Μπιρίμπα: Αφού μας παχαίνει, γιατί συνεχίζουμε και παίζουμε;
Άν ισχύει κάτι τέτοιο γιατί δεν σταματάμε να εξασκούμε το σπόρ; Γιατί μια star, όπως η Δέσποινα Βανδή δήλωσε πρόσφατα ότι η μπιρίμπα , της χαλάει το διατροφικό της πρόγραμμα αλλά παρόλα αυτά συνεχίζει και παίζει; Και δεν είναι η μόνη, από παραδείγματα ουκ ολίγα, μεταξύ επωνύμων και κοινών θνητών. Γιατί απλά η μπιρίμπα είναι μανία.
Είναι ένα κλασικό παιχνίδι, θεσμός. Έχει τον χρόνο του, παίζεται όλες τις εποχές και όλες τις ώρες (και για ώρες), η ιδανική σεζόν όμως είναι Φθινόπωρο-χειμώνα. Είναι παιχνίδι που θέλει το περιβάλλον του, κλειστούς, cosy χώρους. Έχει και τις ημέρες του, είναι παιδί του σαββατοκύριακου, θέλει άνεση χρόνου. Ξεκινάει κάποια ώρα αλλά τελειώνει όποτε ολοκληρωθεί ο κύκλος του παιχνιδιού, όπερ σημαίνει χρόνο να έχουμε να διαθέσουμε απρόσκοπτα και χωρίς υποχρεώσεις. Είναι παιχνίδι με χαρτιά, άρα εθιστικός συνδυασμός. Άπαξ και κόλλησες είναι ιεροτελεστία η οποία μπαίνει κανονικά στο πρόγραμμα σου, γίνεται αγαπημένη συνήθεια, που έχει την ημέρα της, την ώρα ( έναρξης) της και τα μέλη των ομάδων.
Παίζεται και με δύο αλλά η δράση, η χαρά ( ή λύπη ανάλογα με την έκβαση) απογειώνεται όταν κατεβαίνουν στο τερέν ομάδες. Είναι ιδιότυπα ομαδικό παιχνίδι, δύο μια ομάδα, ένα μυαλό, μία στρατηγική, την οποία όπως ακριβώς σε κάθε αγώνα, γιατί αυτό είναι, την καθορίζεις για να την καταστρατηγήσεις στην πορεία. Όλα επιτρέπονται, mini πριβέ συσκέψεις , αναπροσαρμογή τακτικής, στυλ παιχνιδιού, το μόνο που απαγορεύεται είναι η ‘ενδοσυνεννόηση’ μεταξύ των δύο στην εξέλιξη του παιχνιδιού. Το οποίο μας οδηγεί στον δεύτερο βασικό παράγοντα του παιχνιδιού, τον συμπαίκτη( πρώτος είναι, μας αρέσει ή όχι, η τύχη, η ροή των χαρτιών).
Μέγα ζητούμενο στην σύνθεση της μπιρίμπας, ο κατάλληλος παρτενέρ. Ιδανικά θα έπρεπε να περνάει από interview, προκειμένου να επιλεχθεί και να καταλήξεις αλλά αναγκαστικά, πάς στο next best thing, αυτόν που επιλέγεις από τον κύκλο σου. Δεν είναι απλό. Υπάρχουν προυποθέσεις. Στα συν καταγράφεται να τον/την γνωρίζεις χρόνια, σου δίνει μια ασφάλεια στην επιλογή. Στα ζητούμενα, που είναι και το δύσκολο, να κινείστε στο ίδιο σύμπαν, να επικοινωνείτε άψογα με τα μάτια ( είπαμε μόνο η λεκτική συνεννόηση απαγορεύεται), να έχετε χημεία και πολύ καλή σχέση μεταξύ σας. Και αυτό για την περίπτωση που θα χρειαστεί να δείξει ανοχή ή κατανόηση, όταν εσύ , αναζητώντας την τέλεια μπιρίμπα, δεν παρακολουθείς τις κινήσεις του, αφήνεις και περνάνε χρήσιμα χαρτιά, κάνεις το δικό σου παιχνίδι και τελικά βρίσκεστε με μείον.. πολλούς πόντους. Αν δεν είναι φίλος σου κινδυνεύει η σύμπραξη.
Η μπιρίμπα , όπως κάθε τι ωραίο και παιχνίδι, έχει τα καλά της, έχει και τα κακά της, οι μυημένοι τα γνωρίζουν. Δύο είναι τα πιο βασικά. Το πρώτο οι σχέσεις και τα test στα οποία υποβάλλονται. Για αυτό άπαξ και βρήκες τον κατάλληλο συμπαίκτη φροντίζεις να τον διατηρήσεις, τουλάχιστον την σεζόν (που να ξαναρχίζεις από το σημείο μηδέν). Επίσης για τον ίδιο λόγο δεν παίζεις ποτέ με τον/την σύντροφό σου, ούτε ως συμπαίκτης, πόσω μάλλον αντίπαλοι. Υπάρχουν τόσα crash test, ποιος ό λόγος να προσθέσεις ένα επιπλέον. Δεν είναι απλό, είναι παιχνίδι, θές την νίκη ( εκτός των ημερών που κυνηγάς την ιδανική παρτίδα), υπάρχει ανταγωνισμός, ένταση, στην περίπτωση που χάσεις, ας περιορίσεις την απώλεια στα χαρτιά, μην την μεταφέρεις και αλλού. Better safe than sorry.
Το δεύτερο έχει να κάνει όντως με διατροφικές παρεκτροπές. Στην μπιρίμπα τον χρόνο τον χάνεις, δεν καταλαβαίνεις πώς περνάει η ώρα, από απόγευμα ..φτάνει όσο πάει. Αυτό που δεν χάνεις είναι κιλά, οπότε καλό είναι να υπάρχει ένας ουδέτερος παρατηρητής του τι υπάρχει και τι εξαφανίζεται από το τραπέζι. Γιατί δεν περνάνε φρούτα και σαλάτες, δεν υπάρχει χώρος. Περνάνε και φεύγουν κάθε είδους snacks, τα οποία δεν καταλαβαίνεις ούτε πως καταναλώνονται ούτε πως ανανεώνονται. Την άλλη μέρα συνειδητοποιείς, όπως η Δέσποινα Βανδή, ότι καταναλώθηκαν πράγματι πολλά, αλλά δεν σε ενδιαφέρει και αν έχεις κερδίσει έχεις και κέφια. Αν έχεις χάσει, συγκαλείς meeting και ετοιμάζεσαι για ρεβάνς..