Έμελιν Πάνκχερστ: Η ηγέτιδα των σουφραζέτων που έστειλε τις γυναίκες για πρώτη φορά στην κάλπη
Οι σουφραζέτες ήταν μέλη γυναικείων οργανώσεων στα τέλη του 19ου και αρχές του 20ου αιώνα, που διεκδικούσαν δικαίωμα ψήφου για τις γυναίκες, στη Μεγάλη Βρετανία και την Ιρλανδία.
Ο όρος επινοήθηκε από την εφημερίδα Daily Mail ως υποτιμητικός χαρακτηρισμός για τα μέλη του κινήματος, ιδίως για το Women's Social and Political Union (WSPU). Προέρχεται από τη λέξη «suffragist», που δηλώνει τον υποστηρικτή του «suffrage», δηλαδή του δικαιώματος ψήφου. Οι σουφραζέτες διεκδικούσαν τη συμμετοχή τους στα κοινά και ίση μεταχείριση με τους άντρες.
Οι σουφραζέτες ήταν συνήθως γυναίκες της μεσαίας τάξης, με επισφαλή κοινωνικοοικονομική κατάσταση, που επιθυμούσαν να βελτιώσουν τις ζωές τους. Ο αγώνας για κοινωνική αλλαγή, σε συνδυασμό με το έργο σημαντικών υπέρμαχων των δικαιωμάτων των γυναικών όπως ο Τζον Στιούαρτ Μιλ, προετοίμασαν την εμφάνιση ενός κινήματος, όπου συσπειρώθηκαν μαζικά γυναίκες που διεκδικούσαν δικαίωμα ψήφου. Ο Μιλ εισήγαγε για πρώτη φορά την ιδέα του δικαιώματος ψήφου στις γυναίκες σε προκήρυξη που παρουσίασε στο βρετανικό εκλογικό σώμα το 1865.
Ηγέτης του Βρετανικού κινήματος ήταν η πολιτική ακτιβίστρια Έμελιν Πάνκχερστ, που ήταν επηρεασμένη από ρωσικές μεθόδους διαμαρτυρίας, όπως οι απεργίες πείνας. Το 1903 ίδρυσε το WSPU, ενώ πίστευε ότι για να υπάρξουν αποτελέσματα, η οργάνωση έπρεπε να γίνει πιο ριζοσπαστική και αγωνιστική.
Η εκστρατεία άρχισε να χρησιμοποιεί πιο επιθετικές πρακτικές, όπως ήταν η καταστροφή ιδιοκτησίας, το σπάσιμο παραθύρων και βιτρινών, οι εμπρησμοί και επιθέσεις σε αστυνομικούς. Ακόμη, αλυσοδένονταν σε κιγκλιδώματα, έβαζαν φωτιά σε γραμματοκιβώτια και μερικές φορές τοποθετούσαν εκρηκτικούς μηχανισμούς.
Οι Βρετανικές αρχές προσπαθούσαν να καταστείλουν τη δράση τους με φυλακίσεις και βίαιη επιβολή της τάξης. Μάλιστα, η Πάνκχερστ συνελήφθη το 1908 ενώ προσπαθούσε να μπει στη βουλή. Συνολικά εφτά φορές οδηγήθηκε στη φυλακή εξαιτίας της εξτρεμιστικής της δράσης. Η ίδια θεωρούσε τις φυλακίσεις των μελών του κινήματος, ιδανικό τρόπο να γίνει γνωστός ο σκοπός του αγώνα τους.
Ακολούθησαν απεργίες πείνας και διαδηλώσεις με την αστυνομία να προσπαθεί να καταστείλει τη δράση τους, ταΐζοντας τες με το ζόρι. Σε μια διαδήλωση 300 σουφραζέτων έξω από το Βρετανικό Κοινοβούλιο, με εντολή του τότε υπουργού εσωτερικών Ουίνστον Τσώρτσιλ, η αστυνομία γρονθοκόπησε τις διαδηλώτριες.
Οι κόρες της Πάνκχερστ, συμμετείχαν στο κίνημα, ενώ η μεγαλύτερη, η Κρίσταμπελ, διαδέχτηκε τη μητέρα της στην ηγεσία.
Ίδια κινήματα και οργανώσεις δημιουργήθηκαν με τη σειρά τους στις ΗΠΑ. Η Άλις Πολ και η Λούσι Μπερνς ηγήθηκαν μιας σειράς διαμαρτυριών κατά της κυβέρνησης Γουίλσον στη Ουάσινγκτον. Οι γυναίκες του κινήματος στις ΗΠΑ αναφέρονταν στον πρόεδρο ως «Κάιζερ Γουίλσον» και συνέκριναν το δράμα του γερμανικού λαού με αυτό των γυναικών της Αμερικής.
Η δράση της βρετανικής οργάνωσης ανακόπηκε δύο φορές, όταν ξέσπασε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, καθώς προείχε η αντιμετώπιση του εξωτερικού κινδύνου. Η κυβέρνηση απελευθέρωσε τις φυλακισμένες σουφραζέτες και εκείνες βοήθησαν σε πολλά πόστα στον πόλεμο, δείχνοντας τις δυνατότητές τους.
Στις 6 Φεβρουαρίου 1918, πέρασε τελικά η Νομοθετική Πράξη της Εκπροσώπησης των Πολιτών, που εκχωρούσε δικαίωμα ψήφου σε γυναίκες άνω των 30 που πληρούσαν τα ελάχιστα κριτήρια περιουσίας. Περίπου 8,4 εκατ. γυναίκες απέκτησαν δικαίωμα ψήφου. Το Νοέμβριο του ίδιου έτους, πέρασε και η Νομοθετική Πράξη της Εκλεξιμότητας των Γυναικών, εκχωρώντας τους το δικαίωμα εκλογής στη Βουλή.
Το 1928 η Έμιλι προσχώρησε στο συντηρητικό κόμμα και συνέχισε από την καινούργια της θέση να βοηθάει στη βελτίωση της ζωής της γυναίκας. Ωστόσο δεν πρόλαβε να δει τους αγώνες της να δικαιώνονται. Δύο εβδομάδες μετά τον θάνατο της, η Νομοθετική Πράξη Εκπροσώπησης του 1928 επέκτεινε το δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες άνω των 21, εξισώνοντας πλέον οριστικά το δικαίωμα ψήφου μεταξύ αντρών και γυναικών.
Δύο χρόνια αργότερα, τιμήθηκε με άγαλμα στο Victoria Tower Gardens στο Λονδίνο.
Το 1999, το περιοδικό Time ονόμασε την Πάνκχερστ μία από τους 100 πιο σημαντικούς ανθρώπους του 20ου αιώνα, δηλώνοντας ότι «διαμόρφωσε μια ιδέα για τη γυναίκα της εποχής μας. Συγκλόνισε την κοινωνία με ένα νέο πρότυπο και δεν μπορούσε να υπάρξει επιστροφή».
Κατακρίθηκε για τις σκληρές μεθόδους της και οι ιστορικοί διαφωνούν ακόμη και σήμερα για την αποτελεσματικότητά τους. Ωστόσο, ο αγώνας της έχει αναγνωριστεί ως καθοριστικός για την κατάκτηση του δικαιώματος ψήφου των γυναικών.