«Θα γέμιζα χιλιάδες τόμους, γράφοντας μονάχα τη λέξη Τζένη» -Όταν ο Καρλ Μαρξ ερωτεύτηκε βαθιά
Tα 200 χρόνια από τη γέννησή του Καρλ Μαρξ (5/5/1818), γιορτάστηκαν φέτος με αναλύσεις, απολογισμούς, εκτενή αφιερώματα. Ελάχιστοι μίλησαν για την απλή, ανθρώπινη πλευρά του. Ακόμα πιο λίγοι γνωρίζουν πως, πριν από την επανάσταση, υπήρχε ο έρωτας που έκανε τον φιλόσοφο να γεμίζει τετράδια ολόκληρα με ρομαντικά στιχάκια. Όλα για κείνη. Για την Τζένη.
Η εικόνα που έχει ο περισσότερος κόσμος για τον Μαρξ είναι αυτή ενός μεσήλικα -ένα πρόσωπο σοβαρό, αγέλαστο, πνιγμένο σε μια θάλασσα από άσπρα, άτακτα κατσαρά μαλλιά και γένια. Ένας αυστηρός νεφεληγερέτης Ζευς που ατενίζει τον κόσμο από ψηλά. Αλλά δεν ήταν πάντα έτσι.
Στα φοιτητικά του χρόνια, ο Καρλ (πολύ πριν γίνει ο Mαρξ, ο ιστορικός, ο κοινωνιολόγος, ο δημοσιογράφος, ο οικονομολόγος, ο φιλόσοφος της θεωρίας του ιστορικού υλισμού, ο θεμελιωτής του κομμουνισμού) έμοιαζε περισσότερο με ζεν πρεμιέ σε ιστορικό δράμα εποχής: ένα λιγνό αγόρι, με φλογερά μάτια, καλογραμμένα, εκφραστικά χείλια, ωραία κατατομή, σκούρα μαλλιά που στεφάνωναν ένα πλατύ μέτωπο. Ήταν όμορφος. Και πολύ ερωτευμένος -τόσο, ώστε να γράφει ποίηση..
«Τζένη, άσε τις σφαίρες του ουρανού να κυλάνε,
Για μένα είσαι ήλιος και λάμψη αστεριών
Οι εχθρικοί κόσμοι μουγκρίζουν μπροστά μου
Θα τους νικήσω Τζένη, αν μείνεις δικιά μου…»
(Απόσπασμα από το ποίημα του Κ. Μαρξ «Η σκέψη»)
Αντίθετα από ό,τι θα περίμενε κανείς, η γυναίκα που ενέπνευσε αυτούς τους στίχους δεν ήταν μια προλετάρια ή ένα ταπεινό κορίτσι της εργατικής τάξης, Η βαρόνη Ιωάννα Βέρθα Ιουλία Τζένη φον Βεστφάλεν ήταν ένα «άνθος» με ρίζες στην πρωσική και την σκοτσέζικη αριστοκρατία. Και τέσσερα χρόνια μεγαλύτερή του. Εκείνη και ο Καρλ γνωρίζονταν από παιδιά -η Σόφι, η αδελφή του Καρλ, σχεδόν συνομήλική της Τζένης, ήταν η καλύτερή της φίλη. Και ο Καρλ, ως έφηβος, είχε πολύ καλές σχέσεις με τον πατέρα της, Λουδοβίκο φον Βεστφάλεν, ο οποίος υπήρξε για κείνον ένα είδος μέντορα -συνήθιζαν να κάνουν μαζί μεγάλους περιπάτους και να μιλούν για πολιτική ή να παραθέτουν και να αναλύουν με τις ώρες αποσπάσματα από τον Όμηρο, τον Δάντη, τον Γκέτε και τον Σέξπιρ. Η ίδια η Τζένη ήταν έξυπνη, εγγράμματη, με υψηλή μόρφωση κι αγάπη για τη λογοτεχνία -ιδίως για τους Γερμανούς ρομαντικούς.
Στον Καρλ, παρατηρούν οι βιογράφοι της, ίσως να ερωτεύτηκε τα ίδια, οικεία χαρακτηριστικά, που είχαν οι αγαπημένοι της ήρωες του Γκέτε και του Σίλερ: το ανήσυχο, ζωηρό πνεύμα που κονιορτοποιεί τις συμβάσεις. Την τραγικότητα και το πάθος του επαναστάτη ιδεαλιστή που εναντιώνεται σε μια σκληρή εξουσία. Όσο για κείνον, ήταν ξετρελαμένος με «το πιο όμορφο κορίτσι του Τρίερ»…
ΜΥΣΤΙΚΟΙ ΑΡΡΑΒΩΝΕΣ
Τον Οκτώβριο του 1835, μετά την αποφοίτησή του από το γυμνάσιο, ο νεαρός Καρλ Μαρξ έφυγε για την Βόννη, για σπουδές Νομικής, στο Πανεπιστήμιο. Παραδόξως βρήκε τα νομικά βιβλία μάλλον πληκτικά -προτιμούσε να περνάει τον καιρό του, διαβάζοντας ιστορία, πολιτική, φιλοσοφία ή γλεντώντας στις μπιραρίες, ως μέλος της Λέσχης της Ταβέρνας ή της Λέσχης των ποιητών. Σε αντιστάθμισμα για κείνο το χαμένο χρόνο, επιστρέφοντας στο Τρίερ, το καλοκαίρι του 1836 κέρδισε μια σπουδαία νίκη: ζήτησε την Τζένη σε γάμο και κείνη δέχτηκε.
Όσο περισσότερο προσπαθώ να δοθώ στην ευτυχία, τόσο περισσότερο φοβάμαι ότι η φλογερή σου αγάπη θα τελειώσει
Η ένωση όμως των δύο ερωτευμένων δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Ο Καρλ ήξερε πως οι Πρώσοι αριστοκράτες συγγενείς της αγαπημένης του δεν θα συναινούσαν εύκολα στο γάμο της με έναν μικρότερο, Εβραίο, σχεδόν άπορο νεαρό φοιτητή. Γι’αυτό κράτησαν τον αρραβώνα τους κρυφό -οι μόνοι που το γνώριζαν, εκτός από τους ίδιους ήταν οι πατεράδες τους και η Σόφι Μαρξ. Ο Λούντβιχ φον Βεστφάλεν υποστήριζε το ζευγάρι, με τον όρο πως ο γάμος τους θα γινόταν μόνο όταν ο Καρλ τελείωνε το πανεπιστήμιο. Όσο για τον Χάινριχ Μαρξ ήταν ταυτόχρονα ενοχλημένος αλλά και υπερήφανος για το «κατόρθωμα» του γιου του. Τον ανησυχούσε ο «ρευστός», ευφάνταστος, χαρακτήρας του Καρλ, το νεαρό της ηλικίας του, η διαφορά της κοινωνικής θέσης των δύο οικογενειών. Γοητευμένος, ωστόσο, από την ομορφιά και την φλογερή, αφοσιωμένη καρδιά της Τζένης, φρόντιζε να της διαβιβάζει, στα κρυφά, τα γράμματα που του έστελνε ο Καρλ, από το Βερολίνο, όπου συνέχιζε τις σπουδές του στο σοβαρό Humboldt Universitat. Ταυτόχρονα ταχυδρομούσε στον γιο του τα νέα της αρραβωνιαστικιάς του, θυμίζοντάς του πως έπρεπε να είναι αντάξιος «αυτής της θαυμάσιας κοπέλας». «Η θυσία που κάνει για σένα είναι ανυπολόγιστη. Αλίμονο αν το ξεχνούσες ποτέ. Πρέπει τώρα να δείξεις πως είσαι ένας άντρας που αξίζει τον σεβασμό του κόσμου».
Ο περίεργος, μυστικός, καθ΄όλα αστικός, αρραβώνας του Καρλ και της Τζένης κράτησε επτά χρόνια -χρόνια μέσα στα οποία ο νεαρός Μαρξ (μαζί με όλες τις άλλες ασχολίες, σπουδές και μελέτες του) πρόλαβε να απευθύνει στην μέλλουσα σύζυγό του τέσσερις (!) τόμους με ερωτικά ποιήματα. Χιλιάδες μελιστάλαχτους στίχους, αφιερωμένους σε Εκείνη.
Στην Τζένη
Ι
Τζένη, γελώντας θα μπορούσες να ρωτήσεις,
γιατί “Στην Τζένη” απευθύνω τα τραγούδια μου,
Όταν για σένα μόνον ο σφυγμός χτυπάει πιο γρήγορα,
Όταν για σένα το τραγούδι μου ηχεί μ’απελπισία,
Κι όταν εσύ μονάχα με εμπνέεις,
Όταν σε κάθε λέξη βρίσκω τ’όνομά σου,
Όταν χαρίζεις μελωδία σε κάθε ήχο,
Κι όταν η κάθε ανάσα σου είναι θεϊκή,
Γλυκά τ’ωραίο σου όνομα ηχεί
Και ο ρυθμός του πάλι μου μιλάει
Κι ο πλούσιός του ήχος είναι μουσική,
Σαν τις δονήσεις των πνευμάτων στο σκοτάδι
Και σαν την αρμονία κάποιας χρυσής χορδής,
Μιας ύπαρξης υπέροχης και μαγικής.
ΙΙ
Βλέπεις! Θα γέμιζα χιλιάδες τόμους,
Γράφοντας μονάχα τη λέξη Τζένη,
Βιβλία που θα φανέρωναν έναν κόσμο σκέψης,
Κατόρθωμα αιώνιας θελήσεως,
Στίχοι που τρυφερά καταπραϋνουν κάθε πόθο,
Κάθε λάμψη, κάθε αιθέρια αστραπή,
Κάθε πόνο, κάθε θλίψη κι αγωνία,
Αλλά και κάθε ουράνια ευτυχία,
Κάθε ζωή και κάθε ανθρώπινη Σοφία.
Μπορώ να τα διαβάσω στα αστέρια
Κι η αναπνοή του Ζέφυρου τα ξαναφέρνει,
Από τους άγριους κεραυνούς της καταιγίδας.
Ω! Στ’αλήθεια θα τα γράψω σαν ρεφραίν,
Ώστε οι γενιές που έρχονται να ξέρουν:
ΤΖΕΝΗ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ.
Η ερωτική ποίηση του Μαρξ -από την οποία μόνο 2-3 σελίδες είδαν το φως όσο ζούσε εκείνος- είναι ένα καθαρό δείγμα του γερμανικού ρομαντισμού: εύθραυστα στιχάκια «φτιαγμένα από σεληνόφως» και ευωδιαστούς κήπους, Από μουσική και πυρετικές λάμψεις, μελαγχολία και όνειρα. Από πάθος, παραφορά, και συναισθηματική υπερβολή. Τόση, που, ενίοτε, φέρνει και την ίδια την Τζένη σε αμηχανία: «Ω Καρλ, αυτό που με κάνει δυστυχισμένη», του γράφει τον Δεκέμβριο του 1839, «είναι το γεγονός ότι το καθετί που θα μπορούσε να χαρίσει σε οποιοδήποτε άλλο κορίτσι αφάνταστη απόλαυση -η ωραία, αισθαντική και γεμάτη πάθος αγάπη σου, τα απερίγραπτης ομορφιάς πράγματα που λες σχετικά μ’αυτήν, οι εμπνευσμένες δημιουργίες της φαντασίας σου- όλα αυτά μου προκαλούν μονάχα αγωνία και με οδηγούν στην απόγνωση. Όσο περισσότερο προσπαθώ να δοθώ στην ευτυχία, τόσο περισσότερο φοβάμαι ότι η φλογερή σου αγάπη θα τελειώσει, και ότι εσύ θα γίνεις ψυχρός και απόμακρος».
Το 1881 και η ίδια η Τζένη αρρώστησε. Οι γιατροί διέγνωσαν δυσπεψία. Στην πραγματικότητα, υπέφερε από καρκίνο στο συκώτι -πονούσε πολύ και κανένα από τα φάρμακα που της έδιναν δεν την ανακούφιζε
Δεν θα έπρεπε να ανησυχεί -ο Καρλ Μαρξ είναι ολότελα δοσμένος σε κείνη. Όσο για την ποίησή του (μια ποίηση «μέτρια από τεχνική άποψη», όπως σημειώνει ο Ευγένιος Αρανίτσης, στην εισαγωγή του βιβλίου «Καρλ Μαρξ – Ερωτικά ποιήματα», «στομφώδης, λιγάκι ανόητη και απόλυτα ειλικρινής») σίγουρα, δεν διεκδικεί τις δάφνες του Μπάιρον -αλλά και γιατί θα ‘πρεπε να το κάνει; Στο τέλος, τέλος, το σημαντικό σ’αυτή δεν είναι αν είναι καλή ή κακή ή μέτρια, αλλά πως είναι ποίηση του Καρλ Μαρξ. Εν ολίγοις, πως γράφτηκε «από το σίγουρο χέρι του ανθρώπου που μερικά χρόνια αργότερα επιχείρησε να πείσει τους Γερμανούς εργάτες πως το σύμπαν αποτελεί ένα μυστηριώδες οικονομικό παιχνίδι». Το ότι ο Μαρξ φιλόσοφος και ο Μαρξ ποιητής είναι το ίδιο πρόσωπο αποτελεί, σαφώς, μια ενδιαφέρουσα παραδοξότητα για τον ιστορικό του μέλλοντος. Ή για οποιονδήποτε άλλον θα επιχειρήσει να «αναγνωρίσει» τον επαναστάτη διανοητή, στους λυρικούς στοχασμούς του ερωτευμένου, που ατενίζει στο πρόσωπο της εκλεκτής του, ολόκληρο το Σύμπαν…
«Τζένη, αν θέλεις ρώτησε γιατί μιλούν οι λέξεις μου
Και ποιο είναι το κρυμμένο νόημά τους.
Μα είναι άσκοπο να πούμε οτιδήποτε
Μάταιο θα ΄τανε και να το προσπαθήσουμε.
Κοίτα τα μάτια σου, τα τόσο φωτεινά,
Βαθύτερα και από τον πιο βαθύ καθρέφτη τ’Ουρανού
Πιο καθαρά απ’το φως που εκπέμπει ο ήλιος
Και τότε την απάντηση θα βρεις.
Τόλμα να ζήσεις τη ζωή και να απολαύσεις.
Δοκίμασε να πιέσεις το λευκό σου χέρι –
Μόνη σου, εσύ θα πάρεις την απάντηση,
Τον μακρινό Παράδεισό μου θα γνωρίσεις.
Α! Κάθε που τα χείλη σου ανοίγουν
Για να μου πουν μια λέξη τρυφερή,
Τότε βυθίζομαι σε τρέλα εκστατική
Κι ύστερα, χάνομαι χωρίς ελπίδα.»
(Απόσπασμα από το ποίημα του Κ.Μαρξ «Ο κόσμος μου»)
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Ο Καρλ Μαρξ και η Τζένη φον Βεστφάλεν, παντρεύτηκαν εν τέλει, στις 19 Ιουνίου 1843 -εκείνος ήταν μόλις 25 χρονών, εκείνη 29. Δεν έζησαν «και αυτοί καλά» όπως τελειώνουν τα ποιήματα και τα ρομαντικά παραμύθια, αλλά έζησαν μαζί, σε δύσκολους και ενδιαφέροντες καιρούς. Η αριστοκράτισσα καλλονή υπέφερε, εξορίστηκε, δοκιμάστηκε σκληρά από την ανέχεια, χωρίς ποτέ να χάσει το καλοπροαίρετο χιούμορ της και την εμπιστοσύνη της στον Καρλ Μαρξ και στην υπόθεση της εργατικής τάξης. Η αδιάλειπτη στήριξή της και η στράτευση στο πλευρό του έπαιξε ίσως τον σημαντικότερο ρόλο στην ολοκλήρωση του έργου του -άλλωστε τα σημαντικότερα άρθρα και συγγράμματα του Μαρξ, το «Κεφάλαιο», το «Κομμουνιστικό Μανιφέστο», πέρασαν από τα χέρια της, αφού είχε αναλάβει να καθαρογράφει και να δακτυλογραφεί -περίπου ως άτυπη γραμματέας- τα δυσανάγνωστα χειρόγραφα του άντρα της.
«Δεν θα ‘ναι υπερβολή», θα έγραφε αργότερα η μικρότερη κόρη του Μαρξ, Ελεονώρα, (σ.σ. ολόκληρο το όνομά της ήταν Τζένη – Ελεονώρα, αφού και οι τέσσερις κόρες του Μαρξ, είχαν πάρει και το όνομα της μητέρα τους, προς τιμήν της… ) αν πω ότι χωρίς τη Τζένη φον Βεστφάλεν ο Καρλ Μαρξ δε θα μπορούσε να γίνει ποτέ αυτός που έγινε. Δεν υπήρξαν ποτέ δυο άνθρωποι-και οι δυο το ίδιο υπέροχοι-που να ταιριάζουν τόσο και να συμπληρώνει ο ένας τον άλλο.»
Το μόνο που κατάφερε να κλονίσει το μαχητικό πνεύμα της Τζένης ήταν ο χαμός των παιδιών της: μόνο 3 από τα 7 παιδιά που απέκτησαν οι Μαρξ έζησαν ως την ενηλικίως, Τα άλλα 4, δυστυχώς, χάθηκαν είτε από ασθένειες είτε εξαιτίας των θλιβερών συνθηκών διαβίωσης της οικογένειας.
Το 1881 και η ίδια η Τζένη αρρώστησε. Οι γιατροί διέγνωσαν δυσπεψία. Στην πραγματικότητα, υπέφερε από καρκίνο στο συκώτι -πονούσε πολύ και κανένα από τα φάρμακα που της έδιναν δεν την ανακούφιζε. Την ίδια περίοδο, ο Καρλ ήταν επίσης καθηλωμένος στο κρεβάτι, σε άλλο δωμάτιο του σπιτιού, με βαριά γρίπη. Στις 2 Δεκεμβρίου 1881, όταν η Τζένη ένιωσε πως ο θάνατος ήταν κοντά, του φώναξε: «Κάρλ, οι δυνάμεις μου με εγκαταλείπουν». Αυτά ήταν τα τελευταία της λόγια. Πεθαίνοντας, πήρε μαζί της και ένα κομμάτι του άντρα που την είχε αγαπήσει φλογερά. «Ήταν λες και ο θάνατός της σκότωσε κάθε κίνητρο ζωής για κείνον», θα έγραφε ο Ένγκελς. Ο Καρλ Μαρξ, πέθανε ενάμισι χρόνο αργότερα, στις 14 Μαρτίου 1883, στο Λονδίνο, απογοητευμένος, χωρίς καμιά αναγνώριση ή ένδειξη πως το έργο του, θα άλλαζε κάποτε την Ιστορία. Η Τζένη και ο Καρλ Μαρξ τάφηκαν μαζί, στο νεκροταφείο του Χαϊγκέιτ στο βόρειο Λονδίνο. Η αιωνιότητα μπορεί να μην καταλαβαίνει από έρωτα, αλλά έχει σίγουρα μέσα της κάμποση ποιητική δικαιοσύνη…