε η Στέλλα (κοιμήσου), η σύγχρονη εκδοχή της Στέλλας Βιολάντη μέσα από τη ματιά του Γιάννη Οικονομίδη. Για τρίτη χρονιά πορεύεται μαζί με την ηρωίδα της, αγγίζοντας ακραίες καταστάσεις. Παράλληλα κάνει κι άλλα πολλά θεατρικά -και όχι μόνον, πράγματα. Και εκπέμπει μια υγιή δύναμη...
«Είμαι άνθρωπος και των άκρων και των πλαισίων. Μου συμβαίνουν και τα δύο. Σε κάποιους τομείς οριοθετώ τα πράγματα και σε κάποιους άλλους όχι, γίνομαι παρορμητική, δεν σκέφτομαι τίποτα...
Ενας ρόλος στα άκρα απαιτεί άλλη προσέγγιση. Το ανακάλυψα μέσα από τη διαδικασία των προβών και, κυρίως, των παραστάσεων του «Στέλλα κοιμήσου». Η δυσκολία και η διαφορετικότητα είναι στη λειτουργία. Κάθε ρόλος, κάθε ηθοποιός ανεβαίνει στα κόκκινα, και για να γίνει αυτό πρέπει να βάλεις τον εαυτό σου σε μια διαδικασία καθημερινής διαθεσιμότητας στο 100%, στο έπακρον. Για μένα αυτό ήταν το δύσκολο. Να πηγαίνω στα κόκκινα σε καθημερινή βάση. Αμα το καταφέρνουμε όλοι, μετά, πάει μόνο του, γιατί το επίπεδο επικοινωνίας μεταξύ μας είναι πολύ υψηλό...
Στην εφηβεία μου μπορεί να δυσκόλεψα λίγο τους γονείς μου αλλά την πέρασα πολύ ωραία
H Στέλλα είναι ένα κορίτσι πέρα από κοινωνικά στάτους. Μιλάει για συναίσθημα και για την αναγνώριση αυτού του συναισθήματος κι αυτό νομίζω ότι αφορά πολύ κόσμο. Εχω τόσο μεγάλη σχέση με την Στέλλα όσο ο καθένας από εμάς έχει (μια όποια) επαφή με το συναίσθημά του. Για μένα προσδιορίζει το κορίτσι που ερωτεύεται για πρώτη φορά. Δεν παύει να είναι ένας άνθρωπος που ερωτεύεται για πρώτη φορά και γι΄αυτό αφορά σε οποιονδήποτε αντιλαμβάνεται για πρώτη φορά τον έρωτα».
«Κάθε μέρα πας στο θέατρο γεμάτος, αδειάζεις και ξαναγεμίζεις για να ξανα-αδειάσεις πάλι -και ήταν πολύ καινούργιο αυτό για μένα. Είναι όμως τονωτικό και απελευθερωτικό, παρά τη δυσκολία που έχεις στα φωνητικά, στη σωματική ενέργεια, τον ιδρώτα, την ψυχολογική ένταση. Τίθεσαι σε μια διαδικασία να μιλήσεις με τον τρόπο που εσύ θέλεις για τον έρωτα, την αγάπη, την σύγκρουση, σε συνθήκη που δεν θα ξαναβρισκόσουν. Οπότε βγαίνουν πράγματα προσωπικά...
Γεννήθηκα στην Αθήνα. Η καταγωγή του πατέρα μου είναι από το Χρυσοβίτσι, ένα χωριό της Αρκαδίας. Κρατάω πολύ ωραία πράγματα από τα παιδικά και εφηβικά μου χρόνια. Είχα πολύ στενούς φίλους τους οποίους κρατώ ακόμα και με την οικογένειά μου είμαστε πολύ δεμένοι. Στην εφηβεία μου μπορεί να δυσκόλεψα λίγο τους γονείς μου αλλά την πέρασα πολύ ωραία. Μέναμε στο Μαρούσι μέχρι να τελειώσω το δημοτικό και μετά πήγαμε στην Πεντέλη. Ημουν μαθήτρια του 17 περίπου.
Εβλεπα παραστάσεις όσο σπούδαζα, αλλά όχι πολύ. Ενοιωθα όμως ότι έχω κάτι κοινό με τους ανθρώπους που έπαιζαν, σαν κοινό κώδικα
Θέατρο δεν έβλεπα. Στην Α΄Λυκείου πρωτομπήκε στη ζωή μου. Θυμάμαι την καθηγήτρια των Αγγλικών να περνά από τα τμήματα και να ρωτάει ποιος θέλει να συμμετάσχει στην θεατρική ομάδα του σχολείου -πήγαινα στου Κωστέα-Γείτονα. Αυτό ήταν. Πήγα. Και μαζί τέλειωσε η εφηβεία μου, ηρέμησα. Κάναμε παραστάσεις με Σαίξπηρ, Γκολντόνι. Στην Γ’ λυκείου το άφησα λίγο για τις Πανελλήνιες και το ξαναβρήκα στο Πανεπιστήμιο. Μπήκα στη Φιλοσοφική αλλά πήγα και βρήκα τους συμμαθητές από το σχολείο στη θεατρική φοιτητική ομάδα της ΑΣΟΕΕ».
«Οι γονείς μου ήξεραν ότι θέλω να κάνω θέατρο. Είχαμε κάνει μια κουβέντα όταν τελείωνα το σχολείο. Στην αρχή δυσκολεύτηκαν να το αποδεχτούν. Μετά συμφώνησαν αλλά μου είπαν «Κάνε κι ένα Πανεπιστήμιο, πάρε κι ένα πτυχίο». Κι έτσι έγινε. Προσπάθησα να τελειώσω τις σπουδές μου. “Πετώντας” πήγαινα στη Σχολή. Δεν οδηγούσα τότε κιόλας και ξυπνούσα κάθε μέρα στις πέντε, να πάρω το λεωφορείο, να αλλάξω διαδρομή, για να φτάσω στην ώρα μου. Ολο αυτό μου έκανε καλό. Το έζησα πολύ ωραία, πήγα κι έναν χρόνο Εrasmus στο Παρίσι. Με τον καιρό συνειδητοποιούσα πόσο πολύ ήθελα το θέατρο. Σιγουρεύτηκα και είπα, πάμε... Ημουν πιο ώριμη, 23-24 ετών πια. Πήγα στη Δραματική του Εθνικού.
Εβλεπα παραστάσεις όσο σπούδαζα, αλλά όχι πολύ. Ενοιωθα όμως ότι έχω κάτι κοινό με τους ανθρώπους που έπαιζαν, σαν κοινό κώδικα. Τους θαύμαζα όλους και ένοιωθα ότι κάποια στιγμή θα τους δω από κοντά και θα μιλήσουμε γι΄αυτό που συμβαίνει. Σαν συγγενείς. Το είχα βάλει στο μυαλό μου, με ενθουσιάζε, με ενδιέφερε πολύ.
Η πρώτη μου επαγγελματική παράσταση ήταν με τον Αρη Ρέτσο. Πραγματικό μεταπτυχιακό
Από τη σχολή κρατώ κάποιους αγαπημένους καθηγητές, όπως τη Μαρία Κεχαγιόγλου, που ήταν και η πρώτη της φορά τότε που μας δίδασκε. Κάτι έκανε στο μάθημά της που εμένα μου άνοιξε κάποια πράγματα στο κεφάλι μου και τα κουβαλάω ακόμα. Μετά ήταν ο Ακύλλας Καραζήσης, ο Νίκος Χατζόπουλος, ο Δημήτρης Καταλειφός και πόσοι ακόμα».
«Με άγχωνε η αρχή, πώς θα ξεκινήσω στον χώρο. Ημουν σε εγρήγορση, έψαχνα τα πάντα. Πήγαινα σε ακροάσεις. Εφτασα στο σημείο να περιμένω οκτώ ώρες για οντισιόν. Είχα τρομερή ενέργεια να διοχετεύσω. Στη σχολή οι χρόνοι ήταν τεράστιοι -επί τρία χρόνια, από τις δέκα το πρωί ως τις δέκα το βράδυ, με μια ώρα κενό, ήσουν εκεί. Σαν στρατιωτικό. Ηταν πολύ, πάρα πολύ. Δεν μπορούσα να το απορροφήσω όλο αυτό. Κάθε μέρα ήταν και κάτι καινούργιο. Τρέχαμε πολύ -με τα καλά και τα κακά του. Πειθαρχία μεγάλη και υπομονή. Αυτό έμαθα. Εμαθα τι θα πει πειθαρχία και υπομονή....
Δεν πέρασα από οντισιόν για την “Στέλλα”. Μου τηλεφώνησε ο Γιάννης Οικονομίδης. Ηθελα πολύ να δουλέψω μαζί του, τον αναζητούσα...
Η πρώτη μου επαγγελματική παράσταση ήταν με τον Αρη Ρέτσο. Πραγματικό μεταπτυχιακό. Μόνον η ακρόαση κράτησε για μένα και όσες ηθοποιούς τελικά πήρε στο Χορό, έναν μήνα... Ζόρικη ακρόαση, ζόρικη πρόβα, αλλά ό,τι καλύτερο μπορούσε να μου συμβεί μετά τη σχολή. Ο άνθρωπος είναι μια σχολή από μόνος του. Ημουν τόσο ενθουσιασμένη -συνεργαζόμουν και με ονόματα όπως ο Αβαρικιώτης, ο Μυριαγκός, η Καρβούνη, η Καλτσίκη, η Γουλιώτη... Ημουν ευτυχισμένη. Ηταν αυτό ακριβώς που ήθελα να κάνω. Με μάγεψε αυτό που έκανε ο Ρέτσος, η οπτική του στα αρχαία κείμενα. Ερχόμενη κιόλας από τη Φιλοσοφική, ξαναδιάβασα τα κείμενα. Πάντα επιστρέφω εκεί. Ο Ρέτσος μου αποκάλυψε έναν καινούργιο κόσμο.
Μετά συνέχισα τις οντισιόν -με πήρε ο Βίκτωρ Αρδίττης για τη «Νίκη», με την Ρένη Πιττακή, τη Μαρία Κερχαγιόγλου, στο Εθνικό και τα πράγματα άρχισαν να παίρνουν τον δρόμο τους».
«Οχι δεν αμφισβήτησα ποτέ την επιλογή μου. Νοιώθω ότι μέχρι στιγμής, επειδή ήμουν και τυχερή στο πώς έρχονταν τα πράγματα, έχω κάνει σωστά βήματα για μένα. Μου ταιριάζουν αυτά που έχω κάνει, προχωρώ σιγά-σιγά, βήμα-βήμα. Παρακολουθούσα σεμινάρια σκηνοθετών για να γνωρίσω ανθρώπους που με ενδιέφεραν και ήθελα να δουλέψω μαζί τους, έκανα κινήσεις που αφορούσαν τη δουλειά μου. Το οργάνωνα. Από ένα σημείο και μετά δεν βιαζόμουν, όπως στην αρχή. Κατάλαβα ότι θέλει χρόνο και σταθερά βήματα. Με υπομονή, ένα-ένα.. Βέβαια τα τρία-τέσσερα τελευταία χρόνια έχει γίνει μια στροφή.
Δεν πέρασα από οντισιόν για την “Στέλλα”. Μου τηλεφώνησε ο Γιάννης Οικονομίδης. Ηθελα πολύ να δουλέψω μαζί του, τον αναζητούσα... Ηξερα ότι αυτή η συνάντηση θα είναι πολύ δημιουργική. Ενοιωθα ότι ταιριάζουμε. Στην αρχή νόμιζα ότι επρόκειτο για ταινία και συμφώνησα. Είχα ήδη κλείσει σε άλλη θεατρική παράσταση όταν κατάλαβα ότι και η “Στέλλα” προοριζόταν για τη σκηνή. Επαθα σοκ, γιατί δεν θα μπορούσα να τα συνδυάσω. Οπότε αρνήθηκα τον ρόλο. Mετά έμαθα ότι η άλλη παράσταση θα ανέβαινε στο δεύτερο μισό της σεζόν (στο Πορεία, οι “Τρεισευτυχισμένοι” του Λαμπίς, από τον Γιάννη Χουβαρδά). Αλλά στο μεταξύ ο Οικονομίδης έψαχνε άλλα κορίτσια για την “Στέλλα”. Κίνησα γη και ουρανό για να τα συνδυάσω και τα κατάφερα. Του τηλεφώνησα ότι είμαι διαθέσιμη και έτσι ξεκινήσαμε. Ευτυχώς...
«Χωρίς να έχω γνωρίσει προσωπικά την βία στη ζωή μου, νοιώθω πως την ξέρω. Μου είναι εύκολο να την αναγνωρίσω, άρα συμβαίνει συχνά, καθημερινά. Μπορεί να περνά από μπροστά μου χωρίς να το καταλαβαίνω. Και μιλάω για κάθε μορφή βίας, λεκτική, σωματική, ψυχολογική. Εύκολα την αναγνωρίζουμε και ενεργοποιείται η μνήμη μας. Βλέπω στην παράσταση πόσο εύκολο μας είναι να μιλήσουμε πολύ άσχημα μεταξύ μας -κάτι που δεν κάνω στη ζωή μου. Με προβληματίζει η οικειότητα που έχουν οι θεατές με την “Στέλλα” όπως με τρομάζει το γεγονός ότι υπάρχουν τόσοι άνθρωποι με παρόμοια βιώματα -χωρίς να ανήκουν στη Μαφία. Και με ευχαριστεί το γεγονός ότι μετατοπίζονται μετά την παράσταση.
Δεν μου έχει ξανατύχει να δουλέψω με τέτοιο τρόπο. Νοιώθω τυχερή και ευγνώμων. Με άλλαξε στον τρόπο δουλειάς μου.
Για μένα το θεατρικό βραβείο “Μελίνα Μερκούρη” σημαίνει αναγνώριση στη δουλειά του Γιάννη Οικονομίδη αλλά και προσωπική ικανοποίηση. Είναι η ώθηση για να συνεχίσεις. Μαζί με το βραβείο Χορν στο Γιάννη (σ.σ. Γ. Νιάρρος, παίζει τον αδελφό της στην παράσταση) είναι μια ομαδική αναγνώριση.
Οχι δεν είναι όλη μου η ζωή θέατρο. Πηγαίνω πολύ σινεμά, συναυλίες πολλές, αγαπώ την μουσική, τα ταξίδια. Οι περισσότεροι φίλοι μου είναι εκτός χώρου, από το σχολείο κυρίως, αλλά και από αλλού. Είμαι αρκετά κοινωνική. Μ΄αρέσει να γεμίζω τη ζωή μου με βόλτες, με ανθρώπους δικούς μου, με δημιουργικά πράγματα».
«Δεν σκέφτομαι καθόλου τον εαυτό μου στο μέλλον, ούτε επαγγελματικά, ούτε προσωπικά -οικογένεια, παιδιά. Μέχρι στιγμής είμαι, μάλλον, της άποψης να ζω το παρόν. Συμβαίνουν τόσα πράγματα γύρω μου που με έχουν φοβίσει και προτιμώ να μην σκέφτομαι το μετά. Να αφήνομαι στη στιγμή, στο τώρα.
Τους έρωτες τους ζω στα άκρα. Αλλά κάθε χρόνο μετά τα τριάντα, είμαι 34, νοιώθω διαφορετική και με τις σχέσεις, όλες τις σχέσεις. Κάτι συμβαίνει στις γυναίκες μετά τα τριάντα, χωρίς να μου έχει χτυπήσει το βιολογικό καμπανάκι, κάτι συμβαίνει στο μυαλό μου. Παράλληλα με τη διαδικασία που κάνεις με τον εαυτό σου, ειδικά στη “Στέλλα”, βλέπεις ότι ωριμάζεις, αλλάζεις. Εχω γίνει πιο ειλικρινής -ήμουν, ίσως, λιγότερο, αληθινή με ανθρώπους που δεν ήξερα καλά. Γειώθηκα λίγο. Ισορρόπησα. Με ισορρόπησε η Στέλλα. Εμαθα καλύτερα τον εαυτό μου, που σημαίνει ότι μπορώ και καλύτερα να τον διαχειριστώ.
Ζω από τη δουλειά μου, άλλοτε ναι κι άλλοτε όχι, αναλόγως την δουλειά. Πιστεύω ότι ο κόπος των ηθοποιών δεν είναι αντίστοιχος των απολαβών τους. Θα ήθελα να είναι πιο ισορροπημένο.
Η δημοσιότητα δεν με ενδιέφερε ποτέ, με κάνει να νοιώθω αμήχανα, με μπερδεύει. Νομίζω πως αν ένας ηθοποιός κάνει αυτή τη δουλειά για τη δημοσιότητα, δεν κάνουμε το ίδιο επάγγελμα. Εγώ για άλλο λόγο το κάνω, κι αυτό το συνειδητοποιήσα τον τελευταίο καρό. Για το τι αντίκτυπο έχει. Σαν να κάνουμε μια βουβή συζήτηση με τον θεατή.
Είμαι αισιόδοξη για την γενιά μου. Βλέπω την καλή πλευρά και προσπαθώ να την εκπέμπω και να την διαδίδω, όσο μπορώ. Το θέμα είναι πώς εσύ εισπράττεις την κακία του άλλου, αν θα δώσεις σημασία -ποιος ξέρει τι έχει περάσει άλλωστε. Η προσοχή μου είναι αλλού στραμμένη. Με τη δουλειά μου, με το βραβείο, μπαίνω και όλα πιο βαθειά σ΄αυτό που κάνω και βρίσκω κρίκους επικοινωνίας σε πιο σφαιρικό επίπεδο».
H Iωάννα Κολλιοπούλου παίζει στην παράσταση του Γιάννη Οικονομίδη «Στέλλα Κοιμήσου» μαζί με τους Στάθη Σταμουλακάτο, Γιάννη Νιάρρο, Καλιρρόη Μυριαγκού, Αντώνη Ιορδάνου, Μάγια Κώνστα, Θάνο Περιστέρη, Ελλη Τρίγγου.
Στο θέατρο Τζένη Καρέζη ως 12/10 στις 21.00 και από Δευτέρα 15/10 και κάθε Δευτέρα & Τρίτη στις 21.00