Σάρα Μπερνάρ: Η ηθοποιός που ακρωτηριάστηκε μετά από ατύχημα στη σκηνή
Ήταν παγκοσμίως γνωστή στα τέλη του 19ου αιώνα, αλλά η φήμη της έχει εξασθενίσει με το χρόνο. Ποια είναι η «πιο διάσημη ηθοποιός στον κόσμο»;
Ο ρόλος του Αμλετ είναι ο πιο σπουδαίος ρόλος που μπορεί να παίξει ένας ηθοποιός. Και όχι μόνο. Τα φώτα πέφτουν πάνω του, ο Τύπος ασχολείται μαζί του και η φήμη του απογειώνεται. Ο πρώτος κινηματογραφικός Αμλετ ήταν γυναίκα. Η Σάρα Μπερνάρ.
Η Μπερνάρ όμως δεν ήταν απλώς μια γυναίκα - ήταν η πιο διάσημη ηθοποιός στον κόσμο.
Ηταν το νόθο παιδί μιας Εβραίας πόρνης και ενός αγνώστου πατέρα. Ασχολήθηκε με την υποκριτική γιατί αυτό αποφάσισε ένας από τους φερόμενους ως εραστές της μητέρας της, ο μελλοντικός Δούκας του Μορνύ, ετεροθαλής αδελφός του Ναπολέοντα Γ’.
Στα 13 της, την έβαλε στο Conservatoire d'Art dramatique de Paris. Στην εφηβεία της ανέπτυξε μια αρκετά κακή φήμη: Εχασε την πρώτη δουλειά της στο διάσημο θέατρο Comédie-Française, μετά την άρνησή της να ζητήσει συγγνώμη σε μια μεγαλύτερη ηθοποιό, την οποία είχε χαστουκίσει. Αφορμή ήταν μια σπρωξιά στη μικρή αδελφή της Μπερνάρ, η οποία έπεσε πάνω σε μία κολώνα και έσκισε το κοστούμι της.
Υπάρχουν πολλές αμφιβολίες σχετικά με τη ζωή της και όλες οφείλονται στο γεγονός ότι συνήθιζε να μεγαλοποιεί και να παραποιεί τα γεγονότα. Ηταν παθολογική ψεύτρα και αποδεικνύεται από το γεγονός ότι κανείς δεν γνωρίζει αν τα γενέθλιά της είναι στις 22 ή 23 Οκτωβρίου. Ο Αλέξανδρος Δουμάς (γιός) την περιγράφει ως διαβόητη ψεύτρα.
Βρήκε δουλειά στο Théâtre du Gymnase-Dramatique, αλλά μετά από έναν ρόλο, άρχισε να αμφιβάλλει για το κατά πόσο ήταν καλή ηθοποιός. Η ψυχική της αναζήτηση διήρκησε κάποιους μήνες. Για να μπορέσει να ζήσει αυτό το διάστημα, η Μπερνάρ έγινε εταίρα. Κάπου το 1865 θα αποκτούσε το φημισμένο φέρετρό της, μέσα στο οποίο κοιμόταν για να μπαίνει στο πετσί του ρόλου. Εγινε ερωμένη του Ερρίκου, πρίγκιπα του Λιν το 1864 φέρνοντας στον κόσμο το μοναδικό παιδί της τον Μορίς. Τελικά ο Λιν την άφησε, για να παντρευτεί μια Πολωνή πριγκίπισσα.
Από το 1866 και για έξι χρόνια, η Σάρα Μπερνάρ είχε συμβόλαιο με το Théâtre de l'Odéon. Ήταν η εποχή που η ηθοποιός δημιούργησε τη φήμη της. Έπαιξε με μεγάλη επιτυχία στο "Κιν", του Αλέξανδρου Δουμά (πατέρα), ενώ ο μεγαλύτερός της θρίαμβος ήρθε το 1869, με τον ρόλο του νέγρου Ζανέτο στο μονόπρακτο "Ο διαβάτης" του νεαρού δραματουργού Φρανσουά Κοπέ, ένα ρόλο τον οποίο επανέλαβε σε κατ' εντολή ερμηνεία μπροστά στον Ναπολέοντα Γ'.
Το 1870 δεν υπήρχε θεατρική σκηνή στην Ευρώπη, που να μην θέλει τη Σάρα Μπερνάρ. Η φήμη της άρχισε να εξαπλώνεται και στην άλλη άκρη του Ατλαντικού, με τους Αμερικανούς να κάνουν ουρές για να δουν τη «θεϊκή Σάρα». Την πιο φημισμένη ηθοποιό του 19ου αιώνα.
Στην Comédie Francaise επέστρεψε το 1872 και δύο χρόνια μετά κάνει μεγάλη επιτυχία με τη Ζαΐρα του Βολταίρου. Η Σάρα Μπερνάρ, δοκίμαζε τη σεξουαλικότητά της. Λέγεται ότι είχε ερωτική σχέση με τη Λουίζ Αμπεμά, Γαλλίδα ιμπρεσιονίστρια ζωγράφο, αλλά και ότι υπήρξε μία από τις πολλές ερωμένες του Πρίγκιπα της Ουαλίας, ο οποίος αργότερα έγινε ο βασιλιάς Εδουάρδος Ζ' του Ηνωμένου Βασιλείου.
Το 1882 παντρεύτηκε στο Λονδίνο τον Έλληνα ηθοποιό Αριστείδη Δαμαλά, γνωστό στη Γαλλία και ως Ζακ Δαμαλά, όμως ο γάμος, ο οποίος νομικώς ίσχυε έως τον θάνατο του Δαμαλά το 1889 σε ηλικία 34 ετών, γρήγορα κατέρρευσε, κυρίως εξαιτίας της εξάρτησής του από τη μορφίνη.
Στα 61 της χρόνια ένα ατύχημα πάνω στη σκηνή θα άλλαζε όλη της της ζωή. Ηταν 1905 και η Σάρα Μπερνάρ βρισκόταν στο Ρίο Ντε Τζανέιρο παίζοντας στην Τόσκα του Βικτοριέν Σαρντού. Ελεγε τα λόγια της όταν ξαφνικά έπεσε κάτω από το παραπέτο της σκηνής. Είχε χτυπήσει σοβαρά στο δεξί της γόνατο.
Το πόδι της ποτέ δεν θεραπεύτηκε. Το 1915 η γάγγραινα είχε προχωρήσει πολύ και οι γιατροί αποφάσισαν να της ακρωτηριάσουν ολόκληρο το δεξί της πόδι. Για αρκετούς μήνες ήταν καθηλωμένη σε αναπηρικό αμαξίδιο. Ωστόσο σε πείσμα όλων όσων την ήθελαν να μην ξανανεβαίνει στη σκηνή, η Σάρα Μπερνάρ συνέχισε την καριέρα της. Έπαιξε σε παραστάσεις στην Αμερική και τη Γαλλία χωρίς διακοπή. Μπορεί να βρισκόταν σε ακινησία πάνω στη σκηνή, όμως η γοητεία της φωνής της και η υποκριτική της ικανότητα δεν ξεθώριασαν ποτέ.