Lady D: Πριγκίπισσα ή ραγισμένο είδωλο;
Αν ζούσε, σήμερα θα ήταν 57 χρονών. Ίσως να ήταν ευτυχισμένη. Ή και όχι. 21 χρόνια, μετά τον θάνατό της πριγκίπισσας Diana, ο κόσμος συνεχίζει να σκαλίζει τα μυστικά της. Να ψάχνει, να ανακαλύπτει, να «καταναλώνει» την τραγωδία της ζωής της.
21 χρόνια, εκατομμύρια άρθρα, αναλύσεις, stories, θεωρίες συνωμοσίας, λέξεις, λέξεις, λέξεις που κολυμπάνε μέσα σε ωκεανούς δακρύων και θλίψης.
Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, τα πάντα έχουν ειπωθεί για κείνη –κανείς όμως δεν τα είπε καλύτερα, από την ίδια, σε εκείνη την συνταρακτική βιογραφία του Αndrew Morton, το «Diana: Ηer True Story». Το βιβλίο-σκάνδαλο που παραλίγο να στείλει τον συγγραφέα του στη φυλακή, με την κατηγορία της προδοσίας.
Aκόμα και η συγγραφή αυτού του βιβλίου υπήρξε ένα μικρό, λίγο κινηματογραφικό spy story. Απ’ότι φαίνεται, ξεκίνησε με πρωτοβουλία της ίδιας της Diana, η οποία, στις αρχές του 1991 προσέγγισε- μέσω του οικογενειακού της φίλου και γιατρού James Colthurst –τον Morton και τον ρώτησε αν ήθελε να γράψει τη βιογραφία της. Μοναδικός και απαράβατος όρος: να μη διαρρεύσει πως η πηγή του, πίσω από όλες τις αποκαλύψεις που θα έφταναν στα χέρια του, θα ήταν η ίδια. Εκείνος δέχτηκε. Κι έτσι, μια φορά τη βδομάδα, ο Colthurst, κατέφτανε στο Παλάτι του Κένσινγκτον, πάνω σε ένα ποδήλατο, κουβαλώντας μέσα σε ένα μεγάλο χαρτοφύλακα ένα κασετόφωνο και μια λίστα με ερωτήσεις από τον συγγραφέα. H Diana τον υποδεχόταν στο σαλόνι – το οποίο προηγουμένως είχε «σαρώσει» για κοριούς – έπαιρνε τα χαρτιά, καρφίτσωνε πάνω της το μικρόφωνο και μιλούσε. Όποτε κάποιος χτυπούσε την πόρτα ή έμπαινε ξαφνικά μες στο δωμάτιο, εκείνη φρόντιζε να κρύψει προσεκτικά τη συσκευή κάτω από τα μαξιλάρια του καναπέ – το μυστικό της έπρεπε να μείνει μυστικό. Oι κασέτες, στη συνέχεια παραδίνονταν στον Μοrton, ο οποίος τις έπαιρνε και καθόταν σ’ ένα πολυσύχναστο καφέ.
Εκεί, ανάμεσα σε καπνούς, κουβέντες γέλια και το θόρυβο της μηχανής του espresso, άκουγε τη φωνή της πριγκίπισσας της Ουαλλίας, να φτάνει πνιγμένη στ’ ακουστικά του. Να μιλάει για τον αποτυχημένο γάμο της, για πολυάριθμες απόπειρες αυτοκτονίας, αλλά και για μια άγνωστη– ως τότε–ασθένεια: τη βουλιμία.
Σύμφωνα με την Diana, οι διατροφικές της διαταραχές ξεκίνησαν έπειτα από ένα σχόλιο του Charles: «Μια βδομάδα αφότου αρραβωνιαστήκαμε έβαλε το χέρι του στη μέση μου και μου είπε: "Είσαι λίγο παχουλή εδώ, ε;" και αυτό ενεργοποίησε κάτι μέσα μου. Υπήρχε και η Camilla. Ήμουν απελπισμένη, απελπισμένη. Θυμάμαι την πρώτη φορά που ανάγκασα τον εαυτό μου να κάνει εμετό. Ήμουν τόσο ενθουσιασμένη, γιατί ένιωσα ότι ήταν μια απελευθέρωση της πίεσης».
Μέχρι το γάμο η σιλουέτα της είχε μεταμορφωθεί: «Την πρώτη φορά που μετρήθηκα για το νυφικό, η περιφέρεια της μέσης μου ήταν 73 εκατοστά. Την ημέρα του γάμου, ήταν 58 εκατοστά. Από τον Φεβρουάριο μέχρι τον Ιούλιο είχα συρρικνωθεί».
Πριν ακόμα φτάσει στην εκκλησία, η Diana γνώριζε πως στο ιδιόμορφο «σχήμα» του γάμου της υπήρχαν –τουλάχιστον– τρεις πλευρές: εκείνη, ο Charles και η Camilla. H Camilla Parker Bowles, η «παλιά φίλη» και η αιώνια ερωμένη του, η γυναίκα που του θύμιζε την αγαπημένη του νταντά. Που σαν κι κείνη, τον κανάκευε, τον ησύχαζε και τον κολάκευε ζητώντας του να της διαβάσει τους λόγους του, στο τηλέφωνο –πώς μπορούσε να την ανταγωνιστεί;
Η κατάσταση δεν βελτιώθηκε ούτε στο μήνα του μέλιτος – ιδίως όταν η Diana ανακάλυψε πως ο πρίγκιπας της Ουαλλίας προτιμούσε πιο μοναχικές ενασχολήσεις από το να κάνει έρωτα με την νεαρή σύζυγό του: «Η χειρότερη στιγμή ήταν όταν φτάσαμε στο Broadlands. Είχα απλά τεράστια ελπίδα μέσα μου που διαλύθηκε από τη δεύτερη μέρα. Τη δεύτερη νύχτα έβγαλε τα βιβλία που δεν είχε διαβάσει. Επτά από αυτά τα πήρε στον μήνα του μέλιτος. Τα διάβαζε και έπρεπε να τα αναλύουμε με το μεσημεριανό κάθε μέρα».
Σύντομα, κατάλαβε ποιο θα ήταν το μοτίβο της νέας της ζωής: ετικέτες, πρωτόκολλο, πληκτικές εκδηλώσεις, παρατεταμένες σιωπές στο πλευρό ενός αδιάφορου συζύγου που τη θεωρούσε «πρόβλημα».
Έκλαιγε με τις ώρες. Έτρωγε ό,τι έβρισκε μπροστά της και μετά αρρώσταινε. Ένιωθε βαθιά δυστυχισμένη, κουρασμένη, αδύναμη από την αϋπνία και τους διαρκείς εμετούς.
Πέντε μήνες μετά το γάμο της έκανε την πρώτη της απόπειρα αυτοκτονίας. «Ήμουν τόσο μελαγχολική που προσπάθησα να κόψω τις φλέβες μου με ξυραφάκια. Έβρεχε και έβρεχε και έβρεχε. Πήγα στο Λονδίνο για να ψάξω για θεραπεία, όχι επειδή δεν μου άρεσε στο Μπαλμόραλ, αλλά επειδή ήμουν σε πολύ άσχημη κατάσταση».
Η δυστυχία της δεν λιγόστεψε ούτε όταν έμεινε έγκυος στον William.
«Όταν ήμουν τεσσάρων μηνών έγκυος στον William έπεσα από τις σκάλες. Επίτηδες, προσπαθώντας να τραβήξω την προσοχή του συζύγου μου, για να με ακούσει. Είχα πει στον Charles ότι αισθάνομαι τόσο απελπισμένη και ότι κλαίω συνεχώς: “Δεν θέλω να σε ακούσω”, μου είπε. “Μου το κάνεις συνέχεια αυτό, πάω για ιππασία τώρα”. Έτσι, και εγώ έπεσα από τις σκάλες. Η βασίλισσα ήρθε, απολύτως τρομαγμένη, έτρεμε, είχε φοβηθεί πολύ. Ήξερα ότι δεν θα έχανα το παιδί παρότι η κοιλιά μου είχε γεμίσει μελανιές. Όταν γύρισε τα αρνιόταν όλα. Όλα. Σηκώθηκε και έφυγε. (…) Δεν ξέρω τι έλεγε ο Charles στην βασίλισσα. Της είπε σίγουρα ότι είχα βουλιμία. Και αυτή γύρισε και είπε σε όλους ότι αυτός ήταν ο λόγος που διαλύθηκε ο γάμος μας, «λόγω των διατροφικών διαταραχών της Diana». “Πρέπει να είναι τόσο δύσκολο για τον Charles”, έλεγε».
Αν για τον Charles ήταν δύσκολο, για την Diana ήταν αδύνατο –άλλωστε η εικόνα είναι εκεί, μιλάει από μόνη της. Αποκαλύπτει μια γυναίκα- κορίτσι καταθλιπτική, αυτοκτονική. Βασανισμένη από την ζήλεια, την ερωτική προδοσία, παγιδευμένη σε έναν άνυδρο γάμο, που πολλαπλασίαζε τους εφιάλτες και τις ανασφάλειες της παιδικής της ηλικίας.
Η Diana, η μικρότερη κόρη της Frances του John Spencer γεννήθηκε την 1η Ιουλίου 1961 και ο ερχομός της σε αυτόν τον κόσμο ήταν εξ’αρχής μια απογοήτευση για τους γονείς της. Κι εκείνη το ένιωθε…
«Δεν μπορούσα να καταλάβω, γιατί έμοιαζε, σαν να ήμουν απλώς μια ενόχληση για όλους τριγύρω – μεγαλώνοντας το συνέδεσα με την ιστορία του μωρού που πέθανε πριν από μένα. Ήταν αγόρι (ο John, ένα μωρό που πέθανε δέκα ώρες μετά τη γέννησή του, το 1960) και οι γονείς μου ήταν ξετρελαμένοι που είχαν αποκτήσει επιτέλους έναν γιο και διάδοχο. «Τι άβολο», πρέπει να σκέφτηκαν «τώρα πρέπει να προσπαθήσουμε ξανά. Και τότε, μπουμ, έρχεται μια τρίτη κόρη.»
Ο πολυπόθητος γιoς, ο Charles, θα γεννιόταν τρία χρόνια αργότερα, στις 20 Μαΐου του 1964, χωρίς να καταφέρει να αποτρέψει το «κακό» .
Πριν η Diana κλείσει τα 7, η μητέρα της, εγκατέλειψε τον πατέρα της για έναν πάμπλουτο επιχειρηματία και τα παιδιά, βρέθηκαν στην μέση της πικρής δικαστικής διαμάχης του ζευγαριού για την κηδεμονία. Ήταν σαν να είχε ανοίξει μια πόρτα σε έναν άλλο κόσμο που ξαφνικά έμοιαζε σκοτεινός, αλλαγμένος – λες και τον σκίαζε διαρκώς ένα βαρύ σύννεφο («Είχα μια πολύ δυστυχισμένη παιδική ηλικία. Θυμάμαι πάντα την μητέρα μας να κλαίει. Και ο μπαμπάς δεν μας μιλούσε ποτέ γι’αυτό – δεν μπορούσαμε καν να ρωτήσουμε τι είχε συμβεί. Πολύ ασταθής κατάσταση…»).
Σε αυτές τις ηχογραφήσεις, η Diana θυμόταν χρόνια θλιβερά, στερημένα από φιλιά, από χάδια ((«Δεν θυμάμαι ποτέ να μου είπαν «σ’αγαπώ» - η μόνη τρυφερή σωματική εκδήλωση από τους γονείς μου ήταν ένα φιλί στο μάγουλο»).
Ήταν ντροπαλό, εσωστρεφές παιδί. Μισούσε το σκοτάδι –κοιμόταν πάντα με ένα φωτάκι αναμμένο, έξω από την πόρτα της, «περικυκλωμένη» από 20 χνουδωτά κουκλάκια. («Ήταν η οικογένειά μου. Τα λάτρευα»).
Το πιο αγαπημένο της ήταν ένας μικρός, πράσινος ιπποπόταμος – του είχε βάψει τα μάτια με φωσφοριζέ μπογιά, ώστε να νιώθει πως την προσέχει, όταν κοιμάται. Θυμόταν τις νύχτες που δεν μπορούσε να κοιμηθεί και άκουγε, τον μικρό της αδελφό, να κλαίει, λυπημένος στο σκοτάδι.
Η κρεβατοκάμαρα του πατέρα τους ήταν στο κάτω πάτωμα, στην άλλη άκρη του σπιτιού –το να φτάσει ως εκεί, για να ζητήσει βοήθεια, της φαινόταν άθλος. Και η μητέρα της έκλαιγε πολύ, έκλαιγε συχνά. Κάθε Σάββατο βράδυ. «Τι συμβαίνει μαμά;», τη ρωτούσαμε. «Ω, δεν θέλω να σας αφήσω αύριο», μας απαντούσε. «Αυτό, όταν είσαι μόλις 9 χρονών, σου ραγίζει την καρδιά….»
Τι ή ποιος, θα μπορούσε να γιάνει αυτή την μικρή, ραγισμένη καρδιά; Κανείς.
Κανένα πρόσωπο δεν φαινόταν να μένει κοντά της για πολύ καιρό. «Αλλάξαμε πολλές νταντάδες, γιατί ο μπαμπάς ήταν ένας πολύ ελκυστικός διαζευγμένος και άρα, υποθέτω, ήταν ελκυστικό δόλωμα για μια κοπέλα. Θυμάμαι πως εγώ και ο Charles συνηθίζαμε να πιστεύουμε πως έρχονταν για κείνον, και όχι για μας. Αν δεν μας άρεσαν βάζαμε καρφίτσες στις καρέκλες τους και πετούσαμε τα ρούχα τους από το παράθυρο.Τις θεωρούσαμε απειλή, νομίζαμε πως ήθελαν να πάρουν τη θέση της μητέρας μας. Και ήταν όλες νέες και όμορφες. Όπως και να χει, ήταν παράξενο να έρχεσαι από το σχολείο και να ανακαλύπτεις πως μια άλλη νταντά, είχε πάρει τη θέση της προηγούμενης...».
Πήρε μαθήματα κατ’οίκον, μέχρι τα 9. Όσο για το σχολείο, η ίδια ομολογούσε πως δεν είχε καμία τύχη εκεί. Δεν ήταν καλή στα μαθήματα, οι επιδόσεις της στις εξετάσεις ήταν τραγικές.
Ωστόσο, λάτρευε τον χορό. Θα ήθελε να μπορούσε να γίνει μπαλαρίνα, όμως παραήταν ψηλή. Τα μοναδικά της επιτεύγματα ήταν κάποια μετάλλια στις καταδύσεις και την κολύμβηση και ένα βραβείο για τη φροντίδα του ινδικού της χοιριδίου (!). «Στα 14 θυμάμαι πως σκεφτόμουν πως δεν ήμουν αρκετά καλή σε τίποτα, γιατί ο αδελφός μου ήταν αυτός που έπαιρνε πάντα άριστα στα διαγωνίσματα, κι εγώ αποτύγχανα…»
Πέντε χρόνια αργότερα, η «αποτυχημένη» Lady Diana Spencer – όμορφη, ροδομάγουλη, αριστοκρατική, ανέγγιχτη, αλλά κατά βάθος ένα μάλλον απλοϊκό, λίγο αφελές 19χρονο κορίτσι, με ελλιπή μόρφωση, χωρίς ιδιαίτερη κοινωνική εμπειρία ή ερωτική σαγήνη– θα πόζαρε ντροπαλά στο φακό των paparazzi, κρεμασμένη στο μπράτσο του «πιο περιζήτητου εργένη της Βρετανίας».
Για τον κόσμο έμοιαζε με παραμύθι. Αλλά ίσως, στ’αλήθεια η Diana να μην χρειαζόταν ποτέ έναν πρίγκιπα. Μονάχα έναν άνθρωπο που θα την αγαπούσε πολύ, αληθινά.
Τόσο, ώστε να κλείσει εκείνη την τεράστια τρύπα στην καρδιά της…