Πώς θα το πείτε το παιδί;
Για όνομα...
Κάτι είχα καταλάβει, από τη στιγμή που έφτασε η πρόσκληση στα χέρια μου. Η βάπτιση είχε καθοριστεί για τις αρχές Ιουνίου, γιατί αναμονή στην αναμονή, το παιδί είχε μεγαλώσει, κόντευε να γίνει κοτζάμ άντρας. Γι΄αυτό και η πρόσκληση ήταν αυστηρή, χωρίς σκίτσα και ποιηματάκια, χωρίς ζωγραφιές και καραβάκια. Λιτή και σαφής: Ημέρα, ώρα, εκκλησία και το γνωστό «Με χαρά σας περιμένουμε στη βάφτιση του γιου μας.... Οι γονείς...».
Και το όνομα αυτού; Οι νονοί; Η πρόσκληση δεν διαφώτιζε για κάτι σχετικό. Ούτε γλέντι προβλεπόταν για τη συνέχεια ούτε τίποτα. Δεν ήταν η πρώτη φορά που είχε προγραμματιστεί η συγκεκριμένη βάφτιση, μπορει να ήταν η τρίτη ή η τέταρτη. Είχαμε χάσει πια τον λογαριασμό. Στις προηγούμενες προσκλήσεις είχε αναγραφεί και το όνομα του «νεοφώτιστου» και οι νονοί... Κάθε φορά και άλλο όνομα, κάθε φορά και άλλοι νονοί. Ισως και γι΄αυτό να ακυρωνόταν κάθε φορά το μυστήριο.
Θυμόταν ότι κατά καιρούς τον φώναζαν με διαφορετικο όνομα. Ευτυχώς, ο ίδιος είχε βολευτεί με το επώνυμό του
Τώρα, κι αυτό έδινε κάποιες ελπίδες, είχαν αποφευχθεί οι κακοτοπιές. Ούτε υπήρχε πια χρόνος αναβολής της βάφτισης. Είχε πλέον φτάσει η ώρα.
Οι αιτίες για την περιπέτεια του ονόματος ήταν πολλές. Ανάμεσα στις δύο οικογένειες, και όχι ανάμεσα στο ζευγάρι των γονιών, το ρήγμα ήταν βαθύ. Μέρα έλεγαν οι μεν, νύχτα οι δε, άσπρο από τη μια, μαύρο από την άλλη, Ολυμπιακός απο εδώ, Παναθηναϊκός από εκεί, θάλασσα η μία πρόταση, βουνό η δεύτερη... Ανάμεσα στις οικογενειακές κόντρες και τις αντιπαθαρέσεις, το παιδί μεγάλωνε, ειχε αρχίσει να μιλάει και κυρίως, να ρωτάει. «Εμένα πως με λένε;»...
Θυμόταν ότι κατά καιρούς τον φώναζαν με διαφορετικο όνομα. Ευτυχώς, ο ίδιος είχε βολευτεί με το επώνυμό του (γι΄αυτό δεν είχε διαφωνήσει κανείς), κι έτσι όταν τα άλλα παιδιά τον στρίμωχναν, είχε έτοιμη την απάντηση.
Τελικά κι αυτή η βάφτιση ακυρώθηκε. Ο χρόνος όμως ήταν πια πιεστικός. Τον Σεπτέμβριο ο μικρός θα πάει σχολείο. Οπότε τέρμα τα ψέμματα, κι οι αναβολές...