Πνιγμένοι στην άσφαλτο...
Πλημμυρίσαμε. Πάλι. Και φωνάζουμε.
Γιατί θυμηθήκαμε τους πνιγμένους του περασμένου Νοεμβρίου και τις καταστροφές στη Μάνδρα Αττικής. Και καλά κάνουμε. Αλλά δεν αρκεί.
Δεν αρκεί να φωνάζουμε μετά, κλαίγοντας πάνω σε νεκρούς και συντρίμμια, πάνω σε ρημαγμένα σπίτια και χαμένες περιουσίες.
Ανθρωποι και οικογένειες σε απόγνωση. Απελπισμένοι πολίτες από το ένα άκρο της Ελλάδας στο άλλο. Τσακισμένοι, διαλυμένοι. Να προσπαθούν να σωθούν και να σώσουν ό,τι μπορούν.
Κι έρχεται το κράτος και κάνει δηλώσεις, και εξαγγέλει πρωτοβουλίες και υπόσχεται έργα για «να μην μας ξαναβρεί τέτοιο κακό». Αλλά τίποτα δεν γίνεται. Τίποτα. Τα λόγια μένουν κουβέντες στον αέρα, οι υποσχέσεις εξαφανίζονται μετά τη βροχή. Φταίει η γραφειοκρατία, φταίει το υπουργείο, φταίει η νομαρχία, φταίει ο δήμαρχος, φταίει ο γείτονας, μπορεί να φταίω κι εγώ -αν κι αυτό το τελευταίο σχεδόν κανένας μας δεν το αποδέχεται.
Κάθε φορά που επαναλαμβάνεται μια τραγωδία -από βροχές και πλημμύρες-, ή ένα πολύνεκρο ατύχημα στον δρόμο, γράφονται και λέγονται κατεβατά: για τις ευθύνες και τις υποχρεώσεις της πολιτείας, για την ανεύθυνη στάση των πολιτών, για τα λάθη της πολεοδομίας ή της αστυνομίας, για τον «κακό μας τον καιρό...».
Μας εκφράζει ένα μεγάλο «Γιατί;» και μια μεγάλη απορία.
Αλλά ο καταμερισμός των ευθυνών ποτέ δεν γίνεται σωστά κι αν γίνει, μένει στη μέση, δεν ολοκληρώνεται. Κανείς δεν τιμωρείται.
Κι όμως: εν έτει 2018 στην Αττική πνίγονται άνθρωποι στη στεριά -ούτε στη θάλασσα, ούτε στο ποτάμι, ούτε στη λίμνη, ούτε στην πισίνα-... Αλλά στη στεριά, στην άσφαλτο, στα χώματα, στα σπίτια τους.
Αν μπορούσαμε αυτή την κινητοποίηση που ακολουθεί μια καταστροφή να την κρατήσουμε και μετά, όταν θα έχει βγει το ουράνιο τόξο... Αν μπορούσαμε να σκεφτούμε και να ενεργήσουμε εγκαίρως, κράτος και πολίτες... Αν δεν ξεχνούσαμε τόσο εύκολα... Αν δεν ξαναμπαίναμε στη ρουτίνα και τη βολή μας... Αν... Ισως τότε να μην είχαμε άλλους πνιγμένους στην άσφαλτο...